Η αλήθεια για τον πόλεμο στην Ουκρανία και το μύθευμα περί παραβίασης του διεθνούς δικαίου

Τετάρτη 27 Απριλίου 2022



Μέσα στον ορυμαγδό της παραπληροφόρησης που έχει υπερβεί κάθε όριο ψεύδους και αθλιότητας, προκαλώντας αντιρωσική υστερία σε όλη την έκταση του δυτικού κόσμου, έχει ιδιαίτερη αξία να συνοψίσουμε ορισμένες επιτέλους αλήθειες για τον πόλεμο στην Ουκρανία, που συστηματικά πασχίζουν να συσκοτίσουν η κυβέρνηση, οι εγχώριες πολιτικές δυνάμεις και τα ραδιοτηλεοπτικά φερέφωνά τους. Αλήθειες που από την αρχή αυτής της κρίσης, τις προβάλουμε και τις αναλύουμε διεξοδικά από την κάμερα και τα μικρόφωνα του Web-TV E-Roi του ΕΠΑΜ.

Πρόκειται για έναν πόλεμο που θα είχε τελειώσει από την πρώτη μέρα, αν οι δυτικές χώρες απαιτούσαν την ανάπτυξη ειρηνευτικών δυνάμεων κυανοκράνων του ΟΗΕ στην περιοχή, για την άμεση κατάπαυση του πυρός, την απόσυρση των αντιμαχόμενων δυνάμεων και την έναρξη διπλωματικών διαπραγματεύσεων. Ας άφηναν στη Ρωσία την ευθύνη να εκτεθεί αρνούμενη. Επιχείρησε ποτέ να θέσει ή έστω να ψελλίσει ένα τέτοιο αίτημα κάποιος από τους επικεφαλής ή τα θεσμικά όργανα των δυτικών χωρών; Όχι! Το ζήτησε μήπως ο λαλίστατος κ. Ζελένσκι, που κατά τα άλλα «κόπτεται» για το λαό της Ουκρανίας, σε κάποια από τις δεκάδες ζωντανές και μαγνητοσκοπημένες εμφανίσεις του; Όχι! Γιατί δεν το έκαναν, για ποιο λόγο απέφυγαν από την πρώτη στιγμή τα αυτονόητα που προβλέπονται από τον Καταστατικό Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών και που κατ’ επανάληψη έχουν εφαρμοστεί σε δεκάδες άλλες περιπτώσεις; Μήπως επειδή έκριναν ότι υπήρχε όντως το ενδεχόμενο αποδοχής μιας τέτοιας πρότασης από τη ρωσική ηγεσία; Πράγμα που θα ανέκοπτε μεν την προέλασή της στο ουκρανικό έδαφος, αλλά θα υποχρέωνε τον ΟΗΕ να στείλει διεθνείς παρατηρητές και εμπειρογνώμονες στην νοτιοανατολική Ουκρανία, με τον κίνδυνο να γίνουν γνωστά σε όλο τον κόσμο η γενοκτονία και τα εγκληματικά αίσχη της ουκρανικής ηγεσίας στον άμαχο πληθυσμό των περιοχών αυτών; Στερώντας έτσι την ευκαιρία στις ΗΠΑ και τους Δυτικούς να θέσουν σε εφαρμογή τον προειλημμένο σχεδιασμό τους για τη δαιμονοποίηση της Ρωσίας και να επιβάλλουν τα εξοντωτικά μέτρα εναντίον της, όπως κάνουν τώρα, προκειμένου να αιμορραγήσει οικονομικά, στρατιωτικά, διπλωματικά, κοινωνικά, ηθικά και πολιτικά για να τελειώνουν έτσι μια και καλή μαζί της, όπως κατ’ επανάληψη έχουν ομολογήσει ότι προσδοκούν; Η αποφυγή τους να θέσουν θέμα στον ΟΗΕ για την άμεση ανάπτυξη ειρηνευτικών δυνάμεων από τις πρώτες μέρες της επέμβασης, αποδεικνύει ότι δεν ενδιαφέρθηκαν ποτέ για την κατάπαυση του πυρός, παρά μόνο να λάβει έκταση το δράμα των αμάχων και των προσφύγων, προκειμένου να το εκμεταλλευτούν στοχοποιώντας τη Ρωσία στην κοινή γνώμη για την διεθνή απομόνωσή της.

Πρόκειται για έναν πόλεμο που δεν θα είχε καν αρχίσει, αν η Δύση πίεζε τις ουκρανικές κυβερνήσεις να σεβαστούν την συμφωνία του Μινσκ, που οι ίδιες υπέγραψαν και η οποία κατοχυρώθηκε με ψήφισμα του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, έτσι ώστε να σταματήσει η σφαγή και η αιματοχυσία του λαού της ανατολικής Ουκρανίας από τον ουκρανικό στρατό και τα ενταγμένα σ’ αυτόν κυβερνητικά τάγματα των ναζιστών. Το επιχείρησαν μήπως ποτέ, και ιδίως οι ηγεσίες της Γαλλίας και της Γερμανίας που ήταν οι επίσημοι παρατηρητές της συμφωνίας; Όχι! Ουδεμία πίεση άσκησαν, αφήνοντας επί οκτώ χρόνια να μαίνονται οι σφαγές των ρωσόφωνων πληθυσμών. Ανέλαβε ποτέ πρωτοβουλίες η ελληνική κυβέρνηση να εφαρμοστεί η συμφωνία αυτή, για να προστατεύσει τους χιλιάδες ομογενείς μας που υπέφεραν επί χρόνια από τους εθνικιστές θρηνώντας θύματα, ή μόλις πρόσφατα, με την επέμβαση της Ρωσίας, θυμήθηκε ότι υπάρχουν και ελληνικοί πληθυσμοί εκεί; Την σεβάστηκε ποτέ την συμφωνία αυτή ο κ. Ζελένσκι, ή, αντιθέτως, ανεχόταν και ενίσχυε τους εθνικιστές φονιάδες, που επί των ημερών του αναζωπύρωσαν τις επιθέσεις τους και τους βομβαρδισμούς τους; Αν εφαρμόζονταν οι συμφωνίες του Μινσκ, δεν θα υπήρχε κανένα επιχείρημα για τη Ρωσία να αναπτύξει δυνάμεις στην περιοχή, κανένας λόγος να απολογείται στο εσωτερικό της για αδράνεια απέναντι στο δράμα των ομογενών της αλλά και των πολιτών της, εφόσον μεγάλο μέρος του πληθυσμού φέρει και ρωσικά διαβατήρια, όπως και στο δράμα των αμάχων και των προσφύγων που κατά χιλιάδες περνούσαν τα σύνορά της για να διασωθούν, ούτε και θα υπήρχε κανένα πρόσχημα για να επέμβει.

Πρόκειται για έναν πόλεμο που δεν θα είχε ποτέ ξεσπάσει, αν οι ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ είχαν σεβαστεί την απαίτηση της Ρωσίας να παραμείνει στρατιωτικά ουδέτερη η Ουκρανία, για να μην εγκατασταθούν πυρηνικοί πύραυλοι στο έδαφός της και σε απόσταση αναπνοής από τη Μόσχα. Το σεβάστηκαν αυτό οι Αμερικάνοι, που οι ίδιοι είχαν απειλήσει με πυρηνικό πόλεμο όταν οι Σοβιετικοί αποπειράθηκαν να εγκαταστήσουν πυραύλους στην Κούβα; Το σεβάστηκαν μήπως οι Ευρωπαίοι εταίροι του ΝΑΤΟ, που τώρα σπεύδουν να συνταχθούν με τα γεράκια των ΗΠΑ; Έλαβε κανένας τους υπόψη ότι το ζήτημα αυτό ήταν ζωτικό για την εθνική ασφάλεια της Ρωσίας, όσο θα ήταν και για τους ίδιους αν μια εχθρική δύναμη σημάδευε τις πόλεις τους με βαλλιστικούς πυραύλους στοιχισμένους στη γραμμή των συνόρων τους; Νοιάστηκε για την ασφάλεια του λαού του ο κ. Ζελένσκι, όταν αδιάλλακτα και αλαζονικά επίχαιρε για την προσθήκη, μέσα στο ίδιο το ουκρανικό σύνταγμα, της ένταξης της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ ως κύριου στόχου της εξωτερικής πολιτικής του; Είναι ή όχι εκβιασμός όταν ως στρατιωτικός συνασπισμός (ΝΑΤΟ), πολιορκείς ασφυκτικά μια χώρα (τη Ρωσία), έχοντας τοποθετήσει υπερσύγχρονα βαρέα όπλα και στρατό σε όλη την έκταση των συνόρων της και εκτός αυτού, αφήνεις να αιωρούνται απειλές ότι θα τα μεταφέρεις και μέσα στο μαλακό υπογάστριό της (την Ουκρανία); Από πότε καταδικάζεται ο εκβιαζόμενος, όταν, προκειμένου να αμυνθεί, εξαναγκάζεται σε ενέργειες που εσύ ο ίδιος τον εξώθησες; Αν οι Δυτικοί είχαν στοιχειώδη συνέπεια και εντιμότητα στις υποσχέσεις τους πάνω στα δύο αυτά θέματα που αναφέραμε πιο πάνω, δεν θα υπήρχε κανένα έρεισμα αλλά και απολύτως κανένας λόγος για την Ρωσία να προχωρήσει σε στρατιωτικές επιχειρήσεις.

Η επέμβαση της Ρωσίας ήταν η συνέπεια μιας καλοστημένης παγίδευσης από τους Δυτικούς, που αδιαφορώντας για τα θύματα μεταξύ των αμάχων και την προσφυγιά που θα προκαλούνταν, μεθόδευσαν ενέργειες που οδηγούσαν σε αυτοεκπληρούμενη προφητεία. Ο λαός της Ουκρανίας είχε εξ αρχής σχεδιαστεί να θυσιαστεί από τους επιτελείς των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ, προκειμένου να θέσουν τους Ρώσους σε ασφυκτικό κλοιό. Το δίλημμα στο οποίο εξωθούσαν τη Ρωσία ήταν σαφές: Ή θα επενέβαινε στρατιωτικά επισύροντας την κατακραυγή, τα εμπάργκο και τα μποϊκοτάζ όλου του εσμού των Δυτικών που καραδοκούσαν για μια τέτοια ενέργεια, ή θα συνέχιζε να είναι υποχωρητική στους εκβιασμούς, διαμαρτυρόμενη απλώς και μένοντας άπραγη, αποδεχόμενη μοιρολατρικά τον στραγγαλισμό της χώρας της και του λαού της. Σε κάθε περίπτωση, σύμφωνα πάντα με τους νοσηρούς σχεδιασμούς τους, κερδισμένοι θα ήταν οι Δυτικοί. Τα δάκρια που χύνουν τώρα για τους άμαχους είναι κροκοδείλια και υποκριτικά αφού οι ίδιοι επιδίωξαν τη θυματοποίησή τους, εξωθώντας την Ρωσία να επέμβει, αφενός για να προστατεύσει τους ομογενείς πληθυσμούς και τους πολίτες της που εξοντώνονταν επί οκτώ χρόνια, αφετέρου για να αποτρέψει τον κίνδυνο για τον ίδιο το λαό της και τη χώρα της να εγκλωβιστούν δια παντός στη θανατερή μέγγενη των νατοϊκών πυραύλων.

Ο πόλεμος είναι καταδικαστέος και απευκταίος για όποιον διαθέτει στοιχειώδη λογική και κοινό νου. Αποτελεί όμως την έσχατη επιλογή όταν τίθεται επί τάπητος η υπεράσπιση της χώρας σου από την παγίδα θανάτου που της επιβάλλουν και η επιβίωση του λαού σου από την επικείμενη καταστροφή. Αυτό το δίλημμα έχει απαντηθεί ήδη από το 1945 στο άρθρο 51 του Καταστατικού Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών. Το άρθρο δηλαδή που προκειμένου να απαντήσουν στο αυτό δίλημμα, επικαλέστηκαν επισήμως ο πρόεδρος Πούτιν και η ρωσική ηγεσία για τη στρατιωτική τους επέμβαση.

Είχε βάσιμους και στέρεους λόγους στην επίκλησή του ο πρόεδρος Πούτιν ή όχι; Παραβίασε όντως το διεθνές δίκαιο η Ρωσία με την επέμβασή της, όπως διατείνονται πασχίζοντας να φανατίσουν την κοινή γνώμη εδώ και ενάμιση μήνα οι ηγεσίες των δυτικών χωρών και οι τσιριχτές κραυγές των τηλεπερσόνων στα ΜΜΕ; Ας δώσουμε την απάντηση στο ερώτημα αυτό, εξετάζοντας διεξοδικότερα τα δεδομένα και τα γεγονότα σε σχέση με την πάγια νομολογία του διεθνούς δικαίου.

Πώς φτάσαμε στη ρωσική επέμβαση;

Κείμενη στο νοτιοδυτικό άκρο της Ρωσίας, η Ουκρανία οφείλει την ονομασία της στην ακρότατη γεωγραφική της θέση: Ukraina από τη ρωσική λ. krai = άκρη, «okraina» αποκαλείται στα παλαιά χειρόγραφα κάθε παραμεθόρια περιοχή της Ρωσίας που προστάτευε τα εξωτερικά της σύνορα. Δεν ανταποκρίνεται συνεπώς η ονομασία της σε εθνικό προσδιορισμό κάποιου λαού που κατοίκησε εκεί, αλλά στην ακριτική τοποθεσία της εντός της ευρύτερης επικράτειας του ρωσικού έθνους, θεωρούμενη ανέκαθεν το ιστορικό του λίκνο. Ο πληθυσμός της, που σε όλη την έκταση της χώρας φέρει ρίζες μιας κοινής ρωσικής καταγωγής, με ποικίλη ωστόσο σύνθεση μικρότερων σε ποσοστά εθνικών μειονοτήτων, επηρεαζόταν πολιτισμικά τους τελευταίους τρεις αιώνες από δύο αντίθετους πόλους. Στο μεν δυτικό της τμήμα από την Πολωνία, την Αυστροουγγαρία και αργότερα την Γερμανία, με τις οποίες ανέπτυξε στενότερους δεσμούς κάτω από τους συνεχείς διαμελισμούς που υφίστατο από αυτές, στο δε ανατολικό από τη Ρωσία με την οποία δεν διέφερε στις παραδόσεις, τα ήθη και την εξέλιξη της γλώσσας. Κανείς ωστόσο δεν είχε διανοηθεί στο παρελθόν να υποστηρίξει ότι οι επιρροές αυτές, συνιστούν δύο διαφορετικές εθνότητες. Ως μία εθνότητα αντιλαμβανόταν τον εαυτό του ο κύριος όγκος του πληθυσμού, πριν αρχίσουν οι προαναφερθείσες χώρες να διασπείρουν τεχνητά διχαστικές έριδες, χρησιμοποιώντας ως μέσον τον εθνικισμό για να αποκόψουν τους δεσμούς με τη Ρωσία και να ενσωματώσουν τα εδάφη της δυτικής Ουκρανίας. Η εμφάνιση του ουκρανικού εθνικισμού οφείλεται εν πολλοίς σ’ αυτές τις άοκνες ενέργειες από τα μέσα περίπου του 19ου αιώνα.

Η σημερινή Ουκρανία ανακηρύχτηκε για πρώτη φορά ανεξάρτητο κράτος το 1991, με την διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης, γενόμενη πάραυτα στόχος των δυτικών πολυεθνικών συμφερόντων που την κατέκλυσαν για να την εντάξουν «στην οικονομία της αγοράς». Οδηγώντας, όπως ήταν επόμενο, στη λεηλασία του εθνικού της πλούτου που με τη συνεργασία των διεφθαρμένων κυβερνήσεών της, καταβύθισαν την ουκρανική οικονομία, προκαλώντας, μέχρι το 2014, πάνω από 8 εκατομμύρια οικονομικούς μετανάστες που έφευγαν σε άλλες χώρες –και κυρίως στη Ρωσία- για να καταφέρουν να επιβιώσουν. Με αποτέλεσμα, η όλη τραγική κατάντια που επέφεραν οι «επενδυτές – σωτήρες» της από την Δύση, να αναδείξει επί μακρόν ως κύριο «εξαγωγικό» της προϊόν, την προαγωγή του trafficking και της πορνείας.

Μόνιμο και πάγιο αίτημα της Ρωσικής Ομοσπονδίας, ήταν να μην καταστεί η Ουκρανία προγεφύρωμα του ΝΑΤΟ, γιατί μια τέτοια εξέλιξη θα έφερνε το πυρηνικό αμερικανικό οπλοστάσιο εντός των περιχώρων της Ρωσίας. Οι υποσχέσεις της Δύσης, από τις αρχές της δεκαετίας του 1990, ήταν ότι το ΝΑΤΟ δεν θα επεκταθεί ούτε ίντσα από την γραμμή που βρισκόταν μέχρι τότε, πράγμα που επανεπιβεβαιώθηκε και επικυρώθηκε με το σύμφωνο Ιδρυτικής Πράξης ΝΑΤΟ – Ρωσίας το 1997. Παρ’ όλες τις επίσημες διαβεβαιώσεις, οι υποσχέσεις αυτές παραβιάστηκαν επανειλημμένα από το 1999 κι εντεύθεν, όταν σε πέντε διαδοχικά κύματα επέκτασης, άρχισαν να εντάσσουν στο ΝΑΤΟ τη μία μετά την άλλη τις χώρες του πρώην Συμφώνου της Βαρσοβίας, χωρίς να λαμβάνουν υπόψη τις διαμαρτυρίες της Ρωσίας που έβλεπε το εξελιγμένο οπλοστάσιο των ΗΠΑ και τις μεραρχίες του ΝΑΤΟ να επεκτείνονται μέχρι έξω από την πόρτα της. Οι ηγεσίες της Ρωσικής Ομοσπονδίας ανέχονταν την επί σειρά ετών ιταμή και προκλητική αυτή πρακτική, μέχρι τη στιγμή που το ΝΑΤΟ ανακοίνωσε ότι η Ουκρανία θα προσκληθεί να ενταχθεί στα μέλη του (2008, Σύνοδο Κορυφής στο Βουκουρέστι). Οι Ρώσοι ξεκαθάρισαν απερίφραστα ότι αυτό δεν θα γίνει ποτέ ανεκτό γιατί θεωρείται υπαρξιακή απειλή γι’ αυτούς, χαράσσοντας την «κόκκινη γραμμή» τους και εμμένοντας στο καθεστώς ουδετερότητας της χώρας αυτής. Ο λόγος της επιμονής αυτής ήταν καθαρά αμυντικός: Ένταξη της Ουκρανίας, σήμαινε ότι όταν οι πυραυλικές συστοιχίες του ΝΑΤΟ θα εγκαθίσταντο εντός της χώρας αυτής, πιθανή ενεργοποίησή τους θα απαιτούσε 3 – 5 μόλις λεπτά για να χτυπήσουν τη Μόσχα ή την Αγία Πετρούπολη, πράγμα που έδινε στη Ρωσία ελάχιστη έως μηδαμινή δυνατότητα αντίδρασης και αναχαίτισης και συνεπώς, την καθιστούσε ανοχύρωτη στην απειλή χρήσης βίας και έρμαιο στις όποιες εκβιαστικές απαιτήσεις εκδήλωναν οι Δυτικοί απέναντί της.

Το πραξικόπημα του 2014 και οι ναζιστικές ορδές

Ως κατώφλι εισόδου των πρώην ανατολικών χωρών στο ΝΑΤΟ, λειτουργούσε πάντοτε η προηγούμενη ένταξή τους στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Για το λόγο αυτό, όταν ο τότε εκλεγμένος πρόεδρος της Ουκρανίας απέρριψε στα τέλη του 2013 τη συμφωνία σύνδεσης με την ΕΕ, λόγω της επαχθούς «δημοσιονομικής σταθερότητας και προσαρμογής» που απαιτούνταν από το ΔΝΤ και τις Βρυξέλλες σε μια χώρα ήδη εξασθενημένη οικονομικά –πράγμα που το γνωρίζουμε πολύ καλά κι εμείς εδώ με τα μνημόνια που υποστήκαμε- οι ΗΠΑ, προχώρησαν στην τερατώδη προσφιλή τους πρακτική: Με τη σύμπραξη χωρών της ΕΕ (Γερμανίας, Γαλλίας και Πολωνίας) μεθόδευσαν, χρηματοδότησαν και οργάνωσαν το αιματηρό πραξικόπημα που ανέτρεψε την κυβέρνηση της Ουκρανίας στις αρχές του 2014, χρησιμοποιώντας ως μοχλό και ενεργούμενα για την επιβολή του πραξικοπήματος, τις πολυπληθείς ναζιστικές συμμορίες και τα πυρά των ελεύθερων σκοπευτών που στόχευσαν αδιακρίτως τον κόσμο, με δεκάδες νεκρούς στην πλατεία Μεϊντάν. Αποκαλώντας «επανάσταση» το μακελειό αυτό, φέροντας στολές με σβάστικες και ανεμίζοντας λάβαρα των Ουκρανικών Waffen-SS του Β΄ Π.Π., τα τάγματα των ναζιστών άρχισαν επιδρομές σε όλη τη χώρα για τη βίαιη φίμωση όσων τολμούσαν να εκφραστούν κατά των αντισυνταγματικών ενεργειών, ενώ κόμματα αντιπολιτευτικά του κοινοβουλίου, με υψηλή εκλογική αντιπροσώπευση, τέθηκαν εκτός νόμου! Καμιά αντίδραση, καμία καταδίκη στα εξοργιστικά αυτά φαινόμενα δεν υπήρξε ποτέ από το σύνολο των «εμφορούμενων υπό των ευρωπαϊκών αξιών και ιδεωδών» ηγετών της ΕΕ. Αντιθέτως, άρχισαν εν μέσω της βίας που επικρατούσε, να επισκέπτονται και να χαριεντίζονται με την νέα φιλοναζιστική κυβέρνηση της Ουκρανίας, με πρώτο μάλιστα επισκέπτη τον «δικό μας» κ. Τσίπρα, φέροντας την ιδιότητα τότε του πρωθυπουργού.

Η επικράτηση του πραξικοπήματος, οδήγησε σε ένα άνευ προηγουμένου πογκρόμ εναντίον δεκάδων χιλιάδων πολιτών με ταπεινώσεις, διώξεις και δολοφονίες αντιφρονούντων, ιδίως στις νότιες και ανατολικές περιφέρειες. Εκπρόσωποι των εθνικιστικών συμμοριών και ναζί πολέμαρχοι πήραν έκτοτε τα ηνία καταλαμβάνοντας θέσεις-κλειδιά στο κράτος (αρχηγείο στρατού, υπουργείο άμυνας, υπουργείο βετεράνων κ.ά.), ενώ Αμερικανοί και άλλοι δυτικοί σύμβουλοι κατέκλυσαν τις αρχές της χώρας αυτής σε όλα τα επίπεδα της διοίκησης. Επιβλήθηκε η απαγόρευση της ρωσικής γλώσσας αλλά και η απαγόρευση της γλώσσας κάθε εθνικής μειονότητας – ανάμεσα στις οποίες και της ελληνικής – με όργανα επιβολής τις ακροδεξιές οργανώσεις, στις οποίες έδωσαν αστυνομικές αρμοδιότητες ή τις ενέτασσαν επίσημα στη στρατιωτική δομή του ουκρανικού κράτους. Η πολιτική της «εθνικής καθαρότητας», η τρομοκρατία αλλά και οι εκβιασμοί προς τις περιοχές όπου οι πληθυσμοί αντιτάσσονταν στο πραξικόπημα, ασκώντας εμπορικό και οικονομικό αποκλεισμό σ’ αυτές και προχωρώντας ακόμη και σε διακοπή της υδροδότησης και ηλεκτροδότησής τους, ανάγκασε αφενός τις αρχές και τους πληθυσμούς της Κριμαίας να προβούν σε δημοψήφισμα ζητώντας την επανένωσή τους με τη Ρωσία, αφετέρου τις δύο βιομηχανικές περιφέρειες, του Ντονέτσκ και του Λουγκάνσκ στη λεκάνη του Ντονμπάς, να αυτοανακηρυχθούν, μετά από δημοψηφίσματα που διενήργησαν και με συντριπτική πλειοψηφία, σε ανεξάρτητες λαϊκές δημοκρατίες.

Το ζήτημα της Κριμαίας

Η Ρωσία, επικαλούμενη την αρχή της αυτοδιάθεσης των λαών σύμφωνα με την χάρτα του ΟΗΕ, έσπευσε να ανταποκριθεί στο αίτημα των κατοίκων της Κριμαίας, υπογράφοντας τη συνθήκη προσχώρησής της και αναγνωρίζοντάς την ως ομόσπονδη και πολιτικά ανεξάρτητη δημοκρατία στο πλαίσιο της Ρωσικής Ομοσπονδίας, πράγμα που ξεσήκωσε θύελλα αντιδράσεων στην Δύση. Σαφέστατα έπαιξε ρόλο στην απόφαση της Ρωσίας το ότι πρόκειται για καίρια περιοχή, υψηλής γεωστραστηγικής σημασίας για την άμυνά της. Η ουκρανική κυβέρνηση όμως και οι Δυτικοί, κακώς διαρρηγνύουν τα ιμάτιά τους μέχρι σήμερα για την ενέργεια αυτή, εφόσον η περιοχή δεν ανήκε ποτέ ιστορικά στην Ουκρανία. Η Κριμαία ήταν ανέκαθεν, από τον 18ο αι. που απελευθερώθηκε από τους Οθωμανούς, τμήμα του εδάφους της τσαρικής Ρωσίας και στη συνέχεια της Σοβιετικής Ρωσίας ως Αυτόνομη Σοσιαλιστική Δημοκρατία. Το 1954 μετακινήθηκε διοικητικά από τον Χρουστσόφ στην Ουκρανική Σοβιετική Δημοκρατία, με το αιτιολογικό «της εδαφικής εγγύτητας της Κριμαίας με την Ουκρανία» καθώς και της γειτνίασης των οικονομικών και λοιπών ανταλλαγών τους. Μετά την διάλυση της ΕΣΣΔ, αναγνωρίστηκε από το ουκρανικό σύνταγμα καθώς και από την ΕΕ, τη Ρωσία και τις ΗΠΑ ως Αυτόνομη Δημοκρατία της Κριμαίας, με δικό της σύνταγμα, κοινοβούλιο και νομοθεσία εντός της κρατικής οντότητας της Ουκρανίας. Είχαν συνεπώς κάθε νόμιμο δικαίωμα οι πολίτες της, υπό την πίεση του άμεσου κινδύνου των διωγμών και των παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων που αντιμετώπιζαν, να προχωρήσουν με πρωτοβουλία του Ανωτάτου Συμβουλίου της Κριμαίας σε δημοψήφισμα, όπως και το έκαναν, επιλέγοντας με συντριπτική πλειοψηφία την απόσχισή τους από την Ουκρανία και την ένταξή τους, υπό μορφή ομοσπονδιακή, στον κρατικό κορμό που φυσιολογικά ένοιωθαν ότι ανήκουν. Είναι κατανοητές οι οργισμένες αντιδράσεις από τους Δυτικούς, εφόσον είχαν πειστεί ότι με την επιτυχία του πραξικοπήματος που οργάνωσαν, ολόκληρη η κριμαϊκή χερσόνησος ήταν πια στα χέρια τους κι ότι η Ρωσία είχε στριμωχτεί για τα καλά από ξηρά και θάλασσα. Η ταχύτατη ανταπόκριση του Πούτιν στο αίτημα του λαού της Κριμαίας, κατακρήμνισε τις προσδοκίες τους.

Οι δύο Λαϊκές Δημοκρατίες και οι συμφωνίες του Μινσκ

Το λάθος της ρωσικής ηγεσίας, κατά την γνώμη μας, είναι ότι εκτός της ενσωμάτωσης της Κριμαίας, δεν προχώρησε εκ παραλλήλου και στην αναγνώριση των δύο νεοσύστατων Λαϊκών Δημοκρατιών, του Λουγκάνσκ και του Ντονέτσκ, όπως επιθυμούσαν οι πληθυσμοί τους και σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο που προβλέπει το δικαίωμα σε μια πληθυσμιακή οντότητα, ιδίως όταν αυτή διώκεται, να αυτοπροσδιοριστεί με όρους αυτοδιάθεσης. Θα είχε λυθεί από τότε το πρόβλημα διότι η αναγνώριση, θα επέτρεπε στις δύο λαϊκές δημοκρατίες του Ντονμπάς να προσκαλέσουν επίσημα τη Ρωσική Ομοσπονδία ως δύναμη ειρηνευτική για να εγγυηθεί την ασφάλειά τους, μέχρι να διευθετηθούν οριστικά οι συνοριακές τους διαφορές με την Ουκρανία. Η Ρωσία δεν το έπραξε, εμπιστευόμενη για άλλη μια φορά τις υποσχέσεις των Δυτικών ότι θα πιέσουν την ουκρανική κυβέρνηση να δώσει τέλος στα εγκλήματα που διαπράττονταν σε όλη την έκταση του Ντονμπάς από τον ουκρανικό στρατό, ο οποίος είχε ήδη ενσωματώσει στους σχηματισμούς του τα πολυπληθή τάγματα θανάτου των οργανωμένων ακροδεξιών συμμοριών. Οι Ρώσοι, διατηρώντας την ψευδαίσθηση ότι αν δείξουν συγκατάβαση στη Δύση θα υπερισχύσει το διεθνές δίκαιο, ενεπλάκησαν σε χρόνιες διπλωματικές διελκυστίνδες για να επιτευχθεί εκεχειρία και ειρήνευση στην περιοχή. Με συνέπεια, η αφελής αυτή εμπιστοσύνη στις δυτικές υποσχέσεις, να έχει ως τραγικό επακόλουθο τον αριθμό των 14.000 θυμάτων, κυρίως αμάχων, στα οκτώ χρόνια που μεσολάβησαν έκτοτε – σύμφωνα πάντα με τους μετριοπαθέστερους υπολογισμούς, διότι οι εκτιμήσεις των δυο λαϊκών δημοκρατιών αναφέρονται σε πολλαπλάσιους νεκρούς. Ποια είναι η αλήθεια για τον αριθμό των θυμάτων, ανάμεσά τους και εκατοντάδων μικρών παιδιών; Δεν τη γνωρίζουμε, διότι ο ΟΗΕ αρνείται, τόσα χρόνια, να προχωρήσει σε σύσταση διεθνούς επιτροπής εμπειρογνωμόνων για να διερευνηθεί, ιατροδικαστικά, ο πραγματικός αριθμός τους και η έκταση των μαζικών εγκλημάτων εθνοκάθαρσης.

Παρότι εντέλει αποδείχθηκαν ανεφάρμοστες οι ειρηνευτικές συνομιλίες λόγω της υπονόμευσής τους κυρίως από τις ΗΠΑ, εντούτοις οι διπλωματικές προσπάθειες της Ρωσίας για την προστασία των κατοίκων της ανατολικής Ουκρανίας, ανάμεσα στους οποίους δεκάδες χιλιάδες Έλληνες ομογενείς, ήταν συνεχείς και αποκρυσταλλώθηκαν στην περίφημη συμφωνία του Μινσκ στις αρχές του 2015. Με τη συμφωνία αυτή αναγνωριζόταν η νομική υπόσταση των δύο δημοκρατιών με ειδικό καθεστώς αυτονομίας εντός της ουκρανικής επικράτειας, η τροποποίηση του ουκρανικού συντάγματος που θα συμπεριλαμβάνει συγκεκριμένη αναφορά σ’ αυτές και η άμεση και συνολική κατάπαυση του πυρός. Η συμφωνία, παρόλο που ήταν υπογεγραμμένη απ’ όλες τις πλευρές (Ουκρανία, Ρωσία, τις δύο λαϊκές δημοκρατίες καθώς και την Γαλλία και την Γερμανία με τις αυτοπρόσωπες παρουσίες του Φρανσουά Ολάντ και της Άνγκελα Μέρκελ) και τελούσαν υπό την αιγίδα του ΟΑΣΕ, και παρόλο που εγκρίθηκε με ψήφισμα του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ και ανανεωνόταν με απανωτές συνδιασκέψεις στα επόμενα χρόνια, εντούτοις παραβιαζόταν συστηματικά από τις ναζιστικές ταξιαρχίες του Αζόφ και τα εθνικιστικά τάγματα του Δεξιού Τομέα, που όταν δεν καθοδηγούνταν άμεσα από την ουκρανική κυβέρνηση στις επιχειρήσεις θανάτου που επέδραμαν, οπωσδήποτε πάντως είχαν την αμέριστη υποστήριξη και συγκατάθεσή της. Παρουσιάστηκε μάλιστα το πρωτοφανές παράδοξο στα παγκόσμια διπλωματικά χρονικά, να υπογράφει τη μια μέρα ο εκάστοτε πρόεδρος της Ουκρανίας (είτε ο Ποροσένκο, πριν, είτε ο Ζελένσκι στη συνέχεια) και να σφίγγει χαμογελαστός τα χέρια των διεθνών συνομιλητών του, και την επομένη, επιστρέφοντας στην Ουκρανία, να διαγγέλλει από τηλεοράσεως ότι η συμφωνία που υπέγραψε είναι ανεφάρμοστη! Δίνοντας έτσι το πράσινο φως και το άλλοθι στους εθνικιστές και τον ουκρανικό στρατό να εντείνουν τις φονικές επιχειρήσεις τους, χωρίς ποτέ να καταγγέλλεται η κοροϊδία αυτή από τις χώρες/παρατηρητές και τα διεθνή φόρα όπου υπερίσχυαν οι Δυτικοί και χωρίς να πιέσουν ή να λάβουν μέτρα για να εφαρμοστούν τα συμφωνηθέντα. Τουναντίον, τα στυγερά εγκλήματα ενάντια στον ντόπιο πληθυσμό, τα οποία βεβαιώνονταν σε καθημερινή βάση στις εκθέσεις των παρατηρητών του ΟΑΣΕ, δεν κατάφεραν ποτέ να συγκινήσουν τους τόσο ευσυγκίνητους σήμερα επικεφαλής της ΕΕ και σπανίως έφταναν στα «ευαίσθητα» δημοσιογραφικά αυτιά και μάτια των δυτικών ΜΜΕ.

Η επέμβαση στην Ουκρανία ως έσχατη γραμμή αμύνης της Ρωσίας

Οι επιθέσεις ενάντια στους πληθυσμούς του Ντονμπάς, αναζωπυρώθηκαν με φοβερή δύναμη πυρός στα μέσα του φετινού Φεβρουαρίου, προκαλώντας την υπόνοια ότι ο σκοπός των «αφανών» και έξωθεν εντολέων γι’ αυτές τις φονικές επιχειρήσεις, ήταν να προκληθεί η Ρωσία για να επέμβει στρατιωτικά προς διάσωση των πολιτών της και των ομογενών της. Έτσι ώστε να δοθεί η αφορμή μιας τεχνητής διεθνούς κατακραυγής και να παρθούν τα εξοντωτικά μέτρα ενάντιά της που θα την απομόνωναν ηθικά και πολιτικά, με σκοπό την αποδυνάμωση και εντέλει την εξουθένωσή της.

Αν όπως όλα δείχνουν, ήταν όντως αυτός ο σκοπός τους, εντέλει τον πετύχανε. Οι Ρώσοι επενέβησαν. Εκείνο που ίσως δεν περίμεναν οι Δυτικοί, ήταν ότι η επέμβαση αυτή θα εκδηλωνόταν σε όλη την έκταση της ουκρανικής επικράτειας, εξουδετερώνοντας μέσα σ’ ένα 24ωρο όλους τους νευραλγικούς στόχους στρατηγικού χαρακτήρα και τις εγκαταστάσεις στρατιωτικής υποδομής που είχαν αναπτύξει και διασπείρει οι Αμερικανοί και το ΝΑΤΟ σε εκατοντάδες –κυριολεκτικά- σημεία της χώρας. Ίσως, επίσης, να μην περίμεναν ότι θα εισέβαλλε αμέσως στη συνέχεια ο ρωσικός στρατός, πολυμέτωπα και με μηχανοκίνητες δυνάμεις, προκειμένου να σπάσει με μια αιφνίδια κίνηση τον Γόρδιο Δεσμό του χρόνιου ουκρανικού προβλήματος. Δεν υπάρχει σώφρων νους που να μην καταδικάζει τις πολεμικές επεμβάσεις που εκ των πραγμάτων προκαλούν τραγικές κι οδυνηρές συνέπειες. Να δεχθούμε επίσης ότι η Ρωσία αντέδρασε με το χειρότερο δυνατό τρόπο μπροστά στον κίνδυνο αφανισμού των ομογενών της αλλά και στον επικείμενο κίνδυνο που αντιμετώπιζε η ίδια ως οντότητα. Είναι εντούτοις υποκρισία και ανούσιος και ρηχός πασιφισμός για όποιον παραβλέπει ότι για τη Ρωσική Ομοσπονδία, η κίνηση αυτή ήταν η έσχατη γραμμή άμυνάς της απέναντι στην απειλή χρήσης βίας που αντιμετώπιζε από τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ, όπως βεβαιώνουν τα έγγραφα που προσκόμιζαν στον ΟΗΕ οι Ρώσοι αντιπρόσωποι αλλά και δημόσια ο Ρώσος πρόεδρος καθ’ όλο το χρονικό διάστημα πριν από την επιχείρηση και για τα οποία «δεν ίδρωνε το αφτί» κανενός στη Δύση.

Από τη στιγμή που η Ρωσία αποφάσισε να αντιδράσει απέναντι στο στραγγαλισμό που μεθόδευαν οι ΗΠΑ, η επέμβασή της, επιχειρησιακά και στρατηγικά, δεν θα μπορούσε να περιοριστεί στα όλο και πιο συρρικνούμενα όρια των δύο νεοσύστατων δημοκρατιών, αφήνοντας ανέπαφες τις στρατιωτικές υποδομές του ΝΑΤΟ στο έδαφος της Ουκρανίας να εξαπολυθούν ενάντιά της. Ούτε να επιτρέψει να γίνουν τα στρατεύματά της στόχος του κύριου όγκου του ουκρανικού στρατού, υφιστάμενα έναν πόλεμο φθοράς και τέλματος σε μια μικρή λωρίδα γης. Η επέμβασή της σε όλο το εύρος της ουκρανικής επικράτειας ήταν επιχειρησιακά επιβεβλημένη, προκειμένου να αχρηστεύσει τη δυνατότητα συγκέντρωσης πυρός του αντιπάλου ενάντιά της, που με αιχμή και πολιορκητικό κριό τα ναζιστικά και μισθοφορικά συντάγματα, θα επέφεραν τραγικές παράπλευρες απώλειες στο λαό του Ντονμπάς εντείνοντας την προσφυγοποίησή του.

Πρωτοφανή τα χαρακτηριστικά του πολέμου στην Ουκρανία

Η στρατιωτική επιχείρηση των Ρώσων, επιθετική επί του πεδίου αλλά αμυντική στρατηγικά σύμφωνα με τα όσα εκτέθηκαν πιο πάνω, ανέδειξε ορισμένα ιδιαιτέρως ενδιαφέροντα και πρωτοφανή χαρακτηριστικά που συγκεντρωτικά, δεν τα έχουμε δει σε κανέναν άλλο πόλεμο, όπως:

– Παρότι άριστα οργανωμένος και άρτια εξοπλισμένος από τις ΗΠΑ ο ουκρανικός στρατός, εντούτοις μάχες εκ παρατάξεως δεν δόθηκαν, πράγμα που δηλώνει την κατάσταση σύγχυσης έως και διάλυσης που περιήλθε από τις πρώτες κιόλας μέρες. Είτε λόγω λιποταξιών, είτε λόγω παράδοσης ολόκληρων μονάδων χωρίς ουσιαστική αντίσταση, είτε λόγω υποχώρησης στα μετόπισθεν και μέσα στις πόλεις.

– Επιβεβαιώθηκαν (μέσω συλλήψεων, κατασχεθέντων αρχείων και μαρτυριών) οι αναφορές των μεγαλύτερων δυτικών εφημερίδων μέχρι τότε για την ύπαρξη μερικών χιλιάδων, απροσδιόριστου ακόμη συνολικού αριθμού, Αμερικανών, Βρετανών, Καναδών και εν γένει ξένων συμβούλων όπως και εταιρειών μισθοφόρων, που κατείχαν καθήκοντα επιτελικά, εκπαίδευσης αλλά και διοικήσεις μέσα στον ουκρανικό στρατιωτικό μηχανισμό.

– Το υπόλοιπο του ουκρανικού στρατού, υπό την καθοδήγηση των ξένων συμβούλων και υπό τον ασφυκτικό έλεγχο των ναζιστικών μεραρχιών, αντί για την εκ παρατάξεως αντιμετώπιση της ρωσικής προέλασης, οχυρώθηκε σε πόλεις και χωριά βάλλοντας εκ του ασφαλούς, χρησιμοποιώντας ως ανθρώπινη ασπίδα τους αμάχους. Πρωτοφανές για στρατό στη σύγχρονη ιστορία να μεταχειρίζεται, για τη δική του προστασία, τους πολίτες της χώρας του ως ανθρώπινο ανάχωμα. Φυσικό κι επόμενο όμως για έναν στρατό που σε μεγάλο ποσοστό δεν είναι εθνικός, αλλά ένα πολυεθνικό μείγμα μισθοφόρων με κονδύλια των Αμερικανών, που φτιάχτηκε, οργανώθηκε και εξοπλίστηκε από τις ΗΠΑ όχι για την υπεράσπιση της πατρίδας, αλλά με αποκλειστική αποστολή τη σύγκρουση με έναν και μοναδικό εχθρό: την Ρωσία.

– Αντί για την στρατιωτική αντιμετώπιση, ο πρόεδρος της χώρας καλεί απλούς πολίτες και αμάχους να γίνουν θύματα, αντιστεκόμενοι στους Ρώσους μέσα στις πόλεις! Ο τελευταίος που ακολούθησε την τακτική θυματοποίησης των πολιτών της χώρας του, αδιαφορώντας για τη ζωή τους και επιβάλλοντας στους άμαχους να αντιμετωπίσουν τους Ρώσους, ήταν ο Χίτλερ λίγο πριν από την πτώση του, κρυμμένος στο «μπούνκερ» του (το υπόγειο καταφύγιο του). Όπως κάνει τώρα ο κ. Ζελένσκι, κρυμμένος και ασφαλής κάπου σε χώρο απροσδιόριστο.

– Προς το σκοπό αυτό, ο κ. Ζελένσκι μοίρασε ανεξέλεγκτα πληθώρα όπλων σε πλατείες, η πλειονότητα των οποίων περιήλθε στα χέρια συμμοριών του υποκόσμου που έκτοτε αύξησαν την εγκληματικότητα στις πόλεις ή εντάχθηκαν στις ναζιστικές συμμορίες για το πλιάτσικο. Δεν παρέλειψε μάλιστα να αποφυλακίσει σωρηδόν εγκληματίες του κοινού ποινικού δικαίου που ασκούν βία σε ολόκληρη τη χώρα και που αύριο μπορεί να τους δούμε να φιγουράρουν ως «ήρωες της ουκρανικής αντίστασης».

– Ουκρανική λαϊκή αντίσταση δεν υφίσταται. Μόνο show με βιντεοσκοπήσεις δήθεν αυτοσχέδιας άμυνας, από πολίτες που γνωρίζουν ότι κινδυνεύει η ζωή τους από το ουκρανικό παρακράτος αν αρνηθούν τη συμμετοχή τους στο θέατρο του παραλόγου. Πώς θα μπορούσε άλλωστε να υπάρξει όταν το «εθνικό ουκρανικό συναίσθημα» είναι μια πρόσφατη τεχνητή κατασκευή της εξουσίας, χωρίς να έχει προηγηθεί ποτέ κάποιο εθνικό κίνημα ανεξαρτησίας από τα σπλάχνα του ίδιου του λαού; Κατ’ επέκταση δεν υφίσταται «λαός αντιστεκόμενος» σε μια χώρα λεηλατημένη από τις δυτικές πολυεθνικές που επέδραμαν σαν ακρίδες καταληστεύοντάς τον, παρά μόνο φόβος του πληθυσμού αυτού από τις διεφθαρμένες κυβερνήσεις του και το καθεστώς της κρατικής τρομοκρατίας.

– Η μόνη αντίσταση, σκληρή, ανυποχώρητη και αδιάλλακτη, προέρχεται κυρίως από τα πολυπληθή τάγματα της ακροδεξιάς, τους ιδεολογικούς και φυσικούς απογόνους των Ναζί παππούδων τους των ουκρανικών Waffen-SS Galicia (τη θηριωδία των οποίων γνωρίσαμε κι εδώ στην Ελλάδα, όταν στάλθηκαν κατά την γερμανική κατοχή να μακελέψουν τα χωριά μας), που ενταγμένοι οργανικά σε τακτικές μονάδες του ουκρανικού στρατού, αποτελούν το φόβο και τον τρόμο των απλών κληρωτών στρατευμένων. Επιδιδόμενοι σε στυγερές δολοφονίες πολιτών ιδίως στις περιοχές όπου αποσύρονται οι ρωσικές δυνάμεις, κρατώντας ομήρους τους κατοίκους της εμπόλεμης ζώνης μέσα στις πόλεις και τις κωμοπόλεις υπό την καθοδήγηση νατοϊκών και Αμερικανών, ναρκοθετώντας κτιριακές υποδομές και παγιδεύοντας ολόκληρα συγκροτήματα κατοικιών με εκρηκτικά, απειλώντας να τα ανατινάξουν μαζί με τους αμάχους στα υπόγεια, προκειμένου αφενός να ανακόπτουν την προέλαση των Ρώσων, αφετέρου να επιρρίπτουν τους μαζικούς θανάτους πολιτών στο ρωσικό στρατό. Θα αντισταθούν λυσσαλέα μέχρι τέλους γιατί ξέρουν ότι η μοίρα που τους περιμένει αν συλληφθούν, είναι η μοίρα των εγκληματιών κοινού ποινικού δικαίου. Αντιστέκονται με την ίδια απόγνωση και μένος που αντιστέκονταν συσπειρωμένοι σε κατειλημμένα χωριά οι ταγματασφαλίτες όταν έφυγαν οι Γερμανοί, γιατί γνώριζαν τι τους περίμενε για τα εγκλήματα που είχαν διαπράξει στον ελληνικό πληθυσμό. Αυτή είναι η περίφημη «ουκρανική αντίσταση», που μέλη της είδαμε να λερώνουν την οθόνη του ελληνικού κοινοβουλίου χάρις στην πρόσκληση του κ. Ζελένσκι από την κυβέρνηση Μητσοτάκη. Την οποία εξευτέλισε ο αχυράνθρωπος αυτός προσβάλλοντας παράλληλα όλο τον ελληνικό λαό, με το θράσος του να χρησιμοποιήσει την ελληνική βουλή για να «ξεπλύνει» μέσα από αυτήν τους ναζί υποστηρικτές του.

Παρόμοιες προσκλήσεις έλαβε ο κ. Ζελένσκι και από άλλα κοινοβούλια της Ευρώπης, οι κυβερνήσεις των οποίων, ομοούσιες με αυτήν του κ. Μητσοτάκη, εμφανίζονται ιδιαίτερα ευσυγκίνητες και οργισμένες «για την επέμβαση της Ρωσίας σε μια ανεξάρτητη χώρα», αλλά, περιέργως, ποτέ δεν συγκινήθηκαν κι ούτε εκδήλωσαν οργή για τις αμερικανικές επεμβάσεις ανά την υφήλιο. Ποτέ δεν τις καταδίκασαν στα διεθνή φόρα, δεν αποκλείστηκαν ποτέ οι καλλιτέχνες τους και οι αθλητές τους από τις διεθνείς διοργανώσεις κι ούτε δεσμεύτηκαν ποτέ τα εμβάσματα των φοιτητών τους. Και βέβαια, ποτέ δεν πάρθηκαν κυρώσεις και μέτρα ενάντια στις ΗΠΑ, παρόλο που οι πολεμικές της επεμβάσεις εκδηλώνονται όχι για λόγους άμυνας δίπλα στα σύνορά της, αλλά ενάντια σε λαούς χιλιάδες μίλια μακριά από τη χώρα της και για λόγους ιμπεριαλιστικού επεκτατισμού. Δεν έδειξαν την ίδια ευαισθησία, όλοι αυτοί οι «συνταραγμένοι» σήμερα πολιτικοί, όταν καταστρεφόταν με βομβαρδισμούς η Σερβία, δεν ξεσήκωσε ποτέ τη δημόσια κατακραυγή τους η καταστροφή, η διάλυση κι η ισοπέδωση ανεξάρτητων και κυρίαρχων κρατών από τις ΗΠΑ, δεν έχυσαν ποτέ ένα δάκρυ για τα ερείπια των πόλεων από τις «έξυπνες βόμβες» των Αμερικανών και τις εκατόμβες θυμάτων μεταξύ των γυναικόπαιδων και του άμαχου πληθυσμού. Δύο μέτρα και δύο σταθμά για τον επιλεκτικό «αλτρουισμό» των επικεφαλής της Δύσης και τους πολιτικούς παράγοντες της χώρας μας, που αποδεικνύουν την ανειλικρίνεια, την διπροσωπία και τον φαρισαϊσμό τους.

Η αήθης προπαγάνδα περί «παραβίασης του διεθνούς δικαίου»

Ένας φαρισαϊσμός που ήταν έκδηλος από την πρώτη στιγμή της αναγνώρισης από τη Ρωσία (στις 21/2) των Λαϊκών Δημοκρατιών του Λουγκάνσκ και του Ντονέτσκ, κραυγάζοντας όλοι, όπως και οι εδώ κυβερνώντες και κοινοβουλευτικοί, ότι «συνιστά κατάφωρη παραβίαση του διεθνούς δικαίου και των συμφωνιών του Μινσκ»! Παρότι γνωρίζουνε πολύ καλά ότι όταν ένας λαός υφίσταται γενοκτονία και κινδυνεύει η φυσική του ύπαρξη, το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης μέχρι και του πλήρους αποχωρισμού του από την κρατική οντότητα των βιαστών του, είναι θεμελιωμένο στο διεθνές δίκαιο, συνεπώς είχε κάθε λόγο η Ρωσία να προβεί στην αναγνώριση των δύο δημοκρατιών. Όσο για τις συμφωνίες του Μινσκ, πολύ αργά τις θυμήθηκαν, όταν επί μια ολόκληρη επταετία που οι συμφωνίες ποδοπατούνταν ασύστολα από τους Ουκρανούς ιθύνοντες μαζί με το αίμα των κατοίκων του Ντονμπάς, οι όψιμα «ευαίσθητοι» και τωρινοί κραυγάζοντες της Δύσης και της χώρας μας, δεν έβγαζαν τσιμουδιά.

Από τη στιγμή που η ουκρανική κυβέρνηση, με την καθοδήγηση των ΗΠΑ και την ανοχή της ΕΕ καταπάτησε τις συμφωνίες του Μινσκ, παρακάμπτοντας τον ΟΑΣΕ και τις διαδικασίες που προβλέπονται από τον ΟΗΕ, η παραβίαση του δικαίου οφείλεται αποκλειστικά σ’ αυτούς. Συνεπώς η Ρωσία αποδεσμευόταν αυτομάτως από τις παραβιασμένες συμφωνίες προκειμένου να προχωρήσει σε υπεράσπιση αυτών των περιοχών. Εφόσον οι δύο αναγνωρισμένες απ’ αυτήν δημοκρατίες, προσκάλεσαν επισήμως την Ρωσία με το αίτημα της αρωγής βάση της Συνθήκης Φιλίας, Συνεργασίας και Αμοιβαίας Βοήθειας που υπογράφηκε εκατέρωθεν, παραχωρούσαν κάθε νόμιμο δικαίωμα στη Ρωσία να αποστείλει δυνάμεις, όπως παγίως είθισται, για να τις συνδράμει στον αγώνα επιβίωσης που έδιναν. Πού την είδανε λοιπόν την «κατάφωρη παραβίαση του διεθνούς δικαίου» με την οποία άρχισαν να πιπιλάνε τα αφτιά του κόσμου μόλις αναγνώρισε η Ρωσία τις δύο αυτοανακηρυχθείσες δημοκρατίες; Και μάλιστα οι ίδιοι άνθρωποι που χωρίς να ισχύει τίποτα από τα πιο πάνω και κατά παράβαση όλων των συνθηκών και των εθνολογικών αρχών, αναγνώρισαν το δικαίωμα αυτό στους Κοσοβάρους διαμελίζοντας την Σερβία; Από ποιο διεθνές δίκαιο προέκυψε η αναγνώριση εκείνη; Γι’ αυτό μιλάμε για αήθη προπαγάνδα, φαρισαϊσμό και διπροσωπία.

Τα άρθρα 51 και 2§4 της Χάρτας του ΟΗΕ

Το ίδιο ακριβώς επιχείρημα – ελλείψει ίσως άλλου προσφορότερου; – χρησιμοποίησαν και τρεις μέρες αργότερα, στις 24/2, όταν εκδηλώθηκε η επέμβαση του ρωσικού στρατού σε όλο το έδαφος της ουκρανικής επικράτειας και το επαναλαμβάνουν σε όλους τους τόνους μέχρι σήμερα. Πρόκειται όμως, όντως, για «κατάφωρη παραβίαση του διεθνούς δικαίου» εκ μέρους της Ρωσίας, ή μήπως, όταν το ισχυρίζονται αυτό, κάνουν επιλεκτική ερμηνεία του διεθνούς δικαίου, παραβλέποντας ουσιώδη άρθρα του και τη διεθνή νομολογία που αναπτύχθηκε πάνω σ’ αυτό από το 1948 κι εντεύθεν; Χειραγωγώντας έτσι το διεθνές δίκαιο σύμφωνα με τα γεωπολιτικά συμφέροντα της Δύσης;

Ας θυμίσουμε λοιπόν σε όσους τις «ξεχνούν», τις καταγγελίες όχι μόνο της ρωσικής αντιπροσωπείας στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ αλλά και του ίδιου του Ρώσου προέδρου στις δημόσιες ομιλίες και τα διαγγέλματά του, όπου παρουσίαζε ντοκουμέντα που αποδείκνυαν ότι η χώρα του υπόκειτο σε απειλή χρήσης βίας από τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ, με μοχλό για την άσκησή της την κυβέρνηση, το έδαφος και το στρατό της Ουκρανίας. Παρόλο που αποσιωπήθηκε απ’ όλα τα δυτικά ΜΜΕ και υποβαθμίστηκε από τους ιθύνοντες της Δύσης, ωστόσο μια τέτοιας ολκής καταγγελία, εφόσον ευσταθεί, ανταποκρίνεται στο άρθρο 2 παράγρ. 4 της Χάρτας του ΟΗΕ που απαγορεύει ρητά «την απειλή ή χρήση βίας κατά της εδαφικής ακεραιότητας ή της πολιτικής ανεξαρτησίας οιουδήποτε Κράτους». Δίνοντας έτσι στην απειλούμενη χώρα τη δυνατότητα να επικαλεστεί το άρθρο 51 της Χάρτας που νομιμοποιεί οποιαδήποτε αντίδραση κρίνει προσφορότερη, ως «φυσικό δικαίωμα νομίμου αμύνης στην περίπτωση που μέλος των Ηνωμένων Εθνών υποστεί ένοπλη επίθεση», αναγνωρίζοντας ως ένοπλη επίθεση όχι μόνο την περίπτωση εκδηλωμένης επιθετικής ενέργειας –εφόσον, τότε, καθίσταται ανώφελη οποιαδήποτε άμυνα απέναντι στα σύγχρονα οπλικά συστήματα- αλλά και όταν επικρέμαται επικείμενη ένοπλη επίθεση. Εφόσον, σύμφωνα με την πλειονότητα των διεθνολόγων, την διεθνή πρακτική και την έκθεση σε ανύποπτο χρόνο (το 2005) του ίδιου του γενικού γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών, ο ορισμός της «απειλής» ενέχει και την έννοια της επικείμενης απειλής και ο όρος «ένοπλη επίθεση» εμπεριέχει και την έννοια της επικείμενης επίθεσης, δηλ. τη συσσώρευση δυνάμεων που προετοιμάζονται για ανάληψη στρατιωτικής δράσης εναντίον μιας χώρας – στη συγκεκριμένη περίπτωση, εναντίον της Ρωσίας.

Το άρθρο 51 του καταστατικού χάρτη του ΟΗΕ, παρέχει το δικαίωμα της αυτοάμυνας οποιασδήποτε χώρας που απέναντι στην επικείμενη απειλή και πολύ περισσότερο στην επικείμενη επίθεση εναντίον της, νομιμοποιείται να προβεί σε προληπτική άμυνα για να την αποτρέψει «μέχρις ότου το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ λάβει τα αναγκαία μέτρα για την αποκατάσταση της ειρήνης». Πρόκειται ακριβώς για το αυτό άρθρο που επικαλέστηκε στο διάγγελμά του ο Ρώσος πρόεδρος στις 24/2, αναφέροντας τους λόγους για τους οποίους ωθήθηκε να προβεί η Ρωσία στην ειδική στρατιωτική επιχείρηση στο έδαφος της Ουκρανίας.

Εάν έτσι έχουν τα πράγματα, εάν δηλαδή η στρατιωτική επέμβαση της Ρωσίας οφείλεται σε επικείμενη απειλή που δεχόταν από την Ουκρανία ως υποχείριο και ενεργούμενο των ΗΠΑ, τότε ποια είναι «η κατάφωρη παραβίαση του διεθνούς δικαίου» που της προσάπτουν; Μήπως αμφισβητούν τα άρθρα 51 και 2.4 του καταστατικού χάρτη του ΟΗΕ; Μήπως αμφισβητούν την έννοια της επικείμενης απειλής που εμπεριέχεται στο άρθρο 2.4 ή την έννοια της επικείμενης επίθεσης που εμπεριέχει το άρθρο 51; Εάν ναι, τότε θα πρέπει να έχουν την ευθύτητα να καταγγείλουν πρωτίστως την Γενική Γραμματεία των Ηνωμένων Εθνών που δέχεται ότι για την άσκηση του άρθρου 51 που επικαλέστηκε ο πρόεδρος Πούτιν, αρκεί να υφίσταται επικείμενη απειλή, πολύ δε περισσότερο απειλή χρήσης βίας ή ενδεχόμενο επικείμενης επίθεσης: «Οι επικείμενες απειλές καλύπτονται πλήρως από το άρθρο 51, το οποίο διασφαλίζει το εγγενές δικαίωμα των κυρίαρχων κρατών να αμύνονται έναντι ένοπλης επίθεσης. Οι νομικοί έχουν από καιρό αναγνωρίσει ότι αυτό καλύπτει την επικείμενη επίθεση καθώς και μια επίθεση που έχει ήδη συμβεί.» (Έκθεση των Ηνωμένων Εθνών A/59/2005).

Σε απειλές και επικείμενη επίθεση υπόκειτο ήδη η Ρωσία

Διαπιστώνουμε ότι η απόφαση της ρωσικής ηγεσίας για την στρατιωτική της επιχείρηση, ανταποκρίνεται όχι μόνο στο πνεύμα αλλά και στο γράμμα του νομικού σκεπτικού που εκτίθεται από την ίδια την Γενική Γραμματεία των Ηνωμένων Εθνών σε ό,τι αφορά τον καταστατικό χάρτη και το άρθρο 51 που επικαλέστηκε ο Πούτιν. Πού βρίσκεται λοιπόν «η κατάφωρη παραβίαση του διεθνούς δικαίου» την οποία επιρρίπτουν στη Ρωσία αριστεροί, δεξιοί και κεντρώοι μεγαλοσχήμονες πολιτικοί στη Δύση; Μήπως αμφισβητούν το ότι όντως υπήρχε απειλή χρήσης βίας κατά της Ρωσίας ή ότι ελλόχευε ο κίνδυνος επικείμενης απειλής ή επικείμενης επίθεσης ενάντιά της, έτσι ώστε να μην δικαιολογεί την στρατιωτική της επέμβαση; Όποιος ισχυρίζεται κάτι τέτοιο, θα πρέπει να έχει την εντιμότητα να απαντήσει σε ερωτήματα όπως τα παρακάτω:

– Θεωρεί κανείς ότι δεν αποτελεί απειλή χρήσης βίας η επικρεμάμενη απειλή των νατοϊκών δυνάμεων να εγκαταστήσουν τις πυραυλικές εγκαταστάσεις τους στα σύνορα της Ρωσίας και μόλις μια ανάσα από τις πόλεις της, χρησιμοποιώντας ως μέσον το έδαφος της πρόθυμης Ουκρανίας για να το πετύχουν; Θεωρεί ότι θα έπρεπε να περιμένουν οι Ρώσοι τα τετελεσμένα για να αντιδράσουν, όταν πλέον με την ένταξη της Ουκρανίας, θα μπορούσε να ενεργοποιηθεί το άρθρο 5 της νατοϊκής συμμαχίας; Μόλις 10 μέρες πριν από την ρωσική επέμβαση, ο Γ.Γ. του ΝΑΤΟ δήλωνε προκλητικά ότι «θα γίνει δεκτή ως μέλος του η Ουκρανία» διότι, όπως είχε δηλώσει νωρίτερα, «είναι δικαίωμα κάθε έθνους να επιλέγει το δρόμο του», αφήνοντας να αιωρείται έτσι ανά πάσα στιγμή πάνω από τη Ρωσία η απειλή της ένταξης και εξ αυτής, η ταχύτατη μεταφορά πυραυλικών συστημάτων.

– Θεωρεί κανείς ότι δεν αποτελεί επικείμενη απειλή η δήλωση του κ. Ζελένσκι στην Διάσκεψη Ασφαλείας του Μονάχου, στις 19/2 φέτος, ότι η χώρα του θα αναπτύξει πυρηνικό οπλοστάσιο; Είναι ή όχι επικείμενη απειλή για τη Ρωσία όταν η απροκάλυπτα εχθρική κυβέρνηση μιας χώρας, η οποία διατηρεί ήδη από τη σοβιετική εποχή την υποδομή, την τεχνογνωσία και τα μέσα για την παραγωγή και την χρήση πυρηνικών, δηλώνει ξαφνικά ότι θα προχωρήσει στην ανάπτυξή τους, σε απόσταση εκτόξευσης λίγων μόλις λεπτών από τη Μόσχα; Τη μεθεπομένη της δήλωσης αυτής, η Ρωσία προέβη στην αναγνώριση των δύο δημοκρατιών που άνοιξε το δρόμο για την στρατιωτική επέμβαση.

– Θεωρεί κανείς ότι δεν αποτελεί ένοπλη επίθεση η κλιμάκωση από τις 15/2 των ουκρανικών στρατιωτικών επιχειρήσεων, εντείνοντας τους βομβαρδισμούς τους σε πόλεις και κωμοπόλεις του Ντονμπάς, στις οποίες διαβιούν εκατοντάδες χιλιάδες πολίτες με ρωσικά διαβατήρια; Δεν είναι ένοπλη επέμβαση ενάντια σε μια χώρα όταν στην περιοχή των συνόρων της, σκορπούν το θάνατο σε πολίτες της και ομογενείς της και εξωθούν στην προσφυγιά πλήθη κατατρεγμένων αμάχων; Ελέγχθηκαν ποτέ οι ρωσικές καταγγελίες ότι οι οβίδες του ουκρανικού πυροβολικού έπλητταν το έδαφος της Ρωσικής Ομοσπονδίας, κυρίως στην περιοχή του Ροστόφ; Υπήρξε κάποια απάντηση στο ερώτημα της ρωσικής αντιπροσωπείας στον ΟΗΕ, αν η προώθηση του μισού ουκρανικού στρατού, δύναμης περίπου 120.000 ανδρών στην περιοχή εκείνη, είχε σκοπό τις επιχειρήσεις εθνοκάθαρσης; Μπορεί να καταγγελθεί η Ρωσία για παραβίαση του διεθνούς δικαίου επειδή δεν επέτρεψε τη σφαγή ή την προσφυγοποίηση εκατοντάδων χιλιάδων αμάχων των ρωσικών και ρωσόφωνων πληθυσμών;

– Θεωρεί κανείς ότι δεν αποτελεί επικείμενη επίθεση η αποκάλυψη των εγγράφων του ουκρανικού ΓΕΣ, ότι είχε αποφασιστεί η 28η Φεβρουαρίου ως ημέρα της γενικής και ευρείας κλίμακας επίθεσης του ουκρανικού στρατού με όλες του τις δυνάμεις στη λεκάνη του Ντονμπάς; Με εμπροσθοφυλακή, εννοείται, τις ναζιστικές μεραρχίες του Αζόφ. Ουδείς το διέψευσε και οι ρωσόφωνοι κατήγγειλαν ότι αυτό σήμαινε «σχέδιο γενικής σφαγής τους». Η αποκάλυψη αυτή αφαιρούσε κάθε άλλη επιλογή από τη Ρωσία και τέσσερις μέρες πριν από την εξαπόλυση της γενικής επίθεσης του ουκρανικού στρατού, οι Ρώσοι προέβησαν στη στρατιωτική επέμβαση.

Για ποιο λόγο δεν τήρησαν τα διεθνώς νόμιμα οι δυτικές χώρες;

Αρκούμαστε στα πιο πάνω διότι ο κατάλογος των δεδομένων που αποδεικνύουν απειλή χρήσης βίας, ένοπλη επίθεση, επικείμενη απειλή και επικείμενη ένοπλη επίθεση ενάντια στη Ρωσία, είναι μακρύς και αποτελεί θέμα εκτενούς αρθρογραφίας. Καταδεικνύουμε απλώς την μεγάλη επικοινωνιακή απάτη της δήθεν «κατάφωρης παραβίασης του διεθνούς δικαίου» με την οποία χειραγωγούν τους πολίτες των δυτικών χωρών. Διότι εάν ενδιαφέρονταν πράγματι οι Δυτικοί να τερματιστεί ο πόλεμος και νοιάζονταν για τους άμαχους όπως υποκριτικά επαναλαμβάνουν, τότε τίθενται ορισμένα αμείλικτα ερωτήματα:

Για ποιο λόγο, πριν βεβιασμένα καταδικάσουν τη Ρωσία, δεν συστήθηκε επιτροπή εμπειρογνωμόνων από τον ΟΗΕ, όπως συμβαίνει πάντα σε ανάλογες περιπτώσεις, για να μεταβεί στο Ντονμπάς και να ελέγξει ιατροδικαστικά τις καταγγελίες γενοκτονίας που πρόβαλε η Ρωσία για την επέμβασή της; Γιατί δεν ελέγχθηκαν από ανεξάρτητη επιτροπή τα ουκρανικά επιτελικά έγγραφα που προσκόμισε η Ρωσία περί εξαπόλυσης γενικής επίθεσης του ουκρανικού στρατού στις 28/2, πράγμα που αποτέλεσε το έναυσμα για την δική της επέμβαση προκειμένου να προληφθεί η περαιτέρω γενοκτονία; Γιατί δεν ζήτησαν κι ούτε συζήτησαν την στρατιωτική συνδρομή του ΟΗΕ για την ανάπτυξη δύναμης κυανόκρανων, έτσι ώστε να επιτευχθεί άμεση κατάπαυση του πυρός με την εφαρμογή εκεχειρίας; Γιατί δεν έθεσε ποτέ το ζήτημα αυτό ο κ. Ζελένσκι προκειμένου να προληφθεί η ανθρωπιστική κρίση για το λαό του, παρά μόνο βγάζει πολεμοχαρείς κραυγές για γενίκευση του πολέμου, απαιτώντας μάλιστα την στρατιωτική εμπλοκή του ΝΑΤΟ; Γιατί δεν έδωσαν τις απαραίτητες εγγυήσεις στη Ρωσία για την ουδετερότητα της Ουκρανίας, σύμφωνες με την Διακήρυξη του ΟΑΣΕ, προκειμένου να διακοπεί άμεσα η ρωσική προέλαση; Γιατί δεν ψέλλισαν καν μια φράση καταδίκης των ναζιστικών μεραρχιών θανάτου, παρόλο που η εγκληματική τους δράση αποτέλεσε επισήμως έναν από τους λόγους της ρωσικής επέμβασης; Γιατί, έστω και την τελευταία στιγμή, δεν επέβαλαν αλλά κι ούτε έκαναν καμία νύξη στον Ζελένσκι για την εφαρμογή των συμφωνιών του Μινσκ, προκειμένου να λυθεί χωρίς αιματοχυσία το πρόβλημα στην ανατολική Ουκρανία που πυροδοτούσε όλα τα υπόλοιπα;…

Ο λόγος που δεν έκαναν τίποτα απ’ όσα προβλέπονται από το διεθνές δίκαιο και εφαρμόζονται παγίως σε όλες τις παρόμοιες περιπτώσεις, είναι απλός: Εάν ακολουθούσαν τα διεθνώς νόμιμα, δεν θα μπορούσαν να συντηρούν τη δαιμονοποίηση της Ρωσίας, δεν θα μπορούσαν να παίρνουν αποφάσεις περί αποστολής όπλων στην Ουκρανία, δεν θα μπορούσαν να σαλπίζουν κραυγές πολεμικές περί συσπείρωσης όλης της Δύσης απέναντι στη Ρωσία, δεν θα μπορούσαν να καλούν «εθελοντές» από τις χώρες τους κι απ’ όλο τον κόσμο, δηλαδή φασιστικά καθάρματα, να πάνε να πολεμήσουν στο πλευρό των εγκληματιών ομοϊδεατών τους του Αζόφ ή του Δεξιού Τομέα. Δεν θα μπορούσαν, εντέλει, να παρατείνουν τον πόλεμο όπως επιδιώκουν κι όπως αποδεικνύεται απ’ τον τορπιλισμό κάθε ειρηνευτικής προσπάθειας που έχει καταβληθεί, αδιαφορώντας πλήρως για τους αμάχους, προκειμένου να εντείνουν τον διεθνή αποκλεισμό της Ρωσίας μέχρι την ολοσχερή αποδυνάμωσή της. Γι’ αυτόν το λόγο, εξαρχής και μέχρι σήμερα, επαναλαμβάνουν την επωδό της επικοινωνιακής απάτης περί της δήθεν «κατάφωρης παραβίασης του διεθνούς δικαίου» από την Ρωσία.

Η επικοινωνιακή απάτη ως όπλο και διαστροφή της αλήθειας

Μια απάτη που χρησιμοποιείται ως άλλοθι για να επιβληθούν, τελείως αυθαίρετα και παράνομα, πρωτοφανούς έκτασης μέτρα εμπάργκο και μποϊκοτάζ τα οποία τα βαφτίζουν «κυρώσεις», προκειμένου να πληγεί η καρδιά της Ρωσίας και να συντριβεί η οικονομία της, η κοινωνία της και ο λαός της. Οι ίδιοι οι οποίοι ωρύονται για «παραβίαση του διεθνούς δικαίου» από τη Ρωσία, αυτοί οι ίδιοι καταπατούν ασύστολα το διεθνές δίκαιο το οποίο επιτρέπει κυρώσεις μόνο κατόπιν απόφασης του Συμβουλίου Ασφαλείας ή της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ. Υπήρξε τέτοια απόφαση από τα δύο αυτά διεθνώς θεσμοθετημένα όργανα; Όχι! Στην περίπτωση αυτή, μόνον η θιγόμενη χώρα έχει δικαίωμα να λάβει μέτρα απέναντι στον επιτιθέμενο ή σ’ εκείνον που την απειλεί. Η Ελλάδα έχει κάθε δικαίωμα να προβεί σε εμπάργκο απέναντι στην Τουρκία, όχι όμως απέναντι σε τρίτη χώρα, όπως είναι η Ρωσία, πράγμα που καθιστά παράνομα τα μέτρα που έλαβε ενάντιά της η κυβέρνηση και κατάπτυστους αυτούς που τα εισηγήθηκαν και τα εφαρμόζουν. Αποφάσεις για «κυρώσεις» που παίρνονται μονομερώς από μια χώρα ή από ένα σύνολο χωρών (όπως είναι η ΕΕ), όταν δεν έχουν την έγκριση ενός εκ των δύο πιο πάνω θεσμοθετημένων οργάνων, στερούνται οποιασδήποτε νομιμότητας και παραπέμπουν σε αυθαιρεσίες ενός διεθνούς χουλιγκανισμού.

Μια απάτη που την αποδέχθηκαν και την πρεσβεύουν όχι μόνο οι κομματικοί σχηματισμοί της ευρωπαϊκής κεντροδεξιάς, αλλά και της αριστεράς που μιλάει ανερυθρίαστα για «πόλεμο μεταξύ ιμπεριαλισμών», κρατώντας ίσες αποστάσεις μεταξύ της Ρωσίας και των ΗΠΑ–ΝΑΤΟ. Αναρωτιέται κανείς, με τι μέτρα και κριτήρια «εντόπισαν» οι κομματικοί αυτοί ταγοί τον «ιμπεριαλιστικό πόλεμο» από πλευράς της Ρωσίας; Δεν γνωρίζουν ότι ο ιμπεριαλισμός αφορά την παγκόσμια κυριαρχία και ηγεμονία; Πράγμα στο οποίο επιδίδονται αυταρχικά οι ΗΠΑ χρησιμοποιώντας ως όπλο το ΝΑΤΟ και ως χρήσιμους ηλίθιους τους Ευρωπαίους. Για την παγκόσμια κυριαρχία κρίνουν όλοι αυτοί οι κονδυλοφόροι ότι αγωνίζεται και η Ρωσία, ή για την διασφάλιση των συνόρων της; Για την «υπερίσχυση στα μερίδια της παγκόσμιας αγοράς» κρίνουν ότι μάχεται, ή για την διασφάλιση του εθνικού της χώρου; Άσχετα με την όποια κριτική μπορεί να ασκήσει κανείς στο σημερινό της καθεστώς, η Ρωσία διεξάγει αυτήν τη στιγμή έναν αγώνα εθνικό, για την υπεράσπιση του δικαιώματος ύπαρξής της απέναντι στην ιμπεριαλιστική επέκταση. Παρόμοιο με αυτόν που θα έπρεπε να διεξάγει κάθε λαός συγκροτημένος στη μορφή του έθνους-κράτους, απέναντι στη λογική της ισοπέδωσης των εθνικών κρατών που προωθεί παγκόσμια η ιμπεριαλιστική λαίλαπα. Οι μεγαλύτεροι οικονομικοί οργανισμοί της Δύσης και οι κορυφαίοι διεθνείς αναλυτές τους, ομολογούν με ανησυχία ότι «Η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία έβαλε τέλος στην παγκοσμιοποίηση που ζήσαμε τις τελευταίες τρεις δεκαετίες». Ψιλά γράμματα βέβαια όλα αυτά για μια αριστερά που έχει καταντήσει δεκανίκι της παγκοσμιοποίησης, έχοντας απολέσει προ καιρού τα πάλαι ποτέ πολιτικά αντανακλαστικά της και τον υπέρ των λαϊκών δικαίων προσανατολισμό της.

Πού οδήγησε αυτή η σύμπλευση όλου του φάσματος κεντροδεξιάς και κεντροαριστεράς στην Ευρώπη; Στην ανομολόγητη αλλά αρμονική συμφωνία τους για την πλήρη αποσιώπηση της αλήθειας, η οποία μπορεί μεν να ήταν πάντοτε το μεγάλο «θύμα» στους πολέμους, για πρώτη φορά όμως βλέπουμε τόσο απροκάλυπτη και ξεδιάντροπη διαστροφή της από τα δυτικά ειδησεογραφικά πρακτορεία. Όπου βομβαρδισμοί, προβοκάτσιες και μαζικά εγκλήματα της ουκρανικής πλευράς αποδίδονται συλλήβδην και χωρίς δεύτερη σκέψη στις ρωσικές δυνάμεις. Όπου το όργιο των πολλαπλών φόνων πολιτών «υπόπτων για συνεργασία με τους Ρώσους» που διαπράττονται από τους δολοφόνους των ουκρανικών μυστικών υπηρεσιών (SBU) στις περιοχές όπου αποσύρονται οι ρωσικές δυνάμεις, αποδίδονται ομοίως σ’ αυτές! Αποσιωπώντας σε όλες τις περιπτώσεις τις επανειλημμένες προτάσεις της Ρωσίας προς τον ΟΗΕ να σταλούν κλιμάκια εμπειρογνωμόνων και ιατροδικαστών υπό την αιγίδα του για να εξετάσουν αμερόληπτα τα συμβάντα, προτάσεις τις οποίες απορρίπτουν με διάφορα προσχήματα η Ουκρανία και τα δυτικά κράτη. Όπου η «πληροφόρηση» στη Δύση έχει πάρει τη μορφή χολιγουντιανής παραγωγής, διαχέοντας στη μαζική τηλεθέαση εξόφθαλμα κατασκευασμένα βίντεο ενώ στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης της Ουκρανίας έχουν αναρτηθεί ολόκληρα σεμινάρια για την κατασκευή ψεύτικων βίντεο στα οποία να εκτίθενται οι Ρώσοι. Αλλά και βίντεο ή φωτογραφίες από προηγούμενους πολέμους που προβάλλονταν κατά κόρον στα «ρεπορτάζ» τις πρώτες εβδομάδες, έχοντας επιστρατεύσει ακόμη και κατεστραμμένα κτίρια από τους αμερικανικούς βομβαρδισμούς στην Σερβία, ανάγοντας το ψεύδος και την προπαγάνδα σε πολεμικό όπλο με σκοπό την ψυχολογική χειραγώγηση των λαών της Δύσης που «βομβαρδιζόμενοι» από το συνεχές αντιρωσικό παραλήρημα, τελούν σε σύγχυση αδυνατώντας να ξεχωρίσουν τα ψεύδη από την αλήθεια. Η ενορχηστρωμένη αυτή επίθεση των αργυρώνητων και καθοδηγούμενων ΜΜΕ, όπου ως «είδηση» εκλαμβάνονται μόνο τα non-paper που διανέμει η αμερικάνικη πρεσβεία κι όπου κάθε διαφορετική φωνή είτε είναι τελείως αποκλεισμένη είτε δέχεται προκλητικά και αγελαία την εριστικότητα των παχυλά αμειβόμενων τηλεαστέρων, αποδεικνύει και στον πιο αδαή ότι δεν πρόκειται για πόλεμο μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας, αλλά μεταξύ των ΗΠΑ και κατ’ επέκταση του συνόλου της Δύσης ενάντια στη Ρωσία.

Πού οφείλεται ο παραλογισμός που βιώνουμε;

Μέσα από τις αμερικάνικες εφημερίδες, μαθαίνουμε τις κυνικές δηλώσεις Αμερικανών στελεχών του ΝΑΤΟ που συνοψίζουν ανοιχτά τις επιδιώξεις του: «Οι Ουκρανοί να συνεχίσουν να πολεμούν και να πεθαίνουν προκειμένου να μην αποκομίσει πολιτικά οφέλη η Ρωσία» (Washington Post, 5/4/22), ενώ πρώην ανώτεροι αξιωματούχοι του Στέιτ Ντιπάρτμεντ καυχώνται στη δημόσια αρθρογραφία τους ότι «οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι σύμμαχοί τους στο ΝΑΤΟ εμπλέκονται σε έναν πόλεμο δι’ αντιπροσώπων με τη Ρωσία» (Eliot A. Cohen, The Atlantic magazine, 14/3/22). Με άλλα λόγια, ομολογείται ωμά στα ανώτερα κλιμάκια ότι τον πόλεμο τον διεξάγουν οι ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ δι’ αντιπροσώπων (in a proxy war). Οι «αντιπρόσωποι» που διεξάγουν τον πόλεμο για λογαριασμό των υπερατλαντικών αφεντικών τους, είναι η ουκρανική ηγεσία και οι ναζιστικές μεραρχίες της και θύματα όλων αυτών ο άμαχος πληθυσμός της Ουκρανίας «προκειμένου να μην αποκομίσει πολιτικά οφέλη η Ρωσία»! Προϋπόθεση για να συμβεί αυτό, είναι ο πόλεμος να παρατείνεται χωρίς να δίνονται προοπτικές διεξόδου, μια προτροπή την οποία ο κ. Ζελένσκι ακολουθεί πιστά, σαμποτάροντας τις ειρηνευτικές συνομιλίες και δηλώνοντας επίμονα ότι «θα παλέψουν μέχρι τέλους με όποιο κόστος». Το «όποιο κόστος», φυσικά, θα είναι μονάχα του λαού του αφού ο ίδιος, ασφαλής ων στο δικό του «μπούνκερ», έχει ήδη μεταφέρει τις καταθέσεις του σε τράπεζες των δυτικών χωρών και σε εξωχώριους λογαριασμούς.

Όλος αυτός ο παραλογισμός που βιώνουμε, οφείλεται στους προειλημμένους σχεδιασμούς των ΗΠΑ, ήδη από την δεκαετία του 1990 σύμφωνα με τις εκθέσεις των αμερικανικών υπηρεσιών και αξιωματούχων, να κατακερματιστεί η Ρωσία έτσι ώστε να μην μπορεί να καταστεί δύναμη ικανή στο μέλλον να ανταγωνιστεί την ηγεμονία της αμερικανικής μονοκρατορίας. Η αλματώδης οικονομική ανάπτυξη της Κίνας στη συνέχεια, έκανε ακόμη πιο επιτακτική την πρόθεσή τους για την αποδιάρθρωση και τον διαμελισμό της Ρωσίας προκειμένου να μην αποτελεί φυσικό ανάχωμα ασφάλειας για τους Κινέζους, έτσι ώστε να βρεθεί η Κίνα κυκλωμένη ασφυκτικά από χερσαίου εδάφους και θαλάσσης.

Οι σχεδιασμοί για την ολοσχερή γεωπολιτική και γεωστρατηγική εξάλειψη της Ρωσίας είχαν ήδη δρομολογηθεί από καιρό. Γι’ αυτόν το λόγο ο Λευκός Οίκος, στη Στρατηγική Εθνικής Ασφάλειας (NSS) που εξέδωσε το 2017, ανακήρυξε την Ρωσία και την Κίνα ως τις μεγαλύτερες απειλές για την εθνική της ασφάλεια και για την παγκόσμια ηγεμονία της. Γι’ αυτόν το λόγο και με πρόσχημα την Κριμαία, ξεκίνησαν ήδη από το 2014 τα μακροχρόνια εμπάργκο, τα μποϊκοτάζ και οι απελάσεις κάθε τόσο Ρώσων διπλωματών, έτσι ώστε ν’ αρχίσει να εντυπώνεται στην κοινή γνώμη η Ρωσία ως κράτος-παρίας. Γι’ αυτόν το λόγο, στη σύνοδο του ΝΑΤΟ το 2019, η Ρωσία χαρακτηρίζεται για πρώτη φορά «απειλή για την ευρωατλαντική ασφάλεια» προκειμένου ν’ αρχίσει επίσης να εντυπώνεται και ως πρωταρχική απειλή και «εχθρός του ελευθέρου κόσμου», ενώ στη σύνοδο του 2021 προστέθηκε και η Κίνα ως «δυνητική απειλή». Γι αυτόν το λόγο, ερωτώμενος ο πρόεδρος των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν για άλλες τυχόν εναλλακτικές αντί των γενικευμένων και πρωτοφανών κυρώσεων ενάντια στη Ρωσία, απάντησε ότι η μόνη εναλλακτική στις σημερινές κυρώσεις είναι τρίτος παγκόσμιος πόλεμος! (interview to Brian Cohen, 27/2/22).

Ένας τρίτος παγκόσμιος πόλεμος με έναυσμα την Ουκρανία και συσπειρωμένη την Δύση ενάντια στη Ρωσία και την Κίνα, είναι η επιδίωξη των ΗΠΑ διότι σύμφωνα με τα παρανοϊκά μυαλά της ηγεσίας τους, θα τους δώσει την ευκαιρία για απόλυτη πρωτοκαθεδρία στον κόσμο. Αυτό ακριβώς δήλωνε ο Τζο Μπάιντεν όταν τους δύο παγκόσμιους πολέμους τους αποκάλεσε «σημαντικές ευκαιρίες» για την Αμερική επειδή «πολλοί μεν άνθρωποι πέθαναν αλλά δεν επήλθε χάος» εφόσον «δημιουργήσαμε μια φιλελεύθερη παγκόσμια τάξη πραγμάτων», συγκρίνοντας ως παρόμοια ευκαιρία για τις ΗΠΑ και τον πόλεμο στην Ουκρανία, που μέσω της έκτασης που θα πάρει «θα υπάρξει μια νέα παγκόσμια τάξη πραγμάτων εκεί έξω, στην οποία πρέπει να ηγηθούμε»! (Ομιλία του στους εκπροσώπους επιχειρηματικών κολοσσών, 21/3/22 στην Ουάσιγκτον).

Νίκη της Ρωσίας θα είναι νίκη της αυτοτέλειας των εθνών

Αμφιβάλλει ακόμη κανείς για τις προθέσεις του κ. Μπάιντεν και των γερακιών των ΗΠΑ; Αμφιβάλλει ότι τα όσα συμβαίνουν σήμερα είναι το προοίμιο ενός τρίτου παγκοσμίου πολέμου, έστω κι αν διεξαχθεί δι’ αντιπροσώπων; Αμφιβάλλει ότι την στρατιωτική επέμβαση της Ρωσίας στην Ουκρανία την επιδίωξαν οι ΗΠΑ, αναζητώντας το αναγκαίο άλλοθι για να ανάψει η φωτιά στην Ευρώπη; Της οποίας οι ηγεσίες μοιραίες κι άβουλες, αποτελούμενες από απομιμήσεις πολιτικών, ακολουθούν συντεταγμένα έναν κατατονικό όπως τον Μπάιντεν στον όλεθρο που τους οδηγεί; Δεν έχουν αντιληφθεί ότι γίνονται οι ορντινάντσες των Αμερικανών, οι οποίοι μετατρέπουν συνειδητά την ευρωπαϊκή ένωση σε σφουγγοκωλάριο της επιθετικής πολιτικής τους και εντέλει σε υποτελές δουκάτο της ηγεμονίας τους; Με φοβερές επιπτώσεις στις οικονομίες και τις κοινωνίες των κρατών-μελών της; Ή μήπως αδιαφορούν τελείως, μέσα στην αποχαύνωση της πολυτέλειας των Βρυξελλών, όλοι αυτοί οι νεοφιλελέ και αμερικανοθρεμμένοι ευρωπαίοι ηγετίσκοι, για τις τραγικές συνέπειες που θα έχουν για τις χώρες τους και τους λαούς τους όλα αυτά τα σχιζοφρενικά μέτρα και οι «κυρώσεις» που λαμβάνουν κάθε τόσο;

Εάν υπερισχύσουν οι ΗΠΑ σ’ αυτήν την αναμέτρηση, η ανθρωπότητα θα οδηγηθεί σε συνεχείς πολέμους, όπου όταν ο αμυνόμενος αντεπιτίθεται χωρίς τη συγκατάθεση των Αμερικανών, θα δέχεται τη σπίλωση και την ενορχηστρωμένη κατακραυγή και θα υπόκειται σε κυρώσεις και μέτρα εκβιαστικά ωσότου υποκύψει. Για να το κάνουμε κατανοητό, εκατό φορές π.χ. κι αν σουλατσάρει ο τουρκικός στόλος στο Αιγαίο, μία φορά να κάνουμε εσκεμμένα «επακούμβηση» σε φρεγάτα τους χωρίς να έχουμε πάρει την άδεια των Αμερικανών, ενδέχεται να δεχθούμε την διεθνή καταφορά και τις απειλές κυρώσεων ως «αναίτια επιτιθέμενοι σε ένα ειρηνικό σκάφος».

Εάν υπερισχύσουν οι Ρώσοι, θα είναι νίκη της αυτοτέλειας των εθνών και των κρατών που αντιτάσσονται στην παγκοσμιοποίηση των κεφαλαιαγορών και στο δυτικό νεοαποικιοκρατικό μοντέλο. Παράλληλα, θα ξεριζωθεί το καρκίνωμα της αναβίωσης του ναζισμού στην Ευρώπη που έχει κάνει άντρο του την Ουκρανία. Όχι επειδή οι Ουκρανοί είναι φιλοναζί, το αντίθετο μάλιστα και το έχουν αποδείξει με τα αμελητέα ποσοστά που τους δίνουν στις εκλογικές αναμετρήσεις. Αλλά επειδή η ιθύνουσα τάξη της Ουκρανίας, οι ξένοι εγκάθετοι, οι πολυεθνικές, οι ολιγάρχες της και το διεφθαρμένο πολιτικό προσωπικό της, στηρίζονται σ’ αυτούς, έχοντας παραδώσει όλους τους αρμούς του κράτους στα χέρια τους. Αν δεν καταφέρουν να τους εξουδετερώσουν οι Ρώσοι, θα δούμε τις ορδές τους να ξεχύνονται σε ολόκληρη την ήπειρο, αποτελώντας δύναμη κρούσης ενάντια στα λαϊκά κινήματα κι έναν διαρκή αποσταθεροποιητικό παράγοντα για τις χώρες της Ευρώπης. Τα οφέλη συνεπώς από μια νίκη των Ρώσων σ’ αυτήν την αναμέτρηση με τις ΗΠΑ, τις ναζιστικές μεραρχίες και το φιλοναζιστικό καθεστώς της Ουκρανίας, θα είναι πολλαπλά για τους λαούς.

Η εγκληματική στάση της κυβέρνησης Μητσοτάκη

Στα καθ’ ημάς, δεν χρειάζεται να επαναλάβουμε τα ήδη παγκοίνως γνωστά για τις αήθεις πράξεις και αποφάσεις του φερόμενου ως πρωθυπουργού, που ακολουθώντας καταπόδας τους Αμερικανούς σαν το σκύλο που «σέρνει», διέρρηξε εν μία νυκτί, αυτός και η χαμερπής κυβέρνησή του, τις σχέσεις που υφαίνονταν εδώ και διακόσια χρόνια με την Ρωσία και που όλες οι κυβερνήσεις φρόντιζαν να διατηρούν σαν κόρη οφθαλμού. Την μόνη μεγάλη δύναμη με την οποία μας συνδέουν δεσμοί ιστορικοί και κοινών αγώνων πριν ακόμη κι από την έναρξη της ελληνικής επανάστασης και που μέχρι προχθές, έστεκε σταθερά στα διεθνή φόρα, στο πλευρό των εθνικών δικαίων της χώρας μας. Εκτός από την έλλειψη ήθους και στοιχειώδους πολιτικής εντιμότητας απέναντι σε έναν οιονεί σύμμαχο, πρόκειται για έγκλημα καθοσιώσεως ενάντια στα εθνικά μας συμφέροντα, την ευθύνη του οποίου φέρουν ακέραια όλα τα μέλη της κυβέρνησης. Θα λογοδοτήσουν γι’ αυτό στον ελληνικό λαό.

Δεν θα επεκταθούμε στις επιπτώσεις που επιφέρουν οι πράξεις τους στα ζητήματα της ενέργειας, του επισιτισμού, της ακρίβειας και της περαιτέρω εξαθλίωσης που εγκυμονούν για τον ελληνικό λαό, ούτε στο ότι κατέστησαν τη χώρα μας στόχο απαντητικού πλήγματος στην περίπτωση γενίκευσης του πολέμου, με τη μετατροπή του Κιλκίς σε βάση πυρηνικών πυραύλων, της Αλεξανδρούπολης σε βάση διαμετακομιστική βαρέως οπλισμού των Αμερικανών, τη βάση βομβαρδιστικών αποστολών από τη Σούδα κ.ά., πράγματα που έχουν επικριθεί πολλάκις, και σωστά, από αναλυτές στη χώρα μας. Θα σταθούμε μόνο στο επιχείρημα εκείνων των κυβερνητικών, πολιτικών και πολιτειακών παραγόντων, που για να συνηγορήσουν στα κατάπτυστα μέτρα μποϊκοτάζ και να στιγματίσουν «τον κακό Πούτιν», επιχειρούν να ερεθίσουν τα εθνικά αντανακλαστικά του λαού εξομοιώνοντας τη ρωσική επέμβαση στην Ουκρανία με την τουρκική εισβολή στην Κύπρο. Για να τους υπενθυμίσουμε ότι στην Κύπρο το 1974 δεν κινδύνευε η εκεί εθνική μειονότητα ούτε υπήρχαν πρόσφυγες τουρκοκύπριοι, έτσι ώστε να υπάρξει παρόμοιος λόγος επέμβασης από την Τουρκία, αντίθετα με την Ουκρανία όπου μαίνονταν επί μια οκταετία οι επιθέσεις και οι βομβαρδισμοί, σε βαθμό γενοκτονίας, σε όλη την έκταση των πληθυσμών του Ντονμπάς. Όποιοι λοιπόν εξομοιώνουν τις δύο ανόμοιες περιπτώσεις, δεν κάνουν άλλο από το να δικαιολογούν την τουρκική εισβολή ταυτιζόμενοι με το ψευδές τουρκικό επιχείρημα περί «προστασίας της τουρκοκυπριακής μειονότητας». Όσοι επικαλούνται την ανιστόρητη αυτή σύγκριση, ενισχύουν τα τουρκικά επιχειρήματα, δίνοντας τη δυνατότητα στους Τούρκους να την αξιοποιήσουν σε δεδομένη στιγμή στα διεθνή φόρα επικαλούμενοι τα λόγια Ελλήνων παραγόντων! Είτε το κάνουν συνειδητά είτε από βλακεία, η εξομοίωση αυτή που επιχειρούν οι απατεώνες της πολιτικής σκηνής, οι «πονηροί» δημοσιογράφοι και οι περιφερόμενοι δημοσιολόγοι, είναι όχι μόνο ψευδής αλλά και αντεθνική.

Ο ελληνικός λαός το «μεγάλο αγκάθι»

Παρόλη την καταιγιστική προπαγάνδα που δέχεται καθημερινά, ο ελληνικός λαός στην πλειονότητά του δεν πείθεται ούτε για την δήθεν «αναγκαιότητα» των μέτρων που πάρθηκαν εναντίον της Ρωσίας, ούτε για την εμπάθεια περί της καταδίκης της. Χωρίς να είναι σε θέση ο μέσος πολίτης να προβεί σε αναλύσεις αφού έχει αποκλειστεί κάθε πρόσβαση στην πληροφόρηση και στην έκθεση της άλλης άποψης, εντούτοις οι ιστορικοί δεσμοί με τη Ρωσία, η καχυποψία τους στις αιτιάσεις των Δυτικών και η βαθύτερη αίσθηση δικαίου που φέρουν μέσα τους, κάνει τους Έλληνες να τάσσονται είτε ενδόμυχα είτε φανερά με το μέρος των Ρώσων. Αυτό είναι το «μεγάλο αγκάθι» που αντιμετωπίζει η καθ’ όλα χρεωκοπημένη στην κοινή συνείδηση κυβέρνηση κι αυτός είναι ο λόγος που φρενιασμένα οι τηλεπερσόνες, προσπαθούν με κάθε τρόπο να μεταφέρουν μέσα στην ελληνική κοινωνία την αντι-ρωσική υστερία, για την διάχυση της οποίας πληρώνονται. Με την ίδια φρενίτιδα και τους ίδιους λυσσαλέους τόνους που το έκαναν είτε για να πείσουν στην εφαρμογή των μέτρων για τον covid, είτε για να ψηφίσει ο κόσμος ΝΑΙ στο δημοψήφισμα του 2015 είτε για να δεχθεί την «αναγκαιότητα» των μνημονίων.

Αυτή η καχυποψία των Ελλήνων και η απόσταση που κρατούν απέναντι στους βιαστές της λογικής τους, είναι η μεγάλη ελπίδα αυτού του τόπου. Ακόμη πιο θερμή στάση θα κρατήσουν όταν σε λίγο καιρό, το θέατρο των πολεμικών επιχειρήσεων θα το μεταφέρουν οι ΗΠΑ στη Σερβία με αφορμή το Κόσσοβο, όπου θα κατακλυστούμε και πάλι με πλημμύρα «οργισμένων» ιαχών και ψευδών ειδήσεων από τα ΜΜΕ, τη φορά αυτή για τους «σφαγείς Σέρβους». Κι όπου οι ντόπιες κυβερνήσεις μας, με όποιο κομματικό μανδύα κι αν κατέχουν την εξουσία, είναι ήδη έτοιμες για να προβούν σε άλλη μία προδοσία απέναντι σε έναν διαχρονικά σύμμαχο και φίλο λαό. Εάν τους το επιτρέψουμε. Εάν μέχρι τότε δεν γκρεμίσουμε από το βάθρο του όλο αυτό το δωσιλογικό πολιτικό προσωπικό της χώρας μας που μας εξευτελίζει και μας ντροπιάζει και που δεν θα διστάσει, αν το απαιτήσουν οι πάτρωνές του εξ Εσπερίας, να ρίξει στις μυλόπετρες του αίματος τον ίδιο τον ελληνικό λαό.

Αυτήν την ελπίδα πρέπει να την κρατήσουμε ζωντανή και να την θέσουμε σε τροχιά ανατροπής, ενωμένοι σε ένα αρραγές μέτωπο, αν δεν θέλουμε να γίνει κι ο ελληνικός λαός βορά στα πολεμικά σχέδια των υπερατλαντικών γερακιών, τα οποία απεργάζονται ομού με τους ακολούθους τους των Βρυξελλών, έχοντας ως χειροκροτητές τις ντόπιες μαριονέτες τους στη χώρα μας.


 

Αθήνα, 19 Απριλίου 2022
Η Πολιτική Γραμματεία του ΕΠΑΜ

ΣΤΗΝ ΚΟΡΥΦΗ