Υπάρχει περιθώριο για διαφορετικές ερμηνείες των δεδομένων

Παρασκευή 3 Απριλίου 2020

Πόσο θανατηφόρος είναι ο κορωναϊός; Απέχουμε ακόμη πολύ από το να το διασαφηνίσουμε.

Υπάρχει περιθώριο για διαφορετικές ερμηνείες των δεδομένων

Δημοσιεύουμε σε δική μας μετάφραση ένα άρθρο του δόκτορος John Lee το οποίο πρωτοδημοσιεύτηκε στις 28 Μαρτίου 2020 στο «The Spectator» και είναι διαθέσιμο εδώ.
Είναι, κατά τη γνώμη μας από τα πιο προσγειωμένα και εμπεριστατωμένα άρθρα, από έναν καθηγητή παθολογίας, για το ευρύ κοινό σχετικά με το πώς αναλύονται και συμμετέχουν στις στατιστικές οι θάνατοι από τον κορωναϊό. 
Το συμπέρασμα που προκύπτει από τα λεγόμενά του είναι σαφές: Ουσιαστικά έχουν παρθεί εξαιρετικά «προωθημένες» αποφάσεις για την αντιμετώπιση του κορωναϊού, οι οποίες δεν δικαιολογούνται από τα πραγματικά δεδομένα. Αυτό που τις «δικαιολογεί» είναι ο τρόπος καταμέτρησής τους και παρουσίασής τους από τα ΜΜΕ, αλλά, όπως λέει ο ίδιος, «η τηλεόραση δεν είναι επιστήμη».
Οι υπογραμμίσεις στο άρθρο με έντονη γραμματοσειρά είναι δικές μας.


Στην ανακοίνωση των μακράν πιο εκτεταμένων περιορισμών της προσωπικής ελευθερίας στην ιστορία του έθνους μας, ο Boris Johnson ακολούθησε με αποφασιστικότητα τις επιστημονικές συμβουλές που του δόθηκαν. Οι σύμβουλοι της κυβέρνησης φαίνονται ήρεμοι και συγκεντρωμένοι, με μια σταθερή συναίνεση μεταξύ τους. Μπροστά σε μια νέα ιική απειλή, με το αριθμό των περιστατικών να αυξάνονται καθημερινά, δεν είμαι βέβαιος ότι οποιοσδήποτε πρωθυπουργός θα είχε ενεργήσει πολύ διαφορετικά.

Ωστόσο, θα ήθελα να θίξω κάποιες απόψεις, οι οποίες σχεδόν έχουν εκπέσει τις τελευταίες εβδομάδες και οι οποίες δείχνουν μια ερμηνεία των στοιχείων διαφορετική από εκείνη που κάνει η κυβέρνηση. Είμαι πρόσφατα συνταξιούχος καθηγητής παθολογίας και παθολόγος σύμβουλος του Εθνικού Συστήματος Υγείας της Μ. Βρετανίας (NHS) και έχω περάσει το μεγαλύτερο μέρος της ενήλικης ζωής μου στην υγειονομική περίθαλψη και επιστήμη –τομείς, οι οποίοι πολύ συχνά χαρακτηρίζονται από αμφιβολία παρά από βεβαιότητα. Υπάρχει περιθώριο για διαφορετικές ερμηνείες των τωρινών δεδομένων. Εάν ορισμένες από αυτές είναι σωστές ή τουλάχιστον πλησιέστερες στην αλήθεια, τότε τα συμπεράσματα σχετικά με τις απαιτούμενες ενέργειες θα αλλάξουν αναλόγως.

Ο απλούστερος τρόπος να κρίνουμε εάν έχουμε μια εξαιρετικά θανατηφόρα ασθένεια είναι να εξετάσουμε τα ποσοστά θνησιμότητας. Υπάρχουν περισσότεροι άνθρωποι που πεθαίνουν από ότι θα περιμέναμε ούτως ή άλλως σε μια δεδομένη εβδομάδα ή μήνα; Στατιστικά, θα περίμενε κανείς να πεθάνουν περίπου 51.000 άνθρωποι στη Βρετανία αυτό τον μήνα. Τη στιγμή που γράφεται αυτό το άρθρο, 422 θάνατοι συνδέονται με τον Covid-19 –οπότε 0.8% του αναμενόμενου συνόλου. Σε παγκόσμια βάση, περιμένουμε 14.000.000 να πεθάνουν κατά τους πρώτους τρεις μήνες του έτους. Οι 18.944 θάνατοι από κορωναϊό αντιπροσωπεύουν το 0.14% του συνόλου. Αυτά τα στοιχεία ενδέχεται να εκτοξευτούν, αλλά είναι, αυτή τη στιγμή, χαμηλότερα από άλλες μολυσματικές ασθένειες με τις οποίες ζούμε (όπως η γρίπη). Δεν υπάρχουν αριθμοί που θα προκαλούσαν, από μόνοι τους, δραστικές παγκόσμιες αντιδράσεις.

Τα αρχικά αναφερόμενα στοιχεία από την Κίνα και την Ιταλία υποδεικνύουν ένα ποσοστό θνησιμότητας από 5% έως 15%, παρόμοιο με αυτό της ισπανικής γρίπης. Δεδομένου ότι οι περιπτώσεις αυξάνονται εκθετικά, αυτό ενέτεινε την προοπτική των ποσοστών θνησιμότητας, σε βαθμό που κανένα σύστημα υγείας του κόσμου δεν θα ήταν σε θέση να αντιμετωπίσει. Η ανάγκη αποφυγής αυτού του σεναρίου είναι η αιτιολόγηση των μέτρων που εφαρμόζονται: η ισπανική γρίπη θεωρείται ότι έχει μολύνει περίπου έναν στους τέσσερις παγκόσμιους πληθυσμούς μεταξύ 1918 και 1920 ή περίπου 500.000.000 ανθρώπους με 50.000.000 θανάτους. Καταρτίσαμε σχέδια έκτακτης ανάγκης για την πανδημία, έτοιμα να ενεργοποιηθούν σε περίπτωση που αυτό ξανασυμβεί.

Κατά τη στιγμή που γράφεται το παρόν άρθρο, στη Μεγάλη Βρετανία οι 422 θάνατοι και οι 8.077 γνωστές περιπτώσεις δίνουν ένα φαινομενικό ποσοστό θανάτων 5%. Αυτό συχνά αναφέρεται ως αιτία ανησυχίας, σε αντίθεση με το ποσοστό θνησιμότητας της εποχικής γρίπης, το οποίο υπολογίζεται σε περίπου 0,1%. Αλλά θα πρέπει να εξετάσουμε πολύ προσεκτικά τα δεδομένα. Αυτά τα στοιχεία είναι πραγματικά συγκρίσιμα;
Οι περισσότεροι έλεγχοι στο Ηνωμένο Βασίλειο έχουν γίνει σε νοσοκομεία, όπου υπάρχει υψηλή συγκέντρωση ασθενών που είναι επιρρεπείς στις επιπτώσεις οποιασδήποτε μόλυνσης. Όπως θα γνωρίζει ο καθένας που έχει συνεργαστεί με ασθενείς, οποιοδήποτε καθεστώς ελέγχων που βασίζεται μόνο στα νοσοκομεία θα υπερεκτιμήσει τη μολυσματικότητα της λοίμωξης. Επίσης, ασχολούμαστε μόνο με εκείνες τις περιπτώσεις Covid-19, που κατέστησαν τους ανθρώπους αρκετά άρρωστους ή τους ανησύχησαν αρκετά, ώστε να ελεγχθούν. Θα υπάρξουν πολλοί περισσότεροι που δεν γνωρίζουν ότι έχουν τον ιό είτε χωρίς συμπτώματα είτε σε ήπια κατάσταση.
Γι’ αυτό τον λόγο,  όταν στη Βρετανία είχαν διαγνωστεί 590 περιπτώσεις, ο Sir Patrick Vallance, ο επικεφαλής επιστημονικός σύμβουλος της κυβέρνησης, πρότεινε ότι ο πραγματικός αριθμός κυμαινόταν πιθανόν μεταξύ 5.000 και 10.000 περιπτώσεων, 10 έως 20 φορές περισσότερες. Εάν έχει δίκιο, το ποσοστό θνησιμότητας από τον ιό πιθανόν να είναι 10 έως 20 φορές χαμηλότερο, δηλαδή 0,25% έως 0,5%. Αυτό θέτει το ποσοστό θνησιμότητας Covid-19 στο εύρος που σχετίζεται με λοιμώξεις όπως η γρίπη.

Υπάρχει, όμως, ένα άλλο, δυνητικά ακόμη πιο σοβαρό πρόβλημα: ο τρόπος που καταγράφονται οι θάνατοι. Εάν κάποιος πεθάνει από αναπνευστική λοίμωξη στο Ηνωμένο Βασίλειο, η συγκεκριμένη αιτία της μόλυνσης δεν καταγράφεται συνήθως, εκτός αν η ασθένεια είναι μια σπάνια «ασθένεια που πρέπει να δηλώνεται». Έτσι, η συντριπτική πλειονότητα των θανάτων λόγω αναπνευστικών προβλημάτων στο Ηνωμένο Βασίλειο καταγράφονται ως βρογχοπνευμονία, πνευμονία, γήρας ή παρόμοια ονομασία. Δεν ελέγχουμε στην πραγματικότητα για γρίπη ή άλλες εποχιακές λοιμώξεις. Εάν ένας ασθενής έχει, για παράδειγμα, καρκίνο, ασθένεια κινητικών νευρώνων ή άλλη σοβαρή ασθένεια, αυτό θα καταγραφεί ως η αιτία θανάτου, ακόμη κι αν η τελική ασθένεια ήταν λοίμωξη του αναπνευστικού συστήματος. Αυτό σημαίνει ότι τα πιστοποιητικά στο Ηνωμένο βασίλειο συνήθως υπολείπονται σε καταγραφές θανάτων, λόγω αναπνευστικών λοιμώξεων.

Τώρα ας κοιτάξουμε τι συνέβη από την εμφάνιση του Covid-19. Ο κατάλογος με των ασθενειών που πρέπει να δηλώνονται έχει ενημερωθεί. Αυτός ο κατάλογος – όπως στην περίπτωση της ευλογιάς (η οποία έχει εκλείψει εδώ και πολλά χρόνια) και καταστάσεις όπως ο άνθρακας O άνθρακας είναι λοιμώδης νόσος η οποία προκαλείται από το βακτήριο Βάκιλλος του άνθρακα , η βρουκέλλωση Η βρουκέλλωση ή μελιταίος πυρετός είναι μια λοιμώδης νόσος που μεταδίδεται στον άνθρωπο από τα ζώα, κυρίως από τα παραγωγικά (βοοειδή, πρόβατα, κατσίκες, χοίροι) και σε μικρότερο βαθμό από ορισμένα άγρια (αγριόχοιρος, ελάφι, λαγός) , η πανώλη και η λύσσα (που οι περισσότεροι γιατροί στο Ηνωμένο Βασίλειο δεν θα δουν ποτέ καθ’ όλη τη διάρκεια της σταδιοδρομίας τους) – τώρα έχει τροποποιηθεί, για να συμπεριλάβει τον Covid-19. Αλλά όχι τη γρίπη. Αυτό σημαίνει ότι κάθε θετικό τεστ για Covid-19 πρέπει να επισημανθεί, με τέτοιο τρόπο που να μην σχετίζεται με τη γρίπη ή τις περισσότερες άλλες λοιμώξεις.

Στο σημερινό κλίμα, οποιοσδήποτε με θετικό περιστατικό για Covid-19 θα είναι σίγουρα γνωστό στο κλινικό προσωπικό που έχει αναλάβει τη φροντίδα του: εάν οποιοσδήποτε από αυτούς τους ασθενείς πεθάνει, το προσωπικό θα πρέπει να καταγράψει την ονομασία Covid-19 στο πιστοποιητικό θανάτου – αντίθετα με τη συνήθη πρακτική για τις περισσότερες λοιμώξεις αυτού του είδους. Υπάρχει μια μεγάλη διαφορά μεταξύ Covid-19 που προκαλεί θάνατο και Covid-19 που βρέθηκε σε κάποιον, ο οποίος πέθανε από άλλα αίτια. Κάνοντας καταγραφή του Covid-19 μπορεί να δίνεται η εντύπωση αύξησης του αριθμού θανάτων, είτε αυτό είναι αληθές είτε όχι. Μπορεί να φαίνεται πολύ περισσότερο ως δολοφονικός από ό,τι η γρίπη, απλώς εξαιτίας του τρόπου των θανάτων που καταγράφονται.

Εάν πάρουμε δραστικά μέτρα, για να μειώσουμε τη συχνότητα εμφάνισης του Covid-19, προκύπτει ότι οι θάνατοι θα μειωθούν επίσης. Κινδυνεύουμε να πειστούμε ότι έχουμε αποτρέψει κάτι που ποτέ δεν θα ήταν τόσο σοβαρό όσο φοβόμασταν. Αυτό ο ασυνήθιστος τρόπος αναφοράς των θανάτων του Covid-19 εξηγεί τη σαφή διαπίστωση ότι τα περισσότερα θύματα έχουν υποκείμενες συνθήκες – και κανονικά θα ήταν ευαίσθητα σε άλλους εποχιακούς ιούς, οι οποίοι ουσιαστικά δεν καταγράφονται ποτέ ως ειδική αιτία θανάτου.
Ας εξετάσουμε επίσης τα γραφήματα Covid-19, που δείχνουν μια εκθετική άνοδο των περιπτώσεων – και των θανάτων. Μπορεί να φαίνονται ανησυχητικά. Αλλά αν παρακολουθήσουμε τη γρίπη ή άλλους εποχιακούς ιούς με τον ίδιο τρόπο, θα παρατηρήσουμε επίσης μια εκθετική αύξηση. Θα μπορούσαμε επίσης να δούμε κάποιες χώρες πίσω από άλλες και αυξημένα τα ποσοστά τους σε θνησιμότητα. Τα Κέντρα Ελέγχου Ασθενειών του Ηνωμένου Βασιλείου, για παράδειγμα, δημοσιεύουν εβδομαδιαίως εκτιμήσεις για περιπτώσεις γρίπης. Τα τελευταία στοιχεία δείχνουν ότι από τον Σεπτέμβριο η γρίπη είχε μολύνει 38.000.000 Αμερικανούς, από τους οποίους οι 390.000 νοσηλεύονταν και οι 23.000 πέθαναν. Αυτό δεν προκαλεί δημόσιο συναγερμό, επειδή η γρίπη μας είναι οικεία.

Τα δεδομένα για τον Covid-19 διαφέρουν έντονα από χώρα σε χώρα. Ας δούμε τα στοιχεία για την Ιταλία και τη Γερμανία. Τη στιγμή της συγγραφής του άρθρου, η Ιταλία έχει 69.176 καταγεγραμμένες περιπτώσεις και 6.820 θανάτους, ποσοστό 9,9%. Η Γερμανία έχει 32.986 περιπτώσεις και 157 θανάτους, ποσοστό 0,5%. Θεωρούμε ότι το στέλεχος του ιού είναι τόσο διαφορετικό σε αυτές τις κοντινές χώρες, ώστε ουσιαστικά να αντιπροσωπεύει διαφορετικές ασθένειες; Ή ότι οι πληθυσμοί είναι τόσο διαφορετικοί σε ευαισθησία στον ιό που το ποσοστό θνησιμότητας μπορεί να ποικίλει περισσότερο από είκοσι φορές; Εάν όχι, θα πρέπει να υποψιαζόμαστε συστηματικό λάθος, με αποτέλεσμα τα δεδομένα για τον Covid-19 που βλέπουμε από διαφορετικές χώρες να μην είναι άμεσα συγκρίσιμα.
Ας δούμε άλλες ποσοστιαίες μονάδες: Ισπανία 7,1%, ΗΠΑ 1,3%, Ελβετία 1,3%, Γαλλία 4,3%, Νότια Κορέα 1,3%, Ιράν 7,8%. Μπορούμε πολύ καλά να συγκρίνουμε τα μήλα με τα πορτοκάλια. Η καταγραφή περιπτώσεων στις οποίες υπήρξε θετικός έλεγχος για τον ιό είναι πολύ διαφορετική από την καταγραφή του ιού ως κύριας αιτίας θανάτου.

Κάθε στοιχείο από την Ισλανδία, μια χώρα με πολύ ισχυρή οργάνωση για ευρείς ελέγχους μέσα στον πληθυσμό, υποδεικνύει ότι το 50% των λοιμώξεων είναι σχεδόν εξ ολοκλήρου ασυμπτωματικές. Τα περισσότερα από τα υπόλοιπα είναι σχετικά μικρά. Στην πραγματικότητα, τα αριθμητικά στοιχεία της Ισλανδίας, 648 περιπτώσεις και 2 αποδιδόμενοι θάνατοι, δίνουν ποσοστό 0,3%. Καθώς ο έλεγχος του πληθυσμού καθίσταται πιο διαδεδομένος σε άλλα μέρη του κόσμου, θα βρούμε ένα ολοένα και μεγαλύτερο ποσοστό περιπτώσεων όπου οι μολύνσεις έχουν ήδη συμβεί και έχουν μόνο ήπιες επιπτώσεις. Στην πραγματικότητα, με το πέρασμα του χρόνου, αυτό θα γίνει γενικά πιο αληθινό επίσης, επειδή οι περισσότερες μολύνσεις τείνουν να μειώνονται σε μολυσματικότητα, καθώς εξελίσσεται μια επιδημία.

Ένας αρκετά σαφής δείκτης είναι ο θάνατος. Εάν μια νέα μόλυνση προκαλεί πολλούς επιπλέον θανάτους (σε αντίθεση με μια μόλυνση που εντοπίζεται σε ανθρώπους, οι οποίοι θα πέθαιναν ούτως ή άλλως), τότε θα προκαλέσει αύξηση του συνολικού ποσοστού θανάτων. Αλλά ακόμη δεν έχουμε δει ουσιαστικά στοιχεία για υπερβολικούς θανάτους σε οποιοδήποτε μέρος του κόσμου.
Ο Covid-19 μπορεί σαφώς να προκαλέσει σοβαρής έκτασης κινδύνους στο αναπνευστικό σε ορισμένους ασθενείς, ιδιαίτερα σε άτομα με θωρακικά προβλήματα και σε καπνιστές. Οι ηλικιωμένοι είναι πιθανόν πιο εκτεθειμένοι στον κίνδυνο, όπως είναι και για λοιμώξεις κάθε είδους. Η μέση ηλικία των ατόμων που πεθαίνουν στην Ιταλία είναι 78,5 χρόνια, με σχεδόν εννέα στους δέκα θανάτους μεταξύ των άνω των 70 ετών. Το προσδόκιμο ζωής στην Ιταλία – δηλαδή, ο αριθμός των ετών που μπορούμε να περιμένουμε να ζήσουν από τη γέννησή τους, εφόσον όλα τα θέματα είναι ίσα- είναι 82,5 έτη. Αλλά όλα τα πράγματα δεν είναι ίσα, όταν ένας νέος εποχιακός ιός τους περιτριγυρίζει.

Φαίνεται ασφαλώς λογικό, τώρα, ότι ο βαθμός κοινωνικής απόστασης θα έπρεπε να διατηρείται για κάποιο διάστημα, ιδιαίτερα για τους ηλικιωμένους και τους προσβεβλημένους από τη νόσο. Αλλά όταν εισάγονται δραστικά μέτρα, θα πρέπει να βασίζονται σε σαφή στοιχεία. Στην περίπτωση του Covid-19, τα αποδεικτικά στοιχεία δεν είναι σαφή. Το lockdown του Ηνωμένου Βασιλείου έχει ενημερωθεί από τη μοντελοποίηση της υπόθεσης του τι θα μπορούσε να συμβεί. Πρέπει να γνωρίζουμε περισσότερα για αυτά τα μοντέλα. Είναι ορθά για την ηλικία, τις προ-υπάρχουσες συνθήκες, τις αλλαγές στην εξάπλωση του ιού, τις επιπτώσεις της πιστοποίησης θανάτων και άλλων παραγόντων; Εξασφαλίστε οποιεσδήποτε από αυτές τις υποθέσεις και το αποτέλεσμα (και ο προβλεπόμενος φόρος θανάτου) μπορεί να αλλάξει ριζικά.

Μεγάλο μέρος της απάντησης στον Covid-19 φαίνεται να εξηγείται από το γεγονός ότι παρακολουθούμε τον ιό με έναν τρόπο που κανένας ιός στο παρελθόν δεν έχει παρακολουθηθεί. Οι σκηνές από τα ιταλικά νοσοκομεία είναι συγκλονιστικές και δημιουργούν μια ζοφερή τηλεοπτική κάλυψη. Αλλά η τηλεόραση δεν είναι επιστήμη.
Σαφώς τα διάφορα lockdown εξαιτίας του ιού θα επιβραδύνουν την εξάπλωση του Covid-19 έτσι, που θα υπάρξουν λιγότερα περιστατικά. Όταν χαλαρώνουμε τα μέτρα, θα υπάρξουν και πάλι περισσότερα περιστατικά. Αλλά αυτός δεν πρέπει να είναι λόγος να κρατήσουμε το lockdown: η εξάπλωση των περιστατικών είναι μόνο κάτι που πρέπει να φοβόμαστε, εάν έχουμε να κάνουμε με έναν ασυνήθιστα θανατηφόρο ιό. Αυτός είναι ο λόγος που ο τρόπος καταγραφής των δεδομένων θα είναι εξαιρετικά σημαντικός. Αν δεν καταστήσουμε αυστηρότερα τα κριτήρια καταγραφής των θανάτων που οφείλονται μόνο στον ιό (σε αντίθεση με την παρουσία του σε εκείνους που έχασαν τη ζωή τους υπό άλλες συνθήκες), τα επίσημα στοιχεία ενδέχεται να εμφανίζουν πολύ περισσότερους θανάτους φαινομενικά προκαλούμενους από τον ιό από ό,τι στην πραγματικότητα.

Τότε τι λοιπόν; Πώς μετράμε τις συνέπειες για υγεία που παίρνουν τη ζωή των ανθρώπων, τις δουλειές, τον ελεύθερο χρόνο και τον σκοπό από τα οποία τους απομακρύνουμε, για να τους προστατεύσουμε από μια αναμενόμενη απειλή; Ποιος προκαλεί τη μικρότερη βλάβη;
Η ηθική συζήτηση δεν είναι ζωές απέναντι στα χρήματα. Είναι ζωές απέναντι σε ζωές. Θα πάρει μήνες, ίσως και χρόνια, αν ποτέ, μέχρι να μπορέσουμε να αξιολογήσουμε τις ευρύτερες επιπτώσεις όσων κάνουμε. Οι ζημιές στην εκπαίδευση των παιδιών, οι υπερβολικές αυτοκτονίες, η αύξηση των προβλημάτων ψυχικής υγείας, η απόσυρση πόρων από άλλα προβλήματα υγείας που αντιμετωπίζουμε αποτελεσματικά. Αυτοί που χρειάζονται ιατρική βοήθεια τώρα, αλλά δεν θα την αναζητήσουν ή ίσως δεν θα τους προσφερθεί. Και τι συμβαίνει με τις επιπτώσεις στην παραγωγή τροφίμων και στο παγκόσμιο εμπόριο, που θα έχουν απροσδιόριστες συνέπειες για τους ανθρώπους όλων των ηλικιών, ίσως ειδικά στις αναπτυσσόμενες οικονομίες;

Οι κυβερνήσεις παντού λένε ότι ανταποκρίνονται στην επιστήμη. Οι πολιτικές στο Ηνωμένο Βασίλειο δεν είναι ευθύνη της κυβέρνησης. Προσπαθούν να ενεργούν υπεύθυνα με βάση τις επιστημονικές συμβουλές που τους δόθηκαν. Αλλά οι κυβερνήσεις πρέπει να θυμούνται ότι η εσπευσμένη επιστήμη είναι σχεδόν πάντοτε κακή επιστήμη. Έχουμε αποφασίσει για πολιτικές εξαιρετικού μεγέθους χωρίς συγκεκριμένες αποδείξεις ότι προκαλούν υπερβολική βλάβη και χωρίς σωστό έλεγχο της επιστήμης που τις δικαιολογεί.

Στις επόμενες μέρες και εβδομάδες, πρέπει να συνεχίσουμε να εξετάζουμε με κριτικό πνεύμα τα στοιχεία για τον Covid-19, όπως εμφανίζονται. Πάνω από όλα τα άλλα, πρέπει να διατηρήσουμε ένα ανοιχτό πνεύμα – και να αναζητήσουμε αυτό που συμβαίνει, όχι αυτό που φοβόμαστε ότι θα συμβεί.


Dr John Lee
Και για τη μετάφραση
Αναρχική Συλλογικότητα  Πυργῖται
ΣΤΗΝ ΚΟΡΥΦΗ