Θα τα κάψω τα ρημάδια τα βιβλία μου... ή αλλιώς πως το μνημονιακό κράτος θωρακίζεται νομικά μέχρι το 2060 με την συνενοχή του ΣΥΡΙΖΑ
Αυτά διδάσκονται μέχρι σήμερα οι φοιτητές των Οικονομικών και Νομικών Πανεπιστημίων της Ελλάδας.
Αστικός Κώδικας-Σύμβαση Εργασίας
Αρθρο 648. Έννοια: Με τη σύμβαση εργασίας ο εργαζόμενος έχει υποχρέωση να παρέχει για ορισμένο ή αόριστο χρόνο, την εργασία του στον εργοδότη και αυτός να καταβάλει το συμφωνημένο μισθό...
Αρθρο 649. Αν η εργασία κατά τις συνηθισμένες περιστάσεις παρέχεται μόνο με μισθό λογίζεται ότι έχει σιωπηρά συμφωνηθεί μισθός.
Αρθρο 652. Υποχρεώσεις του εργαζομένου: Ο εργαζόμενος οφείλει να εκτελέσει με επιμέλεια την εργασία που ανέλαβε και ευθύνεται για τη ζημία που προξενείται στον εργοδότη από δόλο ή από αμέλειά του...
Αρθρο 653. Υποχρεώσεις του εργοδότη: Ο εργοδότης έχει υποχρέωση να καταβάλει το συμφωνημένο ή το συνηθισμένο μισθό.
Αρθρο 655. Πότε καταβάλλεται ο μισθός Αν δεν υπάρχει αντίθετη συμφωνία ή συνήθεια, ο μισθός καταβάλλεται μετά την παροχή της εργασίας και γίνεται απαιτητός ο μισθός που αντιστοιχεί στο χρόνο έως τη λήξη.
Αρθρο 664. Συμψηφισμός ή κρατήσεις του μισθού: Ο εργοδότης δεν μπορεί να συμψηφίσει οφειλόμενο μισθό με απαίτησή του κατά του εργαζομένου εφόσον ο μισθός αυτός είναι απολύτως αναγκαίος για την διατροφή του εργαζομένου και της οικογένειάς του... Ο μισθός, εφόσον δεν υπόκειται σε συμψηφισμό, είναι και ακατάσχετος.
Αρθρο 679. Παραίτηση του εργαζομένου από δικαιώματά του: Είναι άκυρη η συμφωνία με την οποία περιορίζονται τα δικαιώματα του εργαζομένου από τα άρθρα 656 έως 658, 659 παρ. 2 έως 667, 668 εδ. 2. 670, 674, 677 και 678.
Το πρώτο κρούσμα: Η απόφαση του Αρείου Πάγου όμως έχει άλλη «άποψη» για την μη καταβολή δεδουλευμένων
Μόνη η μη καταβολή των δεδουλευμένων αποδοχών του μισθωτού, έστω και μακροχρόνια δεν αρκεί να θεμελιώσει την έννοια της βλαπτικής μεταβολής των όρων της σύμβασης εργασίας του, αν δεν συνδέεται και με την πρόθεση του εργοδότη να εξαναγκάσει αυτόν σε παραίτηση προκειμένου να αποφύγει την καταβολή σ’ αυτόν της αποζημίωσης απόλυσης. Μόνη όμως η καθυστέρηση καταβολής του μισθού δεν συνιστά βλαπτική, υπό την εκτεθείσα έννοια, μεταβολή των όρων της σύμβασης εργασίας, εκτός αν γίνεται δολίως και δη για να εξαναγκασθεί ο μισθωτός σε αποχώρηση από την εργασία του.
Αντιστρέφοντας ολίγον την λογική της απόφασης, με λογοπαίγνιο:
Να υποθέσω πως, για τον Aρειο Πάγο, και η μη καθημερινή άσκηση των καθηκόντων του εργαζόμενου δεν συνιστά από μόνη της λόγο καταγγελίας της σύμβασης αν δεν συνδέεται και με την πρόθεση του εργαζόμενου να εξαναγκάσει τον εργοδότη σε απόλυση; Και άρα δεν συνεπάγεται την μη καταβολή του μισθού;
Βεβαίως, οι ανώτατοι δικαστές στο σκεπτικό της απόφασης τους «ερμηνεύουν» τους νόμους που ψήφισαν άλλοι, δηλαδή η Βουλή, και τους οποίους διατηρούν σε ισχύ οι κυβερνήσεις, όπως και η σημερινή.
Δεύτερο κρούσμα: Συνταγματικό το "Μνημόνιο 2" και η κατάργηση των ρητρών μονιμότητας
Συνταγματικός κρίθηκε ο νόμος ο 4046/2012 (μνημονίου ΙΙ) και η 6/2012 Πράξη του Υπουργικού Συμβουλίου (ΠΥΣ) που καθιέρωσαν τον περιορισμό των εγγυήσεων των απολύσεων των εργαζομένων, από τη μεγάλη Ολομέλεια του Αρείου Πάγου υπό την προεδρία της Βασιλικής Θάνου, με την υπ΄ αριθμ. 11/2017 απόφασή της. Οπως επισημαίνεται στην δικαστική απόφαση, τα νομοθετήματα αυτά αποσκοπούν στην «τόνωση της ανταγωνιστικότητας» των επιχειρήσεων και για αυτό έγινε και η μείωση αποδοχών στον ιδιωτικό τομέα, γιατί «διαφορετικά στερεί την δυνατότητα εξυγίανσης των επιχειρήσεων μέσω της μείωσης του εργασιακού κόστους». Ειδικότερα, την Ολομέλεια του Αρείου Πάγου, την απασχόλησαν οι απολύσεις 5 εργαζομένων στο ΚΤΕΛ Χαλκιδικής (οδηγοί και εισπράκτορες) οι οποίες έγιναν μετά την ισχύ του νόμου 4046/2012 και στο πλαίσιο εφαρμογής του άρθρου 5 της 6/2012 ΠΥΣ. Με την εν λόγω ΠΥΣ, καταργήθηκαν οι λεγόμενες «ρήτρες μονιμότητας» από όσους κανονισμούς εργασίας περιλαμβανόντουσαν τέτοιες ρυθμίσεις αυξημένης προστασίας των εργαζομένων από τις καταγγελίες των συμβάσεων εργασίας. Το ΚΤΕΛ Χαλκιδικής, κατά τις επίμαχες 5 απολύσεις, δεν εφάρμοσε τις διατάξεις του γενικού κανονισμού προσωπικού των ΚΤΕΛ, που περιλαμβάνει «ρήτρες μονιμότητας» για την προστασία των εργαζομένων με συμβάσεις εργασίας και περιορίζει τα δικαιώματα του εργοδότη για ελεύθερη καταγγελία των συμβάσεων εργασίας. Αντίθετα, εφάρμοσε τις εργατικές διατάξεις για τις απολύσεις, με το επιχείρημα ότι «ρήτρες μονιμότητας» του γενικού κανονισμού προσωπικού των ΚΤΕΛ έχουν καταργηθεί με την ΠΥΣ 6/2012. Στην συνέχεια, οι απολυμένοι προσέφυγαν στην Δικαιοσύνη και δικαιώθηκαν από το Μονομελές Πρωτοδικείο Χαλκιδικής, αλλά το ΚΤΕΛ άσκησε αναίρεση στον Άρειο Πάγο. Κατόπιν αυτών, η Ολομέλεια του Αρείου Πάγου έκρινε, ότι τόσο το Μνημόνιο ΙΙ, όσο και το άρθρο 5 της ΠΥΣ, το οποίο καταργεί τις «ρήτρες μονιμότητας» που προστατεύουν τους εργαζόμενους, δεν προσκρούουν στα άρθρα 261 και 43 του Συντάγματος.
Δεν απαλλάσσει τους δικαστές για μια τόσο κατάφωρα αντεργατική ερμηνεία των νόμων απλώς καταδεικνύει ότι την στρατηγική του περιορισμού των δημοκρατικών δικαιωμάτων με την επίφαση της νομιμότητας, για να επιβιώσουν τα μνημόνια μέχρι το 2060. Αυτά για τη φύση και το χαρακτήρα της «τυφλής» ανώτερης Δικαιοσύνης, που έχει μονίμως το δεξί μάτι μισάνυχτο.
Η αιρετική ματιά στα προνόμια διαφόρων κοινωνικών ομάδων στην εποχή των μνημονίων
- Η δικαιοσύνη είναι τυφλή: Απόφαση του Ελεγκτικού Συνεδρίου προβλέπει ότι την σύνταξη δημοσίου υπαλλήλου (ή συνταξιούχου), λειτουργού, στρατιωτικού, θα μπορούν πλέον να την εισπράττουν όχι μόνο οι κόρες τους αλλά και οι υιοί τους.
- Το ΣτΕ έκρινε ότι τα αναδρομικά της έκτακτης παροχής των δικαστών δεν υπόκεινται σε εισφορά αλληλεγγύης
- Εγκύκλιος Πιτσιλή: Επιστρέφονται αναδρομικά από 2.500 έως 15.000 ευρώ στους δικαστικούς! Αυτό οφείλεται επειδή με δύο αποφάσεις του (τις αριθ. 89/2013 και 6/2015) το Ειδικό Δικαστήριο της παρ. 2 του άρ. 88 του Συντάγματος (Μισθοδικείο) έκρινε ότι ο οφειλόμενος φόρος εισοδήματος δικαστικών λειτουργών που προσέφυγαν, πρέπει να υπολογιστεί μετά την αφαίρεση ποσοστού 25% από τις ακαθάριστες αποδοχές τους (εν ενεργεία και συντάξιμων), λόγω της εξίσωσης των εισοδημάτων των δικαστικών με την απαλλασσόμενη κατά το 25% από φόρους- βουλευτική αποζημίωση.
- Κατά μέσο όρο, ο μισθός των βουλευτών ανέρχεται σε 7.270 ευρώ (μεικτά). Οι Ελληνες βουλευτές λοιπόν, κουνούν με πάθος το δάχτυλο στον ελληνικό λαό ζητώντας του να βάλει πλάτη, την ώρα που εκείνοι απολαμβάνουν αποζημιώσεις οι οποίες έχουν χαώδη διαφορά με τους πραγματικούς μισθούς της χώρας και διευκολύνσεις.
Το ποσό της βουλευτικής αποζημίωσης ανέρχεται σε 5.780 ευρώ μηνιαίως και σε 69.360 ευρώ ετησίως (5.780 ευρώ Χ 12 = 69.360 ευρώ). Στο ποσό αυτό προστίθεται και το επίδομα γάμου, το οποίο ανέρχεται σε 35 ευρώ το μήνα ή σε 420 ευρώ ετησίως. Πριν υπαχθεί σε φόρο το ποσό της βουλευτικής αποζημίωσης αφαιρείται το ποσό των κρατήσεων για υγειονομική περίθαλψη και κοινωνική ασφάλιση, καθώς και τυχόν ποσά που αποδίδονται στο κόμμα. Το συνολικό ποσό των κρατήσεων αυτών μπορεί να φθάσει μέχρι και τα επίπεδα των 24.250 ευρώ. Το υπόλοιπο που απομένει, μετά την αφαίρεση των κρατήσεων αυτών, είναι το συνολικό καθαρό εισόδημα του βουλευτή. Περαιτέρω, κατά την εκκαθάριση του φόρου εισοδήματος, αφαιρείται από το καθαρό αυτό εισόδημα το 25% του ακαθάριστου ποσού της βουλευτικής αποζημίωσης ως τεκμαρτή ετήσια δαπάνη για την κάλυψη των αναγκών μίσθωσης των πολιτικών γραφείων και λοιπών αναγκών άσκησης του βουλευτικού λειτουργήματος. Το ποσό που εκπίπτει (αφαιρείται από την καθαρή φορολογητέα βουλευτική αποζημίωση) ανέρχεται συγκεκριμένα σε 17.445 ευρώ (69.360 ευρώ Χ 25% = 17.445 ευρώ). Επιπλέον, κατά την εκκαθάριση του φόρου εισοδήματος, από την ετήσια καθαρή φορολογητέα αποζημίωση του βουλευτή αφαιρείται, ως επιπλέον αφορολόγητο, ένα ποσό ύψους 10.868 ευρώ, το οποίο αντιστοιχεί στο μηνιαίο επίδομα βιβλιοθήκης ύψους 905,66 ευρώ (12 Χ 905,66 ευρώ = 10.868 ευρώ). Πέραν της βουλευτικής αποζημίωσης, σε κάθε βουλευτή χορηγούνται και τα παρακάτω επιδόματα, τα οποία είναι αφορολόγητα (χωρίς παραστατικά):
1. Επίδομα οργάνωσης γραφείου: 936 ευρώ το μήνα ή 11.230 ευρώ το χρόνο
2. Αποζημίωση εξόδων μετακίνησης: 364 ευρώ το μήνα ή 4.368 ευρώ το χρόνο
3. Ταχυδρομικά τέλη: 1.136,64 ευρώ το μήνα ή 13.632 ευρώ το χρόνο
4. Αποζημίωση συμμετοχής σε κοινοβουλευτικές επιτροπές, θερινά τμήματα επιτροπές ελέγχου των οικονομικών των κομμάτων, βουλευτών και δηλώσεων περιουσιακής κατάστασης.
Με βάση όλα αυτά τα στοιχεία, το συνολικό καθαρό ποσό του ετήσιου εισοδήματος από την κοινοβουλευτική δραστηριότητα μπορεί να φθάσει τα 74.760 ευρώ, χωρίς να συνυπολογίζεται η αποζημίωση για τη συμμετοχή σε επιτροπές, θερινά τμήματα κ.λπ. Από αυτό το ποσό, το τελικό φορολογητέο μπορεί να περιοριστεί μόλις στα 17.217 ευρώ και το αφορολόγητο ποσό να φθάσει στις 57.543 ευρώ. Δηλαδή το φορολογητέο ποσό μπορεί να περιοριστεί μόλις στο 23% του συνολικού ετήσιου καθαρού εισοδήματος και το αφορολόγητο να φθάσει στο 77%. Ουσιαστικά, για καθαρό εισόδημα ύψους 74.760 ευρώ ένας βουλευτής πληρώνει φόρο εισοδήματος και ειδική εισφορά αλληλεγγύης που αντιστοιχεί στο ποσό των 17.217 ευρώ. Με βάση τις ισχύουσες σήμερα κλίμακες υπολογισμού του φόρου εισοδήματος και της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης, το συνολικό ποσό των φόρων που πληρώνει ένας βουλευτής χωρίς προστατευόμενα τέκνα για εισόδημα 74.760 ευρώ από κοινοβουλευτική δραστηριότητα είναι μόλις 5.967,14 ευρώ αφού επιβαρύνεται μόνο για τις 17.217 ευρώ, ενώ για τα υπόλοιπα 57.543 ευρώ απαλλάσσεται από το φόρο εισοδήματος. Αντιθέτως, για ετήσιο καθαρό εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες ύψους 74.760 ευρώ ένας απλός πολίτης πληρώνει σήμερα φόρο εισοδήματος και ειδική εισφορά αλληλεγγύης συνολικού ύψους 29.190,37 ευρώ.
Παραφράζοντας το λαικό τραγούδι
Θα τα κάψω
τα ρημάδια τα βιβλία μου
για να δω αν την καρδιά μου
ή το χρήμα αγαπάς
Πήρες τα βιβλία μου
πάρε και τα λεφτά μου
πάρ’ τα και χαλάλι σου
Αμφιβάλλω και πονώ
κι άκρη δεν μπορώ να βρω.
Γιάννης Περάκης
Οικονομολόγος
1. Αρθρo 26 του συντάγματος:
α) H νoμoθετική λειτoυργία ασκείται από τη Boυλή και τoν Πρόεδρo της Δημoκρατίας.
β) H εκτελεστική λειτoυργία ασκείται από τoν Πρόεδρo της Δημoκρατίας και την Kυβέρνηση.
γ) H δικαστική λειτoυργία ασκείται από τα δικαστήρια. Oι απoφάσεις τoυς εκτελoύνται στo όνoμα τoυ Eλληνικoύ Λαoύ.
sxedio-b.gr