- Το 11,3% του πληθυσμού ηλικίας 15 ετών και άνω δεν είχε την οικονομική δυνατότητα να αγοράσει φάρμακα που είχαν συσταθεί από γιατρό.
- Χρειάστηκαν και δεν είχαν την οικονομική δυνατότητα να λάβουν. Ιατρική φροντίδα ή θεραπεία, το 13,6% του πληθυσμού.
- Το 29,7% του πληθυσμού ηλικίας 15 ετών και άνω δηλώνει ότι έχει περιορίσει τις δραστηριότητές του λόγω προβλημάτων υγείας.
- Οι μισοί Έλληνες ηλικίας 65 – 74 ετών και σχεδόν τέσσερις στους πέντε ηλικίας 75 ετών και άνω δηλώνουν περιορισμό δραστηριοτήτων λόγω προβλημάτων υγείας.
- Κατάρρευση των δεικτών υγείας του ελληνικού πληθυσμού καταγράφεται στην έρευνα της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής.
Τα στοιχεία αφορούν το 2014, αλλά δημοσιοποιήθηκαν την Τετάρτη. Η έρευνα έγινε σε άτομα άνω των 15 ετών, με στόχο την καταγραφή της κατάστασης υγείας του πληθυσμού.
Σε σχέση με τα αποτελέσματα της προηγούμενης έρευνας (2009), καταγράφεται μείωση 0,7% στο ποσοστό του πληθυσμού που δηλώνει πολύ καλή ή καλή υγεία, αύξηση (9,6%) στο ποσοστό του πληθυσμού που δηλώνει μέτρια υγεία και μείωση (-13,6%) στο ποσοστό όσων δηλώνουν κακή ή πολύ κακή υγεία.
Ανησυχία προκαλεί το εύρημα ότι το 4,7% του πληθυσμού δηλώνει ότι έχει κατάθλιψη, ποσοστό που είναι αυξημένο κατά 80,8% σε σχέση με το ποσοστό του 2009 (2,6%)!
Κατάθλιψη φέρεται να εμφανίζουν τρεις στους δέκα άνδρες και σχεδόν επτά στις δέκα γυναίκες.
Το 7,6% του πληθυσμού πάσχει από αγχώδεις διαταραχές, το 1,7% από άλλες ψυχικές διαταραχές και το 1,0% από ανοϊκή διαταραχή ή νόσο Alzheimer.
Η ανησυχία εντείνεται από τις απαντήσεις στο ερώτημα “σκέψεις ότι θα ήταν καλύτερα να μη ζει ή να βλάψει τον εαυτό του”. Το 3,3% των συμμετεχόντων απάντησαν με σαφήνεια ότι αυτό συνέβη κατά τη διάρκεια των τελευταίων δύο εβδομάδων.
Νοσήματα
Ένας στους δύο (49,7%) δηλώνει ότι έχει κάποιο χρόνιο πρόβλημα ή χρόνια πάθηση, η οποία διαρκεί ή πρόκειται να διαρκέσει για περισσότερο από έξι μήνες.
Χρόνιο πρόβλημα δηλώνουν πέντε στις δέκα γυναίκες (54,1%) και τέσσερις στους δέκα άνδρες (44,8%).
Από το σύνολο όσων δηλώνουν ότι έχουν κάποιο χρόνιο πρόβλημα υγείας ή χρόνια πάθηση, έξι στους δέκα (61,8%) είναι ηλικίας 55 ετών και άνω.
Αύξηση 25,2%, σε σχέση με το 2009 (39,7%), καταγράφεται στον πληθυσμό που δηλώνει ότι πάσχει από κάποιο χρόνιο πρόβλημα υγείας ή χρόνια πάθηση.
Δραστηριότητες
Ένας στους δέκα (10,3%) ηλικίας 15 ετών και άνω έχει περιορίσει πάρα πολύ, για λόγους υγείας και για διάστημα έξι μηνών ή και περισσότερο, κάποιες από τις – συνήθεις για τον γενικό πληθυσμό – δραστηριότητές του, και δύο στους δέκα (19,4%) τις έχουν περιορίσει αλλά όχι πάρα πολύ.
Συνολικά, το 29,7% του πληθυσμού ηλικίας 15 ετών και άνω δηλώνει ότι έχει περιορίσει τις δραστηριότητές του λόγω προβλημάτων υγείας.
Οι μισοί Έλληνες ηλικίας 65 – 74 ετών και σχεδόν τέσσερις στους πέντε ηλικίας 75 ετών και άνω δηλώνουν περιορισμό δραστηριοτήτων λόγω προβλημάτων υγείας.
Θεραπεία
Κατά τους τελευταίους 12 μήνες πριν τη διενέργεια της έρευνας, χρειάστηκαν και δεν είχαν την οικονομική δυνατότητα να λάβουν:
Ιατρική φροντίδα ή θεραπεία, το 13,6% του πληθυσμού.
Οδοντιατρική φροντίδα ή θεραπεία, το 15,2% του πληθυσμού.
Υπηρεσίες φροντίδας ψυχικής υγείας από ψυχολόγο ή ψυχίατρο, το 4,2% του πληθυσμού.
Φάρμακα
Το 11,3% του πληθυσμού ηλικίας 15 ετών και άνω δεν είχε την οικονομική δυνατότητα να αγοράσει φάρμακα που είχαν συσταθεί από γιατρό.
Τα μέλη των νεότερων ομάδων ηλικιών φέρονται να έχουν καταναλώσει περισσότερα φάρμακα χωρίς συνταγή γιατρού παρά με συνταγή γιατρού.
Το αντίθετο καταγράφηκε για τις μεγαλύτερες ομάδες ηλικιών.
- Χρειάστηκαν και δεν είχαν την οικονομική δυνατότητα να λάβουν. Ιατρική φροντίδα ή θεραπεία, το 13,6% του πληθυσμού.
- Το 29,7% του πληθυσμού ηλικίας 15 ετών και άνω δηλώνει ότι έχει περιορίσει τις δραστηριότητές του λόγω προβλημάτων υγείας.
- Οι μισοί Έλληνες ηλικίας 65 – 74 ετών και σχεδόν τέσσερις στους πέντε ηλικίας 75 ετών και άνω δηλώνουν περιορισμό δραστηριοτήτων λόγω προβλημάτων υγείας.
- Κατάρρευση των δεικτών υγείας του ελληνικού πληθυσμού καταγράφεται στην έρευνα της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής.
Τα στοιχεία αφορούν το 2014, αλλά δημοσιοποιήθηκαν την Τετάρτη. Η έρευνα έγινε σε άτομα άνω των 15 ετών, με στόχο την καταγραφή της κατάστασης υγείας του πληθυσμού.
Σε σχέση με τα αποτελέσματα της προηγούμενης έρευνας (2009), καταγράφεται μείωση 0,7% στο ποσοστό του πληθυσμού που δηλώνει πολύ καλή ή καλή υγεία, αύξηση (9,6%) στο ποσοστό του πληθυσμού που δηλώνει μέτρια υγεία και μείωση (-13,6%) στο ποσοστό όσων δηλώνουν κακή ή πολύ κακή υγεία.
Ανησυχία προκαλεί το εύρημα ότι το 4,7% του πληθυσμού δηλώνει ότι έχει κατάθλιψη, ποσοστό που είναι αυξημένο κατά 80,8% σε σχέση με το ποσοστό του 2009 (2,6%)!
Κατάθλιψη φέρεται να εμφανίζουν τρεις στους δέκα άνδρες και σχεδόν επτά στις δέκα γυναίκες.
Το 7,6% του πληθυσμού πάσχει από αγχώδεις διαταραχές, το 1,7% από άλλες ψυχικές διαταραχές και το 1,0% από ανοϊκή διαταραχή ή νόσο Alzheimer.
Η ανησυχία εντείνεται από τις απαντήσεις στο ερώτημα “σκέψεις ότι θα ήταν καλύτερα να μη ζει ή να βλάψει τον εαυτό του”. Το 3,3% των συμμετεχόντων απάντησαν με σαφήνεια ότι αυτό συνέβη κατά τη διάρκεια των τελευταίων δύο εβδομάδων.
Νοσήματα
Ένας στους δύο (49,7%) δηλώνει ότι έχει κάποιο χρόνιο πρόβλημα ή χρόνια πάθηση, η οποία διαρκεί ή πρόκειται να διαρκέσει για περισσότερο από έξι μήνες.
Χρόνιο πρόβλημα δηλώνουν πέντε στις δέκα γυναίκες (54,1%) και τέσσερις στους δέκα άνδρες (44,8%).
Από το σύνολο όσων δηλώνουν ότι έχουν κάποιο χρόνιο πρόβλημα υγείας ή χρόνια πάθηση, έξι στους δέκα (61,8%) είναι ηλικίας 55 ετών και άνω.
Αύξηση 25,2%, σε σχέση με το 2009 (39,7%), καταγράφεται στον πληθυσμό που δηλώνει ότι πάσχει από κάποιο χρόνιο πρόβλημα υγείας ή χρόνια πάθηση.
Δραστηριότητες
Ένας στους δέκα (10,3%) ηλικίας 15 ετών και άνω έχει περιορίσει πάρα πολύ, για λόγους υγείας και για διάστημα έξι μηνών ή και περισσότερο, κάποιες από τις – συνήθεις για τον γενικό πληθυσμό – δραστηριότητές του, και δύο στους δέκα (19,4%) τις έχουν περιορίσει αλλά όχι πάρα πολύ.
Συνολικά, το 29,7% του πληθυσμού ηλικίας 15 ετών και άνω δηλώνει ότι έχει περιορίσει τις δραστηριότητές του λόγω προβλημάτων υγείας.
Οι μισοί Έλληνες ηλικίας 65 – 74 ετών και σχεδόν τέσσερις στους πέντε ηλικίας 75 ετών και άνω δηλώνουν περιορισμό δραστηριοτήτων λόγω προβλημάτων υγείας.
Θεραπεία
Κατά τους τελευταίους 12 μήνες πριν τη διενέργεια της έρευνας, χρειάστηκαν και δεν είχαν την οικονομική δυνατότητα να λάβουν:
Ιατρική φροντίδα ή θεραπεία, το 13,6% του πληθυσμού.
Οδοντιατρική φροντίδα ή θεραπεία, το 15,2% του πληθυσμού.
Υπηρεσίες φροντίδας ψυχικής υγείας από ψυχολόγο ή ψυχίατρο, το 4,2% του πληθυσμού.
Φάρμακα
Το 11,3% του πληθυσμού ηλικίας 15 ετών και άνω δεν είχε την οικονομική δυνατότητα να αγοράσει φάρμακα που είχαν συσταθεί από γιατρό.
Τα μέλη των νεότερων ομάδων ηλικιών φέρονται να έχουν καταναλώσει περισσότερα φάρμακα χωρίς συνταγή γιατρού παρά με συνταγή γιατρού.
Το αντίθετο καταγράφηκε για τις μεγαλύτερες ομάδες ηλικιών.