Του Γιάννη Κιμπουρόπουλου
Οι δανειστές τροφοδοτούν τον τρίτο γύρο ρευστοποίησης του πολιτικού σκηνικού, με επιθέσεις αγάπης ή ανοχής στην απελθούσα κυβέρνηση
Αρκεί να γίνει μια απλή σύγκριση. Συγκρίνετε τις δηλώσεις και τις αντιδράσεις των κορυφαίων Ευρωπαίων αξιωματούχων και ηγετών μετά την ανακοίνωση του δημοψηφίσματος στα τέλη του Ιουνίου, με τις δηλώσεις των ίδιων ανθρώπων μετά την παραίτηση της κυβέρνησης Τσίπρα και την προσφυγή στις εκλογές. Η μέρα με τη νύχτα. Λες και πρόκειται για άλλους ανθρώπους, άλλους θεσμούς και άλλα συμφέροντα. Τι άλλαξε ή, για την ακρίβεια, ποιος άλλαξε, και η υστερική εχθροπάθεια προ του δημοψηφίσματος μετατράπηκε σε νηφάλια, χαλαρή και παράδοξα φιλική στάση έναντι της επιλογής Τσίπρα; Ρητορικό το ερώτημα: Το τι και ποιος άλλαξε είναι προφανές μετά την υπερψήφιση του 3ου Μνημονίου, και μάλιστα με όρους και διαδικασίες που όχι απλώς διέσπασαν, αλλά θέτουν σε τροχιά διάλυσης τον ΣΥΡΙΖΑ.
Εξουσιαστική αλληλεγγύη
Το πώς, όμως, μεταλλάσσεται κανείς, σε βαθμό που οι παλιοί φίλοι και σύμμαχοι να γίνονται οι κατ’ εξοχήν αντίπαλοί σου και αντιστρόφως, είναι αποτέλεσμα μιας αρκετά πολύπλοκης διεργασίας. Μπορούμε να αναφέρουμε, όμως, ως γενικό εμπειρικό κανόνα ότι η κυβερνητική εξουσία λειτουργεί συγκολλητικά και εκμαυλιστικά. Με την εξουσία, επίσης, κάνεις πολλές γνωριμίες, πολύ πέραν των ορίων της χώρας που διαβουκολείς. Γνωρίζεις ηγέτες και αξιωματούχους, κολακεύεις και κολακεύεσαι από τη συναλλαγή μαζί τους, έρχεσαι στη θέση τους, κατανοείς τα δικά τους πολιτικά προβλήματα («έχω κι εγώ Κοινοβουλευτική Ομάδα του κόμματός μου στην οποία λογοδοτώ», είναι η φράση που συχνά χρησιμοποίησε η Μέρκελ, «σεβαστή η βούληση του ελληνικού λαού, αλλά έχουμε κι εμείς λαούς και ψηφοφόρους», είναι η φράση στην οποία κατέφευγε ο Σόιμπλε κι άλλοι υπουργοί Οικονομικών). Γενικώς, σ’ αυτές τις σχέσεις, ακόμη κι αν υπάρχουν τριβές και συγκρούσεις, αναπτύσσεται ένα είδος συντεχνιακής, εξουσιαστικής αλληλεγγύης. Ιδιαίτερα στο πλαίσιο μιας διακρατικής ένωσης, όπως η Ε.Ε. και η Ευρωζώνη.
Από τη στιγμή που υπερψηφίστηκε το 3ο Μνημόνιο και ο Αλ. Τσίπρας ανέλαβε το ρίσκο του ακρωτηριασμού του κόμματός του, αντικαθιστώντας τις εξ αριστερών του απώλειες με μια ευρείας πλειοψηφίας παλινόρθωση του μνημονιακού μπλοκ, αυτή η αλληλεγγύη προσφέρθηκε γενναιόδωρα από ομολόγους και αξιωματούχους: Η Μέρκελ αποκάλεσε τον Τσίπρα και τις εκλογές «μέρος της λύσης, και όχι του προβλήματος», ο Γιούνκερ και η Κομισιόν καλοδέχθηκαν την προσφυγή στις κάλπες, ο Μοσκοβισί μίλησε για «θαρραλέα επιλογή» και χαρακτήρισε αναγκαίες τις εκλογές, προκειμένου να εξασφαλιστεί πλειοψηφία τήρησης των δεσμεύσεων, ο Κερέ της ΕΚΤ υπαινίχθηκε ότι αν εξασφαλιστεί η επιθυμητή πλειοψηφία τήρησης του μνημονίου «το τζίνι (σ.σ. του GRexit) θα κλειστεί για πάντα στο μπουκάλι», ο Ρέγκλινγκ του ESM πρόβαλε τις εκλογές σαν προϋπόθεση πολιτικής σταθερότητας κι έδωσε μια χαλαρή υπόσχεση για εξέταση του χρέους τον Οκτώβριο, οπωσδήποτε χωρίς ονομαστικό κούρεμα. Και ο διεθνής συστημικός Τύπος δεν κράτησε ούτε μια φορά τα προσχήματα, ορίζοντας ως διακύβευμα των εκλογών την απαλλαγή του Τσίπρα από τα αριστερά βαρίδια του. Μωρέ μπράβο! Βουλωμένο γράμμα διαβάζουν.
Ασυνήθιστη «γενναιοδωρία»
Η επίθεση αγάπης των νέων φίλων του μνημονιακού ΣΥΡΙΖΑ πλαισιώθηκε και από μια χαρακτηριστικά χαλαρή στάση της τερατόικας απέναντι στην κυβέρνηση. Η πρώτη δόση του νέου δανείου δόθηκε τη μέρα ανακοίνωσης της παραίτησης Τσίπρα, με στόχο να πληρωθούν τα δανεικά προς ΔΝΤ και ΕΚΤ, αλλά και σαν ένα άτυπο σήμα εκκίνησης των πολιτικών πρωτοβουλιών του. Δεν πρέπει να περάσει απαρατήρητη η ασυνήθιστη «γενναιοδωρία» των τεχνικών κλιμακίων των δανειστών να υπολογίσουν την προβλεπόμενη ύφεση -κυρίως λόγω capital control- στο 2%, όταν το ΔΝΤ την ανέβαζε μέχρι και το 4%. Προς επίρρωση, τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ για το β’ τρίμηνο έβγαλαν μια αύξηση-έκπληξη του ΑΕΠ κατά 1,6%, εξέλιξη που περιορίζει, προς το παρόν, την ανάγκη για πρόσθετες επιβαρύνσεις και περικοπές, αλλά δεν τις αποκλείει διόλου μέχρι το τέλος του έτους, βάσει και των δεσμεύσεων του 3ου Μνημονίου. Ταυτόχρονα, μάλλον κόβει τη φόρα της μνημονιακής συμπολίτευσης κατά την προεκλογική αντιπαράθεση να τα ρίξει όλα στο καταστροφικό επτάμηνο ΣΥΡΙΖΑ.
Το πολιτικό μνημόνιο
Ο ξαφνικός έρωτας των νέων φίλων του ΣΥΡΙΖΑ υπηρετεί ένα παράλληλο μνημόνιο, που δεν είναι τόσο οικονομικό και «μεταρρυθμιστικό», όσο πολιτικό. Το ιδεώδες του νεοφιλελευθερισμού και των ευρωκρατών είναι η μεγαλύτερη δυνατή ομογενοποίηση των πολιτικών συστημάτων ώστε οι «ενοχλητικές» κοινοβουλευτικές αναταράξεις και η κυβερνητική εναλλαγή να αφήνει ανεπηρέαστο τον πυρήνα της εφαρμοζόμενης πολιτικής. Ο επικεφαλής του Eurogroup, Γερούν Ντάισελμπλουμ, το εξέφρασε αυτό με χαρακτηριστική αμετροέπεια, απαιτώντας από την υπηρεσιακή κυβέρνηση «να συνεχίσει την προετοιμασία για τους όρους που έχουν θέσει οι πιστωτές για τη διάσωση, έτσι ώστε η νέα κυβέρνηση να μπορεί να εφαρμόσει τα επόμενα βήματα αμέσως, ώστε να μην χάνουμε καθόλου χρόνο». Με την ευκαιρία απέδωσε και εύσημα στον υπηρεσιακό υπουργό Οικονομικών της Ελλάδας, Γ. Χουλιαράκη: «Ξέρει τι γίνεται διότι ήταν κορυφαίο στέλεχος στο υπουργείο το περασμένο διάστημα», είπε ο Ολλανδός υπουργός.
Το ιδεώδες θα ήταν, λοιπόν, μια υπηρεσιακή κυβέρνηση, στεγανή από τις εκλογικές αναταράξεις – εξού και οι αλλεπάλληλες προσπάθειες επιβολής κυβέρνησης τεχνοκρατών, όπως του Παπαδήμου, που έβγαλε περίπου ερήμην της Βουλής το μεγαλύτερο μέρος της βρομοδουλειάς του 2ου Μνημονίου (PSI). Ελλείψει αυτής της δυνατότητας και με δεδομένο το «αναγκαίο κακό» των εκλογών, το πολιτικό μνημόνιο των δανειστών δουλεύει δια της «δημιουργικής καταστροφής»: αφού εξασφαλίστηκε η συντριβή του ΣΥΡΙΖΑ στα βράχια της διαπραγμάτευσης, άρχισε ο τρίτος γύρος ρευστοποίησης του πολιτικού σκηνικού με ορίζοντα τις εκλογές, με βασικό στόχο να απαλλαγεί από ριζοσπαστικά αγκάθια. Είναι δεδομένη η συμμαχία των μνημονιακώς προθύμων όποιο κι αν είναι το εκλογικό αποτέλεσμα. Είναι χαρακτηριστικές οι δηλώσεις όχι μόνο του Ποταμίσιου Στ. Θεοδωράκη («ναι» σε όλα και σε όλους), αλλά και του Β. Μεϊμαράκη ότι ανεξάρτητα από την οξύτητα της προεκλογικής αντιπαράθεσης, η επόμενη μέρα των εκλογών πρέπει να βρει τη χώρα με κυβέρνηση.
Σύγκλιση συμφερόντων
Ωστόσο, η ιδιαιτερότητα της συγκυρίας επιβάλλει στους δανειστές μερικούς συμβιβασμούς. Η Ν.Δ. είναι με προσωρινό πρόεδρο, το Ποτάμι πρόθυμο μεν, ανεπαρκές δε, το ΠΑΣΟΚ θα ξαναπεράσει υπαρξιακό άγχος, οι ΑΝΕΛ είναι στο όριο. Ο μεταλλαγμένος και υπό αποσύνθεση ΣΥΡΙΖΑ και ο Τσίπρας προσωπικά φαίνονται προς το παρόν ο μόνος πόλος που μπορεί να εγγυηθεί στοιχειωδώς τη συνέχεια της μνημονιακής προσαρμογής. Ιδιαίτερα εφόσον πήρε το ρίσκο της απαλλαγής από την ενδοκομματική του αντιπολίτευση, ακόμη και της αποσύνθεσης του κόμματός του.
Επομένως, οι δανειστές έχουν τους λόγους τους να ευνοήσουν ή, τουλάχιστον, να μην υπονομεύσουν το σχέδιο της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ για κυριαρχία εντός του μνημονιακού μπλοκ υπό τη νέα, διευρυμένη του σύνθεση. Πρόκειται, άλλωστε, για εγχείρημα πανευρωπαϊκής εμβέλειας. Εφόσον κατάφεραν να εξουδετερώσουν και να ενσωματώσουν στο νεοφιλελεύθερο σχέδιο την πιο απειλητική ριζοσπαστική δύναμη στην Ευρώπη, οι λοιπές αριστερές και αριστερόστροφες δυνάμεις σε χώρες με εκλογικές αναμετρήσεις, ιδιαίτερα οι Ισπανοί Podemos, είναι υποχρεωμένες ή να ενσωματωθούν προκαταβολικά ή να υποστούν τις συνέπειες της ελληνικής ήττας.