Σε πείσμα όλων όσων σπεύδουν να πανηγυρίσουν για τους κυβερνητικούς χειρισμούς, εμείς θα επιμείνουμε πως η περίοδος που διανύουμε δεν προσφέρεται για εφησυχασμό και αυταπάτες…
του Κ. ΚΥΡΙΑΚΟΠΟΥΛΟΥ
Η συγκρουσιακή κατάσταση που υπάρχει αυτήν την στιγμή στο Αιγαίο και συνολικά στην ΝΑ Μεσόγειο, έχει έκδηλα τα χαρακτηριστικά της προπαρασκευής για πολεμική αναμέτρηση, και αυτά δεν πρόκειται να οδηγηθούν σε αποκλιμάκωση αν προηγουμένως δεν καταγραφούν ευρείας έκτασης μεταβολές επί του πεδίου.
Ο Ερντογάν τις έχει ανάγκη αυτές τις μεταβολές, διότι σε διαφορετική περίπτωση γνωρίζει καλά πως ο ίδιος θα έχει πολύ άσχημο τέλος. Ομοίως ανάγκη τις έχει ΚΑΙ η Τουρκία εν συνόλω, διότι μόνο μέσα από αυτές μπορεί να διαχειριστεί επιτυχημένα την ιστορική πρόκληση που την αφορά ως ισχυρή περιφερειακή δύναμη που φιλοδοξεί να διαδραματίσει και αυξημένο διεθνή ρόλο. Σε διαφορετική περίπτωση, αυτό που έρχεται είναι η ραγδαία και ανεξέλεγκτη γεωστρατηγική της αποκαθήλωση και εν τέλει ο εδαφικός της διαμελισμός.
Τα χαρακτηριστικά λοιπόν αυτής της σύγκρουσης είναι ευρύτερα. Δεν πρόκειται για μια ακραία εκδήλωση της παραδοσιακής ελληνοτουρκικής αντιπαράθεσης, αλλά για μια ευρύτερη και πολυπαραγοντική γεωπολιτική διεργασία. Μέσα σ αυτήν, η Ελλάδα εκλαμβάνεται από φίλους και αντιπάλους ως ένα αδύναμο και φτηνό αναλώσιμο, ένα μέρος του οποίου μπορεί να εκχωρηθεί στον απαιτητικό γείτονα και ένα άλλο μέρος μπορεί να χρησιμοποιείται οικειοθελώς από τους «προστάτες» της, προκειμένου να διασφαλιστεί ο εξευμενισμός όλων, αλλά και μια νέα περιφερειακή ισορροπία μέσω της γεωπολιτικής της Ιφιγενειοποίησης.
Αυτό είναι το περιβάλλον...
Και μοιραία, μέσα σε αυτό το περιβάλλον θα πρέπει να αξιολογηθούν οι κυβερνητικοί χειρισμοί στο σύνολό τους. Σε ότι μας αφορά, και χωρίς να έχουμε την πρόθεση να μειώσουμε την αξία των όποιων διπλωματικών παρεμβάσεων έχουν ήδη πραγματοποιηθεί ή βρίσκονται σε εξέλιξη, θεωρούμε πως είναι απολύτως απαραίτητο να επιμείνουμε σε τρία πράγματα:- Στην ρεαλιστική τους αποτίμηση.
- Στην αξιολόγηση της στρατηγικής τους συνοχής. Και…
- Στην διερεύνηση της αναγκαίας δυναμικής ενσωμάτωσής τους, σε έναν ολοκληρωμένο στρατηγικό σχεδιασμό, που δεν θα εξαντλείται στην διαχείριση των όποιων προκλήσεων, αλλά θα επιδιώξει να τροποποιήσει τους όρους του παιχνιδιού και να «τουμπάρει» οριστικά την παρτίδα.
Υπάρχει ωστόσο και μια ακόμη πλευρά...
Αφορά στην ανάγκη να συνεκτιμηθεί η παράλληλη σύγκρουση που βρίσκεται σε εξέλιξη, και η οποία μεταξύ άλλων εκδηλώνεται ΚΑΙ στο περιθώριο της ελληνοτουρκικής αντιπαράθεσης, και σχετίζεται με τους οξύτατους ανταγωνισμούς στο πλαίσιο των παραδοσιακών «συμμαχικών» δομών στις οποίες η χώρα μας έχει εναποθέσει τα πάντα.Έτσι…
Το πρώτο πράγμα που οφείλουμε να διαπιστώσουμε, είναι πως μέσω της περίφημης συμμαχικής διαμεσολάβησης, η ελληνοτουρκική αντιπαράθεση εργαλειοποιείται στο πλαίσιο αυτών των ανταγωνισμών. Ο θεσμικός καθωσπρεπισμός καταργείται στην πράξη, και η προσπάθεια που καταβάλλεται από συγκεκριμένες δυνάμεις να διαχειριστούν την «διαμεσολάβηση» υστερόβουλα, και στην βάση της προώθησης των δικών τους ιδιαίτερων σχεδιασμών και στοχεύσεων, είναι εμφανής. Η προβοκάτσια Στόλτενμπεργκ και η καταφανής όσο και επαναλαμβανόμενη γερμανική δολιότητα, επιβεβαιώνουν πλήρως αυτήν την εκτίμηση.Το δεύτερο ζήτημα για το οποίο έχουμε κάθε λόγο να ανησυχούμε, είναι το γεγονός πως η Ελληνική εξωτερική πολιτική συνεχίζει να παραδέρνει στην αποσπασματικότητα και στην κατ΄αποκοπή διαχείριση των προκλήσεων, χωρίς την απαραίτητη συνεκτικότητα και χωρίς να «δένονται» στο πλαίσιο μιας ενιαίας και αλληλοσυμπληρούμενης διαχείρισης οι επιμέρους πρωτοβουλίες που έχουν αναληφθεί. Για παράδειγμα, το «τραπέζι» με την λιβυκή παρτίδα ουσιαστικά έχει εγκαταλειφθεί, αν και οι εξελίξεις που συντελούνται είναι άκρως ενδιαφέρουσες.
Η Τουρκία αρχίζει να εμφανίζει σημαντική υστέρηση στον δυναμισμό που επέδειξε την προηγούμενη περίοδο… Η δυνατότητά της να ανταποκριθεί στις σύνθετες απαιτήσεις της πολυμετωπικής παρέμβασης στην οποία έχει εκτεθεί, τίθεται εν αμφιβόλω… Και η Ελλάδα δεν έσπευσε να «εισβάλει» σε αυτό το κενό, ΟΥΤΕ με την σχεδιασμένη αξιοποίηση των ηγετών της Ανατολική Λιβύης, αλλά ΟΥΤΕ στην βάση ενός στρατηγικού συντονισμού με την Γαλλία απέναντι στον Σάρατζ που αναζητεί εναγωνίως τον απογαλακτισμό του από την καταθλιπτική εποπτεία του Ερντογάν.
Το τρίτο ζήτημα που θα πρέπει πάρα πολύ σοβαρά να μας προβληματίσει, είναι το γεγονός ότι η Ελληνική εξωτερική πολιτική δείχνει να έχει παραδοθεί ολοκληρωτικά στην μονομερή ενασχόληση με την ρητορική του ελληνοτουρκικού διαλόγου, αρνούμενη να εργαλειοποιήσει τα λοιπά συγκριτικά της πλεονεκτήματα, προκειμένου να ασκήσει τις δικές της στοχευμένες πιέσεις σε φίλους και αντιπάλους. Πρόκειται για ανεπίτρεπτο στρατηγικό ολίσθημα, για λόγους ουσιαστικούς αλλά και μεθοδολογικούς.
- Α. Γιατί και πάλι εκπέμπονται τα λάθος μηνύματα στον λάθος χρόνο. Ο επιτηρούμενος διάλογος τον οποίο σχεδιάζουν οι «σύμμαχοι» και διαμεσολαβητές, συνεπικουρούμενοι από την τουρκική πειρατική δράση, καλείται να διαχειριστεί ένα μοντέλο Ιφιγενειοποίησης της χώρας και όχι ένα πλαίσιο κανόνων μέσα ΚΑΙ από διεθνείς εγγυήσεις, που θα σηματοδοτήσουν το οριστικό τέλος του τουρκικού τσαμπουκά και θα αναβαθμίσουν την πραγματική θέση της χώρας στον δικό της ζωτικό γεωπολιτικό περίγυρο.
- Β. Γιατί αναβιώνουν και πάλι οι παραδοσιακές αυταπάτες αναφορικά με την αποτελεσματικότητα αυτού του διαλόγου. Η κυβέρνηση δείχνει να επενδύει σε αυτόν, προσβλέποντας να αποσπάσει το ηθικό πλεονέκτημα στα μάτια των «επιτηρητών», έναντι της αντιπάλου Τουρκίας.
- Γ. Γιατί η προσπάθεια να τεθούν οι υποτιθέμενα αυτονόητες προϋποθέσεις για την έναρξη αυτού του διαλόγου, είναι φοβική, άτολμη και ημιτελής, και ως τέτοια δεν ενισχύει, αντιθέτως αποδυναμώνει έτι περαιτέρω τις διαπραγματευτική θέση της χώρας.
Όχι μονάχα επειδή την καθιστούν επίκαιρη οι ίδιες οι εξελίξεις, αλλά κυρίως γιατί ο τρόπος με τον οποίο την διαχειρίζεται η Ελληνική κυβέρνηση, ακυρώνει στην πράξη ένα ακόμη ισχυρό διαπραγματευτικό όπλο της χώρας και «χτίζει» το άλλοθι για να την βάλουν στο χέρι στην αμέσως επόμενη στροφή.
Η Ελληνική Εξωτερική πολιτική και προσωπικά ο πρωθυπουργός της χώρας, σε ένα κρεσέντο υποκρισίας - που αν μη τι άλλο παραπέμπει και σε απαράδεκτες συνεννοήσεις αλλά και σε συναλλαγές που γίνονται κάτω από το τραπέζι - υπό την πίεση της Μέρκελ και του Αμερικανικού υπουργείου Εξωτερικών, θέτει ως «όρο» για τον καθ’ όλα αμφιλεγόμενο διάλογο, προϋποθέσεις με τις οποίες γελούν και τα τουρκικά πόμολα.
Θεωρεί δηλαδή ότι η χώρα μπορεί να συρθεί σε έναν επιτηρούμενο διάλογο, ο οποίος υπό το βάρος των απειλών και των πιέσεων θα παράξει ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΑ και ΣΤΑΘΕΡΑ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ, με μοναδική προϋπόθεση την απομάκρυνση των τουρκικών πλοίων από την περιοχή, δηλαδή την προσωρινή μεταβολή μιας ΑΣΤΑΘΟΥΣ και ΕΥΜΕΤΑΒΛΗΤΗΣ κατάστασης και με μηδενικές εγγυήσεις για το status της επόμενης μέρας.
Η κυβέρνηση δηλαδή, αντί να σπεύσει να αξιοποιήσει την ευνοϊκή συγκυρία που διαμορφώθηκε εξ αιτίας της τουρκικής πειρατικής δράσης αλλά ΚΑΙ την καταφανή δυσκολία την οποία αντιμετωπίζουν οι «σύμμαχοι» στο παρά πέντε της απόφασης για επιβολή κυρώσεων, και να οργανώσει με δυναμισμό, ολοκληρωμένα, επιθετικά και με σχέδιο την διπλωματικοπολιτική της αντεπίθεση, στην ουσία παραιτείται, παραδίδει το πολιτικό της οπλοστάσιο και καταφεύγει σε επικοινωνιακές πιρουέτες που προσβλέπουν στην ΕΞΑΠΑΤΗΣΗ των Ελλήνων πολιτών ΚΑΙ ΟΧΙ στην διπλωματικοπολιτική οχύρωση της χώρας.Με αυτή της την στάση, βγάζει από την δύσκολη θέση Αμερικάνους και Γερμανούς επιτρέποντάς τους να συνεχίσουν το βρώμικο παιχνίδι τους σε βάρος της χώρας, και προσφέρει την απαραίτητη πίστωση χρόνου στον Ερντογάν, προκειμένου να οργανώσει καλύτερα τον επιθετικό του σχεδιασμό, ξεπερνώντας τον σκόπελο μιας περιόδου κατά την οποία αντιμετωπίζει πολλές και σύνθετες δυσκολίες.
Τι θα έπρεπε να γίνει…
Η κλιμάκωση της τουρκικής επιθετικότητας δημιουργεί εκ των πραγμάτων και μια ευνοϊκή συγκυρία. Η Ελλάδα έχει ΟΛΕΣ τις αφορμές… Το κατάλληλο ΠΡΟΣΧΗΜΑ… Την διεθνή ΚΟΙΝΗ ΓΝΩΜΗ με το μέρος της… Τα ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΑ ΕΡΓΑΛΕΙΑ που της επιτρέπουν να απαιτήσει ουσιαστική στήριξη από τους «συμμάχους» της… Την δυνατότητα να την ΕΠΙΒΑΛΕΙ αυτήν την στήριξη… Και μια σειρά από ανταγωνιστικές επιδιώξεις και ΑΝΤΙΘΕΣΕΙΣ που μπορεί να αξιοποιήσει… Προκειμένου να παρέμβει πρωταγωνιστικά και να θέσει τους δικούς της ΚΑΝΟΝΕΣ που να αφορούν στην ΟΥΣΙΑ, στο ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ και στους ΟΡΟΥΣ για την συμμετοχή της σε έναν ΒΙΩΣΙΜΟ και ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΟ διάλογο με ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΕΓΓΥΗΣΕΙΣ.Και αυτοί προφανώς ΔΕΝ είναι το αμφιλεγόμενο αίτημα για την προσωρινή απομάκρυνση των πειρατικών αφού αυτά μπορούν να επανέλθουν δριμύτερα οποιαδήποτε ώρα και στιγμή εκβιάζοντας καινούρια δυσκολοξεπέραστα τετελεσμένα.
Η Ελλάδα σύρεται σε αυτόν διάλογο εκβιαζόμενη, ΟΧΙ κυρίως από την παρουσία των πειρατικών, αλλά ΠΡΩΤΙΣΤΩΣ από τα τετελεσμένα που έχουν επιβληθεί διαχρονικά και προδιαγράφουν τις αποφάσεις του. Αυτά είναι που πρέπει να βάλει στο στόχαστρο, εκβιάζοντας από τους πάντες ΣΤΗΡΙΞΗ και ΒΙΩΣΙΜΗ ΛΥΣΗ.
Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο θα έπρεπε, η Ελληνική Εξωτερική πολιτική να παρέμβει επιθετικά διεμβολίζοντας την προοπτική ενός επιτηρούμενου διαλόγου με έναν μπαμπέση γείτονα, με την δική της διευρυμένη ατζέντα, αντί να επιτρέπει στις τουρκικές απαιτήσεις να εισβάλουν από το παράθυρο με την αβάντα των «συμμάχων».
Ναι λοιπόν στον διάλογο αλλά για να είναι βιώσιμος και παραγωγικός, θα πρέπει οι διεθνείς εγγυήσεις να διασφαλίσουν ότι:
- Τα τουρκικά πειρατικά ΔΕΝ θα επανέλθουν στις θάλασσες της Ελλάδας και της Κύπρου…
- Θα ξεκινήσει άμεσα η αποχώρηση των δυνάμεων κατοχής από την Κύπρο (στην βάση βεβαίως των αποφάσεων του ΟΗΕ) και η αποχώρησή τους θα πρέπει να έχει ολοκληρωθεί σε ένα πολύ συγκεκριμένο, βραχύ και αμετάκλητα συμφωνηθέν χρονοδιάγραμμα.
- Πρώτο ζήτημα στην ατζέντα αυτού του διαλόγου, θα είναι η υπό διεθνή εποπτεία άμεση ανάκληση του συνόλου των παραβιάσεων που έχουν συντελεστεί στα προβλεπόμενα από την συνθήκη της Λωζάνης και έχουν αποβεί σε βάρος του Ελληνισμού, πράγμα που σε κάθε περίπτωση συνιστά διεθνή υποχρέωση ΟΛΩΝ και όχι υστερόβουλη Ελληνική απαίτηση.
- Δεύτερο ζήτημα στην ατζέντα αυτού του διαλόγου, θα είναι η άμεση σύνδεση της τύχης της τελωνειακής ένωσης Τουρκίας με την Ευρωπαϊκή Ένωση, με την δέσμευση της πρώτης να μηδενίσει τις μεταναστευτικές ροές και να αποδεχτεί την άμεση επαναπροώθηση όλων όσων βρίσκονται ήδη στην χώρα.
- Τρίτο ζήτημα στην ατζέντα αυτού του διαλόγου, θα είναι η συμφωνία πως η τήρηση των προβλεπομένων του Διεθνούς Δικαίου και των Διεθνών Συνθηκών, θεωρείται προαπαιτούμενο για τις αποφάσεις του, και πως τις προβλέψεις τους, ουδείς νομιμοποιείται να αμφισβητήσει εφ’ εξής.
Οι εξελίξεις της τελευταίας περιόδου υπήρξαν καταλυτικές. Η Ελληνική κυβέρνηση δεν δικαιούται να αγνοήσει όλα όσα μεσολάβησαν, και από την άποψη αυτή δεν νομιμοποιείται να προβεί σε κανενός είδους διαχειριστικές εκπτώσεις σε κάτι από τα παραπάνω, γιατί η αποτίμηση αυτών των εκπτώσεων την ώρα του ταμείου, θα έχει κόστος Εθνικό.
ellinikoforoum.blogspot.com