του Αιρετικού.
Τα κυκλαδονήσια είναι μοναδικά. Βράχοι καταμεσής του πελάγου. Παραδομένα στον ήλιο, στον αέρα και στη θάλασσα. Σήμερα, την εποχή του μαζικού τουρισμού, ο συνδυασμός αυτός έχει μετατραπεί σε προϊόν και τα βράχια, ο ήλιος και η θάλασσα έχουν αξιοποιηθεί στο έπακρον ως εργαλεία προώθησης πωλήσεων των τουριστικών υπηρεσιών.
Με αυτά και με εκείνα τα βράχια, ο ήλιος, ο αέρας και η θάλασσα, πασπαλισμένα με τη λαϊκή αρχιτεκτονική, λειτουργούν ως ένα εργοστάσιο παραγωγής αναμνήσεων και κατασκευής προσδοκιών που κρατούν ζωντανή την τουριστική βιομηχανία. Και από τον Μάιο μέχρι τον Οκτώβριο, εκατομμύρια άνθρωποι σπρωγμένοι από τις θύμησες και τις προσδοκίες, κινούν τα γρανάζια της τουριστικής «φάμπρικας».
Για κάποιους άλλους σε αυτές, οι "πρώτες ύλες" του εργοστασίου παραγωγής αναμνήσεων έχουν προσθέσει και άλλες : τις οσμές, τις γεύσεις, τις μικρές λεπτομέρειες της καθημερινότητας των νησιωτών όπως τη μυρωδιά του κριθαρένιου ψωμιού, που σιγοψήνεται στον κοινόχρηστο φούρνο με τα ξύλα, αλλά και λέξεις, φράσεις, ιδιωματισμούς και καθημερινές αγωνίες. Για κάποιους από αυτούς τα βράχια είναι το χθες και το αύριο...
Για την αφεντιά μου, όντας κυκλαδίτης, αυτοί οι βράχοι αντιπροσωπεύουν την ίδια τη ζωή. Και το παράξενο είναι ότι στα ράφια της δικής μου "αποθήκης" μνήμης, τα καλούδια της θάλασσας και του ήλιου έχουν περιορισμένη παρουσία. Το κατώι της μνήμης μου είναι γεμάτο από αναμνήσεις της κυκλαδίτικης καθημερινότητας : από τα "πέτρινα χρόνια" μέχρι σήμερα. Από την εποχή που το χωριό μου φωτίζονταν από τις λάμπες πετρελαίου, αφού το μικρό εργοστάσιο παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας δεν μπορούσε να καλύψει τις ανάγκες της ηλεκτροδότησης των χωριών. Από την εποχή, που σε ολόκληρο το χωριό υπήρχε ένα κοινόχρηστο τηλέφωνο, μία μαύρη γκουμούτσα με μανιβέλα, που βρίσκονταν σε ένα σπίτι και που κάθε φορά που κουδούνιζε έφερνε είτε ένα μεγάλο "καλό" είτε ένα δυσβάστακτο "κακό". Αυτό όμως που έχει μείνει χαραγμένο ανεξίτηλα στη μνήμη μου, είναι μία φράση : «Θα προλάβουμε;»
Μία φράση με πολλές εκφραστικές παραλλαγές. Άλλες φορές ήταν αγωνιώδες ερώτημα. Άλλες πάλι είχε χαρακτήρα ευχής. Κάποιες άλλες ήταν μία έκκληση στη μοίρα. Υπήρχαν και φορές που στη φράση αυτή, μετατρέπονταν σε ζήτημα ζωής ή θανάτου. Από ό,τι θυμάμαι υπήρχαν και φορές που το "Θα προλάβουμε" μεταμορφώνονταν σε ικεσία . Το «θα προλάβουμε» γινόταν «Παναγιά μου κάνε το θαύμα σου να μερέψει η θάλασσα, για να τον προλάβουν....».
Όταν κάποια στιγμή, παιδί του Δημοτικού, τόλμησα να ρωτήσω : Τι να προλάβετε; η απάντηση που είχα παρει με συγκλόνισε: Να φτάσουμε μέχρι το νοσοκομείο της Σύρας, μου απάντησε η γιαγιά μου όταν ένας χωριανός πλακώθηκε από ένα βράχο που είχε ξεκολλήσει. Τότε κατάλαβα ότι για τους ανθρώπους αυτούς η υγεία ήταν ένας αγώνας δρόμου ενάντια στη φύση και στην εγκατάλειψη .
Οι δεκαετίες κύλησαν. Η ηλεκτρική ενέργεια άφθονη. Φώτισε τα σπίτια, τα σοκάκια, τις καμάρες, τα μνημεία. Και επειδή περίσσευε έδινε ζωή, εισέβαλε και άλλαξε τα πάντα, ακόμα και τα πανηγύρια, αφού οι ενισχυτές και τα ηχεία τα μετέτρεψαν σε τουριστική ατραξιόν και κράχτη. Οι φούρνοι έσβησαν αφού το ψωμί αγοράζονταν από τα αρτοποιεία της Χώρας. Τα νυχτέρια με το ραδιόφωνο παραχώρησαν τη θέση τους στα χαζοξενύχτια μπρός στο χαζοκούτι. Τα τηλέφωνα μπήκαν σε κάθε σπίτι. Και μετά ήλθαν τα κινητά και το ίντερνετ. Μετά ήλθαν οι ηθογράφοι, οι εθνολόγοι και οι κοινωνιολόγοι και άλλοι επιστήμονες που μετέτρεψαν την καθημερινότητα του χθες σε αντικείμενο επιστημονικής πραγματείας.
Το μόνο που δεν άλλαξε ήταν το ερώτημα: "Θα προλάβουμε;". Γιατί μπορεί η τεχνολογία να έδωσε στους ανθρώπους του νησιού λύσεις για όλα σχεδόν τα καθημερινά τους προβλήματα, αλλά τελικά αποδείχθηκε ανίσχυρη μπρος στο μεγαλύτερο πρόβλημα που σε κάποια στιγμή της ζωής του αντιμετωπίζει ο κάθε άνθρωπος: την υγεία. Αν δεν ήταν τραγική, θα ήταν κωμική η εικόνα του μεσήλικα που ενημερώνει από το λιμάνι τον αδελφό του στην Καλιφόρνια, για τη γριά μάνα τους που την μπάρκαραν μετά από ένα έμφραγμα για την Σύρα. «Δεν ξέρω αν θα την προλάβουμε", του έλεγε καθώς έμπαινε στο πλεούμενο. Ξέρεις τι είναι να μιλάς με Καλιφόρνια στο λεπτό, αλλά να χρειάζεται να μπαρκάρεις για να σώσεις μία ζωή;
Στην πραγματικότητα όμως αυτή η αγωνιώδης ερώτηση είναι η πιο τρανή απόδειξη αδυναμίας της τεχνολογίας εμπρός σε απρόθυμες, άβουλες και αδιάφορες πολιτικές ηγεσίες-τοπικές και εθνικές- για τις οποίες αυτοί οι βράχοι χρησιμεύουν απλώς στο να μπαίνουν λεφτά στα ταμεία. Και το δίχως άλλο, είναι εξοργιστικό να διαβάζει κανείς τα ρεπορτάζ που περιγράφουν τις εντολές για απόβαση στους βράχους, των ελεγκτών του ΣΔΟΕ, του ΙΚΑ, του υγειονομικού και όλων των άλλων ελεγκτικών αρχών που διαθέτει η χώρα, λες και έχουν να κάνουν με σύγχρονους Νταβέληδες και από την άλλη διαπιστώνεις ότι οι ίδιοι αδιαφορούν πλήρως για ό,τι πιο πολύτιμο υπάρχει στην ανθρώπινη ζωή : την υγεία. Και εκεί που καταρρέει κάθε έννοια οικονομικού ορθολογισμού, είναι όταν διαπιστώνεις ότι αυτή η σχέση χαρακτηρίζεται από το «πάρε χωρίς να δίνεις».
Διότι είναι επίσης πέραν από κάθε λογική, η αντίληψη ότι αυτοί οι βράχοι πρέπει να πληρώνουν φόρους, εισφορές, παράβολα, χαρτόσημα και ό,τι άλλο μπορεί να κατεβάσει η "κούτρα" των φορολογικών εγκεφάλων, χωρίς να τους εξασφαλίζεις μία έστω και στοιχειώδη προστασία της υγείας τους όταν συμβεί κάτι πέραν από τα συνηθισμένα. Όποιοι μάλιστα πιστεύουν το αντίθετο, δεν έχουν παρά να κάνουν μία βόλτα στα κοντινά κυκλαδονήσια για να διαπιστώσουν την πραγματικότητα. Εγώ θα σας μιλήσω γι' αυτά που ξέρω: Τα καράβια που έρχονται και φεύγουν από την Τήνο, κόβουν σχεδόν 900.000 εισιτήρια το χρόνο. Οι μόνιμοι κάτοικοι μόλις που ξεπερνούν τις 8.500 με πολλούς γέρους και παιδιά. Και όμως, αν έχει κανείς την ατυχία να πάθει κάτι πιο σοβαρό από διάρροια, το πιο πιθανό είναι να βρεθεί στο νοσοκομείο της Σύρου με συνοδεία ιατρού. Και το αστείο της υπόθεσης; Ο άρρωστος θα πληρώσει τα εισιτήρια-μετ΄επιστροφής του γιατρού που τον συνοδεύει- και φυσικά του συνοδού. Για να μη μιλήσουμε για τη στελέχωση ή για τα υλικά. Αυτά είναι μία άλλη μεγάλη και πονεμένη ιστορία, την οποία φυσικά εκμεταλλεύονται διάφοροι "ευεργέτες" για να διαφημίσουν την ...ευαισθησία τους (σ.σ. πρόσφατα μία από τις τέσσερεις συστημικές τράπεζες, διαφήμιζε τη δωρεά παροχής υλικού στο κέντρο υγείας και οι άνθρωποι των δημόσιων σχέσεών τους αναζητούσαν κλακαδόρους για να παραβρεθούν στη σεμνή τελετή).
¨Ωρες ώρες , η υπόθεση αυτή μοιάζει με εκείνη του παραμυθιού με τον άφρονα που σφάζει την «κότα που γεννά τα χρυσά αυγά». ΄Αντε , κύριε άρχοντα , να έχεις γραμμένες στα παλιά σου τα παπούτσια τις ζωές των ανθρώπων που ζουν στον βράχο. Αλλά, όταν μιλάς για τουρισμό και στάζει το στόμα σου μέλι δεν μπορείς να μη επενδύεις σε υποδομές. Και για τον επισκέπτη κυρίως τον μεσήλικα αλλοδαπό αλλά και τον πιο νέο , αυτόν που έχει μικρά παιδιά οι υποδομές υγείας είναι ...προαπαιτούμενο. Και φυσικά κανείς δεν περιμένει ένα νοσοκομείο που να κάνει εγχειρήσεις σκωληκοειδίτιδας. Αλλά όταν κύριε άρχοντα, ο βράχος σου δίνει ένα σκασμό εκατομμύρια, προσπαθείς να κάνεις το ελάχιστο: να το επανδρώσεις με εξειδικευμένο ιατρικό προσωπικό που να μπορεί να αντιμετωπίσει έστω για λίγο χρόνο, μία σοβαρή ιατρική περίπτωση και όχι να το αφήνεις στην τύχη του. Ξέρεις τι σημαίνει άρχοντα, να τον χτυπά κάποιον εγκεφαλικό και να περιμένεις οδηγίες από το τηλέφωνο; Σίγουρα δεν το ξέρεις, γιατί για την αφεντιά σου έχεις κάνεις τα κουμάντα σου.
Για να είμαστε δίκαιοι, όλα αυτά δεν είναι τωρινή κατάσταση. Η ιστορία αυτή πάει πολύ πίσω. Και θα ήταν άδικο να φορτωθεί η ευθύνη στην τωρινή Κυβέρνηση. Από το βράχο αυτό, έχουν περάσει πολλοί και γνωστοί πολιτικοί: από τον Παλαιοκρασσά και τον Βρούτση, μέχρι την Παπαζώη και τον Ρήγα. Για να μη πάμε στους παλιότερους. Όλοι τους παρόντες στη λιτανεία του Δεκαπενταύγουστου. Όλοι τους με εκλογικά κέντρα στις εκλογές. Και όλοι τους δεν έκαναν τίποτα για εκείνους που καθημερινά αναρωτιώνται : Θα προλάβουμε;
paratiritis.gr
Με αυτά και με εκείνα τα βράχια, ο ήλιος, ο αέρας και η θάλασσα, πασπαλισμένα με τη λαϊκή αρχιτεκτονική, λειτουργούν ως ένα εργοστάσιο παραγωγής αναμνήσεων και κατασκευής προσδοκιών που κρατούν ζωντανή την τουριστική βιομηχανία. Και από τον Μάιο μέχρι τον Οκτώβριο, εκατομμύρια άνθρωποι σπρωγμένοι από τις θύμησες και τις προσδοκίες, κινούν τα γρανάζια της τουριστικής «φάμπρικας».
Για κάποιους άλλους σε αυτές, οι "πρώτες ύλες" του εργοστασίου παραγωγής αναμνήσεων έχουν προσθέσει και άλλες : τις οσμές, τις γεύσεις, τις μικρές λεπτομέρειες της καθημερινότητας των νησιωτών όπως τη μυρωδιά του κριθαρένιου ψωμιού, που σιγοψήνεται στον κοινόχρηστο φούρνο με τα ξύλα, αλλά και λέξεις, φράσεις, ιδιωματισμούς και καθημερινές αγωνίες. Για κάποιους από αυτούς τα βράχια είναι το χθες και το αύριο...
Για την αφεντιά μου, όντας κυκλαδίτης, αυτοί οι βράχοι αντιπροσωπεύουν την ίδια τη ζωή. Και το παράξενο είναι ότι στα ράφια της δικής μου "αποθήκης" μνήμης, τα καλούδια της θάλασσας και του ήλιου έχουν περιορισμένη παρουσία. Το κατώι της μνήμης μου είναι γεμάτο από αναμνήσεις της κυκλαδίτικης καθημερινότητας : από τα "πέτρινα χρόνια" μέχρι σήμερα. Από την εποχή που το χωριό μου φωτίζονταν από τις λάμπες πετρελαίου, αφού το μικρό εργοστάσιο παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας δεν μπορούσε να καλύψει τις ανάγκες της ηλεκτροδότησης των χωριών. Από την εποχή, που σε ολόκληρο το χωριό υπήρχε ένα κοινόχρηστο τηλέφωνο, μία μαύρη γκουμούτσα με μανιβέλα, που βρίσκονταν σε ένα σπίτι και που κάθε φορά που κουδούνιζε έφερνε είτε ένα μεγάλο "καλό" είτε ένα δυσβάστακτο "κακό". Αυτό όμως που έχει μείνει χαραγμένο ανεξίτηλα στη μνήμη μου, είναι μία φράση : «Θα προλάβουμε;»
Μία φράση με πολλές εκφραστικές παραλλαγές. Άλλες φορές ήταν αγωνιώδες ερώτημα. Άλλες πάλι είχε χαρακτήρα ευχής. Κάποιες άλλες ήταν μία έκκληση στη μοίρα. Υπήρχαν και φορές που στη φράση αυτή, μετατρέπονταν σε ζήτημα ζωής ή θανάτου. Από ό,τι θυμάμαι υπήρχαν και φορές που το "Θα προλάβουμε" μεταμορφώνονταν σε ικεσία . Το «θα προλάβουμε» γινόταν «Παναγιά μου κάνε το θαύμα σου να μερέψει η θάλασσα, για να τον προλάβουν....».
Όταν κάποια στιγμή, παιδί του Δημοτικού, τόλμησα να ρωτήσω : Τι να προλάβετε; η απάντηση που είχα παρει με συγκλόνισε: Να φτάσουμε μέχρι το νοσοκομείο της Σύρας, μου απάντησε η γιαγιά μου όταν ένας χωριανός πλακώθηκε από ένα βράχο που είχε ξεκολλήσει. Τότε κατάλαβα ότι για τους ανθρώπους αυτούς η υγεία ήταν ένας αγώνας δρόμου ενάντια στη φύση και στην εγκατάλειψη .
Οι δεκαετίες κύλησαν. Η ηλεκτρική ενέργεια άφθονη. Φώτισε τα σπίτια, τα σοκάκια, τις καμάρες, τα μνημεία. Και επειδή περίσσευε έδινε ζωή, εισέβαλε και άλλαξε τα πάντα, ακόμα και τα πανηγύρια, αφού οι ενισχυτές και τα ηχεία τα μετέτρεψαν σε τουριστική ατραξιόν και κράχτη. Οι φούρνοι έσβησαν αφού το ψωμί αγοράζονταν από τα αρτοποιεία της Χώρας. Τα νυχτέρια με το ραδιόφωνο παραχώρησαν τη θέση τους στα χαζοξενύχτια μπρός στο χαζοκούτι. Τα τηλέφωνα μπήκαν σε κάθε σπίτι. Και μετά ήλθαν τα κινητά και το ίντερνετ. Μετά ήλθαν οι ηθογράφοι, οι εθνολόγοι και οι κοινωνιολόγοι και άλλοι επιστήμονες που μετέτρεψαν την καθημερινότητα του χθες σε αντικείμενο επιστημονικής πραγματείας.
Το μόνο που δεν άλλαξε ήταν το ερώτημα: "Θα προλάβουμε;". Γιατί μπορεί η τεχνολογία να έδωσε στους ανθρώπους του νησιού λύσεις για όλα σχεδόν τα καθημερινά τους προβλήματα, αλλά τελικά αποδείχθηκε ανίσχυρη μπρος στο μεγαλύτερο πρόβλημα που σε κάποια στιγμή της ζωής του αντιμετωπίζει ο κάθε άνθρωπος: την υγεία. Αν δεν ήταν τραγική, θα ήταν κωμική η εικόνα του μεσήλικα που ενημερώνει από το λιμάνι τον αδελφό του στην Καλιφόρνια, για τη γριά μάνα τους που την μπάρκαραν μετά από ένα έμφραγμα για την Σύρα. «Δεν ξέρω αν θα την προλάβουμε", του έλεγε καθώς έμπαινε στο πλεούμενο. Ξέρεις τι είναι να μιλάς με Καλιφόρνια στο λεπτό, αλλά να χρειάζεται να μπαρκάρεις για να σώσεις μία ζωή;
Στην πραγματικότητα όμως αυτή η αγωνιώδης ερώτηση είναι η πιο τρανή απόδειξη αδυναμίας της τεχνολογίας εμπρός σε απρόθυμες, άβουλες και αδιάφορες πολιτικές ηγεσίες-τοπικές και εθνικές- για τις οποίες αυτοί οι βράχοι χρησιμεύουν απλώς στο να μπαίνουν λεφτά στα ταμεία. Και το δίχως άλλο, είναι εξοργιστικό να διαβάζει κανείς τα ρεπορτάζ που περιγράφουν τις εντολές για απόβαση στους βράχους, των ελεγκτών του ΣΔΟΕ, του ΙΚΑ, του υγειονομικού και όλων των άλλων ελεγκτικών αρχών που διαθέτει η χώρα, λες και έχουν να κάνουν με σύγχρονους Νταβέληδες και από την άλλη διαπιστώνεις ότι οι ίδιοι αδιαφορούν πλήρως για ό,τι πιο πολύτιμο υπάρχει στην ανθρώπινη ζωή : την υγεία. Και εκεί που καταρρέει κάθε έννοια οικονομικού ορθολογισμού, είναι όταν διαπιστώνεις ότι αυτή η σχέση χαρακτηρίζεται από το «πάρε χωρίς να δίνεις».
Διότι είναι επίσης πέραν από κάθε λογική, η αντίληψη ότι αυτοί οι βράχοι πρέπει να πληρώνουν φόρους, εισφορές, παράβολα, χαρτόσημα και ό,τι άλλο μπορεί να κατεβάσει η "κούτρα" των φορολογικών εγκεφάλων, χωρίς να τους εξασφαλίζεις μία έστω και στοιχειώδη προστασία της υγείας τους όταν συμβεί κάτι πέραν από τα συνηθισμένα. Όποιοι μάλιστα πιστεύουν το αντίθετο, δεν έχουν παρά να κάνουν μία βόλτα στα κοντινά κυκλαδονήσια για να διαπιστώσουν την πραγματικότητα. Εγώ θα σας μιλήσω γι' αυτά που ξέρω: Τα καράβια που έρχονται και φεύγουν από την Τήνο, κόβουν σχεδόν 900.000 εισιτήρια το χρόνο. Οι μόνιμοι κάτοικοι μόλις που ξεπερνούν τις 8.500 με πολλούς γέρους και παιδιά. Και όμως, αν έχει κανείς την ατυχία να πάθει κάτι πιο σοβαρό από διάρροια, το πιο πιθανό είναι να βρεθεί στο νοσοκομείο της Σύρου με συνοδεία ιατρού. Και το αστείο της υπόθεσης; Ο άρρωστος θα πληρώσει τα εισιτήρια-μετ΄επιστροφής του γιατρού που τον συνοδεύει- και φυσικά του συνοδού. Για να μη μιλήσουμε για τη στελέχωση ή για τα υλικά. Αυτά είναι μία άλλη μεγάλη και πονεμένη ιστορία, την οποία φυσικά εκμεταλλεύονται διάφοροι "ευεργέτες" για να διαφημίσουν την ...ευαισθησία τους (σ.σ. πρόσφατα μία από τις τέσσερεις συστημικές τράπεζες, διαφήμιζε τη δωρεά παροχής υλικού στο κέντρο υγείας και οι άνθρωποι των δημόσιων σχέσεών τους αναζητούσαν κλακαδόρους για να παραβρεθούν στη σεμνή τελετή).
¨Ωρες ώρες , η υπόθεση αυτή μοιάζει με εκείνη του παραμυθιού με τον άφρονα που σφάζει την «κότα που γεννά τα χρυσά αυγά». ΄Αντε , κύριε άρχοντα , να έχεις γραμμένες στα παλιά σου τα παπούτσια τις ζωές των ανθρώπων που ζουν στον βράχο. Αλλά, όταν μιλάς για τουρισμό και στάζει το στόμα σου μέλι δεν μπορείς να μη επενδύεις σε υποδομές. Και για τον επισκέπτη κυρίως τον μεσήλικα αλλοδαπό αλλά και τον πιο νέο , αυτόν που έχει μικρά παιδιά οι υποδομές υγείας είναι ...προαπαιτούμενο. Και φυσικά κανείς δεν περιμένει ένα νοσοκομείο που να κάνει εγχειρήσεις σκωληκοειδίτιδας. Αλλά όταν κύριε άρχοντα, ο βράχος σου δίνει ένα σκασμό εκατομμύρια, προσπαθείς να κάνεις το ελάχιστο: να το επανδρώσεις με εξειδικευμένο ιατρικό προσωπικό που να μπορεί να αντιμετωπίσει έστω για λίγο χρόνο, μία σοβαρή ιατρική περίπτωση και όχι να το αφήνεις στην τύχη του. Ξέρεις τι σημαίνει άρχοντα, να τον χτυπά κάποιον εγκεφαλικό και να περιμένεις οδηγίες από το τηλέφωνο; Σίγουρα δεν το ξέρεις, γιατί για την αφεντιά σου έχεις κάνεις τα κουμάντα σου.
Για να είμαστε δίκαιοι, όλα αυτά δεν είναι τωρινή κατάσταση. Η ιστορία αυτή πάει πολύ πίσω. Και θα ήταν άδικο να φορτωθεί η ευθύνη στην τωρινή Κυβέρνηση. Από το βράχο αυτό, έχουν περάσει πολλοί και γνωστοί πολιτικοί: από τον Παλαιοκρασσά και τον Βρούτση, μέχρι την Παπαζώη και τον Ρήγα. Για να μη πάμε στους παλιότερους. Όλοι τους παρόντες στη λιτανεία του Δεκαπενταύγουστου. Όλοι τους με εκλογικά κέντρα στις εκλογές. Και όλοι τους δεν έκαναν τίποτα για εκείνους που καθημερινά αναρωτιώνται : Θα προλάβουμε;
paratiritis.gr