Πίσω από το σταθερά αρνητικό Γενικό Δείκτη της ΕΛΣΤΑΤ, “κρύβονται” αυξήσεις- φωτιά στα βασικά είδη διατροφής, όπως αποκαλύπτει ο νέος δείκτης food index της Eurostat.
Επί μήνες ο εγχώριος πληθωρισμός έχει αρνητικό πρόσημο κι αν έμενε κανείς εκεί, στη γενική εικόνα, θα έμενε με την εντύπωση ότι επιτυγχάνεται η περιβόητη εσωτερική υποτίμηση που ήθελαν εξαρχής να επιβάλουν οι δανειστές ήτοι η παράλληλη αποκλιμάκωση εισοδημάτων και τιμών. Ωστόσο, οι μειώσεις περιορίζονται σε υπηρεσίες και αγαθά που πλέον δεν έχουν την ίδια βαρύτητα στους οικογενειακούς προϋπολογισμούς. Αντιθέτως, αν δει κανείς τα αναλυτικά στοιχεία της Eurostat, διαπιστώνει ότι τα νοικοκυριά συνεχίζουν να επιβαρύνονται από ανατιμήσεις σε βασικά είδη διατροφής.
Είδη πολυτελείας το… ψωμί και το λάδι
Δεν αναφερόμαστε σε είδη… πολυτελείας, όπως το κρέας και το ψάρι, που όπως προκύπτει κι από τις έρευνες της ΕΛΣΤΑΤ έχουν περιοριστεί στους οικογενειακούς προϋπολογισμούς, αλλά σε αυτά που δεν λείπουν από το καθημερινό μας τραπέζι, όπως το ψωμί, το λάδι, τα φρούτα και τα λαχανικά, ενώ καλύτερα εμφανίζονται τα στοιχεία όσον αφορά στις τιμές σε γαλακτοκομικά-αυγά. Για ποιο λόγο; Θα μπορούσε να υποστηρίξει κανείς ότι οι αλλεπάλληλες αυξήσεις έμμεσων φόρων επηρεάζουν τις λιανικές τιμές. Αυτό είναι λογικό και προφανές αλλά δεν μπορεί να περιορίζεται στα είδη διατροφής κι αυτό οδηγεί στο ασφαλές συμπέρασμα ότι η επίσημη Πολιτεία, το αρμόδιο υπουργείο, δεν κάνουν το παραμικρό για να διορθώσουν τις όποιες στρεβλώσεις στις αγορές προϊόντων ή να αντιμετωπίσουν ενδεχόμενα φαινόμενα εναρμονισμένων τιμολογιακών πολιτικών, δηλαδή την πιθανή δράση καρτέλ.
Η ουσία είναι ότι τον Ιούλιο, ενώ ο Γενικός Δείκτης σημείωσε οριακή αύξηση 0,2% σε σχέση με πέρσι, ο Δείκτης Τροφίμων ανέβηκε κατά 2,3%, όταν μάλιστα στην Ευρωζώνη η αύξηση ήταν 1,4% κατά μέσο όρο. Σε ψωμί και δημητριακά η αύξηση ήταν της τάξης του 2%, στα λαχανικά έφτασε στο 7%, στα φρέσκα φρούτα στο 4,2%, ενώ στα λάδια έφτασε το 9,5%!
Ζήτημα ανακύπτει και για τον τρόπο μέτρησης του πληθωρισμού από την ΕΛΣΤΑΤ. Υπενθυμίζεται ότι η μέθοδος άλλαξε λίγο πριν ξεσπάσει η κρίση, το 2008, όταν η τότε Στατιστική Υπηρεσία λαμβάνοντας υπόψιν την αλλαγή των καταναλωτικών συνηθειών μετά από την είσοδο στην ΟΝΕ και τη “στροφή” σε άλλα αγαθά (π.χ. κινητή τηλεφωνία), μείωσε τους δείκτες βαρύτητας των τροφίμων στον πληθωρισμό. Έτσι όταν ξεκίνησε η “βουτιά” των εισοδημάτων και τα νοικοκυριά περιόρισαν τα περιττά, ο Δείκτης Τιμών δεν αναπροσαρμόστηκε στα νέα δεδομένα, με αποτέλεσμα οι ανατιμήσεις στα τρόφιμα να μην αποτυπώνονται με τη δέουσα βαρύτητα στις μηνιαίες μετρήσεις.
crashonline.gr