Δωσίλογοι και Γερμανική κατοχή

Δευτέρα 1 Δεκεμβρίου 2014




«Δεν είναι δυνατόν να ήσαν άνθρωποι με σώας τας φρένας αυτοί που υπηξαίρεσαν εν ώρα νυκτός, την Γερμανικήν σημαίαν, η οποία εκυμάτιζεν, επί της Ακροπόλεως, παραπλεύρως της Εθνικής μας Σημαίας. Πάντως δεν είναι δυνατόν να ήσαν Έλληνες που αγαπούν το Έθνος των.

Διότι μόνον παράφρονες ή όργανα ξένης προπαγάνδας ημπορούσαν να διαπράξουν μιαν τόσο επαίσχυντο, αλλά και τόσον επαίσχυντον, αλλά και τόσον επικίνδυνο, ως προς τας συνεπείας της, πράξιν.

Η σημαία είνε, ως γνωστόν, το ιερότατον σύμβολον ενός έθνους η δε πολεμική σημαία, όλως ιδιαιτέρως, το ιερότερον σύμβολον ενός μαχόμενου στρατού. Είνε, επομένως, πολύ φυσικόν ότι αι στρατιωτικαί αρχαί της κατοχής δεν ανέχονται τοιούτας προσβολάς κατά της εθνικής των σημαίας και επιβάλλουν αυστηράς κυρώσεις, τας συνεπείας των οποίων δεν υφίστανται μόνο οι δράσται των ανοήτων τούτων πράξεων αλλ’ ολόκληρος ο πληθυσμός της πρωτευούσης, ολόκληρον το Έθνος.

Εινε βεβαίως περιττόν να τονισθή ότι ο ελληνικός λαός, εν τω συνόλω, θλίβεται ειλικρινώς δια τας παράφρονας αυτάς πράξεις ελαχίστων και μεμονωμένων των οποίων άλλως τε είνε (…)

Την σημαίαν με τον αγκυλωτόν σταυρόν καλύπτουν ήδη πολλαί δάφναι δόξης εις τα πολυάριθμα πεδία των μαχών και ουδείς είνε δυνατόν ν’ αρνηθή εις αυτήν την προσύκουσαν τιμήν και τον ειλικρινή σεβασμόν.

Το Ελληνικό Έθνος αποδέχθη την σημαίαν του Νέου Ράιχ, που δημιούργησεν η μεγαλοφυής διάνοια του Αδόλφου Χίλτερ, ως σημαίαν ενός υπό πάσαν άποψιν μεγάλου και ανέκαθεν φίλου προς την Ελλάδα λαού, ως εν σύμβολον αποκαταστάσεως μιας ειρηνικής περιόδου, ως εν σύμβολον δικαιοσύνης ευνομίας και πολιτισμού. Και είναι βέβαιον ότι αν ο δράσται του εγκλήματος της, περιήχοντο εις χείρας του ελληνικού λαού, θα λυντσάροντο από αυτόν τον ίδιον ως εχθροί της πατρίδος μας.

Πρέπει να γνωρίζει και ο τελευταίος των Ελλήνων, ότι εις την Γερμανίαν δεν εγράφη και δεν ελέχθη, ως σήμερον τίποτε το προσλβλητικόν, τίποτε το περιφρονιτικόν δια τον ελληνικόν στρατόν ή το ελληνικόν Έθνος. Δεν κατεκρίθη ειμή μόνον η ολέθρια και τυφλώτουσα αγγλόφιλος πολιτική των πρώην κυβερνώντων μας.

Τόσο εις τα άρθρα του τύπου , όσο και εις τον τελευταίον λόγον του ηγέτου του Ράιχ (…) του Αγνώστου Στρατιώτου της Ελλάδος, παραπλεύρως της φρουράς των ευζώνων μας.

Η δοξασμένη σημαία μας δεν κατεβιβάσθη πουθενά από τον ιπποτικόν νικητή. Η δε Ανωτάτη Διοίκησις του Στρατού Κατοχής – παρ’ όλας τας μεγάλας φροντίδας της και εξακολουθούσα τας ρητάς διαταγάς που έχει από τον Ανώτατο β Αρχηγόν του Γερμανικού Στρατού - προσπαθεί, εν στενή συνεργασία με την Κυβέρνησίν μας, να θεραπεύσει, κατά το δυνατόν, τας σημερινάς επισιτιστικάς δυσεχερείας της χώρας μας των οποίων τα αίτια είνε άλλα και εντελώς ανεξάρτητα της θελήσεως των Γερμανικών στρατιωτικών αρχών.

Όταν ανηγγέλθη εν Γερμανία η είδησις ότι ο Γερμανικός ανεπέτασε την σημαία του Ράιχ επί της Ακροπόλεως και ότι αύτη κυματίζει παραπλεύρως της κυανόλευκου της Ελλάδος, ο Γερμανικός τύπος εχαρακτήρισεν το γεγονός ως ιστορικόν, αλλά και ως ενέχον ιδιαίτερον συμβολικήν σημασίαν. Είνε – έγραφε – το εμφανές σύμβολον της ανερχόμενης πλέον στενωτάτης πνευματικής και οικονομικής συνεργασίας μεταξύ των δύο εθνών, τα οποία ανέκαθεν συνέδεεν ειλικρινής φιλία (…)»


http://fourtounis.gr/download/2012/10/24/24-10-2012.html


Απόσπασμα από το νέο βιβλίο του Δημοσθένη Κούκουνα "Η ελληνική οικονομία κατά την Κατοχή και η αλήθεια για τα κατοχικά δάνεια" (Εκδόσεις Ερωδιός)


Από την έναρξη της Κατοχής οι Γερμανοί κινήθηκαν αποφασιστικά για να θέσουν υπό τον έλεγχό τους τα μέσα ενημέρωσης, ώστε να κατευθύνουν την προπαγάνδα τους. Αρχικά επεδίωξαν να μην ανατρέψουν το καθεστώς που ίσχυε στον χώρο του Τύπου και οι παρεμβάσεις τους ήταν διακριτικές, ενώ προσπάθησαν μάλιστα να δώσουν την εικόνα ότι δεν τους ενδιαφέρει η άσκηση προληπτικής λογοκρισίας, όπως συνέβαινε μέχρι τότε με τις ελληνικές υπηρεσίες λογοκρισίας. Τελικά κατέληξαν στη διευθέτηση να αναθέσουν τον τομέα αυτόν στη δικαιοδοσία της κυβέρνησης Τσολάκογλου, η οποία χωρίς δυσκολία συνέχισε τις δομές που είχε κληρονομήσει από την κυβέρνηση Κοριζή. Έτσι οι ημερήσιες αθηναϊκές εφημερίδες συνέχισαν κανονικά την έκδοσή τους, σε ορισμένες μάλιστα περιπτώσεις οι εκδότες πιέστηκαν να συνεχίσουν την έκδοσή τους.

Η μόνη εφημερίδα που πραγματικά παύθηκε με άνωθεν γερμανική εντολή ήταν ο «Ασύρματος». Η απόφαση ανήκε στον στρατάρχη Βίλελμ Λιστ, ανώτατο διοικητή της περιοχής Βαλκανίων και μέχρι σήμερα δεν έχει διευκρινιστεί το ακριβές αιτιολογικό που τον ώθησε να λάβει αυτή την απόφαση. Ίσως κάποια προσωπική αναφορά για τον ίδιο, που την εξέλαβε ως αιχμή, να τον ώθησε σ’ αυτό. Το εντελώς παράδοξο είναι ότι ο ιδιοκτήτης αυτής της εφημερίδας, ο Γεώργιος Τζιρακόπουλος, ήταν σύγγαμβρος του στρατηγού Τσολάκογλου, ο οποίος μερικούς μήνες αργότερα θα τον τοποθετήσει, πλην άλλων διορισμών σε διάφορα διοικητικά συμβούλια, ως πρόσωπο εμπιστοσύνης στη θέση του κυβερνητικού επιτρόπου της Αγροτικής Τράπεζας.

Επίσης με την έναρξη της Κατοχής διέκοψε την έκδοσή της η εφημερίδα «Έθνος», όχι όμως για πολιτικούς λόγους, αλλά μάλλον για πρακτικούς. Οι τυπογραφικές εγκαταστάσεις της, από τις πιο σύγχρονες τότε, δεσμεύθηκαν για να φιλοξενήσουν τις δύο νέες εφημερίδες των κατακτητών που χρειάζονταν για εσωτερική τους χρήση: την ιταλόγλωσση «Giornaled’Italia» και τη γερμανόγλωσση «Deutsche Nachrichten für Griechenland». Ταυτόχρονα οι Γερμανοί δεν αδιαφόρησαν, πέραν του πολιτικού, και για τον οικονομικό έλεγχο των μεγάλων εκδοτικών συγκροτημάτων. Ο σχεδιασμός έγινε από το Βερολίνο, απ’ όπου στάλθηκαν στην Αθήνα ειδικοί εκπρόσωποι της ειδικής ημικρατικής εταιρίας «Mundus», που είχαν από νωρίτερα συστήσει τα γερμανικά υπουργεία Εξωτερικών και Προπαγάνδας, με συμμετοχή 50% το καθένα τους. Η εταιρία αυτή, που είχε ως στόχο ακριβώς τη διάδοση της γερμανικής προπαγάνδας στις κατεχόμενες χώρες, είχε εμφανιστεί στο Παρίσι, μόλις ολοκληρώθηκε η κατάληψή του, και μεταξύ άλλων εξαγόρασε μερίδια γαλλικών εταιριών που εξέδιδαν εφημερίδες και περιοδικά[1].

Οι εκπρόσωποι αυτής της εταιρίας εμφανίστηκαν και στην Αθήνα τον Μάιο του 1941 και μελέτησαν πώς θα κινηθούν για να αποκτήσουν αποφασιστικού μεγέθους θεσμική συμμετοχή στην παραγωγή και τη διακίνηση του ελληνικού και ξένου Τύπου. Πραγματοποίησαν πολλές επαφές πριν καταλήξουν σε οριστικές αποφάσεις, ενώ έλαβαν υπόψη τους τις αναφορές και την εμπειρία των αρμοδίων της γερμανικής πρεσβείας, κυρίως του γραφείου Τύπου και του συμβούλου μορφωτικών υποθέσεων. Το κύριο βάρος των διαπραγματεύσεων είχε ο Maurach, που έφερε τον βαθμό του Rittmeister και χρησιμοποιούσε για έδρα του ένα γραφείο στον τρίτο όροφο της γερμανικής πρεσβείας, είχε όμως στη διάθεσή του πλούσιο υλικό για την αξιοπιστία όσων θα μπορούσαν να «τιμηθούν» με την εμπιστοσύνη του Ράιχ κατά την Κατοχή.

Ιδρύθηκαν έτσι τρεις βασικές εταιρίες για τον κάθετο έλεγχο του ελληνικού Τύπου, στις οποίες περισσότερο με προθυμία παρά υπό καθεστώς βίας έλαβαν μέρος οι Έλληνες επιχειρηματίες που δέχθηκαν να συνυπογράψουν τα ιδρυτικά καταστατικά με τους απεσταλμένους του Γκαίμπελς και του Ρίμπεντροπ, στους οποίους (ως επικεφαλής των δύο γερμανικών υπουργείων Προπαγάνδας και Εξωτερικών) ανήκε η εταιρία «Mundus».

Το θλιβερό γεγονός της εκούσιας αυτής συμμετοχής καταδικάστηκε μετά την Απελευθέρωση από το επίσημο κράτος με τον βαρύτατο χαρακτηρισμό των εν λόγω εταιριών ως εχθρικών περιουσιών και τέθηκαν υπό μεσεγγύηση, ανεξάρτητα από το γεγονός ότι τα πρόσωπα που έλαβαν μέρος δεν αντιμετώπισαν ποινικές κυρώσεις, απλώς μόνον ηθικές. Ωστόσο οι εφημερίδες, που μέχρι την Απελευθέρωση ανήκαν στο ελληνογερμανικό αυτό συγκρότημα δεν μπόρεσαν να επανεκδοθούν ποτέ, οπότε ο ευφυής Δ. Λαμπράκης άλλαξε τους τίτλους (από «Αθηναϊκά Νέα» σε «Νέα» και από «Ελεύθερον Βήμα» σε «Βήμα»), ο επανελθών στον κομμουνισμό Γιάννης Πετσόπουλος αναγκάστηκε να εγκαταλείψει πολλά περιουσιακά στοιχεία για να παραμείνει με άλλες πηγές εισαγωγής χαρτιού στην αγορά, όσο δε για την πρακτόρευση εφημερίδων ο Όθων Πικραμένος αναγκάστηκε πρόσκαιρα να αποσυρθεί και να αρκεστεί στη διαχείριση του εργοστασίου γραφικών τεχνών «Πυρσός», ενός από τα μεγαλύτερα στην Αθήνα, που είχε βρεθεί στα χέρια του[2]. Θα ήταν ειρωνικό να συνεχίζει να διακινεί τις εφημερίδες και τα περιοδικά όταν η χώρα απελευθερώθηκε, αφού μέχρι τότε διακινούσε τις νομότυπα εκδιδόμενες υπό γερμανικό έλεγχο εφημερίδες και τις λοιπές προπαγανδιστικές εκδόσεις, ελληνόγλωσσες και γερμανόγλωσσες.

Οι εταιρίες που ίδρυσαν οι Γερμανοί εκπρόσωποι του Γκαίμπελς και του Ρίμπεντροπ μόλις κατέλαβαν την Αθήνα:
Α.Ε. «Βίβλος». Όπως αναγραφόταν στο καταστατικό της, είχε τους εξής σκοπούς: εισαγωγή ξένων βιβλίων, μουσικών έργων (νότες), έργων εικαστικής τέχνης, εποπτικών μέσων διδασκαλίας, ως και η διεξαγωγή πασών των εργασιών ομοίας ή συγγενούς φύσεως και σχετικών επιχειρήσεων[3]. Στην εταιρία αυτή έλαβαν μέρος ως μέτοχοι, καταβάλλοντας και το αντίστοιχο κεφάλαιο, δύο από τους μεγαλύτερους Αθηναίους βιβλιοπώλες της εποχής εκείνης. Στο πρώτο διοικητικό συμβούλιο συμμετείχαν οι: Έριχ Μπέρινγκερ[4], Κωνστ. Γ. Ελευθερουδάκης, Χέρμαν Θ. Κάουφμαν, Νικ. Λούβαρις, Βάλτερ Βρέντε, Σάββας Κέντρος, Σίγκφριντ Φατ. Ο πρώτος, πολύ γνωστή προσωπικότητα στους κύκλους των διανοουμένων, ήταν πρόεδρος της εταιρίας και παράλληλα μορφωτικός σύμβουλος της γερμανικής πρεσβείας, θέση που κατείχε από προπολεμικά. Ο Κώστας Ελευθερουδάκης ήταν ο γνωστός ιδρυτής του ομώνυμου βιβλιοπωλείου και ο Κάουφμαν επίσης, ο οποίος σημειωτέον ήταν Ρώσος πρόσφυγας γερμανικής καταγωγής και όχι Εβραίος όπως νομιζόταν μέχρι τότε στην Αθήνα, πρόσφυγας από το 1917 εγκαταστημένος στην Ελλάδα[5]. Ο Νικόλαος Λούβαρις ήταν ο γνωστός γερμανόφιλος καθηγητής φιλοσοφίας, άλλοτε διακεκριμένο μέλος του Ελληνογερμανικού Συνδέσμου, όπως και ο τότε μεγαλοδικηγόρος Σάββας Κέντρος. Ως προς δε τον Βάλτερ Βρέντε[6], διευθυντή του Γερμανικού Αρχαιολογικού Ινστιτούτου Αθηνών, θα πρέπει να αναφερθεί ότι ήταν από τα προπολεμικά χρόνια ο επίσημος τοπάρχης του Γερμανικού Εθνικοσοσιαλιστικού Κόμματος για τη γερμανική παροικία της Αθήνας.

«Ένωσις Ελληνικού και Ξένου Τύπου» Α.Ε. Η εταιρία αυτή προέκυψε προκειμένου να επιτύχουν οι Γερμανοί τον απόλυτο έλεγχο κάθε διακινούμενου εντύπου και αποτελούσε μια κοινοπραξία των μέχρι τότε ελληνικών πρακτορείων μαζί με την περίφημη εταιρία «Μούντους». Σύμφωνα με το καταστατικό της σκοπός ήταν: η κυκλοφορία και η διά του οργανισμού της εταιρίας διάθεσις είτε εν τω εξωτερικώ, είτε εν τω εσωτερικώ των εκδιδομένων ενταύθα ή αλλαχού εφημερίδων, περιοδικών και λοιπών εντύπων ημεδαπής και αλλοδαπής, ημεροδεικτών και παντός εν γένει προϊόντος διανοίας ή τέχνης. Είχε κατά την ίδρυσή της κεφάλαιο 5.000.000 δρχ. διαιρεμένο σε 5.000 μετοχές[7]. Μέτοχοι: Εταιρία «Mundus» 2550 μετοχές, Εταιρία Ελληνικού Τύπου «Τ. Α. Πικραμένος» 850, ΚεντρικόνΠρακτορείον Εφημερίδων Σπύρος Τσαγγάρης, Αναγνωστοπούλου και Σία[8] 1050, Ελισάβετ Τσιβόγλου 550. Στη σύνθεση του διοικητικού συμβουλίου έλαβαν μέρος οι HerbertSchwoerbel[9], πρόεδρος, επικεφαλής του γραφείου Τύπου της γερμανικής πρεσβείας (οιονεί εκπρόσωπος του γερμανικού υπουργείου Προπαγάνδας), Ferdinand Vorauer, στέλεχος επίσης της γερμανικής πρεσβείας (οιονεί εκπρόσωπος του γερμανικού υπουργείου Εξωτερικών), Όθων Π. Πικραμένος (εκπρόσωπος του ομώνυμου πρακτορείου εφημερίδων και γενικός διευθυντής της νέας εταιρίας που συστάθηκε) [10], Κωνσταντίνος Ν. Νικολετόπουλος (δικηγόρος), Ιωάννης Χ. Αναγνωστόπουλος (μέλος της οικογένειας Τσαγγάρη, ο οποίος αργότερα διαρκούσης της Κατοχής θα αναλάβει την προεδρία του Δ.Σ.). Η μέτοχος Ελισάβετ Τσιβόγλου[11], ιδιοκτήτρια του ομώνυμου μικρού πρακτορείου ξένων εφημερίδων και περιοδικών, καθώς και διακίνησης τουριστικών εντύπων (καρτ-ποστάλ και πολύγλωσσων οδηγών), που λειτουργούσε από ετών και είχε περιέλθει στην ιδιοκτησία της έπειτα από τον θάνατο του συζύγου της ήδη πριν από τον πόλεμο, δεν συμμετείχε αυτοπροσώπως στο συμβούλιο, αφού άλλωστε ως από ετών συνεργάτης του Ο. Πικραμένου την εκπροσωπούσε ο τελευταίος.

«Ελεύθερον Βήμα – Εταιρία Δημοσιογραφικών Εκδόσεων» Α.Ε. Η εταιρία αυτή υποκατέστησε το δημοσιογραφικό συγκρότημα Λαμπράκη με τη συμμετοχή της γερμανικής «Μούντους», η οποία κατείχε το 51% των μετοχών, ενώ το υπόλοιπο 49% των μετοχών ανήκε στους δημοσιογράφους Γεώργιο Συριώτη και Αλκ. Ζαφειρόπουλο, παλαιά στελέχη του συγκροτήματος Λαμπράκη, καθώς και στον διαχειριστή του, πριν και μετά την Κατοχή, Ιορδάνη Τσαρτίλη. Οι Γερμανοί κατέβαλαν μετρητά για την απόκτηση του ποσοστού αυτού[12], ώστε μεταπολεμικά η εταιρία θεωρήθηκε ως εχθρική περιουσία και τέθηκε υπό μεσεγγύηση ως ανήκουσα στο γερμανικό δημόσιο. Η εταιρία κατείχε εις χείρας της όχι μόνο τους τίτλους του συγκροτήματος («Ελεύθερον Βήμα», «Αθηναϊκά Νέα» και «Οικονομικός Ταχυδρόμος»), αλλά και τις τυπογραφικές εγκαταστάσεις του, καθώς βεβαίως και την εν γένει δημοσιογραφική επιχείρηση. Σύμφωνα με το καταστατικό, σκοπός της ήταν η έκδοση εφημερίδων, περιοδικών και παντός ετέρου εντύπου, καθώς και κάθε συναφής εργασία. Τα τυπογραφεία του συγκροτήματος χρησιμοποιήθηκαν τόσο για ελληνόγλωσσες εκδόσεις, όσο και ξενόγλωσσες, ακόμη και αραβόγλωσσες προπαγανδιστικές εκδόσεις που αποστέλλονταν στις στρατιές του Ρόμελ ή προς χρήση των μελών της αραβικής παροικίας που είχε δημιουργηθεί εκτάκτως στο Λαύριο[13]. Στο διοικητικό συμβούλιο πρόεδρος ήταν ο Νικόλαος Λούβαρις[14], ο οποίος σημειωτέον δεν είχε γίνει ακόμη υπουργός, και αντιπρόεδρος ο ιατρός Γεώργιος Βλαβιανός, ο ιδρυτής της γνωστής και τόσο κακοφημισμένης οργάνωσης ΕΣΠΟ, που έδρασε επί Κατοχής. Συμμετείχαν επίσης τα στελέχη της γερμανικής πρεσβείας στην Αθήνα Φερδινάνδος Φοράουερ και Ερβέρτος Σβαίρμπελ, οι εκπρόσωποι του συγκροτήματος Γεώργ. Α. Συριώτης, Αλκ. Π. Ζαφειρόπουλος και Ιορδάνης Ε. Τσαρτίλης, καθώς και ο μεγαλοδικηγόρος Σάββας Χ. Κέντρος[15].

[1]. Η εταιρία «Μούντους» αποτέλεσε μεταπολεμικά αντικείμενο στις μεγάλες δίκες της Νυρεμβέργης, αλλά ελάχιστες αναφορές έγιναν για τη δράση της στην Ελλάδα. Για τη δράση της στη Γαλλία, βλ. την κατάθεση του Γάλλου πολιτικού Εντγκάρ Φωρ στη Δίκη της Νυρεμβέργης στις 5 Φεβρουαρίου 1946.

[2]. Τη θέση του γενικού διευθυντή (είχε κάνει ειδικές σπουδές στη Γερμανία) είχε και για ένα μικρό διάστημα μέχρι το 1928. Η εταιρία «Πυρσός», που στο παρελθόν είχε εκδώσει τη Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεία, όπως και η κατασκευαστική εταιρία «Προμηθεύς», ανήκαν βασικά στον Παυσανία Μακρή (κεντρικό πρόσωπο στα σκάνδαλα της οδοποιίας στα χρόνια του μεσοπολέμου, με χρηματοδότες τους Άγγλους τραπεζίτες Χάμπρο και Σάμιουελ), στενό συγγενή της οικογένειας Πικραμένου. Και οι δύο αυτές εταιρίες συνεργάστηκαν οικονομικά με τους Γερμανούς κατά την Κατοχή, η μεν μία σε εκτυπωτικές εργασίες η δε άλλη σε κατασκευαστικές. Τελικά ο Όθων Πικραμένος θα επανέλθει αργότερα, αφού θα αποφύγει τη δίωξη για δοσιλογισμό, όπως και όλοι όσοι συνεταιρίστηκαν με τους εκπροσώπους της εταιρίας «Μούντους», στην πρακτόρευση εφημερίδων και περιοδικών, δημιουργώντας το λεγόμενο «Νέο Πρακτορείο», συνέχεια του οποίου – ύστερα από διάφορες μεταβιβάσεις μετά τον θάνατό του στα χρόνια της δικτατορίας και αφού ο μεγαλύτερος υιός του, αν και για ένα διάστημα το διαχειρίστηκε, αποφάσισε να το εγκαταλείψει για να σταδιοδρομήσει στο δικαστικό σώμα – είναι σήμερα το πρακτορείο εφημερίδων «Ευρώπη». Από τα τέλη του 1944 (τυπικά τον Ιανουάριο 1945) όμως είχε συγκροτηθεί το «Πρακτορείο Αθηναϊκού Τύπου», που αμέσως πήρε το μεγαλύτερο μερίδιο της αγοράς και διάδοχος του οποίου – ύστερα από την εξαγορά του από το συγκρότημα Λαμπράκη μετά τον θάνατο του Παρασκευά Χριστοδουλόπουλου – είναι σήμερα το πρακτορείο «Άργος». Τον Μάιο 2012 ο υιός του Όθωνος Παναγιώτης Πικραμένος ανέλαβε υπηρεσιακός πρωθυπουργός.

[3]. Εφημερίδα Οικονομολόγος 26.7.1941.

[4]. Ο καθηγητής Erich Boehringer (1897-1971) υπήρξε αρχαιολόγος και νομισματολόγος. Το 1937 έγινε μέλος του εθνικοσοσιαλιστικού κόμματος και τον Μάρτιο 1940 έφτασε στην Αθήνα ως μορφωτικός ακόλουθος, θέση που διατήρησε μέχρι τον Απρίλιο 1943. Μεταπολεμικά έγινε πρόεδρος του κεντρικού Γερμανικού Αρχαολογικού Ινστιτούτου.

[5]. Περί των κινήσεων του Χέρμαν Κάουφμαν (1897-1965) όταν του προτάθηκε η συνεργασία με τους Γερμανούς, έχουμε πληροφορίες από τον τότε δικηγόρο του που χειριζόταν τις υποθέσεις του (Χρ. Χρηστίδη,Χρόνια Κατοχής 1941-1944, Μαρτυρίες Ημερολογίου, Αθήνα 1971, σελ. 28, 46 κ.α.). Από τις εγγραφές προκύπτει ότι όχι μόνον ενδιαφερόταν να συμμετάσχει ο Κάουφμαν, αλλά έτρεφε και ανησυχίες μήπως αποκλειστεί από τη συμφωνία με τη «Μούντους».

[6]. Καθοριστικής σημασίας ήταν στην Ελλάδα η παρουσία του Walther Wrede (1893-1990) ως διευθυντή της Γερμανικής Αρχαιολογικής Σχολής στην Αθήνα (1937-43), ενώ στη χώρα μας έζησε πολλά χρόνια από το 1921. Φανατικός εθνικοσοσιαλιστής, το 1935 τοποθετήθηκε ως επικεφαλής του κόμματος για τη σχετικά πολυάριθμη γερμανική παροικία στην Αθήνα. Εγκατέλειψε την Αθήνα μαζί με τα γερμανικά στρατεύματα που αποχωρούσαν τον Οκτώβριο 1944. Η έντονη κομματική δραστηριότητά του τον εμπόδισε μεταπολεμικά να συνεχίσει τη σταδιοδρομία του, ούτως ή άλλως αμαυρωμένη από καταγγελίες για παράνομες ανασκαφές, και έστρεψε το ενδιαφέρον του στη βοτανική.

[7]. Εφημερίδες Οικονομικός Ταχυδρόμος 2.6.1941, Οικονομολόγος 26.7.1941.

[8]. Το Κεντρικό Πρακτορείο Εφημερίδων είχε ιδρυθεί από τον δραστήριο Σπύρο Τσαγγάρη (1852-1931), που θεωρείται ως ένας από τους πρώτους στυλοβάτες του ελληνικού Τύπου. Οι διάδοχοι του Τσαγγάρη συνέχισαν την επιχείρηση και στην Κατοχή συνεταιρίστηκαν με τους Γερμανούς.

[9]. Ο Ερβέρτος Σβαίρμπελ (1881-1969) μετά τις πανεπιστημιακές σπουδές του εισήλθε στη γερμανική διπλωματική υπηρεσία και κατά τη διάρκεια των βαλκανικών πολέμων υπηρετούσε στο προξενείο Θεσσαλονίκης, ενώ ένα κείμενό του το 1916 αποτελεί μια από τις χαρακτηριστικές μαρτυρίες για τη γενοκτονία των Αρμενίων από τους Τούρκους. Αργότερα υπηρέτησε σε προξενικές θέσεις στη Βυρητό και την Καμπούλ. Κατά τη διάρκεια του χιτλερικού καθεστώτος χρησιμοποιήθηκε στο υπουργείο Εξωτερικών σε θέματα προπαγάνδας και μεταξύ άλλων υπήρξε συντάκτης λευκών βίβλων και εκδότης της προπαγανδιστικής αξονικής επιθεώρησης Illustrierten Berlin Rom Tokio. Το 1940 επιλέχθηκε ως ελληνομαθής να αναλάβει διευθυντής του γραφείου Τύπου στη γερμανική πρεσβεία Αθηνών, αλλά σύντομα ανέλαβε ευρύτερες αρμοδιότητες στην έδρα του γερμανικού υπουργείου Εξωτερικών με αντικείμενο ολόκληρη την περιοχή των Βαλκανίων. Μεταπολεμικά δεν μπόρεσε να επανέλθει στη διπλωματία και έγινε δημοσιογράφος στο Πασάου. Στην Ελλάδα, λόγω και της παλαιάς θητείας του, είχε εκτεταμένες επαφές με Έλληνες δημοσιογράφους και πολιτικούς και μετά τη γερμανική εισβολή επανήλθε για μικρό διάστημα και ασχολήθηκε με τη δημιουργία των μικτών ελληνικών επιχειρήσεων στον χώρο της προπαγάνδας με τη συμμετοχή της «Μούντους». Το 1942 τοποθετήθηκε ως ακόλουθος Τύπου στην πρεσβεία Αθηνών ο συνονόματος υιός του, ο οποίος επανειλημμένα δημοσίευσε άρθρα στον κατοχικό Τύπο. Συχνά γίνεται σύγχυση ανάμεσα στον πατέρα (1881-1969) και στον υιό (1911-), ενώ ο δεύτερος υιός Edgar (1918-) υπηρέτησε μεταπολεμικά και αυτός στη γερμανική διπλωματία και μεταξύ άλλων στην κεντρική υπηρεσία της Βόννης ως υπεύθυνος για την Ελλάδα και την Κύπρο.
Στην οδό Ακαδημίας 52 είχε μετακομίσει η οικογένεια Πικραμένου.

[10]. Το ωραίο τετραόροφο ακίνητο της οδού Σωκράτους 43, σήμερα διατηρητέο κτίριο, που ανήκε στον Όθωνα Πικραμένο και σ’ ένα τμήμα του οποίου μέχρι τότε κατοικούσε, πωλήθηκε – ως απόρροια της συμφωνίας με τη γερμανική «Μούντους» – στην ελεγχόμενη και εξαγορασμένη πλέον από τους Γερμανούς Εταιρία Βωξιτών Παρνασσού με ονομαστική τιμή 22 εκατ. δρχ. Με τα χρήματα αυτά αγοράστηκε από την οικογένεια Πικραμένου αυθημερόν ένας όροφος 18 δωματίων στην εντυπωσιακή πολυκατοικία της οδού Ακαδημίας 52, όπου μετεγκαταστάθηκε και όπου έζησε όλες τις επόμενες δεκαετίες, ενώ δύο ακόμη όροφοι από την οικογένεια Πιζάνη. Το κτίριο της οδού Σωκράτους 43 μεταπολεμικά περιήλθε στην ιδιοκτησία του ανταγωνιστικού Πρακτορείου Εφημερίδων Αθηναϊκού Τύπου. Ο αρχικός ιδρυτής το 1917 της Εταιρείας Ελληνικού Τύπου Τάκης Πικραμένος (1876-1935) ήταν δικηγόρος και σταφιδέμπορος από την Πάτρα.

[11]. Η οικογένεια Τσιβόγλου προερχόταν από την Κωνσταντινούπολη και κατά τη διάρκεια της Κατοχής μεταξύ άλλων περιουσιακών στοιχείων κατείχε το ακίνητο, στο οποίο διαδραματίστηκε το 1944 το «μπλόκο της Κοκκινιάς» και που ο χώρος αυτός απαλλοτριώθηκε το 1982 για να γίνει εκεί το Μουσείο Εθνικής Αντίστασης (βλ. εφημερίδα Ριζοσπάστης 5.3.2005). Η αναφερόμενη Ελισάβετ Τσιβόγλου, που πέθανε στις αρχές του 1945, ήταν από τον πρώτο γάμο της με τον θεατρικό συγγραφέα Μιλτιάδη Ιωσήφ μητέρα του δημοσιογράφου και πολιτικού Ανδρέα Ιωσήφ, του οποίου η εβραϊκής καταγωγής σύζυγος Μαρία Ρεζάν την διαδέχθηκε μεταπολεμικά στο πρακτορείο ξένου Τύπου, που το μετέφερε στην οδό Αμερικής, εμπλουτίζοντάς το με γαλλικά, αγγλικά και αμερικανικά περιοδικά και εφημερίδες – αφού φυσικά πλέον δεν υπήρχαν γερμανικά και ιταλικά προπαγανδιστικά έντυπα προς διανομή. Βλ. Μαρίας Ρεζάν, Με νοσταλγία… για μια ζωή έτσι, χωρίς πρόγραμμα, Εκδόσεις Πατάκη, Αθήνα 2000, σελ. 84 κ.α. Μέχρι την Κατοχή το πρακτορείο Τσιβόγλου διατηρούσε τη στενότατη συνεργασία του με το πρακτορείο Πικραμένου, στο κτίριο του οποίου από πολλών ετών στεγαζόταν.

[12]. Αξιοσημείωτο είναι ότι αμέσως μετά την εξαγορά του 51% του ομώνυμου συγκροτήματος από τους Γερμανούς τον Σεπτέμβριο 1941, η σύζυγος του αρχικού ιδιοκτήτη Έλζα Λαμπράκη (απεβίωσε τον Απρίλιο 2012 σε ηλικία 104 ετών) αγόρασε στις 27 Οκτωβρίου 1941 μια μονοκατοικία στο Κολωνάκι, στην οδό Αναγνωστοπούλου 5, στο οικόπεδο της οποίας αργότερα η οικογένεια ανήγειρε πολυκατοικία. Η τιμή που αναφερόταν στο συμβόλαιο ήταν 4 εκ. δρχ., ποσόν που αντιστοιχούσε σε 220 χρυσές λίρες (Βλ. εφημερίδαΟικονομολόγος 8.11.1941). Η Έλζα Λαμπράκη, όπως και ο δεκάχρονος τότε γιος του ζεύγους Χρήστος, αργότερα διέφυγε στη Μέση Ανατολή, αφού είχε προηγηθεί ο σύζυγός της, ο οποίος μάλιστα αντιμετώπισε την αντίδραση των αγγλικών αρχών και – παρά τις έντονες διαμαρτυρίες του Ε. Τσουδερού και του Β. Καραπαναγιώτη – παρέμεινε φυλακισμένος από τους Άγγλους ως ύποπτος για γερμανοφιλία, ακριβώς λόγω της μεταβίβασης του συγκροτήματος.

[13]. Ο συγγραφέας του παρόντος έχει ασχοληθεί και σε άλλα δημοσιεύματά του με την περίπτωση Λαμπράκη κατά την Κατοχή. Μεταξύ άλλων βλ. Δ. Κούκουνα, Η γερμανική και η ιταλική προπαγάνδα πριν και κατά την Κατοχή 1941-1944, Πάτρα 1981, ιστορική επιθεώρηση Τότε, αριθ. 51-53, Σεπ.-Νοέμ. 2008, περιοδικόΛαβύρινθος, αριθ. 2, Αύγ. 2003, σελ. 40-46 κ.ά.

[14]. Ο καθηγητής Νικόλαος Λούβαρις ανέλαβε, όπως είπε κατά τη δίκη του τον Μάιο του 1945, τη θέση αυτή ύστερα από έντονες πιέσεις του Δ. Λαμπράκη, με τον οποίο σημειωτέον συνδεόταν με προσωπική φιλία, και των δημοσιογραφικών στελεχών του συγκροτήματος. Επί λέξει είπε ότι ανέλαβε την προεδρία «κατά συμφωνίαν του κ. Λαμπράκη και των συντακτών του, οι οποίοι ήλθαν εις εμέ είκοσι και πλέον φοράς και δεν ήθελαν να με αφήσουν…»

[15]. Εφημερίδα Οικονομολόγος 27.9.1941.

http://infognomonpolitics.blogspot.gr/2012/06/blog-post_4849.html


Λεηλάτησαν στην Κατοχή τη χώρα και μετά τη δάνεισαν για να ανορθωθεί οικονομικά!


Δεν είναι μόνο ευθύνη της Ελλάδας το χρέος, αποδεικνύουν τα αρχεία του Ράιχ 1941-44

Τα αρχεία των Ναζί για την περίοδο 1941-44 αποδεικνύουν ότι τελικά δεν είναι μόνο ελληνικό πρόβλημα τα δάνεια που μας αναγκάζουν να πληρώσουμε σήμερα με το αίμα των Ελλήνων.

Οι Γερμανοί άδειασαν τα ταμεία στην κατοχή, αρπάζοντας για τις ανάγκες τους σχεδόν το σύνολο του κυκλοφορούντος νομίσματος και στη συνέχεια αρνήθηκαν να πληρώσουν τις υποχρεώσεις τους, αφού οι ελληνικές ηγεσίες αποδείχτηκαν εξαιρετικά «συναινετικές».

Αντί αυτού, μας δάνεισαν για να αντιμετωπίσουμε την καταστροφή της οικονομίας, που προκάλεσαν οι ίδιοι! Τα δάνεια αυτά πληρώνουμε σήμερα με τη νέα καταστροφή της χώρας και των ανθρώπων της…
“Είναι υποχρέωση της Ελλάδας να πληρώνει τα έξοδα όχι μόνο του γερμανικού στρατού κατοχής, αλλά και των εκστρατειών στην ανατολική Μεσόγειο και τη Βόρειο Αφρική”, έγραφε ο Χίτλερ τον Σεπτέμβριο του 1942! Και θεωρούσε επίσης υποχρέωση της Ελλάδας να αντιμετωπίσει το δημοσιονομικό πρόβλημα που η χώρα του προκάλεσε!

Θέση με την οποία διαφώνησε ο ίδιος Μουσολίνι, ενώ αντέδρασαν ακόμη κι ο κατοχικός «πρωθυπουργός» Τσολάκογλου και ο «υπουργός Οικονομικών» Γκοτζαμάνης! Σήμερα η ηγεσία αντιδρά λιγότερο απ’ όσο ακόμη και ο «κυβερνήτης» της κατοχής, που παραιτήθηκε εξαιτίας της στάσης των Γερμανών στα δημοσιονομικά…

Η κλοπή του χρυσού στην Κρήτη

Με το που κατέλαβαν οι Γερμανοί την Κρήτη, ο πρώτος στόχος τους, πέραν της διασφάλισης της κυριαρχίας τους, ήταν η αναζήτηση του χρυσού που είχε μεταφέρει στο νησί η ελληνική κυβέρνηση, μετά την κατάληψη της Αθήνας. Ο χρυσός και άλλα πολύτιμα αποθέματα της Τράπεζας της Ελλάδος βρέθηκαν στο Ηράκλειο και φυσικά αποτέλεσαν… «λεία πολέμου», που ουδέποτε επιστράφηκε.

Προς το τέλος της Μάχης της Κρήτης, που ξεκίνησε με την αεροπορική επίθεση των Γερμανών στο Μάλεμε τα ξημερώματα της 20ής Μαΐου 1941 και ολοκληρώθηκε 10 μέρες αργότερα, τις ναζιστικές δυνάμεις της αεροπορίας ακολούθησε ειδική ομάδα του γερμανικού υπουργείου Εξωτερικών, με επικεφαλής τον διπλωματικό υπάλληλο Κύνσμπεργκ. Ο Κύνσμπεργκ έφτασε στις 28 Μαΐου με αποστολή να εντοπίσει τα αρχεία του ελληνικού υπουργείου Εξωτερικών και τα αποθέματα της Τράπεζας της Ελλάδας σε συνάλλαγμα και χρυσό, που είχαν φέρει μαζί τους, καταφεύγοντας στην Κρήτη μετά την κατάληψη της Αθήνας, ο μονάρχης Γεώργιος Β΄, ο πρωθυπουργός Εμμ. Τσουδερός και μέλη της κυβέρνησής του. Φυσικά προηγούμενος στόχος των Γερμανών ήταν να συλληφθούν βασιλιάς και κυβέρνηση, που όμως κατάφεραν να διαφύγουν εγκαίρως στην Αίγυπτο.

Στις 5 Ιουνίου, μετά την κατάληψη του Ηρακλείου, η αποστολή του γερμανικού υπουργείου Εξωτερικών μπήκε στο υποκατάστημα της Τράπεζας Ελλάδος και βρήκε τα αποθέματα χρυσού και αργύρου που φυλάσσονταν εκεί. Στις 7 Ιουνίου ο Κύνσμπεργκ ενημέρωνε το Βερολίνο με το εξής τηλεγράφημα, που υπάρχει στα γερμανικά αρχεία της περιόδου: «Διαρκούσης της ερεύνης δια τα κρατικά αρχεία, η Ειδική Αποστολή του υπουργείου Εξωτερικών ανεκάλυψε, την 5ην Ιουνίου, εις το Ηράκλειον, εις το Θησαυροφυλάκιον της Τραπέζης της Ελλάδος 91,502 κιλά χρυσού και 127,075 κιλά αργύρου εις νομίσματα, ως και ένα μεγάλο και πέντε μικρά κιβώτια πλήρη χρυσού, αργύρου και κοσμημάτων εκ των αποθεμάτων των προοριζομένων δια τας ελληνικάς αμυντικάς δαπάνας. Παρεδόθησαν προς φύλαξιν εις τον στρατιωτικόν Διοικητήν, ταγματάρχην Τρέεκ, ομού μετά της κλειδός του Θησαυροφυλακίου. Προτείνω όπως ο πληρεξούσιος του Ράιχ δια την Ελλάδα, παραλάβη, το συντομώτερον, δι αντιπροσώπου, τα ευγενή ταύτα μέταλλα».

Τα υπόλοιπα αποθέματα που αναφέρονται «δια τας ελληνικάς αμυντικάς δαπάνας» ήταν τα συγκεντρωθέντα από τον έρανο υπέρ της αεροπορίας.

Στις 19 Ιουνίου, σε γραπτή ενημέρωσή του προς τον υπουργό Εξωτερικών του Χίτλερ, Ρίμπεντροπ, ανέφερε ότι «τα υπό της Ειδικής Αποστολής του υπουργείου των Εξωτερικών κατασχεθέντα την 5ην Ιουνίου εις Ηράκλειον 100 περίπου χιλιόγραμμα χρυσού και 125 περίπου χιλιόγραμμα αργύρου, εις νομίσματα, ως και εξ κιβώτια πλήρη κοσμημάτων προερχομένων εκ δωρεών δια την ελληνικήν εθνικήν άμυναν, εφορτώθησαν σήμερον υπ’ εμού εις αεροπλάνον δια να μεταφερθούν εις Αθήνας, όπου θα παραδοθούν εις τον πρεσβευτήν Άλτεμπουργκ. Παρακαλώ να διαβιβάσητε οδηγίας εις Αθήνας, εάν κατά την επιστροφήν μου εις Βερολίνον, πρέπει να μεταφέρω και τα ανωτέρω».

Η εντολή ήταν να μεταφερθεί ο χρυσός και ο άργυρος στο Βερολίνο. Τα πολύτιμα μέταλλα κατέληξαν στο υπουργείο Εξωτερικών όπου ο Ρίμπεντροπ κράτησε για ένα χρόνο τον ελληνικό θησαυρό περίπου ως προσωπική του λεία πολέμου (!), πριν τον παραδώσει (άραγε τι παρακράτησε;) για να μετατραπούν χρυσός και άργυρος σε νομίσματα. Ο διευθυντής προσωπικού του γερμανικού ΥΠΕΞ σε υπηρεσιακό σημείωμά του στις 15 Μαΐου 1942, ανέφερε για την τύχη των θησαυρών από το Ηράκλειο:

«Κατά το θέρος του παρελθόντος έτους εκομίσθησαν εξ Ελλάδος εις Βερολίνον υπό του φον Κύνσμπεργκ 3 κιβώτια χρυσού εις νομίσματα, 7 κιβώτια αργύρου εις νομίσματα και 6 κιβώτια κοσμημάτων προερχόμενα εκ του ελληνικού ταμείου αμύνης. Κατόπιν διαταγής του υπουργού των Εξωτερικών τα πολύτιμα ταύτα αντικείμενα εκρατήθησαν μέχρι νεωτέρας εντολής εις το Ταμείον Πρεσβειών του υπουργείου των Εξωτερικών, όπου και εξακολουθούν να ευρίσκωνται. Εν συνεχεία, η Ανωτάτη Διοίκησις της Βέρμαχτ (OKW), το υπουργείον των Οικονομικών, η Ράιχσμπανκ (Τράπεζα του Ράιχ) και η υπηρεσία τετραετούς σχεδίου ήλθον εις συνεννοήσεις με το υπουργείον των Εξωτερικών δια την ρύθμισιν του ζητήματος, υπέβαλον δε και παράκλησιν, όπως τα πολύτιμα ταύτα αντικείμενα παραδοθούν εις Ράιχσμπανκ και μετατραπούν εις συνάλλαγμα. Εν όψει των συναλλαγματικών δυσχερειών αι εν λόγω υπηρεσίαι επέμειναν ιδιαιτέρως επί της παρακλήσεώς των. Η Διεύθυνσις Πολιτικών Υποθέσεων παρακαλεί να εξουσιοδοτηθή δια την παράδοσιν των κιβωτίων εις Ράιχσμπανκ. Το παρόν υποβάλλεται εις τον υπουργόν των Εξωτερικών, δια του υφυπουργού, προς λήψιν αποφάσεων».

Έτρωγαν χρήματα και ζητούσαν νέους φόρους!

Η λεηλασία της ελληνικής οικονομίας την περίοδο 1941-44 μοιάζει πολύ με τη σημερινή εποχή. Οι Γερμανοί κατακτητές έφτασαν στο σημείο να «δανείζονται» (στην πραγματικότητα να κλέβουν, αφού ουδέποτε επέστρεψαν τα χρήματα, πέραν ενός μικρού ποσού, παρά τις συμφωνίες) σχεδόν το σύνολο του κυκλοφορούντος στην Ελλάδα νομίσματος προκειμένου να καλύπτουν τις ανάγκες διαβίωσης και διατροφής του στρατού τους, καθώς και τις πολεμικές εκστρατείες τους όχι μόνο στη χώρα αλλά στην ευρύτερη περιοχή. Στην κυριολεξία ήλθε περίοδος που δεν υπήρχε καθόλου ρευστό να λειτουργήσει η χώρα! Κι όμως, όταν η κατάσταση αυτή παρουσιαζόταν στον Χίτλερ και τους επιτελείς του, η απάντηση ήταν: «βάλτε φόρους στους Έλληνες, η Ελλάδα οφείλει να λύσει το δημοσιονομικό της πρόβλημα»! Έκλεβαν, σπαταλούσαν από το φτωχό ταμείο και φόρτωναν στον υπόδουλο Έλληνα το πρόβλημα! Πόσα από το σήμερα θυμίζει αυτή η στάση;

Η κατάσταση έφτασε σε τέτοια αδιέξοδα ώστε η Ελλάδα βρήκε έναν απρόσμενο «σύμμαχο». Ο ίδιος ο Μουσολίνι υποστήριξε τη χώρα και ζήτησε από τον Χίτλερ να σταματήσει να σπαταλά τόσα στην Ελλάδα! Φυσικά ο Μουσολίνι είχε τους δικούς του λόγους, καθώς, όπως είχε συμφωνήσει με τον Χίτλερ, η Ελλάδα θα ανήκε στο δικό του μερίδιο «μετά τη νίκη» των ναζιστικών δυνάμεων...

Το χρέος το 1944
Ο καθηγητής Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης Παναγιώτης Δερτιλής είχε παρουσιάσει το 1964 μια μελέτη για τη λεηλασία των ελληνικών ταμείων στην κατοχή, με τον τίτλο «Αριθμοί και κείμενα των εξόδων κατοχής και η αξίωσις της Ελλάδος». Είχε υπολογίσει ότι το κατώτερο όριο των δαπανών κατοχής ανερχόταν σε 13.194.864 χρυσές λίρες (στην έρευνα των πρακτικών της δίκης των δοσίλογων είχαμε υπολογίσει τα ποσά σε 12.798.000 έως 13.328.000 χρυσές λίρες, άρα η έρευνά μας επιβεβαιώνεται). Τα 9.717.991 ήταν για λογαριασμό του γερμανικού στρατού κατοχής, τα 3.475.796 του ιταλικού και 1.077 χρυσές λίρες για τον αλβανικό που συμμετείχε στην πρώτη φάση των επιχειρήσεων μαζί με τον ιταλικό. Φυσικά τα ποσά εκταμιεύονταν όλα από τους Γερμανούς και για λογαριασμό του ιταλικού ή του αλβανικού στρατού, στους οποίους χρεώνονταν. Παράλληλα, ο Δερτιλής μετέτρεψε σε γερμανικά μάρκα το όλο ποσό (με ισοτιμία, 20 μάρκα ανά χρυσή λίρα) αναβιβάζοντας το χρέος του 1944 στα 263.897.280 μάρκα. Απ’ αυτά πληρώθηκαν 955.319 λίρες από τους Ιταλούς, δηλαδή 19,1 εκατομμύρια μάρκα. Άρα στην Ελλάδα η οφειλή μόνο από τα έξοδα κατοχής υπολογίστηκε σε 245 εκατομμύρια μάρκα, ποσό φυσικά πολλαπλάσιο σήμερα, όχι μόνο λόγω των πληθωριστικών αναγκών μετά από 68 χρόνια, αλλά και λόγω των τόκων που πρέπει να υπολογιστούν από τον Απρίλιο του 1941, όταν οι Γερμανοί κατέλαβαν την Αθήνα κι άρχισαν οι εκταμιεύσεις από την Τράπεζα της Ελλάδος.

Φυσικά σε αυτά τα ποσά δεν συνυπολογίζονται όλες οι άλλες λεηλασίες και καταστροφές, δηλαδή οι κλοπές των προϊόντων, η καταστροφή ιδιωτικής και δημόσιας υποδομής, των περιουσιών των Ελλήνων. Και πρώτα απ’ όλα ο αφανισμός ενός μεγάλου μέρους του ελληνικού πληθυσμού, που δεν «εξοφλείται»…

Στη συζήτηση που έγινε στην ελληνική βουλή στις 11 Απριλίου 1961, είχαν παρουσιαστεί στοιχεία για το ύψος των καταστροφών σε υποδομές, που υπολογίστηκε σε 1,230 δισεκατ. αγγλικές λίρες στερλίνες! Μόνο οι κατοικίες που καταστράφηκαν ήταν, 118.000 στην ύπαιθρο και 75.000 στις πόλεις. Πέραν φυσικά των δημόσιων κτιρίων και υποδομών, των ιδιωτικών επιχειρήσεων και υποδομών κ.ά.

Αντιλαμβάνεται κανείς για τι τεράστιο συνολικό ποσό γερμανικής οφειλής προς την Ελλάδα αναφερόμαστε πλέον, μετά από 70 χρόνια. Ο ίδιος ο κατοχικός υπουργός Οικονομικών Σωτήριος Γκοτζαμάνης, εκ των κατηγορουμένων στη δίκη των δωσίλογων, παραδέχτηκε στο βιβλίο του «Κατοχικόν δάνειον και δαπάναι κατοχής» (κυκλοφόρησε στη Θεσσαλονίκη το 1954) ότι επί δικής του «υπουργίας», δηλαδή από τον Απρίλιο του 1941 μέχρι τις 31 Μαρτίου 1943, μόνο οι εκταμιεύσεις των Γερμανών από το δημόσιο ταμείο και την Τράπεζα Ελλάδος έφτασαν τα 395 δισεκατομμύρια δραχμές.

Στην πορεία της κατοχής, οι Γερμανοί έφτασαν στο σημείο να απορροφούν για τις δυνάμεις τους σχεδόν όλο το νόμισμα που κυκλοφορούσε στη χώρα. Το γεγονός αυτό προκάλεσε αντιδράσεις ακόμη και των ίδιων των Γερμανών επιτελών στην Ελλάδα.

Για τα ποσά που εκταμιεύονταν από τα ελληνικά ταμεία, αλλά και τις δραματικές συνέπειες που είχε αυτή η κατάσταση για τη χώρα και τον πληθυσμό της, είναι χαρακτηριστικό υπηρεσιακό σημείωμα του γερμανικού υπουργείου Εξωτερικών με ημερομηνία 9 Νοεμβρίου 1941, που παρουσιάζει όλη την μέχρι τότε κατάσταση στην Ελλάδα. Το ίδιο το γερμανικό υπουργείο ομολογούσε ότι η ελληνική οικονομία διαλυόταν εξαιτίας της αφαίμαξής της από τις δαπάνες των δυνάμεων κατοχής. Το έγγραφο προέρχεται από τα μυστικά αρχεία των Ναζί, που αποκάλυψε το 1961 ο Β. Μαθιόπουλος στην «Ελευθερία»:

«Κατά την κατάληψιν της Ελλάδος αι δαπάναι των μεν γερμανικών στρατευμάτων εκαλύφθησαν δια των μάρκων των κατεχομένων εδαφών, των δε ιταλικών δια τραπεζογραμματίων εις δραχμάς εκδοθέντων της υπό των Ιταλών ιδρυθείσης “Κάζα Μεντιτερρανέα” (Μεσογειακή Τράπεζα). Την 5ην Αυγούστου συνωμολογήθη συμφωνία μεταξύ της γερμανικής και ιταλικής κυβερνήσεως, βάσει της οποίας θα απεσύροντο της κυκλοφορίας τα εν λόγω χαρτονομίσματα, ανταλλασσόμενα με ελληνικά τραπεζογραμμάτια, άνευ δικαιώματος αποζημιώσεως της Ελλάδος μέχρι ποσού 5 δισ. δραχμών δι εκάστην των δύο δυνάμεων του Άξονος. Εφεξής δε, από 1ης Αυγούστου, αι καταβλητέαι δαπάναι κατοχής θα καθορίζονται κατά μήνα υπό των Γερμανού και Ιταλού Πληρεξουσίων εις Αθήνας, από συμφώνου μετά αντιστοίχων στρατιωτικών υπηρεσιών.

Η Ελλάς δεν είναι εις θέσιν να επιβαρυνθή με δαπάνας κατοχής του αιτουμένου υπό των στρατιωτικών ύψους. Αι απαιτήσεις αυξάνονται διαρκώς και ήδη έφθασαν εις το ύψος των 4 δισεκατομμυρίων δραχμών μηνιαίως. Η διαρκής αύξησις των δαπανών κατοχής εξηγείται αφ’ ενός μεν από τας επιτάξεις κτιρίων και ανοικτών χώρων, αφ’ ετέρου δε, από την συνεχή πτώσιν της αγοραστικής αξίας της δραχμής. Η ισοτιμία της δραχμής με το μάρκον έχει καθορισθή εις 1 μάρκον = 60 δρχ και εκρατήθη από ημάς, μέχρι τούδε. Τούτο όμως δεν ημπόδισε, φυσικά, την περαιτέρω μείωσιν της εσωτερικής αξίας της δραχμής. Προ του πολέμου, η κυκλοφορία τραπεζογραμματίων εις την Ελλάδα, εκυμαίνετο μεταξύ 6 και 8 δισεκατομμυρίων. Η κυκλοφορία αύτη σήμερον υπερέβη τα 30 δισεκατομμύρια (σημείωση «Π»: ήδη την εποχή που γραφόταν το σημείωμα είχε ξεπεράσει τα 40 δισ.). Είναι σαφές ότι η Ελλάς δεν δύναται να βαρύνεται μηνιαίως με πληρωμάς αι οποίαι φθάνουν εις το ήμισυ της εν καιρώ ειρήνης κυκλοφορίας τραπεζογραμματίων. Ο κρατικός προϋπολογισμός παρουσιάζει διαρκώς αυξανόμενον έλλειμμα, εις τρόπον ώστε εάν συνεχισθή η καταβολή δαπανών Κατοχής του σημερινού ύψους των 4 περίπου δισεκατομμυρίων μηνιαίως, τα έσοδα δεν θα επαρκέσουν ούτε δια την μερικήν κάλυψιν των τακτικών δαπανών.

Δεδομένου ότι δεν είναι δυνατή, προς το παρόν, κατά την ομόφωνον γνώμην όλων των αρμοδίων γερμανικών και ιταλικών υπηρεσιών, η ριζική αντιμετώπισις του θέματος, δεν απομένει παρά η συνέχισις του σημερινού καθεστώτος πληρωμής των δαπανών κατοχής, παρά το αναντίρρητον γεγονός ότι η Ελλάς ούτω θα οδηγηθή εις έτι μεγαλύτερον πληθωρισμόν. Αμφότεραι αι στρατιωτικαί διοικήσεις παρακαλούνται όπως περιορίσουν, όσον το δυνατόν περισσότερον, τας δαπάνας των».
Με άλλα λόγια, με το έγγραφο του γερμανικού υπουργείου Εξωτερικών ομολογείται ότι δεν μπορεί να συνεχιστεί η αφαίμαξη της Ελλάδας με κίνδυνο να διαλυθεί η οικονομία της, όμως επιλέγεται να συνεχιστεί αφού αυτό υπαγορεύει το συμφέρον της Γερμανίας…

Υπάρχουν πολλά αντίστοιχου περιεχομένου έγγραφα, είτε από Γερμανούς και Ιταλούς επιτελείς, είτε από στελέχη του κατοχικού «υπουργείου Οικονομικών» της Ελλάδας τα οποία εντοπίζουν τον κίνδυνο: οι δαπάνες των γερμανικών δυνάμεων κατοχής, αφανίζουν την ελληνική οικονομία και – εκτός των άλλων- την βάζουν σε περιπέτειες για τα πολλά επόμενα χρόνια. Όμως, οι δαπάνες αντί να μειωθούν, κάθε μήνα υπερπολλαπλασιάζονται.

Και ιδού οι πρώτες συνέπειες, όχι απλά στα ταμεία, αλλά πρώτα στον ανθρωπιστικό τομέα.

Η εξαθλίωση του πληθυσμού

Την ίδια περίοδο που οι δυνάμεις του Χίτλερ άδειαζαν τα ταμεία, στην Ελλάδα σχεδόν δεν κυκλοφορούσε καθόλου χρήμα, ούτε φυσικά προϊόντα. Ο υποσιτισμός ή η ανυπαρξία σίτισης οδήγησαν δεκάδες χιλιάδες Έλληνες στο θάνατο. Τους πρώτους μήνες μετά τη γερμανική κατοχή, από τον Ιούλιο μέχρι τον Σεπτέμβριο του 1941, δεκαπλασιάστηκαν οι θάνατοι των παιδιών και εξαπλασιάστηκαν οι θάνατοι των εφήβων… Ενώ η κατάσταση έγινε κατά πολύ χειρότερη το χειμώνα του μεγάλου λιμού, το χειμώνα δηλαδή 1941-42. Την ίδια εποχή, δόθηκε εντολή από το Βερολίνο να εγκαταλείψουν τη χώρα οι Γερμανοί που έμεναν μόνιμα στην Ελλάδα ώστε να μην γίνουν κι αυτοί θύματα της έλλειψης τροφίμων.

Ο ίδιος ο Γερμανός πρεσβευτής στην Αθήνα, Άλτεμπουργκ τηλεγραφούσε στις 11 Οκτωβρίου 1941 προς το γερμανικό υπουργείο Εξωτερικών: «Ως επληροφορήθην από τον αντιπρόεδρον της κυβερνήσεως Λογοθετόπουλον, κατά τους τελευταίους μήνας, ο βαθμός θνησιμότητος των εφήβων, λόγω υποσιτισμού, ανήλθεν εις το εξαπλάσιον, των δε παίδων εις το δεκαπλάσιον.

Κατά πληροφορίας εκ των επαρχιών, ο πληθυσμός τρώγει τα προοριζόμενα δια σποράν σιτηρά και γεώμηλα».

Την ίδια ώρα, οι Γερμανοί δεν λεηλατούσαν μόνο τα ταμεία, αλλά και την παραγωγή της. Σε υπηρεσιακό σημείωμα που απευθύνθηκε στον υπουργό Εξωτερικών του Ράιχ, τον Οκτώβριο του 1941, αναφερόταν ότι το διάστημα Μαΐου – Σεπτεμβρίου οι γερμανικές δυνάμεις πήραν από την Ελλάδα προϊόντα αξίας 38.812.100 μάρκων. Ήταν τεράστιες ποσότητες κυρίως αγροτικών προϊόντων (σταφίδα, σταφύλια, λάδι, καπνός, κρασί), τα οποία στερούνταν οι Έλληνες, και από την τροφή, αλλά και από το όποιο εμπόριό τους. Τις ποσότητες αυτές μετέφεραν στη Γερμανία, και υποτίθεται ότι θα τις αντάλλασαν με αντίστοιχης αξίας γερμανικά προϊόντα που θα έφερναν στην Ελλάδα. Αντιλαμβάνεται κανείς ότι ούτε η κοστολόγηση, αλλά ούτε και η αξία των προς εισαγωγή προϊόντων ήταν ένα «καθαρό παιγνίδι»… Οι Γερμανοί άρπαζαν προϊόντα και τα «κοστολογούσαν» μόνοι τους και αυθαίρετα, στο ελάχιστο φυσικά, αφού ήταν οι κατακτητές. Και στη συνέχεια έφερναν στην Ελλάδα ό,τι προϊόν περίσσευε από τις εξαγωγές τους ή δεν μπορούσε καν να εξαχθεί… Οι θάνατοι από ασιτία εκείνο το διάστημα τι άλλο από απόδειξη αυτού του ισχυρισμού είναι;

Αντί να μειώσουν τα έξοδα, ζητούσαν νέους φόρους από τους Έλληνες!

Κι αντί, όπως οι ίδιοι οι Γερμανοί επιτελείς πρότειναν, να μειωθούν τα έξοδα κατοχής, δηλαδή τα χρήματα που άρπαζαν ο Χίτλερ και οι συνεργάτες από τα δημόσια ταμεία της Ελλάδας, πολλαπλασιάζονταν. Αυτό δεν είχε συνέπεια μόνο τη λεηλασία της ελληνικής οικονομίας και τη σφοδρή επιβάρυνσή της για τις επόμενες δεκαετίες, αλλά παράλληλα και το θάνατο από ασιτία πολλών δεκάδων χιλιάδων ανθρώπων, μέχρι το τέλος της κατοχής.

Οι Γερμανοί όμως τότε βρήκαν τη «λύση», που μοιάζει σε πολλά με την πολιτική που και σήμερα εφαρμόζουν: τεράστιοι φόροι επί των εξαθλιωμένων, λόγω της πολιτικής τους, Ελλήνων, τεράστια μείωση των μισθών (μιλούσαν για συγκράτηση με πληθωρισμό που καθημερινά ανέβαινε μερικές χιλιάδες φορές)! Μιλούσαν βέβαια και για αντίστοιχη συγκράτηση τιμών, αλλά είτε δεν υπήρχαν προϊόντα για να έχουν τιμή, είτε τα λίγα που υπήρχαν τα χρησιμοποιούσαν οι στρατιώτες τους ή, τέλος, τα έκλεβαν και τα μετέφεραν στη Γερμανία. Επίσης επέβαλλαν παράλληλο απόλυτο έλεγχο κάθε οικονομικής δραστηριότητας ώστε να μην ξεφεύγει ούτε δραχμή από τα ταμεία τους, κι έβαλαν δικούς τους «εμπειρογνώμονες» σε κάθε υπουργείο για τον έλεγχο αυτό. Κι όλα αυτά γιατί – πολύ απλά…- ενώ εκείνοι έτρωγαν το δημόσιο ταμείο, θεωρούσαν ότι το πρόβλημα της ελληνικής οικονομίας ήταν… δημοσιονομικό κι οι Έλληνες είχαν υποχρέωση να το λύσουν…

Ενώ παράλληλα οι δαπάνες τους, που πολλαπλασιάζονταν, χαρακτηρίζονταν από τους ίδιους όχι δαπάνες για τον πόλεμό τους στην Ελλάδα και στην ευρύτερη περιοχή, αλλά δαπάνες «έργων που θα παραμείνουν και θα ωφελήσουν τη χώρα»… Γι αυτό άλλωστε θεωρούσαν υποχρέωση των Ελλήνων να λύσουν το «δημοσιονομικό πρόβλημα»… Με βάση τις οδηγίες του Χίτλερ και, στη συνέχεια του υπουργού Εξωτερικών Ρίμπεντροπ, ο διευθυντής του γερμανικού υπουργείου Εξωτερικών Βηλ συνέταξε έγγραφο που έστειλε στο γερμανικό υπουργείο Οικονομικών, με τη μορφή οδηγιών που θα έπρεπε να μεταφέρει στις συζητήσεις με το κατοχικό υπουργείο Οικονομικών της Ελλάδας. Το έγγραφο των οδηγιών έχει ημερομηνία 19 Σεπτεμβρίου 1942 και το περιεχόμενό του είναι αποκαλυπτικό:

«Έχει αποφασισθή ότι αι στρατιωτικής φύσεως εργασίαι εν Ελλάδι θα συνεχισθούν απροσκόπτως, διότι κρίνονται ως απολύτως απαραίτητοι δια τον εφοδιασμόν μας εις Αφρικήν. Η διατήρησις της συνδέσεως του μάρκου με την δραχμήν απετέλεσε θεμελιώδες λάθος, το οποίον εγκαίρως έπρεπε να είχεν αποφευχθή, δια της διακοπής της συνδέσεως. Εφ’ όσον τούτο δεν έγινε, θα λάβωμεν υπ’ όψιν μας τα υπάρχοντα δεδομένα. Υπ’ αυτάς τας προϋποθέσεις ο Φύρερ έδωσεν εν λευκώ πληρεξουσιότητα εις τον υπουργόν των Εξωτερικών, να φέρη εις τάξιν τα πράγματα. Δι αυτό η διαταγή του Φύρερ προς την Βέρμαχτ, όπως διακόψη τον σύνδεσμον του μάρκου προς την δραχμήν, είναι ξεπερασμένη και αναστέλλεται. Τούτο πρέπει να ανακοινωθή αμέσως εις την Ανωτάτην Διοίκησιν της Βέρμαχτ. Η κατάστασις πρέπει αμέσως να εξετασθή και να μελετηθή εν συνεργασία με τους αρμοδίους της Ανωτάτης Διοικήσεως της Βέρμαχτ, του υπουργείου Εθνικής Οικονομίας και του υπουργείου Οικονομικών, ώστε να υποβληθούν εις τον υπουργόν των Εξωτερικών συγκεκριμέναι προτάσεις περί των ληπτέων μέτρων.

Δια τα μέτρα ταύτα έδωσεν ο κ. υπουργός των Εξωτερικών τας ακολούθους γενικάς κατευθυντηρίους γραμμάς:

1) Εις τον Έλληνα υπουργόν των Οικονομικών πρέπει, προ παντός, να λεχθή ότι εκ των δαπανών των γερμανικών ενόπλων δυνάμεων το μέγιστον μέρος δεν διατίθεται δι έξοδα κατοχής, αλλ’ εις έργα εκτελούμενα επιτοπίως και, κατά συνέπειαν, το μέγιστον μέρος του δαπανωμένου χρήματος παραμένει εις την χώραν. Εκ τούτου προκύπτει ότι, κατά κύριον λόγον, τους Έλληνας βαρύνει η ανόρθωσις των οικονομικών των.

2) Δια να καταστή δυνατόν ώστε οι Έλληνες προς την κατεύθυνσιν ταύτην να προχωρήσουν με την αναγκαίαν ταχύτητα και την απαιτουμένην δραστηριότητα, πρέπει να τοποθετηθούν εις τα ελληνικά υπουργεία, δια να ασκούν έλεγχον, Γερμανοί και Ιταλοί εμπειρογνώμονες. Τούτο θα έπρεπε να έχη γίνη, δια να αποφευχθή ώστε το μάρκον, παρά τον προβλεπόμενον πληθωρισμόν, να παραμείνη συνδεδεμένον με την δραχμήν. Τα κατάλληλα πρόσωπα πρέπει να ανευρεθούν χωρίς αργοπορίαν.

3) Η κατάστασις δεν επιτρέπει περαιτέρω έκδοσιν χαρτονομίσματος, η οποία πρέπει να σταματήση αμέσως και να ληφθούν αληθώς εξυγιαντικά μέτρα, όπως αύξησις όλων των φόρων, επιμελημένη είσπραξις αυτών, συγκράτησις τιμών και μισθών κλπ. Επ’ αυτών πρέπει να προβή αμέσως ο Έλλην υπουργός των Οικονομικών εις συγκεκριμένας προτάσεις. Εις όλα αυτά τα θέματα πρέπει να επιδειχθή αμείλικτος σκληρότης και να επιβληθούν δρακόντεια μέτρα, περί των οποίων θα μεριμνήσουν οι εν τη παραγράφω 2 αναφερόμενοι Γερμανοί και Ιταλοί εμπειρογνώμονες. Εάν, κατ’ αυτόν τον τρόπον, συγκρατηθούν αι τιμαί και οι μισθοί εις ωρισμένον επίπεδον, ο λαός θα ανακτήση την εμπιστοσύνην του, εφ’ όσον θα ημπορή να αγοράζη δια των δραχμών.

4) Η Ανωτάτη Διοίκησις της Βέρμαχτ πρέπει αμέσως να καταρτίση πρόγραμμα προβλέπον περί των Ελλάδι δαπανών των ενόπλων δυνάμεων κατά τους προσεχείς εξ μήνας. Το πρόγραμμα τούτο πρέπει να συζητηθή μετά του Έλληνος υπουργού των Οικονομικών εδώ εις το Βερολίνον. Η Βέρμαχτ θα πρέπει να αποφύγη την διατύπωσιν υπερβολικών αξιώσεων. Ο Φύρερ επιθυμή περαιτέρω, όπως ληφθή μέριμνα όπως οι εν Ελλάδι Γερμανοί στρατιώται καταναλίσκουν είδη προερχόμενα εκ Γερμανίας και ούτω αποφεύγουν να εξοδεύουν δραχμάς.

Συμπληρωματικώς πρέπει να μελετηθή ο τρόπος καθ’ ον οι Γερμανοί στρατιώται θα ημπορούσαν να ικανοποιούν ειδικάς ανάγκας των, ως της αγοράς, επί παραδείγματι, οπωρών. Φυσικά δεν θα ήτο δυνατόν όλα τα άτοπα να παύσουν αυθωρεί, όπως, επί παραδείγματι, η πώλησις υπό των Γερμανών στρατιωτών εις Έλληνας ειδών από την καντίναν, επί τω σκοπώ προμηθείας συμπληρωματικών δραχμών».

Η «πονηρή συνηγορία» του Μουσολίνι

Οι γερμανικές οδηγίες δεν έγιναν γνωστές μόνο στην Ελλάδα, αλλά συζητήθηκαν και μεταξύ των συμμάχων, Γερμανών και Ιταλών. Σε αναφορά του Γερμανού πρέσβη στη Ρώμη Μάκενζεν προς το γερμανικό υπουργείο Εξωτερικών, στις 26 Σεπτεμβρίου 1942, αναφέρεται ότι η Ιταλία διατηρεί επιφυλάξεις και συμμερίζεται την άποψη για τη δύσκολη κατάσταση της οικονομίας της Ελλάδας. Μάλιστα στο κείμενο αυτό γίνεται αναφορά και στην αλληλογραφία Χίτλερ – Μουσολίνι σε σχέση με την Ελλάδα. Ο Μουσολίνι σε επιστολή του προς τον Χίτλερ, στις 28 Ιουλίου 1942, έγραφε: «Η Ελλάς ευρίσκεται εις το χείλος της δημοσιονομικής και κατ’ ακολουθίαν της οικονομικής και πολιτικής καταστροφής»! Και υποδείκνυε να μειωθούν τα έξοδα κατοχής ώστε η ελληνική οικονομία να μην καταρρεύσει.

Ανάλογη, απρόσμενη, συνηγορία βρήκε η κατεστραμμένη Ελλάδα απ’ τον Μουσολίνι λίγους μήνες αργότερα, κατά τις συνομιλίες της Ρώμης. Σε έκθεση του επικεφαλής της γερμανικής αντιπροσωπείας Κλώντιους, με ημερομηνία 5 Οκτωβρίου 1942, και στο σημείο 2, αναφέρεται: «Εκ της μέχρι τούδε εξελίξεως των διαπραγματεύσεων μετά της ιταλικής Κυβερνήσεως δημιουργείται η πεποίθησις, την οποίαν συμμερίζεται και ο Ντούτσε προσωπικώς, ότι η Ελλάς απειλείται από πολιτικήν, οικονομικήν, και κοινωνικήν αποσύνθεσιν».
Φυσικά ο Ντούτσε είχε τους δικούς του λόγους, καθώς είχε συμφωνήσει με τον Χίτλερ ότι «μετά τη νίκη τους» η Ελλάδα θα ήταν δική του…

http://www.logiosermis.net/2014/03/blog-post_7017.html


ΕΦΗΜΕΡΙΔΕΣ ΚΑΙ ΠΡΟΣΩΠΑ ΠΟΥ ΣΥΝΕΡΓΑΣΤHΚΑΝ ΜΕ ΤΟΥΣ ΝΑΖΙ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΔΟ ΤΗΣ ΚΑΤΟΧΗΣ !!!




ΟΙ ΣΗΜΕΡΙΝΟΙ ΔΩΣΙΛΟΓΟΙ ΓΙΟΙ ΔΩΣΙΛΟΓΩΝ ΗΤΑΝ ΚΙ ΑΥΤΟΙ...

1. Γνωρίζετε με ποιες εφημερίδες ενημέρωναν οι Γερμανοί τους κατακτημένους Έλληνες;

Με το ''ΕΛΕΥΘΕΡΟ ΒΗΜΑ'' και τα ''ΑΘΗΝΑΙΚΑ ΝΕΑ. ''Ποιο συγκρότημα τις εξέδιδε;

Μα φυσικά το συγκρότημα του ''δημοκράτη'' Λαμπράκη πατέρα του Χρήστου που όταν έφυγαν οι Γερμανοί άλλαξε το όνομα σε ''ΝΕΑ'' και ''ΒΗΜΑ'' για να είναι δυνατόν να συνεχίσει η κυκλοφορία τους μέχρι σήμερα.

2. Θυμάστε τον Πικραμένο που μας έγινε και πρωθυπουργός; Ξέρετε τι έκανε ο πατέρας του Όθωνας Πικραμένος στην κατοχή; Είχε αναλάβει την έντυπη Γερμανικά προπαγάνδα στην Ελλάδα. Συνέστησε με τους Γερμανούς την εταιρία ''Mundus'' και είχε αναλάβει τα προπαγανδιστικά έντυπα των Ναζί στην Γερμανική την Ιταλική και Ελληνική γλώσσα. Το κτίριο που ήταν το κέντρο διανομής τύπου υπάρχει ακόμα στην οδό Σωκράτους 43.

3. Πώς φτιάχτηκε η οικογένεια Παπακωνσταντίνου του πρώην υπουργού οικονομικών μας; Το 1941 ο κατοχικός πρωθυπουργός των Γερμανών Τσολάκογλου παραχώρησε στον παππού του το εργοστάσιό ηλεκτρισμού στην Κοζάνη που έμεινε στην ιδιοκτησία της οικογένειας μέχρι το 1958 όπου εξαγοράσθηκε από την ΔΕΗ και μιλάμε για λεφτά με ουρά.

4. Ποιος ίδρυσε το μοναδικό Ναζιστικό κόμμα στην Ελλάδα; Ο Γεώργιος Μερκούρης ο θείος της Μελίνας, η οποία έφαγε γλυκό ψωμί επί κατοχής.Το 1941 το κόμμα αυτό γνώρισε μεγάλες δόξες.Ο Μερκούρης παραιτήθηκε το 1942 διότι οι Γερμανοί τον διόρισαν διευθυντή της Εθνικής τράπεζας και το 1943 πρόεδρο της Ένωσης Ελληνικών Τραπεζών.

5. Ξέρετε ποιον είχε συνεργάτη ο Μερκούρης; Τον Γεώργιο Σημίτη πατέρα του πρώην πρωθυπουργού, τον οποίο διόρισαν οι Γερμανοί Γενικό Γραμματέα της Ένωσης Ελληνικών Τραπεζών.

6. Να θυμηθούμε και τον ''Γερο της Δημοκρατίας'', Γ.Παπανδρέου που διετέλεσε σύμβουλος του πρωθυπουργού της κατοχής Τσολάκογλου.

7. Δεν είναι μόνο αυτοί αλλά γύρω από αυτούς ο διαπλεκόμενος επιχειρηματικός κόσμος της εποχής: Λάτσηδες, Αγγελόπουλοι, Κωστόπουλοι, Χριστοφοράκοι κλπ.

8. Παρουσιάζουμε εδώ τους 163 οικονομικούς μεγαλοδοσιλόγους, οι οποίοι κερδοσκόπησαν και πλούτισαν επί Κατοχής.
Δεν είναι απαραιτήτως όλοι αυτοί μαυραγορίτες.

Είναι όμως όλοι τους εκείνοι που δεν δίστασαν να συναλλαγούν με τις Αρχές Κατοχής, αναλαμβάνοντας προμήθειες ή κατασκευές για λογαριασμό τους.

Παρά το γεγονός ότι δεν έχει αφαιρεθεί ούτε ένα όνομα, ο κατάλογος αυτός δεν είναι πλήρης. Τον δημοσιεύουμε λοιπόν μάλλον ενδεικτικά, ώστε να ανιχνεύσουμε κάποια γνωστά ονόματα που απέκτησαν την τεράστια περιουσία τους, ελισσόμενοι επί Κατοχής και εκμεταλλευόμενοι τις περιστάσεις. Την ώρα που άλλοι συνάδελφοί τους πεινούσαν και δυστυχούσαν, που κυριολεκτικά δεν είχαν να θρέψουν την οικογένειά τους, που δεν μπορούσαν να διατηρήσουν τις επιχειρήσεις τους ή για λόγους αρχής δεν δέχονταν να ασκήσουν το επάγγελμά τους υπό τις συνθήκες αυτές, οι άνθρωποι αυτοί έσπευσαν με περισσή προθυμία να υπηρετήσουν τον κατακτητή ως νεροκουβαλητές.

Με όλη αυτή τη διαδικασία, πολλοί από τους κατασκευαστές, που παραπέμφθηκαν μεταπολεμικά να δικαστούν για δοσιλογισμό στην Ελληνική Δικαιοσύνη, έφεραν ως μάρτυρες υπεράσπισης Βρετανούς αξιωματικούς ή αξιόπιστους αντιστασιακούς, οι οποίοι φυσικά κατέθεσαν ότι οι κατηγορούμενοι συνέβαλαν στη ...συμμαχική νίκη.

Ευνόητο είναι ότι σχεδόν όλοι αθωώθηκαν και οι θησαυροί θησαυροί.
Μια τέτοια χαρακτηριστική περίπτωση ήταν των μετόχων μιας τεχνικής εταιρίας, γνωστών ονομάτων της αθηναϊκής κοινωνίας (ο αδελφός του ενός υπήρξε μάλιστα επί πολλά χρόνια βουλευτής και υπουργός), οι οποίοι όχι μόνο δεν καταδικάστηκαν, αλλά και ...παρασημοφορήθηκαν!
Φυσικά στα μεταπολεμικά χρόνια διατήρησαν όλη τους την αίγλη και συνέχισαν οι ίδιοι, και σήμερα οι κληρονόμοι τους, να παίρνουν μεγάλα δημόσια έργα με προϋπολογισμούς που καλύπτονταν από τις αμερικανικές βοήθειες.

Κάπως έτσι έχει γραφεί η ιστορία των οικονομικών δοσιλόγων.

Και αν τελικά δεν τα κατάφεραν να γλυτώσουν τις καταδίκες και τις τιμωρίες, επανήλθαν λαύροι και στελέχωσαν τη νεώτερη μεγαλοαστική τάξη.

Μέσα στα ονόματα του καταλόγου που δημοσιεύεται, θα παρατηρήσει κανείς ανθρώπους που μεταπολεμικά συνέχισαν την πληθωρική παρουσία τους στην ελληνική οικονομία, ορισμένοι μάλιστα έγιναν οι στυλοβάτες της μεταπολεμικής ελληνικής οικονομίας.

Έως και σήμερα διατήρησαν τον πλούτο αυτόν, τον επαύξησαν και κάποιοι μάλιστα έγιναν τιμητές και με το χρήμα τους απέκτησαν φωτοστέφανα.

Κάποιων άλλων τα παιδιά και τα εγγόνια συνεχίζουν να δρέπουν δάφνες στην οικονομική ζωή του τόπου ως μεγαλομεγιστάνες, στηριζόμενοι στον πλούτο που με τέτοιο τρόπο συνελέγη.

Θα εκπλαγεί κανείς διαπιστώνοντας ότι μέσα στον κατάλογο αυτόν δεν λείπουν εβραϊκά ονόματα.
Το θέμα όμως δεν μας είναι άγνωστο.
Πράγματι Έλληνες Εβραίοι υπήρξαν αρκετοί που συνεργάστηκαν οικονομικά με τον κατακτητή, αλλά και πολιτικά!

Μεταπολεμικά η Ελληνική Πολιτεία, αν και τιμώρησε τους οικονομικούς δοσιλόγους, δεν εξάντλησε την αυστηρότητά της ώστε να τους απομονώσει. Ούτε και η κοινωνία τους απολάκτισε.

Αντίθετα, οι αρχές τους αντιμετώπισαν συχνά ευνοϊκά, σεβόμενες προφανώς την ογκώδη οικονομική επιφάνεια που είχαν στο σκότος και σε βάρος του λιμώττοντος λαού αποκτήσει.

Στη λίστα θα βρει μεγαλοεπιχειρηματίες που προχώρησαν σε ποικίλες άλλες δραστηριότητες και κατέστησαν ταγοί της κοινωνίας μας, καθώς ανυποψίαστη η κοινή γνώμη είχε λησμονήσει την προέλευση των χρημάτων τους.
Άλλους που χρηματοδότησαν μεγάλα ονόματα της πολιτικής ή άλλους που αναμίχθηκαν οι ίδιοι στην πολιτική για να γίνουν οι ίδιοι ή οι γόνοι τους υπουργοί και διαπρεπείς προσωπικότητες, χωρίς κανείς να φαντάζεται ότι με την εύνοια του κατακτητή απέκτησαν το παντοδύναμο χρήμα.
Ορισμένους μάλιστα που δεν δίστασαν να διαθέσουν ψιχία (αναλογικά) από την περιουσία τους, τέτοιας πραγματικής αξίας όμως ώστε να τους απονεμηθεί μέχρι και ο τίτλος του εθνικού ευεργέτη!
Και άλλοι, και άλλοι.

Εκτός από τους αναφερόμενους οικονομικούς δοσιλόγους, υπάρχουν και άλλες παρεμφερείς κατηγορίες, όπως οι κατοχικοί μεγαλομαυραγορίτες.

Διαθέτοντας και καλλιεργώντας πάσης φύσεως διασυνδέσεις με τις Αρχές Κατοχής συγκέντρωσαν στα χέρια τους ποσότητες δυσεύρετων ειδών, κυρίως τροφίμων ευρείας κατανάλωσης, που τις έσπρωχναν στην κατανάλωση με χιλιοπλάσιες τιμές.
Το αποτέλεσμα ήταν οι μεν μαυραγορίτες να θησαυρίζουν ανενόχλητοι και φυσικά ανεξέλεγκτοι, ο δε λαός να στερείται τα στοιχειώδη αγαθά που θα μπορούσε να προμηθευθεί, εκτός αν ήταν έτοιμος να διαθέσει ένα ολόκληρο σπίτι για να εξασφαλίσει λίγα μόλις γεύματα.

Οι θάνατοι από πείνα οφείλονται σ' αυτό το κλίμα μαυραγοριτισμού που απλώθηκε επί Κατοχής, ιδιαίτερα τον πρώτο χρόνο, τον φοβερό χειμώνα 1941-42.

Οι μαυραγορίτες ήταν στο στόχαστρο των κατοχικών κυβερνήσεων, ακόμη και των ίδιων των κατακτητών, αφού τους εξέθεταν στην κοινή γνώμη ως αδιαφορούντες για την επιβίωση του λαού.
Ο κατοχικός πρωθυπουργός Τσολάκογλου σε πολλές περιπτώσεις παρενέβη θεαματικά για να ελέγξει την κατάσταση αυτή και είναι χαρακτηριστική η παρέμβασή του αυτή με τη χειροδικία του (τουτέστιν με τα χαστούκια του) προς κάποιους συλληφθέντες επ' αυτοφώρω μεγαλομαυραγορίτες τροφίμων. Ανάλογη θεαματική αντιμετώπιση είχαν και άλλοι συνάδελφοί τους, αυτή τη φορά από τους Γερμανούς, οι οποίοι μάλιστα για παραδειγματισμό τους απαγχόνισαν από τους στύλους σε μεγάλους αθηναϊκούς δρόμους.

Το παράδοξο όμως είναι που μεταπολεμικά αυτοί οι μεγαλομαυραγορίτες επέζησαν οικονομικά, αλλά και κοινωνικά, παρά το γεγονός ότι η κατοχική συμπεριφορά τους ήταν πάνω απ' όλα αντικοινωνική και ανθελληνική.

Και βεβαίως όσοι δεν επέζησαν βιολογικά, είχαν τους φυσικούς διαδόχους τους για να πάρουν τη σκυτάλη και να συνεχίσουν το μεσουράνημα των επιχειρήσεών τους.

Και πάλι το κατοχικό παρελθόν ξεχάστηκε.

Και έχουμε χαρακτηριστική περίπτωση τον γόνο ενός τέτοιου μεγαλομαυραγορίτη τροφίμων, διαθέτοντα πάντα το ισχυρότατο ταμείο που με τέτοια διαγωγή είχε σχηματίσει ο πατέρας ή ο παππούς του, να φθάσει - πενήντα χρόνια αργότερα - στη δημοσιότητα, ως αγοραστής της κληρονομητέας έπαυλης Μινέικο του Ψυχικού, την οποία αγόρασε από τον Ανδρέα Παπανδρέου.

Είναι εκείνος που και μόλις πρόσφατα εμφανίσθηκε πάλι στη δημοσιότητα, επειδή ζητεί να του επιστραφούν τα χρήματα που είχε διαθέσει για την αγορά, η οποία ύστερα από ένα περίπλοκο πλέγμα διαδικασιών, ακυρώθηκε. Και, να προσθέσουμε, είναι ο ίδιος που στα τελευταία χρόνια τιμήθηκε με ηγετική θέση στη διοίκηση του Κολλεγίου Αθηνών.

Όλους αυτούς τους οικονομικούς μεγαλοδοσιλόγους, που απέκτησαν τέτοιες αμύθητες περιουσίες, ο πανδαμάτωρ χρόνος - όπως ήταν αναμενόμενο - δεν τους λησμόνησε και ελάχιστοι σήμερα ίσως επιζούν.

Αλλά και εκείνοι που πέθαναν και εκείνοι που τυχόν ζουν ανάμεσά μας, έχουν επιμελώς αποκρύψει το πραγματικό παρελθόν τους.

Θα ήταν έλλειψη στοιχειωδών φυσικών ανακλαστικών, αν γινόταν διαφορετικά Αλλά η ιστορία δεν καταγίνεται στην παροχή συγχωροχαρτίων. Έχει διαφορετική αντίληψη και η κρίση της δεν επηρεάζεται από συναισθηματισμούς και υποκειμενισμούς.

Η πολιτεία μπορεί με άνεση να αμνηστεύει, όπως και η κοινωνία. Η ιστορία όμως δεν έχει τέτοιο δικαίωμα - και βεβαίως σε κάθε ευκαιρία το αποδεικνύει.

ΤΑ ΟΝΟΜΑΤΑ ΤΩΝ ΜΕΓΑΛΟΔΟΣΙΛΟΓΩΝ

Αβραμίδης Ι., επιχειρηματίας

Αγγελόπουλος Θ. & Υιοί, επιχειρηματίες

Αγιουτάντης Α., εργολάβος

Αλβανόπουλοι Κ. και Ι., εργολάβοι

Αντωνόπουλος Α., εργολάβος

Βαρχανέα Σ., επιχειρηματίας

Βασιλάκος Α., εργολάβος

Βασιλειάδης Α., επιχειρηματίας

Βέλλιος Ε., εργολάβος

Βερνίκος Α., επιχειρηματίας

Βερνίκος Ν., επιχειρηματίας

Βερνίκος Ν., προμηθευτής Αρχών Κατοχής

Βόμβα Αφοί, προμηθευτές Αρχών Κατοχής

Βόμβας Τ., προμηθευτής Αρχών Κατοχής

Βορρεάδης Ι., επιχειρηματίας

Γεωργιάδης Γ., επιχειρηματίας

Γεωργιάδης Σ., επιχειρηματίας

Γιαδικιάρογλου Ρ., επιχειρηματίας

Γιαδικιάρογλου Φ., επιχειρηματίας

Γιαννουλάτος Ε., επιχειρηματίας

Γιατζόγλου Ε., προμηθευτής Αρχών Κατοχής

Γκέρτσος Δ., επιχειρηματίας

Γκέρτσος Θ., επιχειρηματίας

Γκέρτσος Κ., προμηθευτής Αρχών Κατοχής

Γκορίτσας Ε., εργολάβος

Γκουντελιάν Α., εργολάβος

Γκουτρούμ Κ., προμηθευτής Αρχών Κατοχής

Δαμιανός Μ., εργολάβος

Δευκόπουλος Κ., εργολάβος

Δήμας Σ., επιχειρηματίας

Διάκος Ε., εργολάβος

Δοανίδης Π., εργολάβος

Δολτσέτης Ι., εργολάβος

Έμκε Ρ., επιχειρηματίας

Ευστρατίου Δ., επιχειρηματίας

Ζαλώνης Μ., προμηθευτής Αρχών Κατοχής

Ζαννέτος Κ., επιχειρηματίας

Ζανουδάκης Α., επιχειρηματίας

Ζανουδάκης Σ., επιχειρηματίας

Ζαντεμίσκωφ χήρα, επιχειρηματίας

Ζαχάρωφ Γ., προμηθευτής Αρχών Κατοχής

Ζήζηλας Ι., εργολάβος

Θεοδωρόπουλος Ε., εργολάβος

Ιγγλέσης Γ., προμηθευτής Αρχών Κατοχής

Ιωαννίδης Β., εργολάβος

Ιωαννίδης Γ., εργολάβος

Καβαντζάς Δ., εργολάβος

Καββαδίας Κ., επιχειρηματίας

Καϊβάνοι Αφοί, εργολάβοι

Καλημέρης Β., προμηθευτής Αρχών Κατοχής

Καλιάζης Κ., εργολάβος

Καλιαμπέτσος Α. και Σ., εργολάβοι

Κάμφωνας Α., επιχειρηματίας

Καραγιάννης Κ., επιχειρηματίας

Καράσσος Σ., επιχειρηματίας

Καρδασιλάρη Υιοί, προμηθευτές Αρχών Κατοχής

Κατηφόρης Π., προμηθευτής Αρχών Κατοχής

Κατσίγερας Σ., επιχειρηματίας

Κεφάλας Κ., επιχειρηματίας

Κεχαγιάς Χ., εργολάβος

Κηρύκοι-Αλεξάτος, επιχειρηματίες

Κόβερης Ι., επιχειρηματίας

Κόκκινος Κ., επιχειρηματίας

Κολοβός Γ., επιχειρηματίας

Κολοζώφ Α., προμηθευτής Αρχών Κατοχής

Κοραής Σ., επιχειρηματίας

Κορωναίος Α., προμηθευτής Αρχών Κατοχής

Κούρηξ Δ., επιχειρηματίας

Κουρμούλης Μ., εργολάβος

Κουρτ Μ., επιχειρηματίας

Κούρτογλου Ι., εργολάβος

Κουτσουρόπουλος Λ., προμηθευτής Αρχών Κατοχής

Κρανιώτη Αφοί, εργολάβοι

Κριεζής Ι., εργολάβος

Κρίκος Μ., προμηθευτής Αρχών Κατοχής

Κυπαρισσόπουλος Ε., επιχειρηματίας

Κυφιώτης Α., εργολάβος

Κωστάλας Σ., επιχειρηματίας

Λαζαράκης Ανδρ., επιχειρηματίας

Λαζαράκης Κ., επιχειρηματίας

Λαζαρίδης Π., προμηθευτής Αρχών Κατοχής

Λασκαρίδης Χ., προμηθευτής Αρχών Κατοχής

Λιοπυράκης Θ., επιχειρηματίας

Λυμπεράκης Μ., εργολάβος

Μαθιουδάκης Ι., εργολάβος

Μανιάκης Α., εργολάβος

Μάνος Α., εργολάβος

Μαντζάκας Σ., εργολάβος

Ματαραντζής Ι., επιχειρηματίας

Μάτσας Α., επιχειρηματίας

Μαυράγγελος Μ., προμηθευτής Αρχών Κατοχής

Μαύρου Φ., προμηθευτής Αρχών Κατοχής

Μεγαλοοικονόμου Λ., επιχειρηματίας

Μεϊμαρίδης-Πιρπίρογλου, προμηθευτές Αρχών Κατοχής

Μήκας Δ., προμηθευτής Αρχών Κατοχής

Μικέλης Ν., εργολάβος

Μόσχος Π., προμηθευτής Αρχών Κατοχής

Μπαντζάς Ν., επιχειρηματίας

Μπαρμπαγιαννάκης Ι., προμηθευτής Αρχών Κατοχής

Μπαρμπαρής Σ., εργολάβος

Μπρούνος Λ., προμηθευτής Αρχών Κατοχής

Μωυσόγλου Α., επιχειρηματίας

Ναούμ Α., επιχειρηματίας

Ναχνικιάν Ζ., εργολάβος

Νισίμ Κ., επιχειρηματίας

Νταής Α., εργολάβος

Ντεκιπέλο Κατάλιτο, εργολάβος

Ντιλέρνια Γ., εργολάβος

Ξανθόπουλος Α., εργολάβος

Ξανθόπουλος Ι., προμηθευτής Αρχών Κατοχής

Ξανθόπουλος Π., εργολάβος

Παβεζόπουλος Α., επιχειρηματίας

Παπαδάκης Ε., προμηθευτής Αρχών Κατοχής

Παπαδόπουλος Γ., προμηθευτής Αρχών Κατοχής

Παπαδόπουλος Κ., προμηθευτής Αρχών Κατοχής

Παπαδόπουλος Ο.Ε., επιχειρηματίας

Παπανικολάου Π., επιχειρηματίας

Παπασταύρου Χ., προμηθευτής Αρχών Κατοχής

Παραβάντος Ι., επιχειρηματίας

Πασσάς Ι., εργολάβος

Περικάρης Εμμ., εργολάβος

Πετρίδης Ι., προμηθευτής Αρχών Κατοχής

Πετρίδης Κ., προμηθευτής Αρχών Κατοχής

Πετρόπουλος Κ., προμηθευτής Αρχών Κατοχής

Πετυχάκης Φ., προμηθευτής Αρχών Κατοχής

Πλέσσας Α., προμηθευτής Αρχών Κατοχής

Πλέσσας Κ., προμηθευτής Αρχών Κατοχής

Πλέσσας Σπ., προμηθευτής Αρχών Κατοχής

Πλέσσας Στ., προμηθευτής Αρχών Κατοχής

Πουλάκος Β., επιχειρηματίας

Προφέτας Α., επιχειρηματίας

Ρεμέντζης Γ., προμηθευτής Αρχών Κατοχής

Ρόζενσταϊν-Ροζάκης Λ., επιχειρηματίας

Ρουρούλης Σ., επιχειρηματίας

Ρούσσος Δ., προμηθευτής Αρχών Κατοχής

Σαλαπάτας Α., επιχειρηματίας

Σαλαπάτας Β., επιχειρηματίας

Σαλαπάτας Σ., επιχειρηματίας

Σαλούστρος Π., προμηθευτής Αρχών Κατοχής

Σαραντάκης Ο., προμηθευτής Αρχών Κατοχής

Σαράντης Ι., επιχειρηματίας

Σαράντης Ρ., επιχειρηματίας

Σαρφάτης Ρ., επιχειρηματίας

Σεραφειμίδης-Γεωργακάς, προμηθευτές Αρχών Κατοχής

Σκλαβούνος Λ., επιχειρηματίας

Σουπίλας Σ., επιχειρηματίας

Σοφιανόπουλος Π., εργολάβος

Σταματόπουλοι Α., Λ., Θ., Ρ. & Ο., επιχειρηματίες

Στασινόπουλοι Ι., Η & Μ., επιχειρηματίες

Στίκας Α., επιχειρηματίας

Στίπας Π., επιχειρηματίας

Συριανάκης Θ., επιχειρηματίας

Τερζόγλου Ν., επιχειρηματίας

Τολιάς Β., εργολάβος

Φερλάτσο Ο., προμηθευτής Αρχών Κατοχής

Φουρναράκης-Ιωαννίδης, εργολάβοι

Φώκερ Σ., εργολάβος

Χάινε Ε., επιχειρηματίας

Χαραλάμπους Μ., εργολάβος

Χασαπάκος Χρ., επιχειρηματίας

Χατζηνάκος Γ., εργολάβος

Χατζηπαναγιώτης Ι., εργολάβοςΧόχνετς Φ., προμηθευτής Αρχών Κατοχής

http://klassikoperiptosi.blogspot.gr/2013/02/h.html


Ο... Πρόδρομος του δωσιλογισμού


Κατηγορούμενοι στις δίκες-παρωδία της απελευθέρωσης και γόνοι τους, στηρίγματα της νέας οικονομικής ελίτ της μεταπολεμικής Ελλάδας

Η παρουσία της Rheinmetall-Borsig στην Ελλάδα είναι συνεχής και αδιάληπτη. «Αναδύεται» στον Σκαραμαγκά με τις μίζες Τσοχατζόπουλου και τους Ευσταθίου, Παπαχρήστο και Κάντα στην υπόθεση των υποβρυχίων
από αριστερά: Γ. Ράλλης, Ν. Χριστοφο-ράκος και ο Γ. Λογο-θετόπουλος

 Χαρακτηριστικό παράδειγμα επιχειρηματία υπήρξε ο Πρόδρομος Αθανασιάδης-Μποδοσάκης, Οθωμανός υπήκοος μέχρι το 1922, ο οποίος δραστηριοποιήθηκε στη Μ. Ασία και στη Μέση Ανατολή. Αγόρασε στην Κωνσταντινούπολη το ξακουστό ξενοδοχείο Pera Palace, το οποίο κατέστησε κέντρο εξυπηρέτησης των διεθνών διασυνδέσεών του, συνάντησης πολιτικών και στρατιωτικών αξιωματούχων, αλλά και μεγάλων επιχειρηματιών από την Ευρώπη, την Τουρκία και τη Μέση Ανατολή. Διατηρούσε στενές σχέσεις με την Deutsche Bank, μέσω της θυγατρικής τής γερμανικής κατασκευαστικής και επενδυτικής εταιρείας Philipp Holzmann, με την οποία είχε συνεργαστεί ως εργολάβος, επιχειρώντας στην περιοχή της Μ. Ανατολής. Μετά την επιβολή της συμφωνίας Sykes Picot στο τέλος του Α' Π.Π. και την ανάληψη της διοίκησης της Συρίας, του Λιβάνου και της Κιλικίας από τους Γάλλους και της Παλαιστίνης, της Ιορδανίας, της Βαγδάτης και των περιοχών του Περσικού Κόλπου από τους Βρετανούς, περιορίστηκε η δυνατότητα επενδύσεων των γερμανικών κεφαλαίων στις περιοχές αυτές.

Εκείνη την εποχή, ο Μποδοσάκης αποφάσισε να εγκατασταθεί και να επενδύσει στην Ελλάδα και μετέφερε την εμπειρία του στο διεθνές εμπόριο, στις διεθνείς χρηματοπιστωτικές συναλλαγές, αλλά και στο εμπόριο όπλων. Ειδικά για τη χρηματοδότηση των επιχειρησιακών σχεδίων του Μποδοσάκη, ο Πάγκαλος θέσπισε νόμο με τον οποίο τον διευκόλυνε να δανειστεί από το κράτος, με εγγύηση την προσωπική του περιουσία που είχε εγκαταλείψει στην Τουρκία. Αυτό οδήγησε σε πολιτική διένεξη με την Τουρκία, η οποία με την ευκαιρία αυτή δέσμευσε τις περιουσίες των προσφύγων, αναγνωρίζοντας τελικά ως ελληνικές περιουσίες μόνον αυτές που εγκαταλείφθηκαν από τους κατόχους έγκυρων διαβατηρίων (!) κατά την ημέρα της εγκατάλειψης των περιουσιών τους... τότε με το «συνωστισμό» στη Σμύρνη...
Ο Πρόδρομος Μποδοσάκης
Ο Μποδοσάκης εισηγήθηκε στην κυβέρνηση πως το θέμα των προσφυγικών περιουσιών δεν θα έπρεπε να μείνει αναξιοποίητο οικονομικά και πως έπρεπε να λυθεί, δίνοντας αποζημιώσεις στους πρόσφυγες! Εισηγήθηκε την ίδρυση μιας ιδιωτικής εταιρείας διαχείρισης των εγκαταλειμμένων γαιών και υπολοίπων περιουσιακών στοιχείων των προσφύγων. Με αυτόν τον τρόπο δεν θα έμενε ανεκμετάλλευτη η περιουσία τους, που αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν στην Τουρκία, ενώ από την άλλη πλευρά θα παρεχόταν η ευκαιρία στους πρόσφυγες να συνεισφέρουν στην... ελληνική οικονομία και να... κερδίσουν το σεβασμό της «Παλαιάς Ελλάδας»... Επιπλέον, ο Μποδοσάκης ήταν της γνώμης πως τα δάνεια που δόθηκαν στους πρόσφυγες δεν ήταν επαρκή, δηλαδή από τους τόκους προς είσπραξη των πολυετών χαμηλότοκων δανείων των προσφύγων θα καλύπτονταν οι εγγυήσεις που θα παρείχαν οι τράπεζες για τη δημιουργία της εγχώριας ιδιωτικής βιομηχανίας (άρθρο της εφημερίδας «Εμπρός», 7 Απριλίου 1924, που αναδημοσιεύθηκε στον «Οικονομικό Ταχυδρόμο» στις 26 Απριλίου 1973)...

Το 1930 ίδρυσε την Ελληνική Τηλεφωνική Εταιρία Α.Ε. και ανέθεσε στη Siemens & Halske, με την προτροπή της Deutsche Bank, την εγκατάσταση αυτόματων τηλεφωνικών συσκευών στην Ελλάδα. Αμέσως μετά, η Siemens & Halske εξασφάλισε την έγκριση για την επέκταση του τηλεφωνικού δικτύου, δεκαπλασιάστηκαν οι τηλεφωνικές συνδέσεις και μέχρι το 1939 παρείχε το 65,5% του τηλεφωνικού και τηλεγραφικού εξοπλισμού της Ελλάδας.

Ο Μάρκογλου, ιδιοκτήτης ανώνυμης εταιρείας που κατείχε το προνόμιο της εγκατάστασης ραδιοφωνικών πομπών και μετάδοσης ραδιοφωνικών εκπομπών, αδυνατούσε λόγω οικονομικών προβλημάτων να ανταποκριθεί στους όρους της σύμβασής του με τα ΤΤΤ, γι' αυτό πώλησε το 1934 τις μετοχές του στην Telefunken, θυγατρική της Siemens. Τότε, ο πρωθυπουργός Τσαλδάρης αρνήθηκε να επικυρώσει τη σύμβαση. Το 1936 η δικτατορία του Ι. Μεταξά, έπειτα από διεθνή διαγωνισμό, επέλεξε τις προσφορές της Telefunken ως «απείρως ευνοϊκότερες των άλλων εταιρειών».
Η IG Farben επέλεξε το Auschwitz, για να δημιουργήσει το μεγαλύτερο
βιομηχανικό συγκρότημα παραγωγής χημικών στην Ευρώπη για την
εξυπηρέτηση των πολεμικών στόχων της. Οι διευθυντές της
καταδικάστηκαν στη Νιρεμβέργη για εγκλήματα πολέμου, αλλά μετά
την αποφυλάκισή τους οι περισσότεροι επανήλθαν στις θέσεις τους
Σύμφωνα με μαρτυρική κατάθεση του διευθυντή της Ραδιο-Ηλεκτρικής Υπηρεσίας του υπ. Συγκοινωνιών (αρμόδιας για Ταχυδρομεία, Τηλέγραφο και Τηλεφωνία), Στέφ. Ελευθερίου, η σύμβαση με την Telefunken (θυγατρική της Siemens) γράφηκε το 1938 ύστερα από διαπραγματεύσεις. Πρόεδρος της επιτροπής ήταν ο υπουργός Συγκοινωνιών και μετείχε ως μέλος και ο μάρτυρας Στέφ. Ελευθερίου. Η σύμβαση αυτή όφειλε να κατακυρωθεί από το υπουργικό συμβούλιο, αλλά αυτό αρνήθηκε. Διέρρευσε πως «δεν επληρώθησαν αι 20.000 χρυσαί λίραι, αι οποίαι εζητήθησαν από πρόσωπον έχον επιρροήν επί της Κυβερνήσεως»... Το 1939 η Siemens αγόρασε το πλειοψηφικό πακέτο των μετοχών της εταιρείας ΤΤΤ...

Το 1941 επανέφερε το θέμα η κυβέρνηση Τσολάκογλου, προκειμένου να κατακυρωθεί η σύμβαση. Στο υπουργικό συμβούλιο ο πρωθυπουργός δήλωσε: «Εχομεν μίαν εταιρείαν, η οποία εις το παρελθόν ηδικήθη, ο χρόνος πάντως δεν είναι ο κατάλληλος να εξετάσωμεν αυτά τα πράγματα, αλλά πρέπει να συζητήσωμεν και να επιτύχωμεν ό,τι καλλίτερον ημπορούμε»... Ενας άλλος υπουργός υπερθεμάτισε, δηλώνοντας ότι «εκ της μελέτης που είχαμε επίστευσεν ότι η εταιρεία ηδικήθη». Εγινε τότε δεκτή η παλαιά συμφωνία με μικρές τροποποιήσεις. Με αυτό τον τρόπο, η Siemens στην Ελλάδα κατέκτησε το μονοπώλιο του ηλεκτροτεχνικού τομέα χαμηλού βολτάζ.

Η Ανώνυμος Εταιρεία Ελληνικού Πυριτιδοποιείου και Καλυκοποιείου αγοράστηκε από τον Μποδοσάκη το 1934. Τον ίδιο χρόνο συνέπραξε με τη γερμανική εταιρεία εκρηκτικών Koln-Rottweil Powder Factory, η οποία είχε το μονοπώλιο της παραγωγής εκρηκτικών της Γερμανίας και ελέγχονταν από την Ι.G. Farben, το διεθνές ναζιστικό βιομηχανικό τραστ που δημιούργησε το στρατόπεδο εξόντωσης Αουσβιτς. Το 1935 συνεβλήθη με τη Rheinmetall-Borsig, για να προμηθεύεται προϊόντα χάλυβα για περαιτέρω επεξεργασία, με αντάλλαγμα την εξαγωγή ποσοτήτων σκραπ από την Ελλάδα. Η συμφωνία αυτή εξασφάλιζε στη Rheinmetall-Borsig συνεχείς πωλήσεις και διαρκή παρουσία στην Ελλάδα, και αυτή προχώρησε στην παροχή τεχνογνωσίας, παράδοση μηχανημάτων και συνδρομή στην επέκταση των εγκαταστάσεων του Μποδοσάκη.

Εκτοτε, η παρουσία της Rheinmetall-Borsig στη χώρα είναι συνεχής και αδιάλυπτη. Απόδειξη οι πρόσφατες καταθέσεις των Ευσταθίου, Παπαχρήστου και Κάντα στην υπόθεση των υποβρυχίων.

Στο δεύτερο εξάμηνο του 1937 η βάση της Rheinmetall-Borsig για όλα τα Βαλκάνια ήταν η Ελλάδα.

Μέχρι και το 1941 τα Βαλκάνια ανταποκρίνονταν με πλήρη επάρκεια στις ανάγκες της πολεμικής βιομηχανίας του Γ' Ράιχ, ώστε μία στρατιωτική κατοχή για την εξασφάλιση των πρώτων υλών των γερμανικών εξοπλιστικών βιομηχανιών όχι μόνο δεν ήταν αναγκαία, αλλά θα μπορούσε να δημιουργήσει ελλείψεις κατά την προετοιμασία της για την επίθεση στη Σοβιετική Ενωση. Το διάστημα αυτό, η Γερμανία είχε εξασφαλίσει 19.700 τόνους χρωμίου από τα ορυχεία της Γιουγκοσλαβίας, της Βουλγαρίας και της Ελλάδας. Με τις διμερείς σχέσεις που ανέπτυξε ο Hjalmar Schacht για τις εξαγωγές της, κατάφερε να παραμερίσει το μονοπώλιο της γαλλικής εταιρείας όπλων, κατασκευής σιδηροδρόμων, πλοίων Schneider-Crusot στα Βαλκάνια. Το 1941, διαπραγματεύσεις ανάμεσα στο Δ.Σ. του Καλυκοποιείου και την Krupp είχαν εξασφαλίσει στη Γερμανία όλα τα σημαντικά μεταλλεύματα της Ελλάδας (Mollin Gerhard, Montankonzerne und «Drittes Reich» s. 195, 197).
Ο Μποδοσάκης συνεργάστηκε με όλες τις ελληνικές κυβερνήσεις, προκειμένου να εξυπηρετήσει τα συμφέροντά του, και οι δικτάτορες Πάγκαλος και Μεταξάς τού εξασφάλιζαν απόλυτη ελευθερία κινήσεων στα επιχειρηματικά σχέδιά του. Οι πολιτικοί και στρατιωτικοί στόχοι του Μεταξά ταυτίστηκαν με αυτούς του Μποδοσάκη.

Στο διάστημα από το 1937 μέχρι το 1939 ο Μποδοσάκης αγόρασε την ΕΤΜΑ, το εργοστάσιο παραγωγής τεχνητού μεταξιού, την Ελληνική Εριουργία, καθώς και το Εθνικό Εργοστάσιο Παραγωγής Ελαστικού, προκειμένου να ιδρύσει την Ανώνυμο Ελληνική Εταιρεία Κατασκευής Αντιασφυξιογόνων Προσωπίδων. Αγόρασε τη μοναδική μονάδα κατασκευής χαλύβδινων πλοίων, μηχανών και λεβήτων πλοίων Ateliers & Chantiers Helleniques, Vasiliades S.Α., την Ελληνική Εταιρεία Οίνων και Οινοπνευμάτων, με θυγατρική στην Κύπρο, καθώς και την Ανώνυμο Ελληνική Εταιρεία Χημικών Προϊόντων και Λιπασμάτων με περίπου 4.000 εργάτες. Σύμφωνα με αναφορά της Ι.G. Farben, η βιομηχανία αυτή ήταν η μεγαλύτερη και σπουδαιότερη βιομηχανία της Νοτιοανατολικής Ευρώπης και της Ανατολικής Μεσογείου.

Το παλιό βρετανικό εργοστάσιο κατασκευής αεροπλάνων στο Φάληρο, Blackburn Aircraft Factor, που περιήλθε το 1937 στην Ελληνική Αεροπορία, αποφασίστηκε πως πρέπει να εξοπλιστεί με νέα τεχνολογία, προκειμένου να κατασκευαστούν εκεί εκπαιδευτικά αεροπλάνα ξένης τεχνολογίας. Τον Απρίλιο του 1939 η Ελλάδα αγόρασε τα δικαιώματα κατασκευής του γερμανικού αεροπλάνου Henschel Hs126 και στις αρχές του 1940 παράγγειλε τα εξαρτήματα για την κατασκευή 40 αεροπλάνων αυτού του τύπου, καθώς και εξαρτήματα για Fieseler-Storchs, όπως αναφέρει στο απόρρητο αρχείο στις 13 Φεβρουαρίου 1940, με τίτλο «Εμπόριο με πολεμικό εξοπλισμό», ο επιτετραμμένος της αεροπορίας των γερμανικών προμηθειών στην Ελλάδα (Deutsche Flugzeuglieferungen an Griechenland, ΡΑΑΑ, HaPol., Geheim Handel mit KriegsgeratGriechenland Bd2).
1957: επίσκεψη φιλοφροσύνης του Α. Krupp στην Ελλάδα του Κώστα Καραμανλή.
Στην Ελλάδα του φίλου του Μποδοσάκη, ο οποίος έστησε τη γερμανική πολεμική
 υποδομή που λειτούργησε στα χέρια των κατακτητών ναζί

Μετά τη γερμανική εισβολή, ο Μποδοσάκης-Αθανασιάδης εγκατέλειψε την Ελλάδα. Τα εργοστάσια βρέθηκαν με ορισθείσες από τους Γερμανούς διοικήσεις και έτοιμη την υποδομή για τις όποιες ανάγκες τους.


http://www.enet.gr/?i=news.el.article&id=419559



ΟΤΑΝ Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΕΠΑΝΑΛΑΜΒΑΝΕΤΑΙ...


ΑΠΌ ΤΗΝ ΠΡΏΤΗ ΓΕΡΜΑΝΙΚΉ ΚΑΤΟΧΉ ΜΈΧΡΙ ΤΟ 2014

Του Δημοσθένη Κούκουνα



Όπως ακριβώς τονίζω στο νέο βιβλίο μου "Τα ένοχα μυστικά της Κατοχής" (βλ. και το ιστολόγιο aera2012.blogspot.gr), που θα κυκλοφορήσει σύντομα, στα τελευταία χρόνια βιώνουμε ένα ιδιότυπο κατοχικό καθεστώς, που αν προχείρως συγκριθεί με την τελευταία ιστορική περίοδο κατά την οποία η χώρα μας τελούσε υπό ξενική κατοχή, μεταξύ 1941 και 1944, θα διαπιστώσουμε πολλές ομοιότητες. Ίσως η πιο σημαντική ομοιότητα είναι ότι κυρίαρχοι ήταν τότε, όπως και τώρα, οι Γερμανοί, λιγότερο ή περισσότερο εκλεπτυσμένοι. Το πιο ενδιαφέρον είναι όμως ότι πέριξ των κατακτητών τότε, όπως και τώρα συμβαίνει, λειτουργούσε ένα εγχώριο πολιτικοοικονομικό σύστημα με ποικίλες προεκτάσεις.

Η κλασική ρήση ότι η ιστορία επαναλαμβάνεται, εδώ έχει μια αξιοπρόσεκτη εφαρμογή. Και επειδή η ιστορική αλήθεια είναι ανώτερη από κάθε επιμέρους πολιτική ή άλλη σκοπιμότητα, αξίζει να εμβαθύνουμε σε κάποιες άγνωστες πτυχές που θα έπρεπε να επισημανθούν. Δυστυχώς επειδή η σύγχρονη ιστορία, ιδιαίτερα δε η κρίσιμη δεκαετία 1940, έχει μέχρι σήμερα συστηματικά κακοποιηθεί ένθεν κακείθεν, πολλά είναι τα αξιοσημείωτα που έχουν αποκρυβεί ή διαστρεβλωθεί. Περισσότερο παρά ποτέ, τώρα είναι η ώρα να τα εντοπίσουμε, να τα μελετήσουμε με υπευθυνότητα, να τα δούμε με ανοιχτή ματιά και οπωσδήποτε ανεπηρέαστα από προκαταλήψεις ή σκοπιμότητες. Η άγνοια και η ημιμάθεια συνέβαλαν σε μια παραμόρφωση του πολιτικού συστήματος κατά τη μεταπολεμική περίοδο, με αποτέλεσμα να καταστεί αυτό ένα επικίνδυνο μόρφωμα για τη χώρα μας, που αδίστακτα οδήγησε τον λαό μας στην εξαχρείωση και την εξαθλίωση.

Οι πολιτικές οικογένειες

Το μέγα ζητούμενο είναι κάποτε να ξαναδούμε υπό άλλη οπτική γωνία την πορεία των πολιτικών οικογενειών που διαχρονικά κυριαρχούν. Στην κατοχική περίοδο 1941-44 εμφανίζονται κάποιες τέτοιες οικογένειες, οι επίγονοι των οποίων συνεχίζουν μέχρι σήμερα να διαχειρίζονται τις τύχες της χώρας. Κατά κανόνα πρόκειται για γενάρχες οικογενειών, που – αν και αρχικά συνεργάστηκαν με τον κατακτητή – πρόλαβαν να καλύψουν την όποια επιλήψιμη δραστηριότητά τους.

Ο εγγονός Γιώργος Παπανδρέου θεωρείται σήμερα ο υπαίτιος της τόσο δραματικής εμπλοκής της χώρας μας στο μνημόνιο. Ίσως ποτέ να μην λογοδοτήσει για τις συγκεκριμένες ευθύνες του, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι ιστορικά θα βγει ανέγγιχτος. Το ίδιο μπορεί να συμβεί και με τους άλλους δύο αδελφούς του, εκ των οποίων ο ένας φέρεται να κερδοσκόπησε με τα cds και ο άλλος να ανέλαβε μυστικές αποστολές στο εξωτερικό.

Όμως ο παππούς Γεώργιος Παπανδρέου, που μεταπολεμικά υπήρξε τρεις φορές πρωθυπουργός, στην αρχή της γερμανικής κατοχής υπήρξε μυστικοσύμβουλος του στρατηγού Τσολάκογλου (βλ. και το προσφάτως εκδοθέν βιβλίο μου «Ιστορία της Κατοχής», Εκδ. Λιβάνη, τόμ. α΄, σελ. 250), αναπτύσσοντας τη θεωρία πώς «να τα έχουμε καλά με τον κατακτητή». Οι ιταλικές εφημερίδες της εποχής είχαν φιλοξενήσει δηλώσεις του Γ. Παπανδρέου υπέρ της μεσογειακής πολιτικής της φασιστικής Ιταλίας!

Ο πατέρας του πρωθυπουργού Κώστα Σημίτη είχε διορισθεί επί Κατοχής στην επίζηλη θέση του γενικού γραμματέα της Ένωσης Ελληνικών Τραπεζών, λόγω της στενής φιλίας του με τον Γεώργιο Μερκούρη, αρχηγό του Εθνικοσοσιαλιστικού Κόμματος Ελλάδος και συμμετείχε στο άτυπο συμβούλιο των «Πέντε Γιώργηδων», που καθόριζαν κάθε βράδυ την τιμή της χρυσής λίρας στη μαύρη αγορά! Βεβαίως ο Γεώργιος Σημίτης εγκαίρως μεταστράφηκε προς την Αριστερά και την άνοιξη του 1944 ανέβηκε στα βουνά, αναλαμβάνοντας γενικός διοικητής Ρούμελης. Κατηγορήθηκε τότε ότι υπήρξε υπαίτιος εξαφάνισης 8.000 λιρών που είχαν στείλει οι Σύμμαχοι (βλ. «Μακεδονία» 13.6.1945).

Ο Θάνος Καραμανλής, εξάδελφος του Κωνσταντίνου Καραμανλή, υπήρξε συνεργάτης των Γερμανών στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη. Καταδικάστηκε ως δοσίλογος και μεταπολεμικά προτίμησε να εγκατασταθεί μόνιμα στη Γερμανία. Ένας άλλος, ο Δανιήλ Καραμανλής, που έγινε καλόγερος στο Άγιον Όρος καταδικάστηκε ως δοσίλογος και μάλιστα ως βουλγαρόφιλος σε πολυετή φυλάκιση.

Ο παππούς του υπουργού Οικονομικών Γιώργου Παπακωνσταντίνου, που υπέγραψε το μνημόνιο και έτσι μας υποχρέωσε να αποποιηθούμε την εθνική μας κυριαρχία το 2010, είχε δημιουργήσει το περίφημο εργοστάσιο ηλεκτρικής ενέργειας στην Πτολεμαΐδα, χάρις σε μια υπογραφή του Τσολάκογλου. Για τον θείο του, τον πολιτικό Μιχάλη Παπακωνσταντίνου, που υπηρέτησε ως διερμηνέας των Γερμανών στην Κοζάνη, έχει γίνει εκτενής λόγος στο παρελθόν. Ένας στενός συγγενής του τελευταίου, ο Κωνσταντίνος Παπακωνσταντίνου, την ίδια εποχή καταδικάστηκε ως πράκτορας της Γκεστάπο στη Θεσσαλονίκη.

Ο γενάρχης της οικογένειας Μεϊμαράκη στο Ηράκλειο, ο πολιτικός Βασίλειος Μεϊμαράκης, δεν είχε διστάσει να καταγγείλει με αποτροπιασμό τις «ωμότητες» των συμπατριωτών του κατά των Γερμανών αλεξιπτωτιστών στη Μάχη της Κρήτης, ενώ δήλωνε ότι τασσόταν στο πλευρό της κυβέρνησης Τσολάκογλου («Ελεύθερον Βήμα» 5.6.1941). Άλλα μέλη της οικογένειας Μεϊμαράκη διαδραμάτισαν επιλήψιμο ρόλο κατά τη διάρκεια της Κατοχής στην Κρήτη.

Ο παππούς του σημερινού υπουργού Επικρατείας και βουλευτή της Ν.Δ. Σίμου Κεδίκογλου, βεβαίως και του συνώνυμου βουλευτή του ΠΑΣΟΚ, συνεργάστηκε στην Κατοχή με τους Γερμανούς ως διερμηνέας τους.

Παππούς του σημερινού ευρωβουλευτή της «Δράσης» Θεόδωρου Σκυλακάκη ήταν ο γνωστός απότακτος συνταγματάρχης που στα μέσα της δεκαετίας 1930 ήταν αρχηγός της φασιστικής Οργάνωσης Εθνικού Κυριάρχου Κράτους, στη συνέχεια έγινε υπουργός Εσωτερικών του Ιω. Μεταξά και λίγο πριν από τον πόλεμο συμμετείχε σε συνωμοσία γερμανοφίλων για την ανατροπή του καθεστώτος.

Θα μπορούσαν να αναφερθούν και αρκετά άλλα ονόματα επιγόνων, που ανεξάρτητα από τη σημερινή κομματική τοποθέτησή τους, σεμνύνονται για τις οικογενειακές καταβολές τους σε σχέση με την κατοχική περίοδο 1941-44. Κάποιοι πιο εξειδικευμένοι από τον γράφοντα θα μπορούσαν επιτυχώς να αναπτύξουν το ψυχοκοινωνικό πλαίσιο αυτών των συσχετισμών.

Θα θυμούνται οι αναγνώστες ότι πριν λίγα χρόνια έγινε ένα θορυβώδες γαμήλιο πάρτι στο ιστορικό θωρηκτό μας «Αβέρωφ». Η κοινή γνώμη εξερράγη από την έλλειψη σεβασμού στη σύγχρονη ιστορία. Ασφαλώς όμως θα ήταν πολύ πιο εξοργισμένη αν γνώριζε ότι ο γαμπρός ήταν εγγονός του Φιλήμονα Πατίτσα, που επί Κατοχής αρθρογραφούσε υπέρ των Γερμανών και ταυτόχρονα ανέλαβε πολιτικά αξιώματα.


Κατοχικά δάνεια

Έχοντας ασχοληθεί πολλά χρόνια με την ιστορική έρευνα για την περίοδο της Κατοχής, προ διετίας έδωσα στη δημοσιότητα το βιβλίο «Η ελληνική οικονομία κατά την Κατοχή και η αλήθεια για τα κατοχικά δάνεια» (Εκδόσεις Ερωδιός), όπου με πληθώρα ανέκδοτων στοιχείων παρουσιάζεται τεκμηριωμένα η πραγματική υπόσταση του γερμανικού χρέους προς την Ελλάδα. Πρόκειται για ένα συνολικό ποσόν που σήμερα υπερβαίνει τα 500 δισεκατομμύρια ευρώ, χωρίς να γίνεται κανένας συνυπολογισμός άλλων εθνικών απαιτήσεων, όπως πολεμικές αποζημιώσεις και επανορθώσεις. Το θέμα το έχω αναλύσει επανειλημμένα σε πληθώρα δημοσιευμάτων μου, πέραν του εν προκειμένω βιβλίου μου, και υπάρχει ακόμη καιρός για να ικανοποιηθεί η Ελλάδα.

Από το τέλος του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου καμία ελληνική κυβέρνηση και κανένα πολιτικό κόμμα δεν ενδιαφέρθηκε ουσιαστικά για να εξοφληθεί αυτό το αδιαμφισβήτητο χρέος του γερμανικού κράτους. Λυπούμαι πολύ γι’ αυτό – λυπούμαι ως ένας απλός πολίτης για το κράτος του που δεν είναι σε θέση να αξιώσει μια ξεκάθαρη εθνική απαίτηση, ως απόρροια της ανικανότητας των πολιτικών ηγετών του.

Τα κατοχικά δάνεια αντιπροσωπεύουν το τίμημα της ασύλληπτης λεηλασίας του εθνικού μας πλούτου κατά τη διάρκεια της Κατοχής. Με απίθανη μεθοδικότητα καταστρώθηκε ένα συγκεκριμένο σχέδιο άλωσης της ελληνικής οικονομίας και οι κατακτητές επέτυχαν ανέμποδιστα να συλλέξουν και να απομυζήσουν τα πάντα, ιδίως τη γεωργική παραγωγή και κάθε πλουτοπαραγωγική πηγή, αφού πρώτα καταλήστευσαν στο σύνολό της την εθνική οικονομία.

Ήδη από τις πρώτες μέρες της Κατοχής είχαν εισρεύσει στην Αθήνα ειδικοί εμπειρογνώμονες και οργάνωσαν το σχέδιό τους, με την πρόθυμη σύμπραξη εντοπίων παραγόντων. Με επικεφαλής τη διαβόητη και από τα πρόσφατα χρόνια γερμανική εταιρία Rheinmetall, αλλοτριώθηκε στο σύνολό του το ελληνικό υπέδαφος, ενώ γερμανικές και ιταλικές μεγάλες εταιρίες έσπευσαν να θέσουν υπό ασφυκτικό έλεγχο τις ελληνικές μεταλλευτικές εταιρίες. Όλα αυτά πάντοτε με τη συνεργασία «προθύμων» Ελλήνων κεφαλαιούχων και επιστημόνων.

Είναι σημαντικό να αναφερθεί ότι την οργάνωση της οικονομικής λεηλασίας ανέλαβαν οι ειδικοί των κατακτητών, όπως ο Καρλ Κλόντιους και ο Χέρμαν Νοϊμπάχερ. Τα μοιραία αυτά πρόσωπα έχουν πάμπολλες ομοιότητες με τον Χορστ Ράιχενμπαχ, τον Φούχτελ, τον Τόμσεν και τους συναφείς. Όσο ο Γιώργος Παπακωνσταντίνου εντοπίσθηκε να είναι ο εγγονός εκείνου που έλαβε το «προνόμιο» της Πτολεμαΐδας από τον Τσολάκογλου, άλλο τόσο ίσως ένας σύγχρονος ακέραιος Γερμανός ιστορικός καταφέρει να αποκαλύψει την πατρογονική προϊστορία των αλλοδαπών κυριάρχων μας επί ναζισμού.

Επί του παρόντος έχει αποκαλυφθεί ο ρόλος ενός Γερμανού αρχικατασκόπου, που έδρασε μέχρι τον Σεπτέμβριο του 1940 με έδρα την Αθήνα και τομέα ευθύνης τη Μέση Ανατολή. Επρόκειτο για τον Ρολφ Μέρκελ, που εμφανιζόταν ως στέλεχος της εταιρίας Ζήμενς-Τελεφούνκεν και η δραστηριότητά του τερματίστηκε ύστερα από απαίτηση του τότε υπουργού Ασφαλείας Κ. Μανιαδάκη και με συνδρομή του επίσημου εκπροσώπου του συγκροτήματος Ιω. Βουλπιώτη. Η συμπαθής αρχικαγκελάριος του Βερολίνου, καίτοι προκληθείσα, δεν μας έχει διευκρινίσει αν πράγματι ο παλαιός εκείνος κατάσκοπος ήταν ο αδελφός του πεθερού της…

Βέβαια έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον να διαπιστώσουμε ότι, όπως σήμερα, ανάλογη προπαγάνδα χρησιμοποιήθηκε και από τα κατοχικά παπαγαλάκια για να πεισθεί η κοινή γνώμη στην κατεχόμενη Ελλάδα ότι οι Έλληνες είναι ανοργάνωτοι και διεφθαρμένοι, ιδιαίτερα ως προς τα δημοσιονομικά τους. Μπορεί να μην υπήρχε το κίνημα «Δεν Πληρώνω» και άλλες συνειδητές ακτιβίστικες δράσεις, αλλά οι αθηναϊκές εφημερίδες ασκούσαν μια παρόμοια με τα σημερινά μνημονιακά ΜΜΕ κριτική. Τα θέματα λύνονταν κάπως πιο δυναμικά από τον Φελντκομαντάντ, ο οποίος ελάμβανε αυστηρές αποφάσεις για όσους δεν πλήρωναν τους λογαριασμούς του ηλεκτρικού ή του ύδατος, αλλά θα πρέπει να υπογραμμίσουμε ότι αναφορικά με τις κατασχέσεις κατοικιών λόγω χρεών το καθεστώς δεν ήταν εντελώς ανεξέλεγκτο, καθώς το Γερμανικό Φρουραρχείο ήθελε να ενημερώνεται προηγουμένως!

Ο Γερμανός οικονομολόγος και διπλωμάτης Καρλ Κλόντιους, που ήρθε επανειλημμένα κατά τη διάρκεια της Κατοχής στην Ελλάδα, λειτουργώντας στη χώρα μας ως οικονομικός γκαουλάιτερ, είναι εκείνος που, αφού μελέτησε σχολαστικά τις δυνατότητες της ελληνικής οικονομίας, οργάνωσε τη λεηλασία της μέχρι τελευταίας ικμάδας της. Κατά μεγάλο μέρος σ’ εκείνον οφείλεται και η μεγάλη πείνα που έζησε ο ελληνικός λαός.

Ως ιστορική λεπτομέρεια θα αναφέρω ότι ο Κλόντιους, που προς τα τέλη του πολέμου είχε χαρακτηρισθεί από τους Συμμάχους ως εγκληματίας πολέμου, συνελήφθη από τα ρωσικά στρατεύματα στη Ρουμανία και όλως απροόπτως μεταστράφηκε από τον ναζισμό στον κομμουνισμό. Ως έμπιστος του Στάλιν πλέον στα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια εμφανίστηκε στο Βελιγράδι επικεφαλής σοβιετικής οικονομικής αποστολής, έχοντας ως κύριο μέλημά του μεταξύ άλλων τη χρηματοδότηση του …Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας!

Διαχρονικές συμπεριφορές

Δυστυχώς στα διάφορα επίπεδα της δημόσιας ζωής σημειώθηκαν εκείνη την εποχή παραφωνίες σε σχέση με το κοινό αίσθημα. Όταν γίνονται αναφορές και συσχετισμοί συγκεκριμένων προσώπων και συγκεκριμένων συμπεριφορών, με αναγωγή στην κατοχική περίοδο 1941-44, συχνά ακούγεται και ένας επιεικής λόγος για κάθε υπόλογο ή ένοχο. Μερικές φορές όμως η «συνωμοσιολογία» είναι κατώτερη της πραγματικότητας και εγκυμονεί ο κίνδυνος της γενικής απαξίωσης.
Πόσοι είναι εκείνοι που υπηρέτησαν εθελοντικά τους κατακτητές, ενώ εγκαίρως μεταστράφηκαν και μεταπήδησαν σε πολιτικούς χώρους, ιδίως σε χώρους «της μόδας», όπως ήταν η Αριστερά στο τέλος της Κατοχής; Πόσες χιλιάδες Έλληνες μετανάστευσαν στο Ράιχ με τη θέλησή τους; Πόσοι κερδοσκόπησαν ως προμηθευτές των κατακτητών ή επιδόθηκαν σε μαυραγορίτικες δουλειές; Ποτέ δεν θα δοθεί μια σαφής απάντηση, διότι αυτά όλα είναι φαινόμενο της μικρής ιστορίας, της λεπτομέρειας. Με την ίδια ακριβώς λογική, δεν θα δικαιωθούν ποτέ όσοι προτίμησαν να πεινάσουν και να υποφέρουν για να μην προστρέξουν στον κατακτητή και επωφεληθούν απ’ αυτόν.

Στην Κατοχή η τάξη των πολιτικών μηχανικών και εργοληπτών υπήρξε διχασμένη. Υπήρχαν πολλοί που αναζητούσαν μια καλή ευκαιρία για να αποκομίσουν οφέλη από την εκτέλεση τεχνικών έργων που απαιτούσε ο κατακτητής για να θωρακίσει τη στρατιωτική άμυνά του, αλλά υπήρχαν και άλλοι που συνειδητά αρνήθηκαν. Οι μεν πρώτοι θησαύρισαν, οι δε δεύτεροι απλώς πείνασαν.
Κάτι ανάλογο έγινε και με τους δημοσιογράφους εκείνης της εποχής. Κάποιοι προτίμησαν να εργασθούν ως «παπαγαλάκια» και κάποιοι άλλοι επέλεξαν την έντιμη πενία, κατεβάζοντας την πέννα τους. Τη θλιβερή ιστορία του Συγκροτήματος Λαμπράκη, που συνειδητά συνεταιρίστηκε με τη βερολινέζικη εταιρία «Mundus» (που ανήκε κατά 50% στο γερμανικό υπουργείο Προπαγάνδας του Γκαίμπελς και κατά 50% στο υπουργείο Εξωτερικών του Ρίμπεντροπ), δεν την ακολούθησαν όλοι οι άλλοι εκδότες, κάποιοι εκ των οποίων πήραν την ηρωική απόφαση να διακόψουν την έκδοση των εφημερίδων τους. Την ακολούθησε όμως ο Όθων Πικραμμένος (ο πατέρας του υπηρεσιακού πρωθυπουργού που διεξήγαγε τις τελευταίες εκλογές), την ακολούθησε ο μέγας τότε χαρτέμπορος Πετσόπουλος, την ακολούθησαν οι κορυφαίοι βιβλιοπώλες Ελευθερουδάκης και Κάουφμαν. Και αρκετοί άλλοι και άλλοι. Στο ίδιο πνεύμα προπαγάνδισαν τη συνεργασία με τον κατακτητή, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, επώνυμοι εκφραστές της κοινής γνώμης, όπως ο Σπύρος Μελάς, ο Παύλος Παλαιολόγος, ο Αλέκος Σακελλάριος κ.ά.

Το ίδιο συνέβη και στη μουσική, στις τέχνες, ακόμη και στη γλυπτική, όταν ένας νεαρός τότε καλλιτέχνης φιλοτέχνησε την προτομή του …Χίτλερ!

Το κυνήγι του χρυσού

Η αναζήτηση του πλούτου δεν ήταν απαραιτήτως το άπαν για τους συνεργάτες του κατακτητή, είτε με κουκούλες είτε χωρίς. Κάποιοι αποσκοπούσαν στην ικανοποίηση φιλοδοξιών, στην κατάληψη θέσεων και αξιωμάτων. Αλλά το χρυσάφι ήταν οπωσδήποτε το επίκεντρο – απαρασάλευτος κανόνας, απλώς με εξαιρέσεις.

Ακόμα και στον χώρο της εκκλησίας παρατηρήθηκαν τέτοια φαινόμενα. Το σκάνδαλο του Βατοπεδίου, που στα τελευταία χρόνια συγκλόνισε τη χώρα, έχει προϊστορία από τα χρόνια της Κατοχής – και ακόμη πιο πίσω. Χαριστικές ρυθμίσεις υπέρ της Μονής Βατοπεδίου είδαν το φως στο ΦΕΚ των κατοχικών κυβερνήσεων, ενώ τα ακίνητά της στη Θεσσαλονίκη, όπως και άλλων μοναστηριών του Αγίου Όρους, αξιοποιήθηκαν διαρκούσης της Κατοχής. Η αθωνική πολιτεία έχει ένα επιλήψιμο παρελθόν στα χρόνια εκείνα.

Όταν εισέβαλαν οι Γερμανοί τον Απρίλιο του 1941, το γερμανικό υπουργείο Πολιτισμού του Άλφρεντ Ρόζενμπεργκ είχε οργανώσει μια ιδιαίτερη και απόρρητη αποστολή. Επιφανειακά επιζητούσε να καταγράψει την πολιτιστική κληρονομιά της Ορθοδοξίας που περικλειόταν στο Άγιον Όρος. Μια πολυάριθμη αποστολή υπό έναν διαπρεπή Γερμανό βυζαντινόλογο, τον καθηγητή Νταίλγκερ (ο οποίος μάλιστα εξελέγη ξένος εταίρος της Ακαδημίας Αθηνών), και με τη συνεργασία δύο Ελλήνων, του μετέπειτα καθηγητή Θεολογίας Μάρκου Σιώτη και του πρώτου Έλληνα ιδρυτή ραδιοφωνικού σταθμού Τσιγγιρίδη, ασχολήθηκε με τους πνευματικούς θησαυρούς του Αγίου Όρους. Ό,τι περίπου έκανε πολλές δεκαετίες αργότερα το Ίδρυμα Λαμπράκη (με …διοικητή του Αγίου Όρους τον Σταύρο Ψυχάρη). Μόνο που τότε οι Γερμανοί αναζητούσαν κάτι πολύ περισσότερο: Το μυθικό Άγιο Δισκοπότηρο! Οι αποκρυφιστές της χιτλερικής Γερμανίας θεωρούσαν ότι αν το εντόπιζαν, όπως και τη λόγχη του Λογγίνου, θα κυριαρχούσαν στον δυτικό κόσμο.

Αλλά δεν συνέβησαν μόνον αυτά στο Άγιον Όρος. Πολλοί αγιορείτες μοναχοί, ελάχιστοι όμως ελληνικής καταγωγής, κατά διάφορους τρόπους συνεργάστηκαν με τους κατακτητές. Μεταπολεμικά κάποιοι εξ αυτών καταδικάστηκαν για δοσιλογισμό, ενώ κάποιοι άλλοι φυγαδεύτηκαν από τους …Βρετανούς. Ο φημισμένος Άγιος Σωφρόνιος δεν θα είχε αναδειχθεί, αν μεταπολεμικά δεν του παρεχόταν κατάλληλο άσυλο πρώτα στη Γαλλία και έπειτα στην Αγγλία, ύστερα από ενέργειες του δαιμόνιου ρασοφόρου Ντέιβιντ Μπάλφουρ, του γνωστού μας εφημερίου στο εκκλησάκι του νοσοκομείου «Ευαγγελισμός». Αποσχηματισμένος πλέον ο Μπάλφουρ και υπηρετώντας ως γραμματέας της βρετανικής πρεσβείας στην Αθήνα, αμέσως μετά την Απελευθέρωση, ενήργησε κατάλληλα για την αεροπορική απομάκρυνση του αγιορείτη Σωφρονίου (Σαχάρωφ) έξω από την Ελλάδα. Κάτι ανάλογο συνέβη και με άλλους αγιορείτες μοναχούς, που ήδη είχαν καταδικασθεί ως δοσίλογοι από την ελληνική δικαιοσύνη.


Ο αέναος δοσιλογισμός

Σε όσους θα είχαν γερά νεύρα για να εμβαθύνουν στο φαινόμενο του δοσιλογισμού της περιόδου 1941-44, θα συνιστούσα να φανούν επιεικείς στους ελάχιστους ιδεολόγους που μπορεί και να τυφλώθηκαν, παραγνωρίζοντας το εθνικό συμφέρον εις όφελος μιας όψιμης συνεργασίας με τον κατακτητή. Και τότε, όπως και σήμερα που συναντούμε στην καθημερινή ζωή μας κάποιους ελάχιστους φανατικούς μνημονιακούς που με παραδειγματική ευκολία κακίζουν τη δήθεν στρεβλή νοοτροπία των συμπατριωτών μας ως απόρροια της εν γένει κακοδαιμονίας μας, υπήρχαν σποραδικές και πάντως σπανιότατες φωνές υμνητών του κατακτητή, που «ήρθε να μας βάλει σε τάξη»!

Χωριστά από τις προπολεμικές φασιστικές κινήσεις που εμφανίστηκαν, με την έναρξη της Κατοχής είχαμε τη δραστηριοποίηση κάποιων συγκεκριμένων. Οι κυριότερες ήταν τρεις: η ΕΣΠΟ, το Εθνικοσοσιαλιστικό Κόμμα και τα ΕΕΕ.

Η πρώτη, της οποίας ο ακριβής τίτλος ήταν «Ελληνική Σοσιαλιστική Πατριωτική Οργάνωση», δημιουργήθηκε τις πρώτες μέρες που έφτασαν οι Γερμανοί στην Αθήνα. Ιδρυτές της ήταν δύο γιατροί, ο Γεώργιος Βλαβιανός και ο Γεράσιμος Πατρονικόλας (σύζυγος της αδελφής του Ωνάση και πατέρας της Μαριλένας) και μερικοί άλλοι γερμανόφιλοι. Στην οργάνωση έλαβαν μέρος αρκετοί άλλοι με παρόμοιες αντιλήψεις, μεταξύ των οποίων και ο αντισιωνιστής συγγραφέας Αριστείδης Ανδρόνικος, επίσης γιατρός, ενώ το 1948 μια παράδοξη απόφαση του Αρείου Πάγου την χαρακτηρίζει ως «πατριωτική» οργάνωση. Συμμετείχαν επίσης κάποιοι άλλοι επιστήμονες, επαγγελματίες, δημοσιογράφοι, ακόμα και λογοτέχνες.

Λιγότερο εύρος είχε το Εθνικοσοσιαλιστικό Κόμμα Ελλάδος υπό τον Γεώργιο Μερκούρη, ο οποίος το είχε ιδρύσει μερικά χρόνια πριν από τον πόλεμο, αλλά το είχε απαγορεύσει η δικτατορία Μεταξά. Το επανίδρυσε μαζί με κάποιους άλλους παράγοντες, μεταξύ των οποίων και ο άλλοτε βουλευτής του ΚΚΕ Μιχ. Τυρίμος, μόλις μπήκαν οι Γερμανοί στην Αθήνα και ο ίδιος, αφού απέτυχε να γίνει από τον Τσολάκογλου υπουργός του, αρκέστηκε να αναλάβει τη διοίκηση της Εθνικής Τράπεζας. Κόρη του αδελφού του ήταν η ηθοποιός και υπουργός Πολιτισμού του ΠΑΣΟΚ Μελίνα Μερκούρη, της οποίας η πολιτεία επί Κατοχής είναι άλλο ζήτημα. Το βέβαιο είναι ότι τουλάχιστον σε μια περίπτωση (κατά τη γραπτή μαρτυρία επώνυμου προσώπου), συναγελαζόμενη στα μπαρ με Γερμανούς αξιωματικούς και ελεεινούς μαυραγορίτες, «κάρφωσε» νεαρούς αντιστασιακούς με την προτροπή: «Πιάστε τους!»

Τέλος, μια άλλη πολιτική οργάνωση που συνεργάστηκε με τους Γερμανούς ήταν τα ΕΕΕ. Η προϊστορία της ανάγεται στα τέλη της δεκαετίας 1920, όταν με έδρα τη Θεσσαλονίκη έδρασε ως φιλοφασιστική κίνηση με έντονες αντισημιτικές θέσεις, αφού στη δράση της άλλωστε αποδίδεται ο εμπρησμός του εβραϊκού συνοικισμού Κάμπελ. Την αποτελούσαν τότε κυρίως γηγενείς Μακεδόνες βενιζελικής προέλευσης και σε κάποιες περιόδους τελούσε υπό τον έλεγχο γνωστών πολιτικών προσώπων, όπως ο Μίκης Μελάς, ο Φίλιππος Δραγούμης, ο Στυλιανός Γονατάς ή ο στρατηγός Θεόδωρος Μανέττας. Κατά την Κατοχή επανιδρύθηκε και την αρχηγία της ανέλαβε ο δικηγόρος Κων. Γούλας, που μετέφερε την έδρα της στην Αθήνα. Στην τελευταία κατοχική χρονιά (1944) προσπάθησε να συγκεντρώσει όλους τους γερμανόφιλους και είχε ως δημοσιογραφικό όργανο την εφημερίδα «Ακρόπολις», φυσικά χωρίς απήχηση. Τελικά, όταν άρχισε η αποχώρηση των Γερμανών, τα κυριότερα στελέχη της κατέφυγαν στη Βιέννη, όπου από αυτοεξόριστους Έλληνες χιτλερικούς σχηματίστηκε η κυβέρνηση Τσιρονίκου.

Στη Βιέννη βρέθηκαν τότε περί τις 2.000 αυτοεξόριστοι ελληνικής υπηκοότητας, καθώς και 700 ένστολοι που αποτελούσαν τη στρατιωτική μονάδα του συνταγματάρχη Γεωργ. Πούλου. Κάποιοι απ’ αυτούς θα επανακάμψουν στην Ελλάδα μετά την κατάρρευση του Τρίτου Ράιχ και ελάχιστοι θα αντιμετωπίσουν τη δικαιοσύνη, ενώ ορισμένοι θα καταλάβουν θέσεις στον κρατικό μηχανισμό, ακόμα και ως πανεπιστημιακοί καθηγητές.

Η δίωξη των πολιτικών δοσιλόγων στη μεταπελευθερωτική Ελλάδα υπήρξε υποτονική, αν και έγιναν ακόμα και θανατικές εκτελέσεις. Το γεγονός ότι η χώρα βρέθηκε σε εμφυλιοπολεμικό κλίμα άμβλυνε τα αντανακλαστικά της κοινωνίας. Εκεί όμως που σταδιακά εκμηδενίστηκαν οι όποιες επιπτώσεις από τη συνεργασία με τον κατακτητή ήταν στο θέμα των οικονομικών δοσιλόγων. Αυτό σήμαινε ότι όσοι απέκτησαν θησαυρούς στη διάρκεια μιας ξενικής κατοχής, μπορούσαν τώρα να τους γεύονται ελεύθερα, αν εξαιρέσουμε μια φορολογία που επιβλήθηκε στους «παρανόμως πλουτίσαντες». Με βάση περιουσίες, που με τέτοιο τρόπο αποκτήθηκαν, ανδρώθηκαν μεγάλες επιχειρήσεις και οικονομικά συγκροτήματα που διαδραμάτισαν πρωταγωνιστικό ρόλο στη μεταπολεμική Ελλάδα, εκ των πραγμάτων διαγράφοντας κάθε στιγματική αναφορά από το ένοχο παρελθόν. Και ως ευνόητη προέκταση, οικονομικώς πανίσχυρα τέτοια πρόσωπα (ή οι κληρονόμοι τους) βρέθηκαν στο επίκεντρο των εξελίξεων, άσκησαν παντοειδή επιρροή, έγιναν …ευεργέτες ή φιλοδόξησαν να έχουν ρόλο στην πολιτική.

http://aera2012.blogspot.gr/2014/05/blog-post_2.html


Βρετανοί και συνεργάτες των ναζί μαζί στον ελληνικό εμφύλιο
ΧΈΡΙ – ΧΈΡΙ



Ο Observer του Guardian παρουσιάζει τα Δεκεμβριανά αναδεικνύοντας, μέσω απόρρητων εγγράφων και αναφορών από ιστορικούς, τον ρόλο της Βρετανίας στην ενορχήστρωση του εμφυλίου πολέμου και την «αποκατάσταση» των συνεργατών των ναζί στην Ελλάδα. Σε καμιά άλλη χώρα στην Ευρώπη οι συνεργάτες των ναζί δεν είχαν τη δυνατότητα να διεισδύσουν σε τέτοιο βαθμό στις κρατικές δομές, στο στρατό και τις δυνάμεις ασφαλείας και στο δικαστικό σώμα. Αυτός είναι και ένας από τους λόγους της αναζωπύρωσης του ναζισμού στην Ελλάδα, με πρωταγωνιστές τους απόγονους των Ταγμάτων Ασφαλείας, υπογραμμίζεται στο αφιέρωμα.

Όπως αναφέρεται στο αφιέρωμα του Observer πολλοί λίγοι στη Βρετανία γνωρίζουν πως «η Βρετανία στήριξε τους υποστηρικτές του Χίτλερ» με τη λήξη του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου. Μερικές εβδομάδες μετά την απελευθέρωση της Ελλάδας από τους Ναζί, οι αντάρτες στην Αθήνα βρέθηκαν να σφυροκοπούνται από τις βρετανικές δυνάμεις και τους συνεργάτες των ναζί, σημειώνεται στο αφιέρωμα στα Δεκεμβριανά. Μέσα από μια σύντομη αναδρομή στη δικτατορία Μεταξά και την ενίσχυση της ελληνικής Αριστεράς λόγω της τεράστιας εισροής πολιτικοποιημένων προσφύγων και φιλελεύθερων διανοούμενων από τη Μικρά Ασία, ο Observer φτάνει στον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο και την αποχώρηση των ναζί από την Ελλάδα, όταν ο ΕΛΑΣ αριθμούσε δεκάδες χιλιάδες αντάρτες εκτός πρωτεύουσας, Η πρόθεση της Βρετανικής κυβέρνησης για την μεταπολεμική πορεία της Ελλάδας είχε εκφραστεί ήδη από τον Αύγουστο του 1944. Σε απόρρητη αναφορά του προς τον πρόεδρο των ΗΠΑ, Φρανγκλίνο Ρούζβελτ, με ημερομηνία 17/08/1944, ο Ουίνστον Τσόρτσιλ εκφράζει τις ανησυχίες του για τις εξελίξεις στην Αθήνα και στην Ελλάδα όταν οι Γερμανοί αποχωρήσουν από τη χώρα. «Αν υπάρξει κενό εξουσίας για μεγάλο διάστημα είναι πολύ πιθανό οι εξτρεμιστές του ΕΑΜ και το Κομμουνιστικό Κόμμα να κατέβουν στην πόλη», έγραφε αναφερόμενος στους αντάρτες της ναζιστικής κατοχής.

Η Βρετανία διορίζει άμεσα μια κυβέρνηση με πρωθυπουργό τον Γεώργιο Παπανδρέου την οποία παρουσιάζει αρχικά ως κυβέρνηση εθνικής ενότητας και στέλνει στην Αθήνα τον στρατηγό Ρόναλτ Σκόμπι για να αναλάβει επικεφαλής του στρατού της χώρας με βασικό πρόσταγμα των αφοπλισμό των ανταρτών. Ο καθηγητής ιστορικός Αντρέ Γερολυμάτος στο βιβλίο του για τον ελληνικό εμφύλιο υπογραμμίζει πως ο αφοπλισμός στην πραγματικότητα προωθείται μόνο για τον ΕΛΑΣ και όχι για τους συνεργάτες των ναζί. Οι Βρετανοί, ως επικυρίαρχοι, ήδη στα μέσα Νοεμβρίου αρχίζουν να απελευθερώνουν αξιωματικούς και στρατιώτες των Ταγμάτων Ασφαλείας, οι οποίοι σταδιακά στελεχώνουν τον στρατό και τις δυνάμεις ασφαλείας. Όπως αναφέρεται στον Observer, σε σχετικό σημείωμα της βρετανικής υπηρεσίας SOE, που ήταν υπεύθυνη για την οργάνωση της αντίστασης στις κατεχόμενες χώρες της Ευρώπης, επισημαίνεται πως σε καμία περίπτωση δεν θα πρέπει οι βρετανικές δυνάμεις να εμφανίζονται με αυτές τις πρακτικές. Το ΕΑΜ λοιπόν έβλεπε ήδη πως στους δρόμους της Αθήνας είχαν επιστρέψει ταγματασφαλίτες και χαφιέδες των ναζί. «Οι ανώτεροι Βρετανοί αξιωματικοί γνώριζαν ακριβώς τι έκαναν, έχοντας εικόνα πως οι ταγματασφαλίτες ήταν τα αποβράσματα στην Ελλάδα», αναφέρει ο κ. Γερολυμάτος. Συνολικά εκτιμάται πως περίπου 12.000 μέλη των ταγμάτων ασφαλείας απελευθερώθηκαν από τις φυλακές και πολλοί εντάχθηκαν στις δυνάμεις ασφαλείας. Οι Βρετανοί σε καμία περίπτωση δεν θα επέτρεπαν να θιγούν τα συμφέροντά τους στην Ελλάδα, στο πλαίσιο που αυτά ορίζονταν από τη «συμφωνία των ποσοστών», που είχε υπογραφεί μεταξύ του Τσόρτσιλ και του Στάλιν στις 9 Οκτωβρίου του 1944 και όριζε τις μεταπολεμικές σφαίρες επιρροής. Η Ελλάδα ήταν στη σφαίρα επιρροής της Βρετανίας, με στόχο η Σοβιετική Ένωση να μείνει μακριά από τη Μεσόγειο.

Όπως υπογραμμίζει ο Αντρέ Γερολυμάτος το λογικό και το προφανές θα ήταν να ενσωματωθεί ο ΕΛΑΣ στον ελληνικό στρατό, όπως εξάλλου συνέβη με τις αντάρτικές ομάδες και στις υπόλοιπες χώρες της Ευρώπης, για παράδειγμα στη Γαλλία. Ωστόσο η Βρετανία είχε αποφασίσει από την αρχή πως οι αξιωματικοί του ΕΛΑΣ και οι στρατιώτες του δεν θα γίνονταν δεκτή στο νέο «εθνικό στρατό». Ένας από τους λόγους που ο Τσόρτσιλ επιθυμούσε μια αναμέτρηση με την Αριστερά ήταν πως επιδίωξή του ήταν η παλινόρθωση της Βασιλείας, η οποία θα φρόντιζε να αποκατασταθεί η «νομιμότητα» και τα συμφέροντα της προπολεμικής άρχουσας τάξης. Το ΕΑΜ – ΕΛΑΣ, ανεξάρτητα από τη σχέση του με το ΚΚΕ, αντιπροσώπευε μια επαναστατική δύναμη και μια αλλαγή. Οι Βρετανοί προετοιμάζονται για αυτή τη σύγκρουση και απελευθερώνει τους ταγματασφαλίτες. «Τα Τάγματα Ασφαλείας είχαν πολεμήσει τους αντάρτες του ΕΛΑΣ κατά την ναζιστική κατοχή και θα επαναλάμβαναν με ευχαρίστηση αυτή τη σύγκρουση». Στις 3 Δεκεμβρίου του 1944 μια ομοβροντία πυρών έπνιξε στο αίμα τη διαδήλωση του ΕΑΜ στο Σύνταγμα με δεκάδες νεκρούς. Το σκηνικό επαναλαμβάνεται και την επομένη. Στη σφαγή το ΕΑΜ απαντάει παίρνοντας τα όπλα και ο Σκόμπι επιβάλει στρατιωτικό νόμο, διατάσσοντας τον αεροπορικό βομβαρδισμό. Η Μάχη της Αθήνας είχε ξεκινήσει. Τα γερμανικά τανκς αντικαταστάθηκαν από βρετανικά και τα SS από Βρετανούς στρατιώτες και πρώην ταγματασφαλίτες.

Ωστόσο ο Observer αναφέρει πως πολλοί Βρετανοί στρατιώτες δεν γνώριζα με ποιον πολεμούσαν. Σε έγγραφα αξιωματικών αναφέρεται πως πολλοί είχαν την εντύπωση ότι απέναντί τους βρίσκονται «Ούννοι», όρος που χρησιμοποιούσε η βρετανική προπαγάνδα από τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο για τους Γερμανούς. «Ρωτούν γιατί πρέπει να δώσουμε τη ζωή μας για τις πολιτικές ελληνικές διαφορές. Τους απαντώ πως είναι όλα μέρος του πολέμου κατά των Ούννων και πρέπει να τους εξολοθρεύσουμε», ανέφερε ένας αξιωματικός σε έγγραφό του. Η βρετανική ηγεσία πάντως, από τα έγγραφα, προκύπτει πως είχε εξαρχής σχέδιο της ερήμωση και την κατάληψη της Αθήνας. Τα βρετανικά στρατεύματα ενισχύθηκαν τις ημέρες που ακολούθησαν και μέχρι το τέλος του Δεκεμβρίου είχαν το πάνω χέρι στους δρόμους της Αθήνας. Εκείνες τις ημέρες θα φτάσει και ο Τσώρτσιλ στην Αθήνα.

Μια από τις πιο σκοτεινές φυσιογνωμίες της βρετανικής δράσης στην Ελλάδα ήταν ο Τσάρλς Γουίγκχαμ, ο επικεφαλής της RUC της ειδικής δύναμης καταστολής στη Βόρεια Ιρλανδία. Οι πρακτικές της RUC έφτασαν και στην Ελλάδα, καθώς ο Γουίγκχαμ είναι αυτός που δημιουργεί τα νέα σώματα ασφαλείας, στα οποία εντάχθηκαν και οι ταγματασφαλίτες των ναζί. Όσο για τα στρατόπεδα, όπου δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι εξορίστηκαν βασανίστηκαν και δολοφονήθηκαν, αυτά σημειώνεται στο αφιέρωμα του Observer δεν χρειαζόταν αν δημιουργηθούν, καθώς υπήρχαν ήδη από την εποχή του Μεταξά. Μπορεί όπως αναφέρεται οι Βρετανοί να μην δημιούργησαν στρατόπεδα συγκεντρώσεις, αν και υπάρχουν και αντίθετες απόψεις για αυτό - εξάλλου πολλοί στάλθηκαν και σε βρετανικά στρατόπεδα στη Μέση Ανατολή-, είχαν όμως παρουσία σε αυτά, μαζί με τους πρώην συνεργάτες των ναζί. Ο Τσάρλς Γουίγκχαμ γνώριζε με ποιους συνεργαζόταν. Γνώριζε πως ήταν οι ίδιοι άνθρωποι που κατά τη διάρκεια της κατοχής εκτελούσαν και βασάνιζαν ανθρώπους. «Σε καμιά άλλη χώρα στην Ευρώπη, όπως συνέβη στην Ελλάδα, οι συνεργάτες των ναζί δεν είχαν τη δυνατότητα να διεισδύσουν στις κρατικές δομές, τον στρατό, τις δυνάμεις ασφαλείας, το δικαστικό σώμα και μάλιστα τόσο αποτελεσματικά. Η αναζωπύρωση των νεοναζί στην Ελλάδα με την άνοδο της Χρυσής Αυγής συνδέεται άμεσα με την μη εκκαθάριση μεταπολεμικά. Πρόκειται για απογόνους των ταγμάτων ασφαλείας, όπως ήταν και οι υποστηρικτές της Χούντας των Συνταγματαρχών», επισημαίνει το βρετανικό περιοδικό.

HTTP://TVXS.GR

Η συνθηκολόγηση του πνευματικού κόσμου των Αθηνών (Βάρναλης, Μελάς, Παλαιολόγος) κατά την Κατοχή σύμφωνα με το ημερολόγιο του Γεωργίου Θεοτοκά

 Σε μια εποχή παντοειδών στερήσεων και περιορισμών, ο γνωστός λογοτέχνης Κώστας Βάρναλης ήταν πολύ προσεκτικός και παρά την καθημερινή δημοσίευση επωνύμων κειμένων του (ως δημοσιογράφος της "Πρωίας") απέφυγε δημοσιεύματα που θα τον εξέθεταν. Ωστόσο τα τεκμήρια δεν τον άφησαν άθικτο. Μπορεί στα βιογραφικά του να μην αναφέρονται λεπτομέρειες για την πολιτεία του επί Κατοχής, θα ήταν όμως ατόπημα να αποκρυβεί πως είχε εισόδημα και από το κατοχικό "Εθνικό Θέατρο", ως μέλος της κατοχικής επιτροπής του. Σε μια εποχή που ο ποιητής Ναπολέων Λαπαθιώτης πωλούσε το νεοκλασσικό πατρικό του για επτά χρυσές λίρες και πολλοί άλλοι επώνυμοι διανιοούμενοι στην κυριολεξία λιμοκτονούσαν, ο Βάρναλης σύχναζε στην Βουλγαρική πρεσβεία. Σύμφωνα με τον Θεοτοκά: "Ο Κώστας Βάρναλης, τέως επίσημος ποιητής του Ελληνικού κομμουνισμού, επιδεικνύεται σε επίσημα τραπέζια στην Βουλγαρική πρεσβεία την στιγμή που η Βουλγαρική κυβέρνηση διακυρύττει ότι είναι εμπόλεμη στο πλευρό του Άξονα εναντίον της ΕΣΣΔ και που, ως εκ του περισού, οι Βούλγαροι σφάζουν 30.000 ρωμηούς στη Μακεδονία"*

Και συνεχίζει ο Θεοτόκης στην ίδια εγγραφή:" Ο Γρηγόριος Ξενόπουλος της Ακαδημίας Αθηνών, δέχτηκε να συνεργαστεί στην ελληνόφωνη προπαγανδιστική ιταλική εφημερίδα "Κουαδρίβιο" που τυπώνεται στην Ρώμη και αποτείνεται στο Ελληνικό κοινό. Άλλοι γνωστοί λόγιοι που συνεργάστηκαν είναι ο Κ. Καιροφύλλας, ο Κλέων Παράσχος, ο Φώτης Κόντογλου, ο Γάτόπουλος, ο Ποριώτης...."

Σπύρος Μελάς
Αλλά αναμφίβολα η κορυφαία πνευματική φυσιογνωμία που συντάχθηκε με τον Άξονα ήταν ο Ακαδημαικός Σπύρος Μελάς. Όταν ο στρατηγός Τσολάκογλου όρκισε την κυβέρνηση του ο Μελάς βρέθηκε ανάμεσα σε όσους παρουσιάστηκαν στο πρωθυπουργικό γραφείο να τον συγχαρούν. Και όχι μόνο αυτό. Στις 30 Απριλίου 1941 με χρονογράφημα του στην Καθημερινή ( "ο Στρατηγός") εκθείαζε τον Τσολάκογλου και καλούσε όλους τους Έλληνες να προσανατολίσουν τους ρυθμούς της ζωής τους σύμφωνα με της αρχές της πανευρωπαικής οργανώσεως της οποίας η Ελλάδα είναι αναπόσπαστο κομμάτι.

Σε άλλο του χρονογράφημα στην Καθημερινή της 7ης Μαίου, ο Μελάς καλούσε ξεκάθαρα τους Έλληνες σε ενεργητική συνεργασία με τις Γερμανικές Αρχές ως μοναδικό τρόπο για να περισωθεί ότι μπορούσε ακόμη να περισωθεί. Σύμφωνα πάντοτε με τον Θεοτοκά τα άρθρα αυτά δεν του προσπόρισαν κανένα προσωπικό οικονομικό όφελος κατά την διάρκεια της Κατοχής. Αντιθέτως ο Μελάς κατάφερε να επιζήσει σχεδόν οριακά από τις μικρές εισπράξεις κάποιων θεατρικών έργων που είχε γράψει. Μεταπολεμικά ο Μελάς αντιμετώπισε πολλές ατιμώσεις για την δοσιλογική του συμπεριφορά, με κορυφαία την διαγραφή του από την Εταιρεία Ελλήνων Λογοτεχνών που έγινε με πρωτοβουλία των λογοτεχνών της Άκρας Αριστεράς. Ο Θεοτοκάς προσπάθησε να τον υπερασπιστεί αλλά μάταια. Ο ίδιος δικαιολόγησε την στάση του δηλώνοντας ότι φοβήθηκε για την ζωή του και χαρακτήρισε τις ενέργειες τους ως ξέσπασμα δειλίας και επιπολαιότητας.

Παύλος Παλαιολόγος
Άλλος σημαντικός άνθρωπος των γραμμάτων που αρχικώς συνεργάστηκε με τον κατακτητή τον πρώτο καιρό της κατοχής ήταν ο γνωστός χρονογράφος και συγγραφέας Παύλος Παλαιολόγος. Στο παρακάτω άρθρο του προσπαθεί να καθυσυχάσει την Ελληνική κοινή γνώμη και να την στρέψει προς την συνεργασία με τον κατακτητή.

«Αι περιστάσεις τας οποίας διέρχεται σήμερον η Ελλάς, εις την δύσκολον αυτήν καμπήν της Ευρωπαϊκής ιστορίας, είναι εξαιρετικαί. Όλαι αι εκδηλώσεις της ζωής μας έχουν καταφανή τα δείγματα μιας πρωτοφανούς κρίσεως. Η οικονομική δε κρίσις θα ήτο ίσως ολιγώτερον αισθητή, αν δεν υπήρχεν εις την Ελληνικήν ζωήν, τόσον έκδηλος, η ηθική και λογική κρίσις εκ της οποίας πάσχομεν ως κοινωνικόν σύνολον. Το χρήμα δεν θα υφίστατο τότε τον σημερινόν εκμηδενισμόν. ο πλούτος θα έρριπτε και ένα βλέμμα φιλανθρωπίας και κοινωνικής αλληλεγγύης εις τα πλήθη των πειναλέων, αι λαϊκαί τάξεις θα ανεκουφίζοντο με τας γενναίας χειρονομίας των ευπόρων. Αλλά δεν πρόκειται περί αυτού…

» Είπομεν: Υποφέρομεν και από κρίσιν «λογικού». Ό,τι αγωνιζόμεθα από της επομένης της Μικρασιατικής καταστροφής να οικοδομήσωμεν εις την Ελλάδα, λειώνει τώρα ως ο πάγος. Τα θεμέλια του κράτους τρίζουν. Τα παν εις την χώραν αυτήν που άλλοτε ήστραψε το φως ενός λαμπρού πολιτισμού, καταρρέει, κυλίεται, πέφτει…Και ενώ ο οίκος μας σείεται από τας βάσεις του και γύρω μας καπνίζουν ακόμη τα συντρίμμια του πολέμου, ημείς -ω τη αναισθησία μας!- ομφαλοσκοπούμεν επί των «πολεμικών νέων» και, κλείοντες τους οφθαλμούς προ της αδυσωπήτου πραγματικότητος, προβαίνομεν εις εκδηλώσεις αι οποίαι μας φέρουν εγγύτερον προς την ολοκληρωτικήν καταστροφήν.
» Δεν είναι καιρός δια μεμψιμοιρίας ούτε αι στιγμαί επιτρέπουν παρανοήσεις. Η θέσις μας είναι σαφής: Η Ελλάς του κ. Μέχρις Εσχάτων ετάφη μετά μια συντριπτικήν ήτταν. Εις την θέσιν της εγεννήθη η Ελλάς του «ζωτικού χώρου της Ιταλίας». Η πρώτη όζει πτωμαΐνης. Η δευτέρα έχει την δρόσον μιας νέας ζωής. Ας την αγκαλιάσωμεν σφιχτά. Ίσως με την νέαν τάξιν πραγμάτων ατενίσωμεν καλύτερας ημέρας. Ίσως εξέλθομεν εκ της δεινής θέσεως εις την οποίαν ευρεθήκαμεν την επομένην της στρατιωτικής καταρρεύσεως. Ίσως μας δοθούν τα μέσα να ζήσωμεν…

» Το επιβάλλει το εθνικόν συμφέρον μας. Η γενέα αυτή δεν πρέπει να αφανισθή από την πείναν. Τα νειάτα να μη μαρανθούν από τον λίβαν της δυστυχίας. Έχομεν ιστορίαν και πεπρωμένα. Συνεχίζομεν την υπερτρισχιλιετή παράδοσιν μιας ζωτικής φυλής. Είμεθα ράτσα φτιαγμένη από γνήσιον Αριανόν μέταλλον. Διατί, λοιπόν, να διακυβεύωμεν το παν, αυτήν ταύτην την ύπαρξιν μας, εις ανοήτους εκδηλώσεις κατ΄εκείνων οι οποίοι είναι σε θέσιν σήμερον να μας δώσουν χείρα βοηθείας; Και κατά τι είναι περισότερον Έλληνες εκείνοι οι οποίοι κοιμώνται αποκλειστικώς με το φευγαλέον όνειρον της Αγγλικής κατισχύσεως, από ημάς που αξιούμεν προσγείωσιν εις την σημερινήν πραγματικότητα όλων των Ελλήνων, χάριν της κοινής σωτηρίας;

» Μια ειλικρινής συνεργασία με τους χθεσινούς αντιπάλους μας, με τας δυνάμεις του άξονος, θα μας έσωζεν ίσως από το χάος. Τα αναιμικά από την πείναν παιδάκια, θα εύρισκον μίαν φέταν ψωμιού. οι τρικλίζοντες νήστεις γέροντες θα ημπορούσαν να τρώγουν άπαξ τουλάχιστον της ημέρας. αι θηλάζουσαι μητέρες δεν θα εξηντλούντο και η γενεά μας θα ίστατο ορθία εν μέσω της Ευρωπαϊκής καταιγίδος. Διατί να την αρνηθώμεν την συνεργασίαν αυτήν; Το επαναλαμβάνομεν: Οφείλομεν να προσγειωθώμεν. Άλλως ας πάρωμεν σφουγγάρι και ας σβύσωμεν εκ του Ευρωπαϊκού χάρτου και την Ελλάδα και την ιστορίαν και τα ιδανικά μας…»



ΣΤΗΝ ΚΟΡΥΦΗ