To Μονομελές Πρωτοδικείο Φλώρινας στις 16 Μαρτίου 2023 με την υπ’ αριθ. 41/2023 απόφασή του, δικαίωσε το «Κέντρο Μακεδονικής Γλώσσας» και ενέκρινε τη σύσταση του, απορρίπτοντας τόσο την ανακοπή της Εισαγγελίας Φλώρινας (στην πρώτη απόφαση έγκρισης του σωματείου από τον Ειρηνοδίκη Φλώρινας) που υποστηρίχθηκε από 4 πρόσθετες παρεμβάσεις (Περιφέρεια Δυτικής Μακεδονίας, Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών, Φιλεκπαιδευτικός Σύλλογος Φλώρινας ο Αριστοτέλης και Ενωση Αποστράτων Αξιωματικών Στρατού) όσο και την τριτανακοπή που ασκήθηκε από τη Παμμακεδονική Ενωση Μακεδονικού Αγώνα Ελλάδος – Αυστραλίας, όπως μεταδίδει το grtimes.gr.
Και προσθέτει πως η απόφαση του δικαστηρίου που ανάβει «πράσινο φως» στη λειτουργία του συλλόγου με την επωνυμία «Κέντρο Μακεδονικής Γλώσσας», επισημαίνει μεταξύ άλλων ότι «Τα σωματεία που συστήνονται για σκοπούς όπως λ.χ. για την επιδίωξη διαφόρων κοινωνικών η οικονομικών σκοπών, την προστασία της πολιτιστικής η πνευματικής κληρονομιάς την αναζήτηση της εθνικής ταυτότητας η την επιβεβαίωση της μιας μειονοτικής συνείδησης, είναι σημαντικά για την ομαλή λειτουργία της δημοκρατίας».
Ωστόσο, οι αντιδράσεις συνεχίζονται για το καταστατικό τού υπό ίδρυση Κέντρου, ακόμα και για την επίσημη επωνυμία του «Κέντρου Μακεδονικής Γλώσσας στην Ελλάδα», η οποία – εκτός της ελληνικής – αποδίδεται στη «μακεδονική γλώσσα» και στην αγγλική γλώσσα (Κέντρο Μακεδονικής Γλώσσας στην Ελλάδα, Центар за македонски јазик во Грција, Centre for the Macedonian Language in Greece), όπως διαπιστώνεται και από την επίσημη ιστοσελίδα του, στην ηλεκτρονική διεύθυνση: makedonski.gr.
Οπως επισημαίνει ο δικηγόρος και μέλος της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών Δρ. Τάσος Βαβούσκος «σύμφωνα με τον ν. 2725/1999 τα σωματεία που υπάγονται στο υπουργείο Πολιτισμού, όπως και το Κέντρο, οφείλουν να διατυπώνουν την επωνυμία τους στην ελληνική γλώσσα».
Θα δοθεί συνέχεια σε ανώτερο βαθμό
Ζήτημα προκύπτει από τους σκοπούς του Κέντρου, που σύμφωνα με το Καταστατικό του είναι δύο: Ο πρώτος αφορά στη «διατήρηση και καλλιέργεια της μακεδονικής γλώσσας στην Ελλάδα», και προκαλεί το ερώτημα πώς μπορεί ένα νομικό πρόσωπο, το οποίο εδρεύει στην Ελλάδα να έχει ως σκοπό του – και αυτός ο σκοπός να είναι και νόμιμος – τη διατήρηση εντός του κράτους μίας γλώσσας, η οποία κατά το ελληνικό δίκαιο δεν υπάρχει στην Ελλάδα και με βάση τη Συμφωνία των Πρεσπών είναι η γλώσσα (η «μακεδονική») που ομιλείται από πολίτες της Βόρειας Μακεδονίας εντός των γεωγραφικών ορίων της.
Ο δεύτερος σκοπός του Κέντρου είναι: «η υποστήριξη της εισαγωγής της μακεδονικής γλώσσας ως προαιρετικού μαθήματος σε δημόσια σχολεία και πανεπιστήμια στην Ελλάδα, ιδίως στις Περιφέρειες της Δυτικής Μακεδονίας, της Κεντρικής Μακεδονίας και της Ανατολικής Μακεδονίας και της Θράκης».
Από τη στιγμή όμως που «μακεδονική γλώσσα» δεν υπάρχει ή αναγνωρίζεται στην Ελλάδα, πώς προτείνεται να διδαχθεί σε σχολεία ή σε δημόσια πανεπιστήμια; Και μάλιστα, όχι σε όλα γενικώς και αορίστως, αλλά μόνο σ’ αυτά που βρίσκονται σε συγκεκριμένες περιοχές της Ελλάδας και ειδικότερα στη Βόρεια Ελλάδα.
Στο σημείο αυτό ο κ. Βαβούσκος αναρωτιέται: «Δεν θα ήταν και ενέργεια αντισυνταγματική, αφού θα παραβίαζε την εκ του Συντάγματος κατοχυρωμένη αρχή της ισότητας; Γιατί να στερηθούν του “προνομίου” αυτού οι φοιτητές π.χ. του Πανεπιστημίου Κρήτης; Για έναν και μοναδικό λόγο.
Γιατί ο σκοπός του “Κέντρου” δεν είναι αυτή καθαυτή η διδασκαλία της συγκεκριμένης γλώσσας αλλά η μέσω αυτής προβολή προς τα έξω της υπάρξεως δήθεν “μακεδονικής” μειονότητας, η απόδειξη υπάρξεως της οποίας οδηγεί σε άλλα συμπεράσματα».
Και προσθέτει ότι αναμένεται να δοθεί συνέχεια σε ανώτερο βαθμό, στο Εφετείο Δυτικής Μακεδονίας, στην «εσφαλμένη» – όπως τη χαρακτηρίζει – κρίση του Πρωτοδικείου Φλώρινας.
ολόκληρο το άρθρο ΕΔΩ