Ο εχθρός του φτωχού είναι ο φτωχός. Αυτό επιβεβαιώνουν οι φωτογραφίες και τα βίντεο με τους αστυνομικούς να σπάνε με μένος αυτοκίνητα πολιτών
στη Χίο ή να συμπεριφέρονται στις προκλήσεις με παντελή έλλειψη
επαγγελματισμού, με χυδαίες χειρονομίες και αγελαία συμπεριφορά. Είναι
θλιβερό.
Από προέρχονται αυτά τα παιδιά; Σίγουρα όχι από μεγαλοαστούς γονείς. Ταξικά έχουν κοινές καταβολές με αυτούς με τους οποίους συγκρούονται. Ποια η διαφορά τους με τους μπαχαλάκηδες; Όπως φαίνεται, καμία.
Όμως αυτό που δεν καταλαβαίνω είναι το βαθύ και διευρυμένο μίσος προς τον απλό λαό, τους Ελληνες φορολογούμενους πολίτες.
Δέκα χρόνια ισοπέδωσης και φτωχοποίησης. Δεν υπάρχει άλλος ευρωπαίος πολίτης που να έχει πληγεί σε τέτοιο βαθμό και για τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα.
Οι Ελληνες πολίτες πλήρωσαν και πληρώνουν τα αυστηρά δημοσιονομικά μέτρα χωρίς καμία ανταποδοτικότητα, με άθλια παιδεία και υγεία, με μηδενική μέριμνα για την οικογένεια. Η γνώμη της πλειονότητας των πολιτών, εάν δεν συνάδει με την κυρίαρχη και επιβεβλημένη νεογλώσσα, απορρίπτεται στην καλύτερη περίπτωση ως ακραία.
Τελικά ο λαός είναι ο εχθρός! Οι «αμόρφωτοι», οι «νοικοκυραίοι», οι «εθνικιστές», οι «ρατσιστές». Είναι οι αόρατοι άνθρωποι, αυτοί που νιώθουν ότι δεν έχουν μέλλον και ξέρουν ότι δεν τους υπολογίζει κανείς. Είναι ενδιαφέρον ότι τη λαϊκή τάξη την εχθρεύονται, τη σιχαίνονται όχι μόνο στην Ελλάδα.
«Ξεδοντιάρηδες», αποκαλούσε ο Ολάντ τους εργάτες ή τους μισθωτούς σε επισφαλείς εργασίες, «αξιοθρήνητους», χαρακτήριζε η Χίλαρι Κλίντον την παλιά, υποβαθμισμένη αμερικανική μεσαία τάξη, όπως μας θυμίζει ο Κριστόφ Γκιλλουί στο βιβλίο του «No Society – Το τέλος της μεσαίας τάξης».
Είναι οι αόρατοι άνθρωποι που νιώθουν ότι δεν έχουν μέλλον και ξέρουν ότι δεν τους υπολογίζει κανείς. Τους θυμούνται μόνο κατά τις προεκλογικές περιόδους. Οι «προοδευτικές» ελίτ του τόπου, και όλοι όσοι τριγυρίζουν σαν τις μύγες γύρω από αυτή, με σοβαρά προβλήματα ταυτότητας και ισχυρή μειονεξία απέναντι στο ξένο, το δυτικό, προστατευμένοι στον οχυρωμένο μικρόκοσμό τους κουνάνε με μεγάλη ευκολία το δάκτυλο σε αυτούς που συγκροτούν τη ραχοκοκκαλιά της ελληνικής κοινωνίας.
Οι «καθαροί», με όπλο την πολιτική ορθότητα και την αίσθηση της ιδεολογικής ανωτερότητας, συνήθως συγκαλυμμένη με τον μανδύα της υπεράσπισης των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, αποδομούν αυτόν τον κόσμο και του μεταφέρουν μια συλλογική ενοχή. Στην Ελλάδα, ας μην το ξεχνάμε, ξεκίνησε με το “μαζί τα φάγαμε”. Με αυτό τον τρόπο η βάση αποκλείεται από τον δημόσιο διάλογο, αφού κανείς δεν την ακούει.
Ας την αντικαταστήσουν λοιπόν, ας την ισοπεδώσουν, αφού φαίνεται πως αρκεί να υπάρχει ένα εκλογικό σώμα που θα μανιπουλάρεται είτε με επιδόματα, είτε με τον φόβο. Υπηκόους, θέλουν, όχι πολίτες και εάν η ιστορική μνήμη είναι ανύπαρκτη ή αχνή ακόμη καλύτερα.
Και ο διχασμός καλά κρατεί... Η φτωχολογιά να συγκρούεται με τη φτωχολογιά. «Μπάτσοι» εναντίων «ξεβράκωτων»* και μαζί ο φόβος, η αμφιβολία, η αβεβαιότητα. Εκρηκτικός συνδυασμός. Από την άλλη το απόστημα έχει κακοφορμίσει εδώ και καιρό.
*«Sans culottes» (Αβράκωτοι ή Ξεβράκωτοι) ήταν άνθρωποι που ανήκαν στην εργατική τάξη και στα χαμηλά στρώματα της αστικής τάξης, όπως π.χ μικρέμποροι, μισθωτοί κλπ, οι οποίοι συμμετείχαν ενεργά στο πολιτικό στίβο της Γαλλικής Επανάστασης. Ο όρος Αβράκωτος χρησιμοποιήθηκε για να περιγράψει αυτούς που φορούσαν παντελόνια και όχι βράκες μέχρι το γόνατο που φορούσαν οι αριστοκράτες.
Δημοσθένης Γκαβέας
Από προέρχονται αυτά τα παιδιά; Σίγουρα όχι από μεγαλοαστούς γονείς. Ταξικά έχουν κοινές καταβολές με αυτούς με τους οποίους συγκρούονται. Ποια η διαφορά τους με τους μπαχαλάκηδες; Όπως φαίνεται, καμία.
Όμως αυτό που δεν καταλαβαίνω είναι το βαθύ και διευρυμένο μίσος προς τον απλό λαό, τους Ελληνες φορολογούμενους πολίτες.
Δέκα χρόνια ισοπέδωσης και φτωχοποίησης. Δεν υπάρχει άλλος ευρωπαίος πολίτης που να έχει πληγεί σε τέτοιο βαθμό και για τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα.
Οι Ελληνες πολίτες πλήρωσαν και πληρώνουν τα αυστηρά δημοσιονομικά μέτρα χωρίς καμία ανταποδοτικότητα, με άθλια παιδεία και υγεία, με μηδενική μέριμνα για την οικογένεια. Η γνώμη της πλειονότητας των πολιτών, εάν δεν συνάδει με την κυρίαρχη και επιβεβλημένη νεογλώσσα, απορρίπτεται στην καλύτερη περίπτωση ως ακραία.
Τελικά ο λαός είναι ο εχθρός! Οι «αμόρφωτοι», οι «νοικοκυραίοι», οι «εθνικιστές», οι «ρατσιστές». Είναι οι αόρατοι άνθρωποι, αυτοί που νιώθουν ότι δεν έχουν μέλλον και ξέρουν ότι δεν τους υπολογίζει κανείς. Είναι ενδιαφέρον ότι τη λαϊκή τάξη την εχθρεύονται, τη σιχαίνονται όχι μόνο στην Ελλάδα.
«Ξεδοντιάρηδες», αποκαλούσε ο Ολάντ τους εργάτες ή τους μισθωτούς σε επισφαλείς εργασίες, «αξιοθρήνητους», χαρακτήριζε η Χίλαρι Κλίντον την παλιά, υποβαθμισμένη αμερικανική μεσαία τάξη, όπως μας θυμίζει ο Κριστόφ Γκιλλουί στο βιβλίο του «No Society – Το τέλος της μεσαίας τάξης».
Είναι οι αόρατοι άνθρωποι που νιώθουν ότι δεν έχουν μέλλον και ξέρουν ότι δεν τους υπολογίζει κανείς. Τους θυμούνται μόνο κατά τις προεκλογικές περιόδους. Οι «προοδευτικές» ελίτ του τόπου, και όλοι όσοι τριγυρίζουν σαν τις μύγες γύρω από αυτή, με σοβαρά προβλήματα ταυτότητας και ισχυρή μειονεξία απέναντι στο ξένο, το δυτικό, προστατευμένοι στον οχυρωμένο μικρόκοσμό τους κουνάνε με μεγάλη ευκολία το δάκτυλο σε αυτούς που συγκροτούν τη ραχοκοκκαλιά της ελληνικής κοινωνίας.
Οι «καθαροί», με όπλο την πολιτική ορθότητα και την αίσθηση της ιδεολογικής ανωτερότητας, συνήθως συγκαλυμμένη με τον μανδύα της υπεράσπισης των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, αποδομούν αυτόν τον κόσμο και του μεταφέρουν μια συλλογική ενοχή. Στην Ελλάδα, ας μην το ξεχνάμε, ξεκίνησε με το “μαζί τα φάγαμε”. Με αυτό τον τρόπο η βάση αποκλείεται από τον δημόσιο διάλογο, αφού κανείς δεν την ακούει.
Ας την αντικαταστήσουν λοιπόν, ας την ισοπεδώσουν, αφού φαίνεται πως αρκεί να υπάρχει ένα εκλογικό σώμα που θα μανιπουλάρεται είτε με επιδόματα, είτε με τον φόβο. Υπηκόους, θέλουν, όχι πολίτες και εάν η ιστορική μνήμη είναι ανύπαρκτη ή αχνή ακόμη καλύτερα.
Και ο διχασμός καλά κρατεί... Η φτωχολογιά να συγκρούεται με τη φτωχολογιά. «Μπάτσοι» εναντίων «ξεβράκωτων»* και μαζί ο φόβος, η αμφιβολία, η αβεβαιότητα. Εκρηκτικός συνδυασμός. Από την άλλη το απόστημα έχει κακοφορμίσει εδώ και καιρό.
*«Sans culottes» (Αβράκωτοι ή Ξεβράκωτοι) ήταν άνθρωποι που ανήκαν στην εργατική τάξη και στα χαμηλά στρώματα της αστικής τάξης, όπως π.χ μικρέμποροι, μισθωτοί κλπ, οι οποίοι συμμετείχαν ενεργά στο πολιτικό στίβο της Γαλλικής Επανάστασης. Ο όρος Αβράκωτος χρησιμοποιήθηκε για να περιγράψει αυτούς που φορούσαν παντελόνια και όχι βράκες μέχρι το γόνατο που φορούσαν οι αριστοκράτες.
Δημοσθένης Γκαβέας