Tα επιστημονικά δεδομένα για τον SARS-CoV-2

Τετάρτη 3 Ιουνίου 2020


Το γενετικό υλικό των ιών μπορεί να είναι DNA ή RNA. Ετσι μιλάμε για DNA ιούς ή RNA ιούς και η εκτίμηση των επιστημόνων είναι ότι οι DNA ιοί υπερτερούν αριθμητικά των RNA ιών

Τι είναι οι ιοί


Οι ιοί βρίσκονται στο μεταίχμιο μεταξύ άβιων και έμβιων όντων. Από βιολογικής απόψεως, θα μπορούσε κανείς να τους περιγράψει ως μικροσκοπικά οργανικά σακουλάκια στα οποία περιέχεται γενετικό υλικό. Για μια πιο ιατρική προσέγγιση θα μπορούσαμε να πούμε ότι πρόκειται για παράσιτα τα οποία αναπαράγονται μόνο μέσα στο σώμα του ξενιστή τους και τα οποία μπορούν να προκαλέσουν ασθένειες.

Γιατί στο μεταίχμιο; Δεν είναι ζωντανοί;


Για να απαντήσει κανείς σε αυτό το ερώτημα θα πρέπει να ορίσει τι είναι ζωντανός οργανισμός. Σε αδρές γραμμές, οι βιολόγοι θεωρούν ζωντανούς τους οργανισμούς οι οποίοι μπορούν να αναπτύσσονται, να αναπαράγονται, να αντιδρούν στα εξωτερικά ερεθίσματα, να διατηρούν μια εσωτερική ομοιόσταση, να εκτελούν μεταβολικές διεργασίες. Επιπροσθέτως, οι πληθυσμοί ζωντανών οργανισμών εξελίσσονται στον χρόνο. Χωρίς να είναι κανείς βιολόγος αντιλαμβάνεται ότι οι ιοί σαφώς και εξελίσσονται (μεταβάλλονται): αυτός είναι άλλωστε ο λόγος για τον οποίο χρειαζόμαστε ένα καινούργιο εμβόλιο για τη γρίπη κάθε χρόνο! Και βεβαίως αντιλαμβανόμαστε ότι οι ιοί κατά κάποιον τρόπο αναπαράγονται (για την ακρίβεια πολλαπλασιάζονται): ακριβώς επειδή οι ιοί πολλαπλασιάζονται μέσα μας, εμείς αρρωσταίνουμε. Ωστόσο, οι ιοί δεν έχουν δικό τους μεταβολισμό: οι επιστήμονες τους παρομοιάζουν με αεροπειρατές που αφού εισέλθουν στα κύτταρα του ξενιστή τους τα αναγκάζουν να «αλλάξουν μεταβολική πορεία» και να αφιερωθούν εξ ολοκλήρου στη δική τους αναπαραγωγή. Απουσία μεταβολισμού, οι ιοί δεν μπορούν να θεωρηθούν ζωντανοί οργανισμοί.

Πού καταλήγουμε λοιπόν;


Η σύγχρονη περί οικολογίας άποψη μάς καλεί να αρθούμε πάνω από τα συνήθη στεγανά και τους διαχωρισμούς και να δούμε τον πλανήτη ολόκληρο (με την ξηρά, τους ωκεανούς, την ατμόσφαιρα…) σαν ένα πολύπλοκο ζωντανό οικοσύστημα στο οποίο περιλαμβάνονται και όλοι οι οργανισμοί. Σε αυτό το σύστημα, τα ιικά σωματίδια τα οποία αιωρούνται στο περιβάλλον δεν θεωρούνται ζωντανά. Μόνο όταν δανειστούν το βιοχημικό περιβάλλον του ξενιστή τους «ζωντανεύουν» οι ιοί. Υπό αυτό το πρίσμα οι ιοί μπορούν να θεωρηθούν μέρος του συνεχούς μεταξύ χημείας και βιολογίας, συνεχές το οποίο δεν μπορεί να διαιρεθεί σε ζωντανό και μη ζωντανό. Ακούγεται περίπλοκο και πιθανόν είναι αφού αγγίζει την έννοια της ζωής, αλλά και του θανάτου: είμαστε όλοι φτιαγμένοι από χημικά μόρια, όπως είναι και το τραπέζι και η καρέκλα μας. Αλλά εμείς είμαστε ζωντανοί! Για ένα χρονικό διάστημα…

Πώς προέκυψαν οι ιοί;


Ουδείς γνωρίζει! Με δεδομένο όμως ότι τόσο το γενετικό τους υλικό όσο και το περίβλημά τους αποτελείται από τα ίδια δομικά στοιχεία με τα αντίστοιχα δικά μας, αλλά και όλων των ζωντανών οργανισμών, το βέβαιον είναι ότι και οι ιοί είναι προϊόντα της εξελικτικής διαδικασίας. Οι επικρατέστερες θεωρίες για την εξελικτική προέλευση των ιών είναι οι τρεις παρακάτω: 1) οι ιοί θα μπορούσαν να έχουν προκύψει από κινητά στοιχεία γενετικού υλικού τα οποία απέκτησαν την ικανότητα να μεταπηδούν από κύτταρο σε κύτταρο, 2) θα μπορούσαν να έχουν προέλθει από έναν οργανισμό που βαθμηδόν έχασε την ικανότητά του να μεταβολίζει και πέρασε σε παρασιτική φάση και 3) θα μπορούσαν να αντιπροσωπεύουν τις αρχικές «απόπειρες» εμφάνισης της ζωής, να υπάρχουν δηλαδή πάνω στη Γη πολύ πριν από την πλειονότητα των ζωντανών οργανισμών. Πιθανότατα δεν θα μάθουμε ποτέ τι από τα παραπάνω ισχύει, ή αν ισχύει κάτι άλλο που ούτε το φανταζόμαστε!

Πόσοι ιοί υπάρχουν;


Και πάλι η απάντηση είναι ίδια: ουδείς γνωρίζει πόσοι τύποι ιών υπάρχουν στο φυσικό περιβάλλον. Οι αριθμοί μεταβάλλονται συνεχώς καθώς τα εργαλεία που χρησιμοποιούν οι ερευνητές για την αναζήτησή τους γίνονται ολοένα και πιο ισχυρά. Γνωρίζουμε ότι ιοί υπάρχουν παντού: στο έδαφος, στους ωκεανούς, στην ατμόσφαιρα. Γνωρίζουμε επίσης ότι μπορούν να προσβάλλουν όχι μόνο τα ζώα και τα φυτά αλλά και τα βακτήρια. Μια εκτίμηση θέλει να υπάρχουν πάνω από 100 εκατομμύρια τύποι ιών πάνω στη Γη. Ευτυχώς μόνο ένα ελάχιστο ποσοστό από αυτούς είναι παθογόνοι για τον άνθρωπο.

Αγνοούμε τόσο πολλά πράγματα για τους ιούς, που αναρωτιέται κανείς αν ξέρουμε κάτι!


Ξέρουμε, και μάλιστα πάρα πολλά! Η ύπαρξη των ιών διέλαθε αρχικά την προσοχή των επιστημόνων καθώς το μέγεθός τους ξεπερνούσε τη διακριτική ικανότητα των μικροσκοπίων αλλά και επειδή απέτυχαν οι πρώτες προσπάθειες να απομονωθούν από
εκχυλίσματα προσβεβλημένων φυτών καθώς το μέγεθός τους ήταν μικρότερο από τις οπές στα φίλτρα που χρησιμοποιούνταν. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο αγγλικός όρος (virus) έχει τη ρίζα του στο λατινικό virus, το οποίο σήμαινε τον δηλητηριώδη οπό φυτών. Θεωρήθηκε δηλαδή αρχικά ότι επρόκειτο περί τοξίνης. Ωστόσο, στα τέλη του 19ου αιώνα η κατασκευή φίλτρων που συγκρατούσαν τους ιούς κατέστησε φανερή την παρουσία τους. Ετσι, το πρώτο πράγμα που μάθαμε για τους ιούς είναι το μικρό τους μέγεθος. Σήμερα γνωρίζουμε ότι στην πραγματικότητα το μέγεθος των ιών ποικίλλει, αν και όντως πρόκειται για πολύ μικροσκοπικές δομές. Ο μικρότερος γνωστός ιός (προσβάλλει χοίρους) έχει διάμετρο με μέγεθος μόλις 17 νανομέτρων, ενώ υπάρχουν ιοί των οποίων η διάμετρος ξεπερνά και τα 2 μικρόμετρα. Από τα τέλη το 19ου αιώνα μέχρι σήμερα, ένα πολύ μεγάλο πλήθος ιών έχει απομονωθεί και μελετηθεί τόσο ώστε ένα ολόκληρο επιστημονικό πεδίο, η ιολογία, να είναι αφιερωμένο στη μελέτη και ταξινόμησή τους.
H σύγκριση του γονιδιώματoς του SARS-CoV-2 με γονιδιώματα κορωνοϊών που προέρχονται από νυχτερίδες και είναι καταχωρημένα σε βάσεις δεδομένων έδειξε ομολογία της τάξεως του 96% με έναν κορωνοϊό που ενδημεί στο είδος Rhinolophus affinis

Πώς ταξινομούνται οι ιοί;


Οπως είπαμε, τα ιικά σωματίδια είναι σχετικά απλές δομές, μοιάζουν με σακουλάκια τα οποία περιέχουν γενετικό υλικό. Το πρωτεϊνικής φύσης σακουλάκι ονομάζεται «καψίδιο». Σε κάποιους ιούς το καψίδιο επενδύεται από μια μεμβράνη λιπιδίων η οποία ονομάζεται «φάκελος». Ετσι, η κατάταξη των ιών σε οικογένειες και γένη γίνεται επί τη βάσει των δομικών συστατικών τους. Τα κριτήρια που χρησιμοποιούνται για τη κατάταξη είναι: 1) ο τύπος και το μέγεθος του γενετικού υλικού, 2) το σχήμα και το μέγεθος του καψιδίου, και 3) η παρουσία ή μη του φακέλου. Οπως συμβαίνει πάντοτε, η κατάταξη βάζει τάξη στο χάος: ο περιοδικός πίνακας των χημικών στοιχείων μάς επιτρέπει να γνωρίζουμε ή ακόμη και να προβλέψουμε τις ιδιότητες ενός από αυτά όταν ξέρουμε την ομάδα στην οποία ανήκει και την ακριβή θέση του στον πίνακα. Κατ’ αντιστοιχία, μπορούμε να μαντέψουμε πολλά πράγματα για τους ιούς από την κατάταξή τους.

Πώς κατατάσσονται οι ιοί με βάση το γενετικό υλικό τους;


Το γενετικό υλικό των ιών μπορεί να είναι DNA (όπως δηλαδή είναι και το δικό μας, των υπολοίπων ζώων, των φυτών, των μυκήτων…) ή RNA. Ετσι μιλάμε για DNA ιούς ή RNA ιούς, και η εκτίμηση των επιστημόνων είναι ότι οι DNA ιοί υπερτερούν αριθμητικά των RNA ιών. Θα θυμόμαστε ίσως την εικόνα ενός μορίου DNA, την περιβόητη διπλή έλικα. Αντίθετα με το DNA, τα ιικά μόρια RNA δεν είναι πάντοτε διπλά: μπορούν να είναι μονά και σε αυτή την περίπτωση μπορούν να είναι ή να μην είναι άμεσα αξιοποιήσιμα για την αναπαραγωγή του ιού μέσα στα κύτταρα του ξενιστή. Ετσι οι RNA ιοί κατηγοριοποιούνται περαιτέρω με βάση το είδος του μορίου RNA που φέρουν.

Τι μαντεύουμε για τη συμπεριφορά των ιών από την κατάταξή τους σε DNA και RNA ιούς;


Προτού απαντηθεί αυτό το ερώτημα θα άξιζε τον κόπο να θυμίσουμε ορισμένα πράγματα για το γενετικό υλικό. Ολοι οι ζωντανοί οργανισμοί, από αυτούς που εξαφανίστηκαν πριν από εκατομμύρια χρόνια μέχρι αυτούς που ζουν σήμερα και από τον μικρότερο μέχρι τον μεγαλύτερο, δημιουργούνται βάσει των οδηγιών που περιέχονται στο γενετικό υλικό τους, το DNA τους. Εμπεριέχει δηλαδή το DNA όλη την πληροφορία που απαιτείται για τη δημιουργία ενός ανθρώπου, ενός δέντρου, ενός χταποδιού… Η πληροφορία αυτή είναι κωδικοποιημένη στα «γράμματα», στα χημικά μόρια (βάσεις πουρίνης ή πυριμιδίνης), τα οποία συνθέτουν το DNA και τα οποία είναι μόνο τέσσερα. Η πληροφορία έγκειται στη σειρά με την οποία τοποθετούνται τα γράμματα. Στους πολυκύτταρους και περίπλοκους οργανισμούς όπως ο άνθρωπος, το DNA είναι ένα τεράστιο μόριο καθώς η «συνταγή» για τη δημιουργία ανθρώπου είναι εξίσου τεράστια. Οι οδηγίες που περιέχονται στο τεράστιο και δυσκίνητο δίκλωνο DNA μεταφέρονται και εκτελούνται από το κύτταρο χάρη στα μικρότερα και ευκίνητα μονόκλωνα μόρια RNA τα οποία συντίθενται ως συμπληρωματικά της μιας από τις δύο αλυσίδες της έλικας. (Από χημικής απόψεως, το DNA και το RNA είναι «αδελφά» μόρια. Πρόκειται για νουκλεϊνικά οξέα και το χαρακτηριστικό τους στα βιολογικά συστήματα είναι ότι το ένα μπορεί να λειτουργήσει ως μήτρα για την παραγωγή του άλλου. Αν δηλαδή γνωρίζουμε την αλληλουχία βάσεων ενός τμήματος DNA μπορούμε να ξέρουμε την αλληλουχία των βάσεων του RNA που θα συντεθεί επί τη βάσει των οδηγιών του DNA. Αντιστοίχως μπορούμε να μαντέψουμε το DNA που θα συντεθεί ως συμπληρωματικό ενός μορίου RNA). Τι λένε άραγε οι κωδικοποιημένες στο DNA οδηγίες; Οι οδηγίες καθορίζουν τα πάντα και κυρίως καθορίζουν το πότε, το πού και σε ποιες ποσότητες θα συντεθούν τα πρωτεϊνικά μόρια, καθώς οι πρωτεΐνες εκτελούν όλες τις λειτουργίες του κυττάρου, είναι τα δομικά του συστατικά αλλά είναι και τα ένζυμα που απαιτούνται για τον μεταβολισμό του. Επανερχόμενοι λοιπόν στο αρχικό ερώτημα, μαντεύουμε ότι η συμπεριφορά των ιών μπορεί να είναι διαφορετική μέσα στο κύτταρο με βάση το γενετικό υλικό τους.

Δηλαδή;


Οι DNA ιοί μπορούν όταν εισέλθουν στα κύτταρα του ξενιστή, είτε να προχωρήσουν άμεσα στη δική τους αναπαραγωγή (να προχωρήσουν δηλαδή το σχέδιο αεροπειρατείας, το οποίο όταν ολοκληρωθεί έχει ως συνέπεια την καταστροφή του προσβεβλημένου κυττάρου και την έξοδο από αυτό πλήθους νέων ιικών σωματιδίων) είτε να ενσωματώσουν το δικό τους DNA στο DNA του ξενιστή τους και να περιμένουν (άγνωστο για πόσο) να το αξιοποιήσουν. Με άλλα λόγια, μπορεί κανείς να μολυνθεί από έναν DNA ιό σήμερα και να νοσήσει πολλά χρόνια αργότερα. Χαρακτηριστικοί DNΑ ιοί είναι o ιός της ευλογιάς (ο οποίος έχει εκριζωθεί χάρη στον εμβολιασμό), ο ιός της ηπατίτιδας και ο ερπητοϊός.
Αντιθέτως, οι RNA ιοί μοιάζουν να βρίσκονται ένα βήμα μπροστά σε σχέση με τους DNA ιούς καθώς το RNA είναι το μόριο-κώδικας που χρησιμοποιείται απευθείας για τη σύνθεση των πρωτεϊνών. Ετσι, προκαλούν νόσο άμεσα μετά τη μόλυνση. Κάποιοι RΝΑ ιοί διαθέτουν δίκλωνο μόριο RNA (χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι οι ιοί ρότα, ορισμένοι από τους οποίους ευθύνονται για τις διάρροιες των βρεφών), κάποιοι διαθέτουν μονόκλωνο μόριο το οποίο όμως δεν είναι άμεσα αξιοποιήσιμο και πρέπει να συντεθεί το συμπληρωματικό του μόριο για να αξιοποιηθεί (χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ο ιός της γρίπης) και τέλος κάποιοι διαθέτουν ένα άμεσα αξιοποιήσιμο μόριο RNA, με χαρακτηριστικό παράδειγμα τους κορωνοϊούς. Ιδιαίτερη κατηγορία RNA ιών είναι οι ρετροϊοί, καθώς η συμπεριφορά τους στο κύτταρο του ξενιστή είναι αντίστοιχη με τη συμπεριφορά των DNA ιών (χαρακτηριστικός ρετροϊός είναι ο ιός HIV, ο οποίος προκαλεί το AIDS).
Αξίζει να σημειωθεί ότι οι RNA ιοί έχουν συνήθως απλούστερες δομές σε σχέση με τους DNA ιούς, τείνουν να είναι περισσότερο «μπερμπάντηδες» (μεταπηδούν, δηλαδή, εύκολα από είδος σε είδος) και μεταλλάσσονται ευκολότερα.

Τι είναι οι κορωνοϊοί;


Πρόκειται για μια ομάδα ιών οι οποίοι μπορούν να προκαλέσουν γαστρεντερίτιδες στα ζώα και ασθένειες του αναπνευστικού στους ανθρώπους και στα πτηνά. Ο πρώτος κορωνοϊός ανακαλύφθηκε στη δεκαετία του 1950. Σε εικόνες ηλεκτρονικού μικροσκοπίου όπου εξετάζονταν δείγματα κοτόπουλων που έπασχαν από μολυσματική βρογχίτιδα, αμερικανοί ερευνητές εντόπισαν τα ιικά σωματίδια με τις χαρακτηριστικές προεκβολές που δίνουν τη εντύπωση κορώνας (εξ ου και το όνομα της οικογένειας των ιών αυτών). Λίγο αργότερα εντοπίστηκαν κορωνοϊοί οι οποίοι προκαλούσαν γαστρεντερίτιδες σε αγελάδες και χοίρους και στη δεκαετία του 1960 εντοπίστηκαν οι δύο πρώτοι από τους τέσσερις συνολικά κορωνοϊούς οι οποίοι προκαλούν το κοινό κρυολόγημα στον άνθρωπο (εκτιμάται ότι στους τέσσερις αυτούς κορωνοϊούς οφείλεται το 15%-30% των περιπτώσεων κοινού κρυολογήματος κάθε χρόνο). Μέχρι τις αρχές του 21ου αιώνα λοιπόν, οι κορωνοϊοί δεν θεωρούνταν επικίνδυνοι καθώς στον άνθρωπο προκαλούσαν ήπια νόσο. Στην πραγματικότητα, εξαιτίας της ηπιότητάς τους, αγνοήθηκαν ερευνητικά και έτσι δεν γνωρίζαμε και πολλά για αυτούς. Αναγκαστήκαμε να αρχίσουμε να μαθαίνουμε όμως όταν, το 2002, ένας ιδιαίτερα μολυσματικός κορωνοϊός έκανε την εμφάνισή του στην επαρχία Guangdong στην Κίνα. Ο ιός προσέβαλλε κύτταρα των βρόγχων και των πνευμόνων και μπορούσε να προκαλέσει οξεία πνευμονική νόσο. Η νόσος ονομάστηκε Σοβαρό Οξύ Αναπνευστικό Σύνδρομο (Severe Acute Respiratory Syndrome, SARS) και ο ιός που το προκαλούσε ονομάστηκε SARS-CoV. Οπως ήταν φυσικό, η εμφάνιση του ιού είχε τότε προκαλέσει παγκόσμια ανησυχία. Ωστόσο, η επιδημία ελέγχθηκε επιτυχώς τους επόμενους μήνες και όλα τελείωσαν το 2003. Βεβαίως, μέχρι να τελειώσουν όλα η νόσος είχε κοστίσει τη ζωή σε περισσότερους από 1.000 ασθενείς. Δέκα χρόνια αργότερα, το σύνδρομο MERS (Middle Eastern Respiratory Syndrome) έκανε την εμφάνισή του σε χώρες του Περσικού Κόλπου. Το σύνδρομο αποδόθηκε στην κορωνοϊό MERS-CoV. Και πάλι η επιδημία που προκλήθηκε ελέγχθηκε επιτυχώς και δεν πήρε πανδημικές διαστάσεις. Κόστισε τη ζωή 862 ανθρώπων.
Ολοι μπορούν να μολυνθούν από τον ιό, αλλά υπάρχουν πληθυσμιακές ομάδες με αυξημένο κίνδυνο να νοσήσουν σοβαρά ή και να πεθάνουν

Μελετήθηκαν διεξοδικότερα οι ιοί SARS-CoV και MERS-CoV;


Μελετήθηκαν εκτενώς, αλλά ίσως όχι τόσο όσο θα έπρεπε ώστε να είχαμε σήμερα περισσότερα εφόδια για την αντιμετώπιση του ιού SARS-Cov-2, ο οποίος έκανε την εμφάνισή του στα τέλη του 2019 στην πόλη Wuhan της Κίνας. Από τη μελέτη τους, καθώς και από μελέτες κορωνοϊών που προσβάλλουν τα ζώα, μπορούμε να έχουμε σήμερα μια καλή εικόνα των ιών αυτών. Περιττό δε να πούμε ότι η πληροφορία για τους ιούς αυτούς αυξήθηκε κατακόρυφα μέσα στο 2020 καθώς η παγκόσμια επιστημονική κοινότητα έθεσε στο μικροσκόπιο, κυριολεκτικά και μεταφορικά, τον SARS-Cov-2.

Τι γνωρίζουμε λοιπόν από τη μελέτη των κορωνοϊών;


Πρόκειται για ιούς συνήθως σφαιρικού σχήματος, με διάμετρο που κυμαίνεται μεταξύ 80 και 120 νανομέτρων. (Για να έχουμε μια αίσθηση του μεγέθους τους, αρκεί να πούμε ότι πάνω στο κεφάλι μιας καρφίτσας θα μπορούσαν να χωρέσουν περί τα 100 εκατομμύρια ιικά σωματίδια του SARS-CoV-2.) Υπό το ηλεκτρονικό μικροσκόπιο το ιικό σωματίδιο φαίνεται «διακοσμημένο» με μπαστουνοειδείς προεξοχές οι οποίες σχηματίζονται από τριμερή της γλυκοπρωτεΐνης S (Spike, ακίδα). Η πρωτεΐνη αυτή είναι διαμεμβρανική, διαπερνά δηλαδή τη μεμβράνη του καψιδίου, με το μεγαλύτερο μέρος της να είναι εκτεθειμένο στο εξωτερικό περιβάλλον και ένα πολύ κοντύτερο προς το εσωτερικό. Ο ιικός φάκελος υποστηρίζεται από την πλέον άφθονη δομική πρωτεΐνη, την Μ (membrane glycoprotein, μεμβρανική γλυκοπρωτεϊνη), κάθε μόριο της οποίας φέρει τρεις διαμεμβρανικές δομές. Επιπροσθέτως, μία ακόμη μικρή πρωτεΐνη, η Ε (envelope protein, πρωτεΐνη του φακέλου), είναι παρούσα στον ιικό φάκελο. Τέλος, η πρωτεΐνη Ν (nucleocapsid protein, πρωτεΐνη του νουκλεοκαψιδίου), είναι προσδεδεμένη στο γενετικό υλικό του ιού (RNA) με έναν συμμετρικό ελικοειδή τρόπο. Ιδωμένο στο ηλεκτρονικό μικροσκόπιο το σύμπλεγμα RNA και πρωτεΐνης Ν θυμίζει μαργαριτάρια περασμένα σε κλωστή. Μπορεί τα παραπάνω να φαίνονται ιδιαίτερα τεχνικά, αλλά η δομή ενός ιού ποτέ δεν είναι ανεξάρτητη από τις ιδιότητές του. Παραδείγματος χάριν ο SARS-Cov-2 είναι ένας ανθεκτικός ιός (ζει επί μακρόν στο περιβάλλον) χάρη στον εξωτερικό μεμβρανικό του φάκελο. Επίσης η πρωτεΐνη Ν που περιτυλίγει το γενετικό υλικό του το καθιστά ανθεκτικότερο στις πιθανές επιθέσεις του κυττάρου του ξενιστή, ενώ παράλληλα του παρέχει ευελιξία στην αξιοποίησή του. Περιττό δε να πούμε ότι όσο περισσότερες λεπτομέρειες για τους ιούς γνωρίζουμε τόσο αυξάνονται οι πιθανότητες να ανακαλύψουμε την αχίλλειο πτέρνα τους, το σημείο που προσφέρεται για φαρμακευτική παρέμβαση.

Τι γνωρίζουμε για το γενετικό υλικό των κορωνοϊών;


Το γενετικό υλικό των κορωνοϊών είναι ένα μεγάλο μόριο RNΑ, κυμαίνεται μεταξύ 27 και 32 χιλιάδων βάσεων, και είναι άμεσα αξιοποιήσιμο από τον πρωτεϊνοσυνθετικό μηχανισμό του κυττάρου του ξενιστή. Το μεγαλύτερο μέρος του γενετικού υλικού κωδικοποιεί ακριβώς τη σύνθεση των ενζύμων που θα επιτρέψουν τον πολλαπλασιασμό του ιού, ενώ το υπόλοιπο κωδικοποιεί για τη σύνθεση των πρωτεϊνών S, E, M, N, πάντοτε με αυτή τη σειρά σε όλους τους μέχρι σήμερα μελετημένους κορωνοϊούς, του SARS-CoV-2 συμπεριλαμβανομένου. Με εξαίρεση τα γονίδια για τις δομικές πρωτεΐνες των κορωνοϊών, οι γνώσεις μας για τις λειτουργίες των υπολοίπων γονιδίων τους είναι μάλλον περιορισμένες προς το παρόν.

Πώς πολλαπλασιάζονται οι κορωνοϊοί;


Ο κύκλος του πολλαπλασιασμού των κορωνοϊών δεν διαφέρει από αντίστοιχους κύκλους άλλων ιών. Περιλαμβάνει μια σειρά από βήματα, το πρώτο εκ των οποίων είναι η πρόσδεση του ιού πάνω στην επιφάνεια κυττάρων του ξενιστή και η είσοδός τους σε αυτά. (Περιττό να πούμε πόσο κομβικής σημασίας είναι αυτό το πρώτο βήμα, το οποίο στην ουσία δίνει στον ιό την ευκαιρία να περάσει το κατώφλι των έμβιων όντων.) Μόλις ο ιός έχει καταφέρει να εισχωρήσει στο κύτταρο καταλαμβάνει τους μηχανισμούς του και βάζει το κύτταρο να δουλεύει για αυτόν. Αρχικά μεταφράζεται η πληροφορία που είναι κωδικοποιημένη στο γενετικό υλικό του και έτσι παράγονται τα ένζυμα που απαιτούνται για να εξασφαλιστεί αφενός ο πολλαπλασιασμός του γενετικού υλικού του, αφετέρου η μαζική παραγωγή των δομικών πρωτεϊνών του. Δημιουργούνται έτσι χιλιάδες αντίγραφα γενετικού υλικού και δομικών πρωτεϊνών τα οποία εντοπίζονται σε συγκεκριμένα σημεία στο κύτταρο. Τέλος, αυτά τα επιμέρους συστατικά (γενετικό υλικό και δομικές πρωτεΐνες) έρχονται κοντά για να συνθέσουν τα νέα ιικά σωματίδια, τα οποία εξέρχονται από το κύτταρο του ξενιστή (το οποίο πεθαίνει) έτοιμα να μολύνουν τα επόμενα ή, ακόμη καλύτερα, τα κύτταρα ενός νέου ξενιστή!

Είναι όντως τόσο τρομακτικό όσο ακούγεται;


Αν και η παραπάνω περιγραφή μοιάζει να συνεπάγεται ότι οι ιοί έχουν μοναδικό σκοπό να μας εξολοθρεύσουν, δεν πρέπει να υιοθετήσουμε αυτή τη λανθασμένη εντύπωση. Οι ιοί είναι οπορτουνιστικά παράσιτα. Ο πολλαπλασιασμός τους επαφίεται στην τυχαία συνάντηση με το κύτταρο του ξενιστή που θα μπορέσουν να «ξεκλειδώσουν». Και περνούν από πολλά που αδυνατούν να ξεκλειδώσουν πριν βρουν πρόσφορο έδαφος. Οταν όμως βρουν αυτό το έδαφος πράγματι επιδεικνύουν έναν «εγωιστικό» χαρακτήρα. Πρέπει όμως να προσθέσουμε εδώ ότι όλοι οι οργανισμοί, του ανθρώπου συμπεριλαμβανομένου, αναπτύσσουν άμυνες εναντίον των ιικών επιθέσεων, οι οποίες στη συντριπτική πλειονότητα των περιπτώσεων είναι επιτυχείς.

Τι εννοούμε όταν λέμε «πρόσφορο έδαφος»;


Εννοούμε χαρακτηριστικά μόρια στην επιφάνεια των κυττάρων του ξενιστή τα οποία μπορούν να αλληλεπιδράσουν με τις επιφανειακές πρωτεΐνες του ιού. Αν φανταστούμε τη δομή των πρωτεϊνών της επιφάνειας στα κύτταρα του ξενιστή ως κλειδαριά και τα πρωτεϊνικά μόρια στην επιφάνεια των ιών ως κλειδιά, αντιλαμβανόμαστε ότι όσο πιο συμπληρωματικά το ένα σε σχέση με το άλλο είναι αυτά τα δύο, τόσο ευνοείται η είσοδος του ιού στα κύτταρα του ξενιστή. Στην περίπτωση των ιών SARS (τόσο εκείνου που προκάλεσε την πρώτη επιδημία όσο και του SARS-CoV-2) ως κλειδί για το άνοιγμα των κυττάρων του ξενιστή λειτουργεί η πρωτεϊνη S, η δομή της οποίας είναι συμπληρωματική με την πρωτεΐνη ACE2 (angiotensin-converting enzyme 2, μετατρεπτικό ένζυμο της αγγειοτενσίνης). Η πρωτεΐνη ACE 2 είναι ένα ένζυμο το οποίο εντοπίζεται στην εξωτερική επιφάνεια κυττάρων των βρόγχων, του πνεύμονα, των νεφρών, των αρτηριών, της καρδιάς. Προφανώς, η άμεση πρόσβαση μέσω της αναπνοής στους βρόγχους και στους πνεύμονες, καθιστά αυτά τα όργανα τα πρώτα που «φιλοξενούν» τον ιό. Αξίζει εδώ να σημειωθεί ότι παραλλαγές της ACE2 υπάρχουν και σε άλλα θηλαστικά τα οποία προσβάλλονται από ιούς SARS, όπως οι νυχτερίδες και η ασιατική μοσχογαλή, η οποία υπήρξε ο ενδιάμεσος ξενιστής του SARS-CoV μεταξύ ανθρώπων και νυχτερίδων.

Δηλαδή ο SARS-CoV προήλθε από νυχτερίδες;


Οχι μόνο ο SARS-CoV, αλλά και ο MERS-CoV και ο SARS-CoV-2. Οι νυχτερίδες φαίνεται πως είναι φυσικοί ξενιστές μιας πλειάδας κορωνοϊών και όχι μόνο: χαρακτηριστικά παραδείγματα ιών που πέρασαν από τις νυχτερίδες στον άνθρωπο αποτελούν ο ιός Ebola, ο οποίος πέρασε από τις νυχτερίδες στους γορίλες και στους χιμπαντζήδες και από εκεί στους ανθρώπους, ο ιός Marburg, ο οποίος χρησιμοποίησε πιθήκους ως ενδιάμεσο
ξενιστή στη διαδρομή του από τις νυχτερίδες στον άνθρωπο και ο οποίος προκαλεί αιμορραγικό πυρετό και κατατάσσεται από τον ΠΟΥ στους επικίνδυνους για πανδημίες, αλλά και οι ιοί Nipah και Hendra. Ο πρώτος χρησιμοποιεί ως ενδιάμεσους ξενιστές τους χοίρους και ενώ δεν έχει προσβάλει συνολικά ούτε 1.000 ανθρώπους αποδεικνύεται ιδιαίτερα επικίνδυνος καθώς προκαλεί εγκεφαλικό οίδημα σκοτώνοντας από το 50% ως το 75% των θυμάτων του. Ο δεύτερος προσβάλλει κυρίως τα άλογα και έχει δώσει μόνο ευκαιριακές λοιμώξεις σε ανθρώπους. Οπως ήδη αναφέρθηκε, ο SARS-CoV από τις νυχτερίδες πέρασε στους ανθρώπους μέσω της ασιατικής μοσχογαλής, ενώ ο MERS χρησιμοποίησε ως ενδιάμεσο ξενιστή του τις καμήλες. Προς το παρόν παραμένει άγνωστος ο ενδιάμεσος ξενιστής του SARS-CoV-2 μεταξύ των νυχτερίδων και των ανθρώπων. Αλλά δεν υπάρχει καμία αμφιβολία για την προέλευσή του από τις νυχτερίδες.
Mέσω της ανίχνευσης του γενετικού υλικού του ιού πιστοποιείται η παρουσία του στον οργανισμό του εξεταζομένου, ο οποίος μπορεί να είναι ή και να μην είναι συμπτωματικός

Πού βασίζεται αυτή η βεβαιότητα;


Εκτενείς μελέτες τα τελευταία 15 χρόνια έχουν καταδείξει ότι τα περίπου 140 είδη νυχτερίδων τα οποία ζουν σε όλο τον πλανήτη αποτελούν φυσικούς ξενιστές για τους κορωνοϊούς. (Σε εκατοντάδες ανέρχονται οι διαφορετικοί κορωνοϊοί που έχουν εντοπιστεί στις νυχτερίδες.) Στην πράξη αυτό σημαίνει ότι οι νυχτερίδες φιλοξενούν τους κορωνοϊούς χωρίς οι ίδιες να παθαίνουν κάτι, χωρίς ούτε καν να το προσέχουν. Για την ακρίβεια, αυτή η σχέση νυχτερίδων και κορωνοϊών πηγαίνει πολύ πίσω στον χρόνο: υπολογίζεται σε εκατομμύρια χρόνια. Με άλλα λόγια, οι κορωνοϊοί εξελίχθηκαν με τρόπο που τους επιτρέπεται να «συμβιούν» με τις νυχτερίδες. Με δεδομένη την παραπάνω γνώση, δεν είναι λοιπόν καθόλου περίεργο που οι επιστήμονες διερεύνησαν τις νυχτερίδες ως πρώτο ύποπτο για την προέλευση του SARS-CoV-2, όταν αυτός έκανε την εμφάνισή του στους ανθρώπους. Πράγματι, η σύγκριση του γονιδιώματός του με γονιδιώματα κορωνοϊών που προέρχονται από νυχτερίδες και είναι καταχωρημένα σε βάσεις δεδομένων έδειξε ομολογία της τάξεως του 96% με έναν κορωνοϊό που ενδημεί στο είδος Rhinolophus affinis. Καθώς μια περιοχή στο κέντρο του γονιδιώματος του SARS-CoV-2 μοιάζει να έχει προέλθει από στελέχη του ιού που υπάρχουν στο φολιδωτό εντομοφάγο θηλαστικό Manis javanica (παγκολίνος), εκτιμάται ότι αυτό θα μπορούσε να είναι ο ενδιάμεσος ξενιστής. Παρ’ όλα αυτά δεν υπάρχουν ενδείξεις ή μαρτυρίες για παρουσία παγκολίνων (οι οποίοι είναι προστατευόμενο είδος) στην αγορά ζώων της πόλης Wuhan, η οποία έχει προσδιοριστεί ως το σημείο έναρξης της πανδημίας. Ετσι, προς το παρόν δεν υπάρχει βεβαιότητα για τον ενδιάμεσο κρίκο στην αλυσίδα μετάδοσης από τις νυχτερίδες στον άνθρωπο.

Θα πρέπει να περιμένουμε και άλλους κορωνοϊούς που θα αφήσουν τις νυχτερίδες για να προσβάλουν εμάς ή άλλα είδη;


Οι ερευνητές δε έχουν καμία αμφιβολία ότι θα προκύψουν και άλλοι ιοί σαν τον SARS-CoV-2 και βεβαίως το ερώτημα είναι πότε θα προκύψουν και πόσο προετοιμασμένοι θα είμαστε όταν προκύψουν. Υπάρχουν μάλιστα εκτιμήσεις σύμφωνα με τις οποίες μια ζωονόσος μπορεί να πλήττει την ανθρωπότητα σε τακτά χρονικά διαστήματα. Ειδικότερα, εκτιμάται ότι με τον έναν ή τον άλλον τρόπο ένας ιός με δυνατότητα να δώσει πανδημίες όπως ο SARS-CoV-2 θα μπορούσε να εμφανίζεται κάθε μία εικοσαετία, αν όχι και συχνότερα.

Τι είναι οι ζωονόσοι;


Πρόκειται για μολυσματικές ασθένειες οι οποίες προσβάλλουν κατά κύριο λόγο τα ζώα, και οι οποίες από καιρού εις καιρόν αποκτούν την ικανότητα να προσβάλλουν και τον άνθρωπο. Βασική προϋπόθεση βεβαίως για να συμβεί αυτό είναι η στενή επαφή ανθρώπων και ζώων (κυρίως άγριων, αλλά όχι μόνο). Δεν είναι τυχαίο ότι οι εστίες για την εμφάνιση και των δύο SARS-CoV ιών υπήρξαν αγορές ζώων στην Κίνα. Βεβαίως είχε προηγηθεί η καταστροφή των βιοτόπων των νυχτερίδων, γεγονός που τις έφερε κοντύτερα στους ανθρώπους. Αντίστοιχες στενές επαφές ανθρώπων και ζώων ευθύνονται για τα εξάρσεις του Ebola στην Αφρική. Με άλλα λόγια, οι επιστήμονες γνωρίζουν ότι είναι θέμα χρόνου μια ζωονόσος να πλήξει ανθρώπινους πληθυσμούς. Αυτό που δεν μπορούν να γνωρίζουν όμως είναι το πότε και το πού θα εμφανιστούν αλλά και το πόσο επικίνδυνες μπορούν αυτές να αποβούν. Γι’ αυτό κάθε φορά που έχουμε εμφάνιση μιας τέτοιας νόσου οι υγειονομικές αρχές παγκοσμίως τίθενται σε επαγρύπνηση για να αποφευχθούν τυχόν πανδημίες.

Τι σημαίνει πανδημία;


Οπως εύκολα αντιλαμβανόμαστε όσοι ομιλούμε την ελληνική γλώσσα, ο όρος αυτός περιγράφει το σύνολο του δήμου, των πολιτών. Στην ιατρική χρησιμοποιείται για να περιγράψει την παγκόσμια εξάπλωση μολυσματικών ασθενειών. Οπως όλοι είχαμε την ευκαιρία να συνειδητοποιήσουμε τους τελευταίους μήνες, για να υπάρξει μια πανδημία απαιτείται αρχικά μια επιδημία.

Πού βασίζεται η ικανότητα των ιών να δώσουν πανδημίες;


Μια σειρά από παράγοντες μπορούν να επηρεάσουν αυτή την ικανότητα. Οπως είπαμε, οι ιοί είναι οπορτουνιστικά παράσιτα. Δεν κάνουν κάτι απί σκοπού, αλλά είναι εξελικτικά προσαρμοσμένοι να αρπάζουν τις ευκαιρίες που τους δίνονται για να πολλαπλασιαστούν. Πολλαπλασιαζόμενοι εντός των ξενιστών τους οι ιοί καταλήγουν να σκοτώνουν τα κύτταρα των ξενιστών τα οποία εξυπηρέτησαν αυτόν τον σκοπό, ενώ ενίοτε σκοτώνουν και τον ίδιο τον ξενιστή. Αντίθετα με ό,τι θα φανταζόταν κανείς, οι εξαιρετικά θανατηφόροι ιοί δυσκολεύονται να δώσουν πανδημίες. Και τούτο επειδή ο θάνατος του ξενιστή σημαίνει αυτομάτως και θάνατο του ίδιου του ιού. Για την ακρίβεια, και επειδή όπως προαναφέρθηκε οι ιοί δεν θεωρούνται ζωντανοί, ο θάνατος του ξενιστή ανακόπτει την επέκταση του ιού: τα κύτταρα του ξενιστή είναι νεκρά (άρα τα ιικά σωματίδια δεν μπορούν να μολύνουν ένα επόμενο κύτταρο) και ο ξενιστής δεν μετακινείται για να μεταδώσει (με τον βήχα, το φτάρνισμα ή/και τα σωματικά υγρά) τον ιό στον επόμενο πιθανό ξενιστή. Χαρακτηριστικό παράδειγμα εξαιρετικά θανατηφόρου ιού είναι ο Ebola. Την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές, έξαρση του Ebola στη Λαϊκή Δημοκρατία του Κογκό μετρά 3.456 κρούσματα και 2.276 θανάτους! Εκτιμάται ωστόσο ότι η κατάσταση είναι υπό έλεγχο καθώς οι επιδημικές εξάρσεις του Ebola ανακόπτονται χάρη και στην ικανότητά του να σκοτώνει γρήγορα τα θύματά του. Με άλλα λόγια ένας ιδιαίτερα θανατηφόρος ιός δουλεύει ενάντια στο συμφέρον του!
Οι αμερικανοί ερευνητές σημειώνουν: «Ακόμη και στην περίπτωση ξεκάθαρης εξάλειψης, η επαγρύπνηση για τον SARS-CoV-2 θα πρέπει να διατηρηθεί καθώς μια αναζωπύρωση της μόλυνσης θα ήταν πιθανή μέχρι και το 2024»

Υπάρχουν και άλλες τέτοιες ασύμφορες για τους ιούς ιδιότητές τους; Διαθέτει κάποια από αυτές ο SARS-CoV-2;


Χμ, με δεδομένη την εξάπλωσή του, δύσκολο να του βρούμε τέτοιο «ψεγάδι»! Ομοίως ενάντια στο συμφέρον των ιών είναι η ικανότητά τους να προκαλούν συμπτώματα στον ξενιστή πολύ γρήγορα μετά τη μόλυνση. Ενα από τα ισχυρότερα «πλεονεκτήματα» του SARS-CoV-2, το οποίο υπήρξε καθοριστικό στην παγκόσμια εξάπλωσή του, είναι η μεγάλη περίοδος επώασής του: αν και το μέσο διάστημα μέχρι να εμφανιστούν τα πρώτα συμπτώματα μετά τη μόλυνση με τον ιό είναι γύρω στο πενθήμερο, το διάστημα αυτό ποικίλλει και φθάνει μέχρι τις 14 ημέρες. Συγκρινόμενος με τον ιό της γρίπης (με διάστημα επώασης γύρω στα δύο εικοσιτετράωρα), ο SARS-CoV-2 είναι πολύ πιο ικανός να δώσει πανδημίες αφού έχει στη διάθεσή του πολύ μεγαλύτερο διάστημα να εξαπλώνεται χωρίς να γίνεται αντιληπτός.

Δηλαδή ο SARS-CoV-2 μπορεί να μεταδίδεται κατά την περίοδο της επώασης της νόσου;


Αυτή είναι μια ερώτηση που απασχόλησε τους επιστήμονες από την πρώτη στιγμή που ξέσπασε η επιδημία. Τα δεδομένα συνηγορούν υπέρ αυτής της άποψης. Αρχικά, γερμανοί ερευνητές κατέδειξαν ότι άτομα τα οποία έχουν μολυνθεί αλλά είναι ακόμη ασυμπτωματικά, μπορούν να διασπείρουν τον ιό. Επίσης γενετικό υλικό του ιού αλλά και ιικά σωματίδια έχουν απομονωθεί από άτομα τα οποία μολύνθηκαν με τον ιό αλλά δεν ανέπτυξαν ποτέ συμπτώματα. Οι επιδημιολόγοι δεν μπορούν να είναι βέβαιοι για το ποσοστό της συμβολής αυτών των ατόμων στη διάδοση της νόσου. Ομοίως δεν είναι εντελώς ξεκάθαρη η εικόνα σχετικά με τη δυνατότητα διάδοσης της νόσου ατόμων που βρίσκονται σε προσυμπτωματκό στάδιο. Ωστόσο, το γεγονός ότι το ιικό φορτίο (δηλαδή τα ποσά ιικών σωματιδίων που μεταφέρει ο ξενιστής του ιού) δεν διαφέρει και πολύ μεταξύ συμπτωματικών και προσυμπτωματικών ή ασυμπτωματικών ασθενών, οδηγεί στο συμπέρασμα ότι πιθανότατα και τα προσυμπτωματικά και τα ασυμπτωματικά άτομα μπορούν να μεταδώσουν τον ιό. Χωρίς να μπορούν (ακόμη) να εξηγήσουν το γιατί, οι ερευνητές πιστεύουν ότι ο SARS-CoV-2 έχει την ικανότητα να γίνεται αντιληπτός από το ανοσοποιητικό μας σύστημα αρκετά αργότερα από την πρώτη του επίθεση εναντίον μας.
Σκεφτείτε πόσο μεγάλο πλεονέκτημα είναι αυτό για τον SARS-CoV-2 και συγκρίνετέ το με τη γρίπη που όχι μόνο έχει μικρό χρόνο επώασης αλλά δίνει και σημάδια σχετικά νωρίς: λίγο πριν εμφανίσουμε συμπτώματα γρίπης, συνήθως γνωρίζουμε ότι «κάτι μας τριγυρίζει», μικροενδείξεις όπως γενικευμένη κόπωση ή ατονία κάνουν την εμφάνισή τους. Ετσι, έχουμε την τάση να αποσυρόμαστε από την κυκλοφορία (να πάμε για ύπνο νωρίτερα, να αναβάλλουμε τη βραδινή έξοδο…) προτού ακόμη κάνει την εμφάνισή του ο πυρετός. Με τον τρόπο αυτόν και χωρίς να το κάνουμε συνειδητά δυσχεραίνουμε την εξάπλωσή του. Αντιθέτως, οι άνθρωποι που μολύνονται από τον ιό SARS-CoV-2 γίνονται άθελά τους συνεργοί στα επεκτατικά «σχέδιά» του. Καθώς δεν έχουν κανέναν λόγο να αποσυρθούν από την κυκλοφορία για ένα μεγάλο διάστημα μετά τη μόλυνση, καθίστανται τα προσωπικά του οχήματα μεταφοράς και διασποράς! Ετσι ο ιός «ξεγλιστρά», περνά από τον έναν ξενιστή στον άλλον απαρατήρητος και για διάστημα ικανό να του εξασφαλίσει περισσότερους ξενιστές και μακρινότερα «ταξίδια», όπως απέδειξε η παγκόσμια διασπορά του.

Ο τρόπος μετάδοσης του ιού παίζει ρόλο στην εξάπλωσή του;


Σαφώς! Ενας ιός που μεταδίδεται κάθε φορά που φταρνιζόμαστε ή βήχουμε (πιθανόν και όταν αναπνέουμε, σύμφωνα με πρόσφατες επιστημονικές εργασίες) όπως ο SARS-CoV-2 έχει πολύ περισσότερες πιθανότητες να μολύνει τους γύρω μας σε σχέση με έναν ιό που απαιτεί στενή επαφή και ανταλλαγή σωματικών υγρών για τη μετάδοσή του, όπως παραδείγματος χάριν συμβαίνει με τον ιό HIV που προκαλεί το AIDS. Επιπροσθέτως, σύμφωνα με μελέτες ο SARS-CoV-2 όχι μόνο εκχέεται από το αναπνευστικό μας, αλλά το κάνει σε μεγάλες ποσότητες και για μεγάλο διάστημα: ειδικότερα, διαπιστώθηκε ότι άτομα τα οποία χρειάστηκαν νοσηλεία μπορούσαν να εκχέουν τον ιό για διάστημα μεγαλύτερο του ενός μηνός! (37 ημέρες για την ακρίβεια!).

Πόσο «επιβιώνει» ο ιός στο περιβάλλον;


Οπως είπαμε, οι ιοί εκτός του σώματος των ξενιστών τους δεν θεωρούνται ζωντανοί. Παρ’ όλα αυτά διατηρούν τη μολυσματικότητά τους για διάστημα που ποικίλλει για κάθε ιό και εξαρτάται από πολλές παραμέτρους. Μια από τις πρώτες μελέτες που προσπάθησε να δώσει απάντηση στο παραπάνω ερώτημα για τον SARS-CoV-2 προήλθε από αμερικανούς ερευνητές και έδειξε ότι ο ιός «ζει» πάνω σε χάλκινες επιφάνειες για 4 ώρες, πάνω σε χαρτόνι για 24 ώρες και πάνω σε πλαστικό ή ανοξείδωτη επιφάνεια για διάστημα τριών ημερών! Πρέπει όμως να τονιστεί εδώ ότι είναι διαφορετικό να ανιχνεύεται ο ιός μετά την παρέλευση κάποιων ωρών ή και ημερών σε μια επιφάνεια και άλλο το να μπορεί να μολύνει. Δεν είναι ξεκάθαρο μέχρι την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές για πόσο χρονικό διάστημα μετά την απομάκρυνσή του από το σώμα του ξενιστή του μπορεί ο ιός να είναι μολυσματικός. Από τη μέχρι τώρα εμπειρία ωστόσο, φαίνεται ότι η μετάδοση γίνεται από άνθρωπο σε άνθρωπο μέσω των σταγονιδίων που εξέρχονται κάθε φορά που ένα άτομο-ξενιστής του ιού βήχει ή φταρνίζεται. (Εξ ου και τα μέτρα κοινωνικής αποστασιοποίησης που μας καλούν να μη συγχρωτιζόμαστε και να διατηρούμε απόσταση δύο μέτρων από τους γύρω μας.)
Οπως γίνεται αντιληπτό από τα παραπάνω, ο SARS-CoV-2 είχε όλα τα απαιτούμενα «πλεονεκτήματα» για να μπορέσει να εξαπλωθεί σε ολόκληρο τον πλανήτη. Και ακριβώς λόγω της ευρείας εξάπλωσής του, ενώ δεν είναι ιδιαίτερα θανατηφόρος, έχει ήδη κοστίσει τη ζωή σε πολύ περισσότερους ανθρώπους από ό,τι ο Ebola! Και να σκεφτεί κανείς ότι όλα άρχισαν από έναν και μοναδικό πρώτο ασθενή, πριν από μόλις μισό χρόνο!

Τι ακριβώς προκαλεί ο ιός στον ανθρώπινο οργανισμό;


Οι πρώτες πληροφορίες για την επίδραση του ιού στον ανθρώπινο οργανισμό προήλθαν βεβαίως από την Κίνα και αφορούσαν τα συμπτώματα των ασθενών με κύρια τον πυρετό, τον ξηρό βήχα και τη δυσκολία στην αναπνοή (δύσπνοια), καθώς επίσης και ακτινολογικά δεδομένα που έδειχναν την έντονη παρουσία του ιού στους πνεύμονές τους. Καθώς ολοένα και περισσότερες περιγραφές των συμπτωμάτων δημοσιεύονταν, έγινε φανερό ότι μια μερίδα ασθενών εμφάνιζε ένα ακόμη σύμπτωμα: ανοσμία. Οι ειδικοί επισημαίνουν ότι η απώλεια της όσφρησης είναι συχνό φαινόμενο ιικών λοιμώξεων καθώς συχνά αυτές συνοδεύονται από συμπτώματα (όπως φλεγμονή και μπούκωμα της μύτης) τα οποία καταστρέφουν παροδικά τους οσφρητικούς υποδοχείς (πρωτεϊνικής φύσης μόρια πάνω στα κύτταρα του οσφρητικού επιθηλίου όπου γίνεται η αναγνώριση των πτητικών μορίων που φτάνουν μέχρι τη μύτη μας). Ωστόσο, η εκτίμηση για την επίσης παροδική ανοσμία που προκαλεί ο SARS-CoV-2 είναι ότι αυτή δεν οφείλεται σε φλεγμονή του οσφρητικού επιθηλίου αλλά σε φλεγμονή του οσφρητικού νεύρου. Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι για μια μερίδα ασθενών η ανοσμία μπορεί να είναι και το μόνο σύμπτωμα της νόσου, και βεβαίως παραμένει ασαφής η συμβολή αυτών των ασθενών στη διάδοση της Covid-19.

Γνωρίζουμε τα ακριβή σημεία όπου «χτυπά» ο ιός;


Σήμερα γνωρίζουμε ότι ο ιός προσβάλλει συγκεκριμένα κύτταρα του οσφρητικού και βρογχικού επιθηλίου (επιθήλιο είναι η στοιβάδα κυττάρων που επιστρώνει το εσωτερικά μας όργανα), αλλά και τα πνευμονοκύτταρα τύπου ΙΙ. Τα επίσης επιθηλιακά αυτά κύτταρα επιστρώνουν το εσωτερικό των κυψελίδων των πνευμόνων. Ο ρόλος των πνευμονοκυττάρων τύπου ΙΙ συνίσταται στην παραγωγή επιφανειοδραστικών παραγόντων. Οι παράγοντες αυτοί δρουν όπως τα απορρυπαντικά: μειώνουν την επιφανειακή τάση του νερού, πράγμα το οποίο διατηρεί τις πνευμονικές μεμβράνες μαλακές και διευκολύνει την ανταλλαγή των αερίων της αναπνοής. Η επίθεση του ιού στις κυψελίδες των πνευμόνων ευθύνεται προφανώς για τη δύσπνοια, που αποτελεί ένα από τα χαρακτηριστικά συμπτώματα της Covid-19. Και σαν να μην έφτανε αυτό, φαίνεται ότι και η ίδια η αντίδραση του οργανισμού στον ιό αποδιοργανώνει την ανταλλαγή αερίων στους πνεύμονες: τα κύτταρα του ανοσοποιητικού που φτάνουν στους πνεύμονες για να εξοντώσουν τον ιό (θανατώνοντας τα κύτταρα που έχουν μολυνθεί από αυτόν) δημιουργούν μια υγρή «σούπα» από νεκρά κύτταρα η οποία στέλνει τους ασθενείς στο νοσοκομείο και κάποιους από αυτούς στις ΜΕΘ.

Προσβάλλει ο ιός άλλα όργανα ή περιορίζεται στους πνεύμονες;


Οι ερευνητές είχαν συναγάγει τη δυνατότητα του SARS-CoV-2 να προσβάλλει και άλλα όργανα πλην της μύτης των βρόγχων και των πνευμόνων από το γεγονός ότι η πρωτεΐνη ACE2 πάνω στην οποία προσδένεται ο ιός για να μπορέσει στη συνέχεια να εισχωρήσει στα κύτταρά μας εντοπίζεται και σε κύτταρα άλλων ιστών και οργάνων, της καρδιάς, των αγγείων και των νεφρών συμπεριλαμβανομένων. Οι στατιστικές δείχνουν ότι τα άτομα που υποφέρουν από καρδιοπάθειες είναι περισσότερο ευάλωτα στον ιό, έχουν δηλαδή μεγαλύτερες πιθανότητες να εμφανίσουν σοβαρή νόσο και οι επιστήμονες αποδίδουν αυτή την ευαισθησία στην παρουσία της ACE2 σε συγκεκριμένα καρδιακά κύτταρα. Επίσης όλο και πληθαίνουν οι αναφορές σχετικά με την επίδραση της νόσου στα αγγεία και στο αίμα.

Σε τι συνίσταται αυτή η επίδραση;


Εχει παρατηρηθεί ότι ένα μεγάλο ποσοστό σοβαρά ασθενών (σε πρόσφατη μελέτη δανών επιστημόνων το ποσοστό αυτό έφτανε στο 38%) εμφανίζει προβλήματα πήξης του αίματος τα οποία μπορούν να οδηγήσουν σε πνευμονική εμβολή. Επίσης παρατηρείται αγγειοσύσπαση η οποία έχει ως συνέπεια τη μείωση της ροής του αίματος στα άκρα με πρήξιμο και νέκρωση των ιστών των δακτύλων ποδιών και χεριών. Οι επιστήμονες επισημαίνουν ότι το να θεωρείται η Covid-19 μια νόσος που προσβάλλει μόνο τους πνεύμονες είναι μυωπικό: αν ήταν έτσι, θα έπρεπε στα νοσοκομεία να υπάρχουν περισσότεροι ασθενείς με άσθμα, ωστόσο οι ασθενείς που αποδεικνύονται πιο ευάλωτοι είναι εκείνοι που υποφέρουν από παθήσεις των αγγείων, όπως η υπέρταση και ο διαβήτης.
Με δεδομένη την άγνοιά μας για τον ιό, δεν μπορεί κανείς να προβλέψει με βεβαιότητα τη συμπεριφορά του. Εικάζεται πάντως ότι θα εμφανίσει και αυτός την εποχικότητα και θα επανακάμψει τον χειμώνα

Προσβάλλει και τους νεφρούς ο ιός;


Σύμφωνα με πρόσφατες αναφορές, ο ιός μπορεί να προσβάλει τόσο τους νεφρούς όσο και το γαστρεντερικό σύστημα (εξ ου και οι διάρροιες που εμφανίζει ένα ποσοστό ασθενών), ενώ υπάρχουν και ενδείξεις για την επίδρασή του στον εγκέφαλο. Σύμφωνα με ευρήματα ιαπώνων επιστημόνων ο ιός εντοπίστηκε στο εγκεφαλονωτιαίο υγρό ασθενών που έπαθαν εγκεφαλίτιδα μετά τη μόλυνση με SARS-CoV-2. Δυστυχώς προς το παρόν οι μηχανισμοί μέσω των οποίων η νόσος μπορεί να έχει τόσο δραματικές συνέπειες σε μια μερίδα ασθενών δεν είναι γνωστοί, και αυτό δεν επιτρέπει στους γιατρούς να δράσουν προληπτικά.

Ποια είναι η εξέλιξη της νόσου σε ένα άτομο;


Ενα άτομο που μολύνεται με τον ιό μπορεί να μην το αντιληφθεί καν, μπορεί να εμφανίσει ήπια συμπτώματα ή σοβαρότερα, μπορεί να χρειαστεί νοσηλεία και παροχή οξυγόνου για να αναρρώσει, μπορεί ακόμη και να απαιτηθεί εισαγωγή του σε μονάδα εντατικής θεραπείας (ΜΕΘ) προκειμένου να αντιμετωπίσει τη νόσο. Από τα μέχρι τώρα στοιχεία υπολογίζεται ότι ένα ποσοστό της τάξεως του 80% με 85% ανήκει στις δύο πρώτες ομάδες (μπορεί δηλαδή να παραμείνει ασυμπτωματικό ή με συμπτώματα που είναι διαχειρίσιμα κατ’ οίκον). Περίπου το 15% των ασθενών θα χρειαστεί νοσηλεία και το ένα τρίτο από αυτούς θα εισαχθεί στις ΜΕΘ. Ενα χαρακτηριστικό της Covid-19 πάντως είναι και η μεγάλη της διάρκεια: απαιτούνται περί τις δύο εβδομάδες από την εμφάνιση των συμπτωμάτων μέχρι την ανάρρωση για την ήπια μορφή της νόσου, ενώ οι σοβαρά ασθενείς παραμένουν στο νοσοκομείο για μια περίοδο 3-6 εβδομάδων.

Ποια άτομα διατρέχουν τον μεγαλύτερο κίνδυνο να μολυνθούν από τον ιό;


Ο ιός αποδεικνύεται ιδιαίτερα «δημοκρατικός», καθώς δεν φαίνεται να κάνει διακρίσεις. Δεν υπάρχει πληθυσμιακή ομάδα για την οποία ο κίνδυνος μόλυνσης από τον ιό να είναι μηδενικός. Ολοι μπορούν να μολυνθούν από αυτόν, αλλά όπως φάνηκε ήδη με το ξέσπασμα της επιδημίας στην Κίνα και επιβεβαιώθηκε στη συνέχεια από την εμπειρία άλλων χωρών, υπάρχουν πληθυσμιακές ομάδες με αυξημένο κίνδυνο να νοσήσουν σοβαρά ή και να πεθάνουν.

Ποιες είναι αυτές οι πληθυσμιακές ομάδες;


Οπως συμβαίνει και με άλλες λοιμώξεις, τα ανοσοκατεσταλμένα άτομα (τα άτομα δηλαδή των οποίων το ανοσοποιητικό σύστημα για διαφόρους λόγους δεν είναι σε θέση να τους παρέχει προστασία) αποτελούν ίσως την πλέον ευαίσθητη στον ιό ομάδα του πληθυσμού. Επιπροσθέτως, από τα στατιστικά στοιχεία όλων των χωρών προκύπτει ότι τα πλέον ευάλωτα στη νόσο άτομα ανήκουν στις μεγαλύτερες ηλικίες. Ειδικότερα και σύμφωνα με τα διεθνή στοιχεία, τα ποσοστά θανάτου για ηλικίες από 0 έως 9 ετών είναι μηδέν, για ηλικίες από 10-39 ετών γύρω στο 0,2%, για ηλικίες από 40-49 ετών γύρω στο 0,4%, για ηλικίες από 50-59 ετών τα ποσοστά θανάτου κυμαίνονται από 0,4% έως 1,3%, για ηλικίες από 60 έως 69 ετών από 1,8% έως 3,6%, για ηλικίες από 70 έως 79 ετών από 4,8% έως 12,8% και από ηλικίες 80 ετών και άνω από 13% έως 20%. Με άλλα λόγια, ενώ όλοι μπορούν να μολυνθούν από τον ιό, προϊούσης της ηλικίας φαίνεται πως αυξάνει ο κίνδυνος για σοβαρή νόσο και θάνατο.

Ποια είναι τα ποσοστά κρουσμάτων ανά ηλικία στην Ελλάδα;


Σύμφωνα με τα στοιχεία του ΕΟΔΥ, μέχρι τη Μεγάλη Πέμπτη (16 Απριλίου 2020) στη χώρα μας είχαν καταγραφεί 2.207 κρούσματα, εκ των οποίων 78 (ποσοστό 3,7%) ήταν ηλικίας 0-17 ετών, 656 (ποσοστό 30,7%) ήταν ηλικίας 18-39 ετών, 938 (ποσοστό 43,9%) ήταν ηλικίας 40-64 ετών και 463 (ποσοστό 21,7%) ήταν ηλικίας 65 ετών και άνω. Οπως μπορεί κανείς να διαπιστώσει, η πλειονότητα των κρουσμάτων αφορά ηλικίες από 40 έως 64 ετών, ενώ σημαντικός αριθμός κρουσμάτων προέρχεται και από την αμέσως νεαρότερη ηλικιακή ομάδα των 18-39 ετών. Επιβεβαιώνεται δηλαδή και από τα εγχώρια στοιχεία το γεγονός ότι ο ιός δεν κάνει διακρίσεις.

Γνωρίζουμε για ποιον λόγο η ηλικία φαίνεται να είναι παράγοντας για σοβαρή νόσο και έτσι οι ηλικιωμένοι καθίστανται η πιο ευαίσθητη στον ιό ομάδα του πληθυσμού;


Οι ειδήμονες εκτιμούν ότι δεν είναι η ηλικία αυτή καθαυτή που αυξάνει την πιθανότητα εμφάνισης σοβαρής νόσου μετά από μόλυνση με τον SARS-CoV-2. Ωστόσο, όσο μεγαλύτερης ηλικίας είναι ένα άτομο τόσο αυξημένη είναι η πιθανότητα να πάσχει από κάποιο χρόνιο νόσημα. Εχει επανειλημμένως διαπιστωθεί ότι ορισμένα υποκείμενα νοσήματα αυξάνουν την πιθανότητα θανάτου από την Covid-19. Ειδικότερα και σύμφωνα με διεθνή στοιχεία, το 10,5% των ατόμων με καρδιαγγειακές παθήσεις που μολύνθηκαν από τον ιό έχασε τη ζωή του, ομοίως έχασε τη ζωή του το 7,3% των ασθενών με διαβήτη που μολύνθηκαν από τον ιό, το 6,3% των ασθενών με χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια που μολύνθηκαν από τον ιό, το 6% των υπερτασικών ασθενών που μολύνθηκαν από τον ιό και το 5,3% των ασθενών με καρκίνο που μολύνθηκαν από τον ιό.
Η παραπάνω εκτίμηση επιβεβαιώνεται και από τα εγχώρια στατιστικά στοιχεία: στις 16 Απριλίου 2020 η Ελλάδα κατέγραφε συνολικά 105 θανάτους και σύμφωνα με το δελτίο του ΕΟΔΥ «η διάμεση ηλικία των θανόντων ήταν τα 73 έτη και το 89,5% είχε κάποιο υποκείμενο νόσημα ή/και ηλικία 70 ετών και άνω».

Από πού προκύπτει η διακύμανση στα ποσοστά θανάτου, όπως αυτά εμφανίζονται σε προηγούμενη ερώτηση;


Τα διαφορετικά ποσοστά έχουν προέλθει από διαφορετικές χώρες. Και ενώ σε όλες τις χώρες είναι ξεκάθαρη η τάση σύμφωνα με την οποία οι μεγαλύτερης ηλικίας άνθρωποι έχουν αυξημένη πιθανότητα να νοσήσουν σοβαρά ή/και να χάσουν τη ζωή τους από τη νόσο, τα ποσοστά θανάτου δεν είναι τα ίδια. Αυτό κατά τους ειδικούς δεν αντικατοπτρίζει τίποτε άλλο από την αδυναμία του συστήματος υγείας μιας χώρας να αντεπεξέλθει και σε ορισμένες περιπτώσεις περιγράφει ακόμη και την κατάρρευσή του. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι τα υψηλότερα ποσοστά θανάτου σχεδόν σε όλες τις ηλικιακές ομάδες (και ιδιαιτέρως στις ηλικίες από 70-79 και από 80 και άνω) είναι τα ποσοστά της Ιταλίας (με τα στοιχεία να έχουν καταχωρηθεί μέχρι τη 17η Μαρτίου, τότε δηλαδή που η γειτονική χώρα πλήρωνε βαρύτατο φόρο αίματος στον ιό).

Ισχύει ότι οι γυναίκες είναι λιγότερο ευάλωτες στη νόσο;


Φαίνεται πως ισχύει, τόσο διεθνώς όσο και στη χώρα μας, όπου στις 16 Απριλίου ο συνολικός αριθμός των επιβεβαιωμένων εργαστηριακά κρουσμάτων ανερχόταν σε 2.207. Από αυτά το 56,2% ήταν άνδρες. Ομοίως οι γυναίκες που μολύνονται από τον ιό φαίνεται πως έχουν μικρότερες πιθανότητες να εμφανίσουν σοβαρή νόσο: την ίδια μέρα ο αριθμός των διασωληνωμένων ασθενών στην Ελλάδα ανέρχονταν στους 69 με το 81,2% από αυτούς να είναι άνδρες. Τέλος, από τους 105 θανάτους που κατέγραφε η χώρα τη 16η Απριλίου, μόνο οι 29 αφορούσαν γυναίκες.

Πού αποδίδεται αυτή η γυναικεία ανθεκτικότητα στη νόσο;


Αυτό είναι ένα ερώτημα που χρήζει διερεύνησης. Οταν εμφανίστηκαν τα πρώτα ποσοστά από την Κίνα σύμφωνα με τα οποία η νόσος εμφανιζόταν σοβαρότερη σε άνδρες μεγαλύτερης ηλικίας, μία από τις πιθανές εξηγήσεις που δόθηκαν συνέδεσε τη διαφορά αυτή με το κάπνισμα: για πολιτισμικούς λόγους η κακή αυτή συνήθεια δεν είναι διαδεδομένη στις γυναίκες μεγαλύτερης ηλικίας στην Κίνα, ενώ οι άνδρες της ίδιας ηλικίας είναι στην πλειονότητά τους φανατικοί καπνιστές. Καθώς όμως η γυναικεία ανθεκτικότητα στον ιό επιβεβαιώνεται από τα στατιστικά στοιχεία όλων των χωρών, το κάπνισμα δεν αρκεί ως εξήγηση του φαινομένου και θα πρέπει να αναζητηθούν άλλοι παράγοντες που προκύπτουν από τη διαφορετική, όπως φαίνεται, φυσιολογία μεταξύ των δύο φύλων. Αξίζει πάντως να σημειωθεί εδώ ότι το κάπνισμα επιβαρύνει την πνευμονική λειτουργία, η οποία στην περίπτωση λοίμωξης πλήττεται ακόμη περισσότερο.

Είναι τα παιδιά απρόσβλητα στη νόσο;


Τα παιδιά μολύνονται από τον ιό, αλλά σπάνια εμφανίζουν σοβαρή νόσο και ενώ υπάρχουν περιστατικά θανάτου, αυτά είναι μάλλον μεμονωμένα. Μεταξύ των παιδιών πάντως περισσότερο φαίνονται να κινδυνεύουν τα βρέφη και οι έφηβοι. Οι ειδήμονες αποδίδουν τη μεγαλύτερη ευαισθησία των βρεφών στη φυσική τους ανοσοανεπάρκεια, δηλαδή στο γεγονός ότι το ανοσοποιητικό τους σύστημα είναι ακόμη ανώριμο. (Δεν είναι τυχαίο ότι ο εμβολιασμός, δηλαδή η «εκπαίδευση» του ανοσοποιητικού συστήματος των βρεφών, αρχίζει από τις πρώτες κιόλας εβδομάδες της ζωής τους.)

Τι αλλάζει αργότερα ώστε τα παιδιά σχολικής ηλικίας να είναι ανθεκτικότερα των εφήβων;


Οι ειδικοί δεν είναι απολύτως βέβαιοι για τις παρατηρούμενες διαφορές ανθεκτικότητας μεταξύ των παιδιών. Μια πιθανή εξήγηση της ανθεκτικότητας των παιδιών νηπιακής ηλικίας στον SARS-CoV-2 σχετίζεται με το γεγονός ότι η πλειονότητα των νηπίων έχει μεγάλες πιθανότητες να έχει εκτεθεί προσφάτως σε έναν ή περισσότερους από τους κορωνοϊούς που προκαλούν το κοινό κρυολόγημα. Παρά τις διαφορές τους με τον SARS-CoV-2, οι ιοί αυτοί θα μπορούσαν να λειτουργήσουν σαν ένα είδος εμβολίου εναντίον του. Με άλλα λόγια, δεν αποκλείεται τα νήπια να έχουν μερική ανοσία στον ιό εξαιτίας της έκθεσής τους σε συγγενικά στελέχη κορωνοϊών.
Μια δεύτερη πιθανή εξήγηση έχει να κάνει και πάλι με τον υποδοχέα ACE2 πάνω στον οποίο προσδένεται ο ιός. Υπάρχει πιθανότητα οι υποδοχείς αυτοί να μην είναι ακόμη επαρκώς εγκατεστημένοι στα επιθηλιακά κύτταρα των βρόγχων και των πνευμόνων των παιδιών και έτσι ο ιός να μη βρίσκει στον παιδικό πληθυσμό το πρόσφορο έδαφος που αναζητεί. Μια τέτοια οπτική θα εξηγούσε και την παρατήρηση ότι στην εφηβεία αρχίζει να αυξάνει ο κίνδυνος: καθώς ο εφηβικός οργανισμός βαίνει προς την ενηλικίωση, πιθανότατα να αυξάνουν ή/και να ωριμάζουν οι υποδοχείς ACE2 στα επιθηλιακά κύτταρα των εφήβων. Περαιτέρω έρευνες θα απαιτηθούν για να δοθεί εξήγηση στη διεθνώς τεκμηριωμένη επιδημιολογική παρατήρηση της διαφορετικής ευαισθησίας στον ιό υποσυνόλων του παιδικού-εφηβικού πληθυσμού.

Υπάρχουν άτομα τα οποία έχουν γενετική προδιάθεση για βαρύτερη νόσο;


Με δεδομένη τη μοριακή αλληλεπίδραση του ιού με τα ανθρώπινα κύτταρα, είναι λογικό να υποθέσει κανείς ότι θα υπάρχουν στον πληθυσμό και άτομα των οποίων το γενετικό υπόβαθρο τα προδιαθέτει για βαρύτερη νόσο αλλά και άτομα τα οποία είναι γενετικά εξοπλισμένα να τον απωθούν. Μπορεί να φανταστεί κανείς, στο εμπεδωμένο πια παράδειγμα της αλληλεπίδρασης της πρωτεΐνης S του ιού με τον υποδοχέα ACE2, ένα σενάριο σύμφωνα με το οποίο μια μετάλλαξη στο γενετικό υλικό κάποιων ατόμων η οποία προκαλεί ανεπαίσθητες ίσως αλλαγές στη στερεοδομή του υποδοχέα (χωρίς αυτό να έχει απαραίτητα συνέπειες στη φυσιολογική λειτουργία του στον ανθρώπινο οργανισμό) να ενισχύει την πρόσδεση της πρωτεΐνης S πάνω σε αυτόν και ως εκ τούτου να λειτουργεί επικουρικά στα σχέδια του ιού.
Μπορεί βεβαίως να συμβαίνει και το αντίστροφο: οι αλλαγές της στερεοδομής του υποδοχέα να σημαίνουν και χαλαρότερη σύνδεση με την S και να βάζουν έτσι φρένο στην ιική επεκτατικότητα. Τέτοιου είδους πολυμορφισμοί, όπως τους ονομάζουν οι βιολόγοι, υπάρχουν στο γενετικό υλικό μας και ο ρόλος τους μελετάται σε πλήθος ασθενειών. Προς το παρόν δεν υπάρχει ξεκάθαρη απάντηση σε ό,τι αφορά τη μόλυνση με τον SARS-CoV-2.

Δεν υπάρχουν ούτε ενδείξεις;


Υπάρχουν! Οπως, παραδείγματος χάριν, μια αναφορά ιρανών γιατρών που δημοσιεύτηκε στις 10 Απριλίου στην επιθεώρηση American Journal of Tropical Medicine and Hygiene. Σύμφωνα με αυτήν τρεις αδελφοί (οι οποίοι έμεναν σε διαφορετικά σπίτια) ηλικίας 54, 60 και 66 ετών, χωρίς υποκείμενα νοσήματα, μολύνθηκαν από το ιό, ανέπτυξαν τη βαρύτερη μορφή της νόσου και πέθαναν σε διάστημα λίγων ημερών. Αυτό δε που είναι αξιοσημείωτο κατά τους ιρανούς γιατρούς είναι ότι τα αδέλφια αυτά, ενώ είχαν ο καθένας τη δική του οικογένεια, δεν μόλυναν κανένα άλλο συγγενικό τους πρόσωπο, ενώ δεν είναι ξεκάθαρο αν ο ένας μόλυνε τον άλλον, καθώς είχαν αραιές και σύντομες επαφές. Εκτιμάται ότι το γενετικό υλικό ατόμων όπως οι εν λόγω αδελφοί θα πρέπει να ενταχθεί στις μελέτες για την αναζήτηση πιθανού γενετικού υπόβαθρου της ευαισθησίας στη νόσο.

Πώς γίνεται η διάγνωση της νόσου Covid-19;


Οταν η νόσος έκανε την εμφάνισή της στη Wuhan, οι κινέζοι γιατροί δεν είχαν να βασιστούν παρά μόνο στα συμπτώματα των ασθενών για να προβούν σε διάγνωση. Μόνο μετά την απομόνωση του γενετικού υλικού από ιστολογικά δείγματα ασθενών κατέστη δυνατή η διάγνωση της νόσου με μοριακές, όπως λέγονται, τεχνικές. Στην πράξη, οι τεχνικές αυτές ανιχνεύουν το γενετικό υλικό του ιού στα δείγματα που λαμβάνονται από τη μύτη ή/και τον φάρυγγα του εξεταζομένου.

Πώς γίνεται η ανίχνευση;


Η ανίχνευση περιλαμβάνει μια σειρά από στάδια: Το πρώτο πράγμα που κάνουν οι βιολόγοι, οι επιστήμονες που είναι επιφορτισμένοι να πραγματοποιούν τα διαγνωστικά τεστ, είναι να προσθέσουν στο δείγμα το οποίο έχει ληφθεί από τους εξεταζομένους ένα διάλυμα το οποίο σπάει τις κυτταρικές δομές και στην ουσία διαλύει τα ιικά σωματίδια (αυτό το χρήσιμο για την περαιτέρω διαδικασία στάδιο έχει και ένα πολύ ωφέλιμο επιπρόσθετο πλεονέκτημα: τα δείγματα παύουν να είναι μολυσματικά, πράγμα εξαιρετικά σημαντικό, ιδιαίτερα όταν αυτά πρέπει να μεταφερθούν από το σημείο συλλογής ως το εργαστήριο). Επόμενο βήμα είναι η εξαγωγή του γενετικού υλικού που υπάρχει στο δείγμα. Αλλά ποιου γενετικού υλικού; Σε αυτό το στάδιο εξάγεται τόσο το RNA του ξενιστή όσο και του ιού (εφόσον υπάρχει στο δείγμα). Ετσι, το τελευταίο στάδιο, το οποίο είναι το στάδιο της ανίχνευσης, μοιάζει να είναι αναζήτηση ψύλλων στα άχυρα, αφού θα πρέπει να «ψαρέψει» κανείς τα ιικά μόρια RNA που κολυμπούν σε μια «θάλασσα» RNA του ξενιστή. Απαραίτητη προϋπόθεση για να αποβεί αυτό το μοριακό ψάρεμα επιτυχές είναι η γνώση της αλληλουχίας του RNΑ του ιού. Χρησιμοποιώντας ως «δολώματα» μικρά μόρια τα οποία είναι συμπληρωματικά σε χαρακτηριστικά σημεία αυτής της αλληλουχίας και χρησιμοποιώντας την τεχνική της αλυσιδωτής αντίδρασης πολυμεράσης (PCR, Polymerase Chain Reaction) οι επιστήμονες μπορούν να «ψαρέψουν» μόνο το RNA του ιού και να το πολλαπλασιάσουν επιλεκτικά. Εφόσον λοιπόν υπάρχει τέτοιο RNA στο δείγμα, αυτό θα πολλαπλασιαστεί, και το αποτέλεσμα του πολλαπλασιασμού αυτού είναι δυνατόν να οπτικοποιηθεί με διαφόρους τρόπους. Με άλλα λόγια, μέσω της ανίχνευσης του γενετικού υλικού του πιστοποιείται η παρουσία του ιού στον οργανισμό του εξεταζομένου, ο οποίος μπορεί να είναι ή και να μην είναι συμπτωματικός. Περιττό να πούμε ότι το ίδιο τεστ χρησιμοποιείται για να διαπιστωθεί αν οι ασθενείς που νόσησαν έχουν πια απαλλαγεί από τον ιό.

Υπάρχουν πολλά τέτοια τεστ για τον ιό; Ποιο είναι το καλύτερο;


Υπάρχουν αρκετές παραλλαγές των μοριακών τεστ και στην ουσία δεν διαφέρουν πολύ μεταξύ τους. Το ζητούμενο είναι η ευαισθησία τους (δηλαδή, το πόσο μικρές ποσότητες του ιικού γενετικού υλικού μπορούν να ανιχνεύσουν) και η αξιοπιστία τους (το να μη δίνουν, δηλαδή, ψευδώς θετικά ή ψευδώς αρνητικά αποτελέσματα). Και επειδή δεν είναι δεδομένο ότι εμείς οι κοινοί θνητοί μπορούμε να αξιολογήσουμε τα τεστ, καλό είναι να αφήνουμε αυτό το θέμα στους ειδικούς και τα διαπιστευμένα εργαστήρια. Αξίζει εδώ να σημειωθεί ωστόσο ότι η διαπίστευση ενός εργαστηρίου για τη μοριακή ανίχνευση ενός ιού είναι μια διαδικασία που τραβάει σε μάκρος (ίσως και 6 μήνες). Η ταχύτητα με την οποία εξαπλώθηκε ο SARS-CoV-2 ήταν τέτοια που δεν έδωσε τον χρόνο να γίνουν διαπιστεύσεις εργαστηρίων για τον συγκεκριμένο ιό. Υπάρχουν όμως εργαστήρια τα οποία είναι διαπιστευμένα για τη μοριακή ανίχνευση άλλων ιών (γρίπης, ΗΙV, ηπατίτιδας…) και τα οποία πολύ γρήγορα μπόρεσαν να εντάξουν την εξέταση για τον νέο ιό στο ρεπερτόριό τους.

Τι είναι τα τεστ αντισωμάτων που τόσο ακούγονται αυτόν τον καιρό;


Πριν απαντηθεί αυτό το ερώτημα, θα ήταν χρήσιμο να θυμηθούμε ορισμένα πράγματα που αφορούν τη λειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματός μας το οποίο ενεργοποιείται για να μας προστατεύσει κάθε φορά που απειλούμαστε από έναν παθογόνο μικροοργανισμό. Δύο γραμμές άμυνας κινητοποιούνται σε αυτή την περίπτωση: η πρώτη ονομάζεται έμφυτη ανοσία και η δεύτερη ειδική ανοσία. Η έμφυτη ανοσία δεν είναι εξειδικευμένη, εξαπολύεται από τον οργανισμό προς κάθε παθογόνο. Αντιθέτως, η ειδική ανοσία είναι στοχευμένη αντίδραση ενάντια σε συγκεκριμένο παθογόνο. Υπολογίζεται ότι η έμφυτη ανοσία, η οποία βασίζεται στην κινητοποίηση κυττάρων όπως τα μακροφάγα, τα ουδετερόφιλα και τα φυσικά φονικά κύτταρα, επιτυγχάνει να εξουδετερώσει τη συντριπτική πλειονότητα των εισβολέων (έως και το 99%). Αν όμως αποτύχει, τότε κάνει έκκληση στα κύτταρα της ειδικής ανοσίας (Τ και Β λεμφοκύτταρα) τα οποία αρχίζουν να πολλαπλασιάζονται. Εργο των B κυττάρων είναι η παραγωγή ειδικών αντισωμάτων εναντίον του συγκεκριμένου παθογόνου. Κομβικής σημασίας στην όλη διαδικασία είναι το γεγονός ότι τα ειδικά για την καταπολέμηση του παθογόνου Τ κύτταρα, όπως και τα ειδικά για αυτό αντισώματα, πολλαπλασιάζονται με γοργούς ρυθμούς ώστε να επιτευχθεί σύντομα η εξόντωση του εισβολέα.

Τι είναι λοιπόν τα αντισώματα;


Τα αντισώματα, τα οποία ονομάζονται και ανοσοσφαιρίνες, είναι πρωτεϊνικής φύσεως μόρια τα οποία παράγονται από τα Β λεμφοκύτταρα ως απόκριση στην παρουσία ενός ξένου προς τον οργανισμό σώματος. Το ξένο σώμα μπορεί να είναι μια τοξίνη ή ένας μικροοργανισμός. Στη δεύτερη περίπτωση τα αντισώματα δεν παράγονται ενάντια σε ολόκληρο τον μικροοργανισμό αλλά ενάντια σε συγκεκριμένα μόριά του, τα οποία ονομάζονται αντιγόνα. Ως αντιγόνο για τη δημιουργία αντισωμάτων μπορεί να λειτουργήσει μια πρωτεΐνη που βρίσκεται στην επιφάνεια ενός ιού και ως εκ τούτου είναι «ορατή» στα κύτταρα του ανοσοποιητικού συστήματος. Η δομή των αντισωμάτων είναι συμπληρωματική ως προς τα αντιγόνα και για την ακρίβεια ως προς συγκεκριμένη θέση του αντιγόνου που ονομάζεται επίτοπος. Ακριβώς σε αυτή τη συμπληρωματικότητα έγκειται και η δύναμη των αντισωμάτων ως όπλων εναντίον των εισβολέων: προσδενόμενα πάνω τους τούς εξουδετερώνουν! Παραδείγματος χάριν, αντισώματα τα οποία θα μπορούσαν να προσδεθούν στην πρωτεΐνη S του SARS-CoV-2 θα εμπόδιζαν τον ιό να προσδεθεί στα κύτταρα του ξενιστή και να πολλαπλασιαστεί, πράγμα που θα σήμαινε και την καταδίκη του.
Επανερχόμενοι λοιπόν στο αρχικό μας ερώτημα, τα τεστ αντισωμάτων ανιχνεύουν στον ορό του αίματος των εξεταζομένων την παρουσία ειδικών αντισωμάτων ενάντια στον ιό. Αξίζει εδώ να σημειωθεί ότι τα τεστ αντισωμάτων δεν χρησιμοποιούνται μόνο για την ανίχνευση παθογόνων μικροοργανισμών. Χαρακτηριστικό τεστ αντισωμάτων είναι το τεστ κυήσεως, το οποίο ανιχνεύει τη χοριακή γοναδοτροφίνη, την ορμόνη που είναι συνώνυμη της κύησης. Ολα αυτά τα τεστ βασίζονται στην πρόσδεση των αντισωμάτων πάνω σε χαρακτηριστικούς επίτοπους, ενώ παράλληλα με ευφυείς τρόπους οπτικοποιείται το αποτέλεσμα αυτής της πρόσδεσης (όπως, παραδείγματος χάριν, μέσω αλλαγής χρώματος ενός διαλύματος).

Υπάρχουν τεστ αντισωμάτων ενάντια στον SARS-Cov-2;


Καθώς υπάρχει μεγάλη ερευνητική εμπειρία με τα αντισώματα, οι ερευνητές είναι σε θέση να αναζητήσουν αντισώματα στον ορό ασθενών. Ωστόσο, προς το παρόν αυτό γίνεται μόνο για πειραματικούς σκοπούς. Την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές, δεν υπάρχουν εγκεκριμένα τεστ αντισωμάτων. Ωστόσο μια πληθώρα τεστ αντισωμάτων αξιολογείται από διεθνείς οργανισμούς και είναι ζήτημα χρόνου να βρεθεί ένα το οποίο θα πληροί τα στάνταρ αξιοπιστίας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ενός τεστ με τα απαιτούμενα χαρακτηριστικά αξιοπιστίας φαίνεται πως έχουν στα σκαριά ιολόγοι της ιατρικής σχολής Ichan του νοσοκομείου Mount Sinai στη Νέα Υόρκη. Για τη δημιουργία του τεστ οι αμερικανοί ερευνητές χρησιμοποίησαν δύο τμήματα της πρωτεΐνης S του ιού η οποία είχε προηγουμένως παρασκευαστεί σε μεγάλες ποσότητες στο εργαστήριο με μεθόδους βιοτεχνολογίας. Οι ερευνητές δοκίμασαν την αξιοπιστία του τεστ με τρία δείγματα ασθενών που είχαν νοσήσει με Covid-19 και 59 δείγματα πλάσματος που υπήρχαν στο νοσοκομείο πολύ πριν αρχίσει η επιδημία. Τα δείγματα αυτά προέρχονταν από ασθενείς ηλικίας από 20 έως 79 ετών, κάποιοι εκ των οποίων είχαν νοσήσει με άλλους κορωνοϊούς οι οποίοι προκαλούν το κοινό κρυολόγημα. Διαπιστώθηκε ότι το τεστ όχι μόνο ανίχνευσε την παρουσία αντισωμάτων του ιού στα δείγματα των τριών πρώην ασθενών ως όφειλε, αλλά εμφανίστηκε αρνητικό στα υπόλοιπα δείγματα. Αυτό το δεύτερο εύρημα είναι πολύ σημαντικό καθώς δείχνει ότι το τεστ είναι όντως ειδικό για τον SARS-CoV-2 και όχι άλλους παραπλήσιους ιούς.

Υπερτερούν τα τεστ αντισωμάτων έναντι των άλλων που βασίζονται στην ανίχνευση του γενετικού υλικού του ιού;


Δεν τίθεται θέμα σύγκρισης, καθώς το κάθε είδος τεστ δίνει διαφορετικές πληροφορίες και ως εκ τούτου ενδείκνυται για να ληφθούν απαντήσεις σε διαφορετικά ερωτήματα. Τα τεστ που ανιχνεύουν την παρουσία του ιού στον οργανισμό ενός πιθανού ξενιστή ανιχνεύουν στην ουσία ενεργή νόσο. Οπως ειπώθηκε παραπάνω, τα αντισώματα αποτελούν μέρος της δεύτερης γραμμής άμυνας του οργανισμού, οπότε πιθανότατα δεν είναι παρόντα στα αρχικά στάδια της νόσου και ως εκ τούτου δεν ενδείκνυνται για τη διάγνωσή της, πολύ περισσότερο δε στα πρώτα στάδιά της. (Πρέπει βεβαίως να σημειωθεί εδώ ότι από ένα σημείο και μετά στην πορεία εξέλιξης μιας νόσου οι ασθενείς αναπτύσσουν και αντισώματα, οπότε και τα τεστ αντισωμάτων μπορούν να χρησιμοποιηθούν για διαγνωστικούς σκοπούς.) Το σημαντικό όμως είναι ότι τα αντισώματα παραμένουν στον οργανισμό (σε μικρότερους αριθμούς) ακόμη και μετά την εξολόθρευση του εισβολέα. Αρα, ένα τεστ αντισωμάτων μάς επιτρέπει να πληροφορηθούμε αν ο εξεταζόμενος έχει συναντηθεί με έναν παθογόνο μικροοργανισμό στο παρελθόν και τον έχει αντιμετωπίσει αποτελεσματικά.

Σε τι χρησιμεύει μια τέτοια πληροφορία;


Στην πραγματικότητα αυτή η πληροφορία «διηγείται» μια πολεμική ιστορία, έναν πόλεμο από τον οποίο όχι μόνο βγήκαμε νικητές, αλλά και καλύτερα εξοπλισμένοι για επόμενες μάχες. Και αυτό επειδή κάθε φορά που το ανοσοποιητικό μας σύστημα καταφέρνει να εξουδετερώσει έναν παθογόνο μικροοργανισμό, ένα μικρό ποσοστό των Τ και Β κυττάρων που έλαβαν μέρος στη μάχη εναντίον του μετατρέπονται σε κύτταρα μνήμης. Παραμένουν δηλαδή στον οργανισμό και λειτουργούν ως μια παρακαταθήκη κυττάρων από τον πολλαπλασιασμό των οποίων πολύ γρήγορα θα μπορέσουν να παραχθούν ειδικά Τ και Β κύτταρα εναντίον του συγκεκριμένου μικροοργανισμού σε περίπτωση που δεχθούμε και πάλι επίθεση. Η παρουσία αντισωμάτων λοιπόν σημαίνει ότι η παραπάνω διεργασία έχει λάβει χώρα και ως εκ τούτου ο εξεταζόμενος έχει αποκτήσει ανοσία έναντι του παθογόνου. Αυτή η πληροφορία είναι εξίσου χρήσιμη τόσο στον ίδιο τον εξεταζόμενο όσο και στους επιδημιολόγους. Στην περίπτωση του SARS-CoV-2 δε η εν λόγω πληροφορία είναι εξαιρετικά χρήσιμη και σε εκείνους που χαράσσουν τη στρατηγική αντιμετώπισης της πανδημίας.

Δηλαδή;


Ας τα πάρουμε ένα-ένα: σε προσωπικό επίπεδο το να γνωρίζει κανείς ότι έχει ανοσία σε ένα παθογόνο που προκαλεί μια δυνητικά επικίνδυνη ασθένεια δημιουργεί ένα αίσθημα ασφάλειας. Αυτός εξάλλου είναι ο λόγος που εμβολιαζόμαστε! Από τη μεριά τους, οι επιδημιολόγοι αξιοποιούν αυτά τα τεστ για να μελετήσουν παραμέτρους της εξέλιξης της νόσου τόσο στον κάθε ασθενή ξεχωριστά όσο και στον πληθυσμό. Οπως είχε σημειώσει ο κ. Σωτήριος Τσιόδρας σε συνέντευξή του που δημοσιεύτηκε στο BHMA-Science τη 16η Φεβρουαρίου «τα ορολογικά δεδομένα θα ήταν πολύ χρήσιμα, αφενός επειδή θα μας βοηθούσαν να κατανοήσουμε πού οφείλεται η χαμηλή συμπτωματολογία που εμφανίζουν ορισμένοι ασθενείς, θα βλέπαμε δηλαδή την ανοσολογική ανταπόκρισή τους στον ιό. Αφετέρου, τα ορολογικά δεδομένα, τα αντισώματα δηλαδή εναντίον του ιού, θα επέτρεπαν την ιχνηλάτησή του και τη μελέτη της εξελικτικής πορείας του στον πληθυσμό».
Με άλλα λόγια, για μια νέα νόσο όπως είναι η Covid-19, τα τεστ αντισωμάτων είναι εξαιρετικά χρήσιμα εργαλεία καθώς επιτρέπουν στους επιδημιολόγους αφενός να μελετήσουν την ίδια τη νόσο και αφετέρου να εκτιμήσουν τη διασπορά του παθογόνου μικροοργανισμού στον πληθυσμό. Επί τη βάσει τέτοιων εκτιμήσεων υπολογίζεται αν σε έναν δεδομένο πληθυσμό τα άτομα με ανοσία είναι τόσα ώστε να δημιουργούν μια ασπίδα προστασίας έναντι του ιού και για τα υπόλοιπα. Υπολογίζεται δηλαδή η ανοσία της αγέλης.

Τι είναι ακριβώς η ανοσία της αγέλης;


Είναι μια μορφή έμμεσης προστασίας ενάντια σε μια μεταδοτική ασθένεια η οποία αναφέρεται πάντοτε σε έναν συγκεκριμένο πληθυσμό και η οποία προκύπτει όταν ένα μεγάλο μέρος του εν λόγω πληθυσμού έχει αποκτήσει ανοσία ενάντια στον παθογόνο μικροοργανισμό που προκαλεί την ασθένεια. Ενα άτομο αποκτά ανοσία είτε μέσω του εμβολιασμού είτε μέσω πρότερης μόλυνσης από το παθογόνο. Τα πολλά άτομα του πληθυσμού που έχουν ανοσία προστατεύουν σε έναν βαθμό και εκείνα που δεν έχουν καθώς ανακόπτουν τη μετάδοση του παθογόνου στην κοινότητα. Οσο περισσότερα είναι τα πρώτα, τόσο μικρότερος είναι ο κίνδυνος για τα δεύτερα. Αξίζει δε να σημειωθεί ότι η ανοσία της αγέλης μπορεί να οδηγήσει και σε εκρίζωση ασθενειών όπως επετεύχθη, μέσω του εμβολιασμού, με την ευλογιά.

Μπορούμε δηλαδή να ελπίζουμε ότι θα εκριζώσουμε τον SARS-CoV-2 μέσω της ανοσίας της αγέλης;


Οι άγνωστες παράμετροι σχετικά με την αντίδραση του ανθρώπινου ανοσοποιητικού συστήματος απέναντι στον ιό αυτόν είναι πολλές για να μπορεί να απαντηθεί το ερώτημα αυτό με σιγουριά. Θεωρητικά, και μιλώντας πάντοτε για δεδομένους πληθυσμούς, όσο αυξάνονται τα άτομα που θα έχουν ανοσία στον ιό, τόσο μειώνεται και η πιθανότητα ένα άτομο που φιλοξενεί τον ιό να έρθει σε επαφή και να τον μεταδώσει σε ένα ευάλωτο άτομο. Βαθμηδόν, η ανοσία της αγέλης γίνεται τόσο εκτεταμένη ώστε ένας φορέας του ιού να τον μεταφέρει, κατά μέσο όρο, σε λιγότερο από ένα άτομα! Αυτό είναι ένα σημείο καμπής για τη διάδοση μιας μολυσματικής ασθένειας σε έναν πληθυσμό, καθώς σημαίνει ότι ο αριθμός των κρουσμάτων αρχίζει να μειώνεται. Αμεση συνεπαγωγή αυτού είναι ότι η ανοσία της αγέλης μπορεί να περιορίσει, ακόμη και μέχρις εκμηδενίσεως, έναν παθογόνο μικροοργανισμό σε μια κοινότητα. Θεωρητικά λοιπόν θα μπορούσαμε να ελπίζουμε ότι θα ελέγξουμε τη μετάδοση του ιού και (γιατί όχι;) ότι θα τον εκριζώσουμε, αλλά ο δρόμος μέχρι εκεί είναι μάλλον μακρύς.

Γιατί αυτή η απαισιοδοξία;


Οταν ο ιός ξεκίνησε την παγκόσμια επέλασή του, κανένας από τα δισεκατομμύρια των ανθρώπων δεν τον είχε ξανασυναντήσει, και ως εκ τούτου κανένας δεν είχε ανοσία σε αυτόν. Ετσι, ένα μολυσμένο με τον ιό άτομο μπορούσε να μολύνει πολύ περισσότερα (αφού κάθε φορά που το άτομο αυτό έβηχε ή φταρνιζόταν και εξαπέλυε γύρω του ιικά σωματίδια, σε όποιον άνθρωπο και αν έφταναν αυτά, δεν θα βρίσκονταν αντιμέτωπα με ειδική ανοσία). Σήμερα, υποθέτουμε (αν και όχι με απόλυτη σιγουριά) ότι τα άτομα που ανέρρωσαν έχουν αποκτήσει ανοσία. Είναι αυτά τα άτομα τόσα πολλά ώστε να δημιουργηθεί ανοσία της αγέλης ικανή να περιορίσει την εξάπλωση του SARS-CoV-2, τουλάχιστον σε κάποιους πληθυσμούς; Οι ειδικοί εκτιμούν ότι ακόμη και σε περιοχές που έχουν πληγεί με σφοδρότητα από τον ιό, ο αριθμός των ατόμων που έχουν αποκτήσει ανοσία δεν επαρκεί για την ανοσία της αγέλης. Επιπροσθέτως, υπάρχουν πολλές παράμετροι που παραμένουν άγνωστες για να μπορούν να αποφανθούν περί της ανοσίας γενικώς ενάντια στον ιό, πολλώ δε μάλλον περί της ανοσίας της αγέλης.

Ποιες είναι οι άγνωστες παράμετροι;


Κατ’ αρχάς δεν γνωρίζουμε αν το είδος της ανοσολογικής αντίδρασης στον SARS-CoV-2 είναι τέτοιο ώστε να επιφέρει μακροχρόνια ανοσία. Με άλλα λόγια, οι επιστήμονες δεν είναι σε θέση ακόμη να γνωρίζουν τη χρονική διάρκεια κατά την οποία οι αναρρώσαντες φέρουν αντισώματα έναντι του ιού. Από μελέτες σε άλλους κορωνοϊούς, και κυρίως αυτούς που προκαλούν το κοινό κρυολόγημα, θεωρούν ότι πιθανότατα τα αντισώματα αυτά θα παραμένουν στους αναρρώσαντες για έναν χρόνο. Ωστόσο τίποτε δεν είναι σίγουρο: υπάρχουν αναφορές από τη Νότια Κορέα σύμφωνα με τις οποίες 91 ασθενείς που είχαν αναρρώσει (όπως αποδείχθηκε μέσω τεστ μοριακής ανίχνευσης του ιού) επαναμολύνθηκαν. Αν ισχύει αυτό, η συνεπαγωγή είναι ότι τα εν λόγω άτομα δεν είχαν αναπτύξει ισχυρή ανοσολογική αντίδραση ενάντια στον ιό, ώστε να είναι προστατευμένα από μια δεύτερη επίθεσή του. Αξίζει πάντως εδώ να σημειωθεί ότι υπήρξαν αμφισβητήσεις σχετικά με αυτές τις αναφορές, οι οποίες θα μπορούσαν να αποδοθούν και σε ψευδώς αρνητικά αρχικά τεστ.

Τελικά, μπορεί κανείς να ξαναμολυνθεί με τον ιό ή όχι;


Προς το παρόν, το ενδεχόμενο επαναμόλυνσης παραμένει ανοιχτό, ενώ ένα πρόσφατο εύρημα κινέζων ερευνητών του Πανεπιστημίου της Σανγκάης ήρθε να συμβάλει στην αβεβαιότητα. Οι ερευνητές μελέτησαν τα επίπεδα αντισωμάτων σε 175 ασθενείς οι οποίοι εμφάνισαν ήπια μορφή της νόσου και ανέρρωσαν. Διαπίστωσαν ότι ένα ποσοστό της τάξεως του 30%,το οποίο μάλιστα ήταν ηλικίας κάτω των 40 ετών, είχε πολύ χαμηλά αντισώματα έναντι του SARS-CoV-2 ή και καθόλου (το 5% του συνόλου). Τα παραπάνω οδηγούν στο συμπέρασμα ότι η ήπια μορφή της νόσου δεν είναι ικανή να δημιουργήσει προστασία διαρκείας ενάντια στον ιό και βεβαίως γεννά ερωτήματα σχετικά με το τι συμβαίνει με τα άτομα που μολύνονται αλλά παραμένουν ασυμπτωματικά.

 Τι είδους ερωτήματα;


Αν ακόμη και ασθενείς με ήπια μορφή της νόσου μπορούν να απαλλαγούν από τον ιό χωρίς να χρειαστεί να κινητοποιηθεί η παραγωγή αντισωμάτων εναντίον του, είναι λογικό να υποθέσει κανείς ότι μικραίνει η πιθανότητα να αναπτύσσουν αντισώματα τα άτομα που περνούν τη νόσο «στο πόδι» ή δεν αντιλαμβάνονται καν ότι έχουν μολυνθεί. Βεβαίως, μόνο η διενέργεια ειδικά σχεδιασμένων μελετών μπορεί να επιβεβαιώσει ή να διαψεύσει αυτή την υπόθεση. Αν όμως ισχύει αυτό, τότε είναι «κακά μαντάτα» για την ανοσία της αγέλης.

 Δηλαδή;


Σύμφωνα με τα στατιστικά δεδομένα, η πλειονότητα των ανθρώπων που μολύνονται από τον ιό δεν νοσεί ή αναπτύσσει την ήπια μορφή της νόσου, και μόνο ένα 15% απαιτεί νοσηλεία. Αν λοιπόν όσοι δεν νοσούν ποτέ και το 30% όσων εμφανίζουν την ήπια μορφή της νόσου δεν δημιουργούν ανοσία στον ιό, τότε μειώνονται δραματικά τα άτομα με ανοσία στον πληθυσμό και ως εκ τούτου καθυστερεί η δημιουργία της ασπίδας προστασίας, η ανοσία της αγέλης. Φυσικά είναι ευχής έργον το ότι η πλειονότητα των ανθρώπων που μολύνεται από τον ιό δεν καταλήγει στο νοσοκομείο! Πάντως, στην περίπτωση που περισσότερες μελέτες επαληθεύσουν το σενάριο που θέλει μόνο τους σοβαρά νοσούντες να αναπτύσσουν ικανή ανοσία στον ιό, τότε η μόνη μας πραγματική ελπίδα για την ανάπτυξη ανοσίας της αγέλης θα είναι ο εμβολιασμός.

Υπάρχουν εμβόλια ενάντια στον ιό;


Προς το παρόν όχι! Αλλά την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές, περισσότερα από 60 εμβόλια δοκιμάζονται σε προκλινικό επίπεδο, ενώ τρία βρίσκονται στο στάδιο των κλινικών δοκιμών. Παρά το γεγονός ότι τα εμβόλια που βρίσκονται σε κλινικό στάδιο είναι ένα βήμα μπροστά σε σχέση με τα υπόλοιπα, αυτό δεν σημαίνει ότι το εμβόλιο που τελικά θα αποδειχθεί ικανό να μας προστατεύσει θα είναι ένα από τα τρία που «προπορεύονται». Το ενδιαφέρον είναι πάντως ότι για τα τρία αυτά εμβόλια χρησιμοποιούνται τρεις διαφορετικές προσεγγίσεις: το εμβόλιο το οποίο βρίσκεται σε κλινική δοκιμή φάσης ΙΙ στη Κίνα περιέχει αδρανοποιημένο ιό, το εμβόλιο που παρασκευάζεται από μεγάλη αμερικανική φαρμακευτική εταιρεία και βρίσκεται σε προκλινική δοκιμή είναι ένα DNA εμβόλιο και, τέλος, το εμβόλιο που αναπτύσσεται από το Εθνικό Ινστιτούτο για τις Αλλεργίες και τα Μεταδοτικά Νοσήματα των ΗΠΑ σε συνεργασία με αμερικανική εταιρεία βρίσκεται επίσης σε δοκιμή φάσης Ι και είναι ένα RNA εμβόλιο.

Γιατί όλοι επισημαίνουν ότι το εμβόλιο ενάντια στον SARS-CoV-2 θα αργήσει;


Επειδή η ανάπτυξη εμβολίων δεν είναι απλή υπόθεση. Σε αντίθεση με τις κλινικές δοκιμές φαρμάκων, στις οποίες οι εθελοντές είναι ασθενείς και στις μελέτες εξετάζεται η εξέλιξη της υγείας τους, τα εμβόλια χορηγούνται σε υγιείς εθελοντές. Ετσι, εκτός από το διάστημα που φυσιολογικά απαιτείται για να δημιουργηθούν αντισώματα στον οργανισμό τους (διάστημα το οποίο δεν επισπεύδεται!), το πραγματικό τεστ αποτελεσματικότητας των εμβολίων δεν είναι η απλή παρουσία αντισωμάτων, αλλά η παρουσία αντισωμάτων ικανών να εξουδετερώσουν τον ιό. Και ο μόνος τρόπος να αποδειχθεί αυτό είναι το να μολυνθούν με τον ιό οι εθελοντές που λαμβάνουν μέρος στις μελέτες! Ολα αυτά παίρνουν χρόνο, αν και πρέπει εδώ να επισημανθεί ότι ο χρονικός ορίζοντας των 12-18 μηνών που δίνουν οι προβλέψεις για το εμβόλιο δεν είναι μεγάλο διάστημα. Υπό κανονικές συνθήκες, μπορεί να παρέλθει και μια δεκαετία για να φτάσει ένα καινούργιο εμβόλιο στην αγορά.

Υπάρχουν φάρμακα για την Covid-19;


Η απάντηση εδώ είναι και ναι και όχι! Από την έναρξη της πανδημίας οι ασθενείς που βρέθηκαν να νοσούν σοβαρά δεν αφέθηκαν αβοήθητοι. Ωστόσο δεν υπάρχει εγκεκριμένο φάρμακο για τη νόσο. Οπως συμβαίνει όμως σε καταστάσεις εκτάκτου ανάγκης, μια σειρά από σκευάσματα δοκιμάστηκαν πιλοτικά, κατ’ αρχάς στην Κίνα και στη συνέχεια σε άλλες χώρες. Αυτά που φάνηκαν να είναι περισσότερο υποσχόμενα πέρασαν σε κλινικές δοκιμές υπό την εποπτεία του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ). Για την ακρίβεια, ο ΠΟΥ συντονίζει την ειδικά σχεδιασμένη μεγάλη κλινική δοκιμή με το όνομα SOLIDARITY (το οποίο σημαίνει «αλληλεγγύη»), η οποία έχει στόχο να αξιολογήσει τα επικρατέστερα από προηγούμενες μελέτες σκευάσματα τόσο ως προς την αποτελεσματικότητα όσο και ως προς την ασφάλειά τους. Η κλινική δοκιμή ξεκίνησε από τις 27 Μαρτίου και σε αυτήν λαμβάνουν μέρος 70 χώρες, της Ελλάδας συμπεριλαμβανομένης. Πολλές χιλιάδες ασθενείς αναμένεται να ενταχθούν στη δοκιμή, η οποία είναι ειδικά σχεδιασμένη ώστε να διευκολύνεται η διεξαγωγή της στις δύσκολες συνθήκες που αντιμετωπίζουν αυτή τη στιγμή τα συστήματα υγείας παγκοσμίως.

Ποια φάρμακα θα δοκιμαστούν;


Δεκάδες φαρμακευτικές ουσίες (δοκιμασμένες και πειραματικές) προτάθηκαν από ερευνητές από όλο τον κόσμο, ωστόσο ο ΠΟΥ αποφάσισε να εντάξει στις δοκιμές μόνο τις παρακάτω: το πειραματικό αντι-ιικό σκεύασμα ρεμντεσιβίρ (remdesivir), τα ανθελονοσικά σκευάσματα χλωροκίνη και υδροξυχλωροκίνη, τον συνδυασμό δύο σκευασμάτων, της λοπιναβίρης και της ριτοναβίρης (lopinavir και ritonavir αντιστοίχως), τα οποία δοκιμάστηκαν κατά του ιού HIV που προκαλεί το AIDS και, τέλος, τον ίδιο αυτόν συνδυασμό με την προσθήκη β-ιντερφερόνης, ουσία η οποία λειτουργεί σαν ρυθμιστής του ανοσοποιητικού συστήματος και μπορεί να ενισχύσει την προσπάθειά του να αντιμετωπίσει ιούς.

Με ποιο κριτήριο επιλέχθηκαν τα παραπάνω φάρμακα;


Η απόφαση για την επιλογή των παραπάνω φαρμάκων ελήφθη επί τη βάσει των συστάσεων ειδικής επιτροπής η οποία από τον Ιανουάριο εξέταζε τα προϋπάρχοντα στοιχεία: επέλεξε τα συγκεκριμένα καθώς φαίνονται να έχουν μεγάλη πιθανότητα να αποβούν αποτελεσματικά, έχουν δώσει καλά δείγματα ασφάλειας μέχρι σήμερα αλλά, εξίσου σημαντικό, υπάρχουν και σε ποσότητες τέτοιες που θα απαιτηθούν αν όντως οι κλινικές δοκιμές δείξουν ότι μπορούν να πάρουν το πράσινο φως για ευρεία χορήγηση.

 Υπάρχουν άλλες κλινικές δοκιμές εν εξελίξει;


Στη βάση δεδομένων όπου καταχωρίζονται οι κλινικές δοκιμές που διεξάγονται παγκοσμίως, υπάρχουν ήδη καταχωρημένες περισσότερες από 500 που αφορούν την Covid-19. Οι δε δοκιμές αφορούν τόσο υπάρχοντα σκευάσματα όσο και πειραματικά. Δεν θα ήταν υπερβολή να πει κανείς ότι η κινητοποίηση για την ανεύρεση αποτελεσματικής θεραπείας ενάντια στον κορωνοϊό είναι η μαζικότερη που είδε ποτέ ο κόσμος.

 Τι είναι η θεραπεία με πλάσμα αναρρώσεως;


Πρόκειται για ένα είδος ανοσοθεραπείας, η οποία βασίζεται στο σκεπτικό ότι στο πλάσμα του αίματος των ασθενών που έχουν αναρρώσει υπάρχουν αντισώματα ικανά να βοηθήσουν άλλους ασθενείς. Στο παρελθόν, πλάσμα θεραπευμένων ασθενών χρησιμοποιήθηκε επιτυχώς για την αντιμετώπιση της πολιομυελίτιδας, της ιλαράς και της παρωτίτιδας, πριν υπάρξουν τα αντίστοιχα εμβόλια. Η μέθοδος ήλθε ξανά στο προσκήνιο μετά από δύο μελέτες κινέζων γιατρών, σύμφωνα με τις οποίες η βελτίωση των ασθενών στους οποίους χορηγήθηκε υπήρξε θεαματική. Ωστόσο και οι δύο μελέτες αφορούσαν πολύ μικρό αριθμό ασθενών. Επί τη βάσει αυτών των ενδείξεων πάντως η αμερικανική Αρχή Τροφίμων και Φαρμάκων (Food and Drug Administration, FDA) επέτρεψε σε γιατρούς που το επιθυμούν να δοκιμάσουν την πειραματική θεραπεία για την αντιμετώπιση της νόσου Covid-19 σε σοβαρά περιστατικά, ενώ στη χώρα μας η Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων «συζήτησε πρωτόκολλο θεραπείας με έγχυση πλάσματος από αναρρώσαντες ασθενείς, για την αντιμετώπιση της λοίμωξης, σαν πολυκεντρική μελέτη φάσεως ΙΙ» σύμφωνα με τον ΕΟΔΥ.
Αξίζει εδώ να σημειωθεί ότι πρόκειται για πειραματική θεραπευτική προσέγγιση (χαρακτηριστικό είναι ότι στις ΗΠΑ η άδεια για κάθε εφαρμογή της δίδεται κατά περίπτωση μετά την αξιολόγηση του αιτήματος) ενώ βασική προϋπόθεσή της είναι η ύπαρξη κατάλληλων εθελοντών.

Η θεραπεία με πλάσμα αναρρώσεως είναι η ανοσοθεραπεία με χρήση αντισωμάτων;


Και οι δύο βασίζονται στην ίδια ιδέα: να ενισχύσουν το ανοσοποιητικό σύστημα με αντισώματα ώστε αυτό να μπορέσει να αντιμετωπίσει αποτελεσματικότερα τον εισβολέα. Στη δεύτερη περίπτωση τα αντισώματα είναι προϊόντα βιοτεχνολογίας και δεν λαμβάνονται από κάποιον δότη κάθε φορά. Ενας μεγάλος αριθμός εταιρειών δοκιμάζει την αποτελεσματικότητα αντισωμάτων στην εξουδετέρωση του ιού. Ενδεικτικό δε των ευφάνταστων προσεγγίσεων που χρησιμοποιούνται είναι η απομόνωση δύο αντισωμάτων από λάμα. Πρόκειται για δουλειά βέλγων και τεξανών επιστημόνων οι οποίοι πέτυχαν την πειραματική εξουδετέρωση του ιού χρησιμοποιώντας υβριδικά αντισώματα (τα οποία είχαν προέλθει από τη σύντηξη ανθρώπινων και αντισωμάτων από λάμα).

Και αν τίποτε από τα παραπάνω δεν αποδειχθεί αποτελεσματικό; Υπάρχει κάτι άλλο;


Φυσικά και υπάρχει! Από τα πλέον ελπιδοφόρα είναι ένα σκεύασμα με την κωδική ονομασία NHC/EIDD-2801, το οποίο δοκιμάζεται από αμερικανούς επιστήμονες. Σύμφωνα με πρόσφατο άρθρο τους, αυτό φαίνεται να παρεμποδίζει τη σύνθεση του ιικού RNA. Για την ακρίβεια, το NHC/EIDD-2801 καθιστά τη διαδικασία παραγωγής RNA στα κύτταρα του ξενιστή ιδιαίτερα επισφαλή. Ετσι, τα λάθη που συσσωρεύονται στο γενετικό υλικό του ιού το αχρηστεύουν, με αποτέλεσμα να εξουδετερώνεται η διαδικασία σύνθεσης νέων ιικών σωματιδίων. Το σκεύασμα αποδείχθηκε αποτελεσματικό ενάντια σε μια πλειάδα ιών: από τον ιό της γρίπης και τον Εbola μέχρι τους SARS, MERS αλλά και άλλους, ενώ βασικό πλεονέκτημά του είναι το γεγονός ότι χορηγείται από του στόματος. Με άλλα λόγια το NHC/EIDD-2801 φαίνεται πως έχει τις προϋποθέσεις να εξελιχθεί σε ένα ευρέος φάσματος αντι-ιικό φάρμακο.
Ομοίως, εξαιρετικά ελπιδοφόρα για την αντιμετώπιση του SARS-CoV-2 κρίνεται η βελτιωμένη έκδοση ενός φαρμάκου το οποίο είχε δημιουργηθεί από κινέζους ερευνητές εναντίον προηγούμενων κορωνοϊών (όπως ο SARS-CoV και ο MERS-CoV). Σύμφωνα με το άρθρο των κινέζων επιστημόνων στην επιθεώρηση Nature, το φάρμακο, το οποίο προς το παρόν έχει δοκιμαστεί σε πειραματόζωα, αναστέλλει τη σύντηξη του περιβλήματος του ιού με την κυτταρική μεμβράνη των κυττάρων του ξενιστή του (η σύντηξη είναι το επόμενο βήμα μετά την πρόσδεση του ιού στα κύτταρα του ξενιστή και βασική προϋπόθεση για τον πολλαπλασιασμό του ιού).
Δεν θα ήταν υπερβολή να πούμε ότι θα μπορούσε κανείς να γράψει εγκυκλοπαίδεια αν έπρεπε να αναφερθεί με κάθε λεπτομέρεια σε όλα τα σκευάσματα που δοκιμάζονται παγκοσμίως. Πράγμα που πρέπει να μας κάνει αισιόδοξους: δεν μπορεί, κάποια από όλα αυτά τα σκευάσματα θα αποδειχθούν αποτελεσματικά!

Βασιζόμαστε δηλαδή στην τύχη;


Κάθε άλλο! Πολύ γρήγορα μετά την απομόνωση του ιού SARS-CoV-2 και την ανάλυση του γονιδιώματός του, οι ερευνητές προέβησαν και σε δομική ανάλυση των πρωτεϊνών του με σύγχρονες τεχνικές. Και οι δύο προσεγγίσεις έφεραν χειροπιαστά πειραματικά αποτελέσματα. Παραδείγματος χάριν, αμερικανοί ερευνητές από το Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας χρησιμοποίησαν την αλληλουχία του γενετικού υλικού του ιού για να πετύχουν τη σύνθεση των πρωτεϊνών του σε ανθρώπινα κύτταρα και στη συνέχεια μελέτησαν τις αλληλεπιδράσεις τους με αυτά. Παρατηρήθηκαν περί τις 332 διαφορετικές αλληλεπιδράσεις, «συνομιλίες» δηλαδή των πρωτεϊνών του ιού με δομές και μόρια του κυττάρου του ξενιστή. Στη συνέχεια διαπιστώθηκε ότι 69 υπάρχουσες και εγκεκριμένες φαρμακευτικές ουσίες θα μπορούσαν να επιδράσουν σε 67 από αυτές τις συνομιλίες. Οι αμερικανοί επιστήμονες προτρέπουν τους συναδέλφους τους να μελετήσουν περαιτέρω αυτές τις αλληλεπιδράσεις, καθεμία από τις οποίες θα μπορούσε δυνητικά να αποτελέσει σημείο φαρμακευτικής παρέμβασης με στόχο να αποτραπεί ο πολλαπλασιασμός του ιού στα κύτταρα των ασθενών. Τίποτε από όσα περιγράφηκαν παραπάνω δεν είναι τυχαίο. Ολα προκύπτουν από στοχευμένες ερευνητικές προσπάθειες. Αν και λίγη καλή τύχη στις ερευνητικές αναζητήσεις δεν θα πείραζε!

Πόσο θανατηφόρος είναι ο SARS-CoV-2;


Ο όρος θανατηφόρος δεν είναι επιστημονικός. Οι επιδημιολόγοι για να απαντήσουν σε τέτοια ερωτήματα (που δικαίως τίθενται από εμάς τους μη ειδήμονες, ειδικά όταν για τον φόβο του ιού έχουμε κλειστεί στα σπίτια μας για εβδομάδες) χρησιμοποιούν τον όρο θνητότητα.

Τι εννοούμε με τον όρο θνητότητα;


Η θνητότητα υπολογίζεται ως το κλάσμα των ανθρώπων που πεθαίνουν σε σχέση με τον αριθμό των ατόμων που έχουν μολυνθεί από τον ιό (και η τιμή αυτού του κλάσματος δίνεται συνήθως επί τοις εκατό). Οπως μπορεί κανείς να αντιληφθεί, οι τιμές αυτού του κλάσματος μπορούν να κυμανθούν μεταξύ των αριθμών 0 (όταν δεν υπάρχει κανένας νεκρός) και 1 (στην περίπτωση θανάτου όλων των ασθενών). Προς το παρόν είναι αδύνατον να υπολογιστεί η θνητότητα της Covid-19 καθώς είναι δύσκολο να υπολογιστεί η θνητότητα για μια επιδημία ή πανδημία η οποία δεν έχει ολοκληρώσει τον κύκλο της. Πολύ πιθανόν δε να υπάρχει ασάφεια ως προς αυτό για πολλά χρόνια ακόμη.

 Είναι τόσο χρονοβόρα αυτή η διαδικασία;


Για να υπολογίσει κανείς με ακρίβεια την τιμή ενός κλάσματος θα πρέπει να γνωρίζει τόσο τον αριθμητή όσο και τον παρονομαστή. Αν υποτεθεί λοιπόν ότι στο τέλος της πανδημίας θα είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε επακριβώς τον αριθμό των νεκρών (τον αριθμητή), είναι πάρα πολύ δύσκολο να μάθουμε την τιμή του παρονομαστή. Με δεδομένο ότι δεν υπάρχει ακόμη αξιόπιστη ορολογική εξέταση για τον Covid-19, εξέταση δηλαδή που να ανιχνεύει αντισώματα εναντίον του ιού στο αίμα, είναι πρακτικά αδύνατον να υπολογιστεί ο πραγματικός αριθμός των ατόμων που έχουν μολυνθεί. Με δεδομένο μάλιστα ότι δεν πάει κανείς στο νοσοκομείο όταν έχει ελαφρά συμπτώματα, ενώ υπάρχουν και άτομα τα οποία έχουν μολυνθεί από τον ιό αλλά δεν έχουν κανένα σύμπτωμα, αντιλαμβανόμαστε ότι ο παρονομαστής σε αυτό το κλάσμα μπορεί να είναι πολύ μεγαλύτερος από τον αριθμό των επιβεβαιωμένων κρουσμάτων. Βεβαίως είναι θέμα χρόνου να υπάρξουν αξιόπιστα τεστ αντισωμάτων και να γίνουν ευρείες ορολογικές μελέτες στον πληθυσμό. Προς το παρόν θα πρέπει να βασιστούμε σε εκτιμήσεις, κάποιες από τις οποίες υποστηρίζουν ότι ο αριθμός των κρουσμάτων μπορεί να είναι 10 ή και 100 φορές μεγαλύτερος των επιβεβαιωμένων κρουσμάτων(!) ενώ ούτε ο αριθμητής είναι εύκολο να υπολογιστεί.

Γιατί δεν μπορούμε να υπολογίσουμε τον αριθμητή; Αφού γνωρίζουμε τον αριθμό των νεκρών


Εν αντιθέσει με τη χώρα μας όπου οι θάνατοι καταγράφονται κεντρικά, η καταγραφή των θανάτων σε άλλες χώρες γίνεται σε τοπικό-πολιτειακό επίπεδο. Αυτό παραδείγματος χάριν συμβαίνει με τις ΗΠΑ, ενώ προσφάτως η Κίνα αναθεώρησε τον αριθμό των θανάτων από την Covid-19 προσθέτοντας 1.300 θανάτους στους 2.569 που αφορούσαν την Ουχάν, την πόλη απ’ όπου ξεκίνησαν όλα. Η σημαντική αυτή αύξηση (της τάξεως του 50%) αφορούσε σύμφωνα με τις κινεζικές αρχές θανάτους που έλαβαν χώρα στα σπίτια αλλά και σε νοσοκομεία που δεν αναφέρονταν απευθείας στο κεντρικό σύστημα. Και να σκεφτεί κανείς ότι ο αριθμός των νεκρών είναι μια πολύ σημαντική παράμετρος, η οποία επιτρέπει στους επιδημιολόγους να εκτιμήσουν την πορεία της νόσου.

Πώς συμβαίνει αυτό;


Ο αριθμός των νεκρών αντανακλά αυτά που συνέβαιναν μερικές εβδομάδες νωρίτερα, τότε που οι σημερινοί νεκροί μολύνονταν με τον ιό ή ανέπτυσσαν συμπτώματα. Με δεδομένο τον μεγάλο αριθμό ασυμπτωματικών ασθενών και την αδυναμία της συντριπτικής πλειονότητας των χωρών να διενεργήσουν εκτενή διαγνωστικά τεστ στον πληθυσμό, ο αριθμός των νεκρών αναδεικνύεται σε έναν πολύτιμο δείκτη της πορείας του ιού στην κοινότητα και της αποτελεσματικότητας των μέτρων που εφαρμόζονται για τον περιορισμό της. Οπως πιθανόν θυμόμαστε, ο πρώτος αναστεναγμός ανακούφισης για τη δοκιμαζόμενη Ιταλία ήρθε όταν άρχισε να μειώνεται ο ημερήσιος αριθμός θανάτων (έστω και αν στην περίπτωση της Ιταλίας ήταν ακόμη οδυνηρά υψηλός). Ομοίως, ο ημερήσιος αριθμός θανάτων την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές (20 Απριλίου) δεν είναι καλό σημάδι για ορισμένες περιοχές των ΗΠΑ, ενώ η καθοδική πορεία των θανάτων στην Ελλάδα είναι η ισχυρότερη απόδειξη ότι οι προσπάθειες όλων μας είχαν το επιθυμητό αποτέλεσμα.

Ποια είναι η θνητότητα άλλων επικίνδυνων για τον άνθρωπο μολυσματικών ασθενειών;


Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η θνητότητα δεν είναι μια σταθερά, όπως αυτές που έχουμε συνηθίσει στη Φυσική! Εξ ου και αναφέρεται πάντοτε σε σχέση με έναν πληθυσμό και μια χρονική περίοδο. Ετσι, η θνητότητα της SARS που έπληξε ασιατικές χώρες το 2002-2003 υπολογίστηκε από ερευνητές στο 10% και της MERS στο 34%. Βάσει των στοιχείων του ΠΟΥ, η θνητότητα της νόσου που προκαλεί ο ιός Ebola υπολογίζεται στο 50% ενώ για την έξαρσή του μεταξύ των ετών 2013 και 2016 υπολογίστηκε στο 40%. Τέλος, βάσει των στοιχείων του αμερικανικού Κέντρου Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων η θνητότητα της εποχικής γρίπης στις ΗΠΑ κυμαίνεται από το 0,1% έως το 0,2%.

 Αν όντως ο πραγματικός αριθμός των κρουσμάτων της Covid-19 είναι τάξεις μεγέθους μεγαλύτερος σε σχέση με τον αριθμό των διαπιστωμένων κρουσμάτων, τότε η αύξηση της τιμής του παρονομαστή θα μειώσει δραματικά την τιμή του κλάσματος που υπολογίζει τη θνητότητα. Κλειστήκαμε στα σπίτια μας και καταστρέψαμε την οικονομία για μια «γρίπη»; 


Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι αυτό είναι ίσως το βασανιστικότερο ερώτημα όλων. Ωστόσο, τα πράγματα δεν είναι όσο απλά φαίνονται. Κατ’ αρχάς η εποχική γρίπη είναι μια γνωστή και αναμενόμενη σε ετήσια βάση νόσος, για την οποία υπάρχει εμβόλιο. Ετσι, οι ευάλωτες ομάδες μπορούν να προστατευτούν. Σύμφωνα με τα στοιχεία του ΕΟΔΥ, από τις 30 Σεπτεμβρίου μέχρι τις 12 Απριλίου η εποχική γρίπη κόστισε τη ζωή 107 ανθρώπων στη χώρα μας και δεν χωρεί αμφιβολία ότι ο αριθμός αυτός θα ήταν μεγαλύτερος χωρίς τον εμβολιασμό. Η Covid-19 από τις αρχές Μαρτίου μέχρι τις 18 Απριλίου είχε κοστίσει τη ζωή σε 110 άτομα. Με άλλα λόγια, η Covid-19 χρειάστηκε ενάμιση μήνα για να σκοτώσει στην Ελλάδα όσους ανθρώπους σκότωσε η γρίπη σε εξίμισι μήνες. Και αυτό, είναι ένα τεράστιο δικό μας κατόρθωμα καθώς θα μπορούσε να είχε σκοτώσει πολύ περισσότερους!

Γιατί;


Ας θυμηθούμε ότι ένα από τα «πλεονεκτήματα» του ιού που συμβάλλουν στη διάδοσή του είναι η ικανότητά του να προσβάλλει χωρίς να δίνει συμπτώματα για μεγάλο χρονικό διάστημα και ας πάρουμε το παράδειγμα της Ιταλίας. Ο πρώτος ασθενής στη Λομβαρδία, ένας υγιής 38χρονος, πρόλαβε προτού αντιληφθεί καν ότι είναι άρρωστος να μολύνει τον πατέρα του (ο οποίος αργότερα υπέκυψε), την εγκυμονούσα σύζυγό του (η οποία νόσησε ελαφρά και η οποία έφερε πρόσφατα στον κόσμο την κορούλα τους) και την πλειονότητα των συμπαικτών του στην τοπική ποδοσφαιρική ομάδα, πριν καταλήξει ο ίδιος διασωληνωμένος στο νοσοκομείο (απ’ όπου πήρε εξιτήριο πρόσφατα μετά από εβδομάδες νοσηλείας). Επίσης ένας ποδοσφαιρικός αγώνας στο Μπέργκαμο ήταν η αιτία για την περαιτέρω διασπορά της νόσου στην Ιταλία και στην Ισπανία (χώρα προέλευσης της αντίπαλης ομάδας), με τα γνωστά σε όλους δραματικά αποτελέσματα. Αν θυμηθούμε τώρα την έναρξη της επιδημίας στη χώρα μας με τα εισαγόμενα περιστατικά από την Ιταλία και τους Αγίους Τόπους, αντιλαμβανόμαστε, χωρίς να χρειαζόμαστε ειδικές γνώσεις και χωρίς να καταφεύγουμε σε μαθηματικά μοντέλα, τι θα γινόταν αν δεν υπήρχε άμεση ιχνηλάτηση και περιορισμός των στενών επαφών αυτών των κρουσμάτων. Και τι θα γινόταν αν οι καρναβαλικές εκδηλώσεις στην Πάτρα (όπου συρρέουν επισκέπτες απ’ όλη την Ελλάδα) δεν είχαν ακυρωθεί.

Τι θα μπορούσε να γίνει δηλαδή;


Θα μπορούσε κάλλιστα να είχε επαναληφθεί η ιστορία της Ιταλίας. Το γεγονός ότι η πλειονότητα των ανθρώπων που ταξίδεψε στους Αγίους Τόπους βρέθηκε θετική στον ιό αποτελεί απόδειξη του πόσο ο συγχρωτισμός (εν προκειμένω στο λεωφορείο) συμβάλλει στη μεταδοτικότητα του ιού. Δεν είναι παράλογο λοιπόν να υποθέσουμε ότι θα αρκούσαν 2-3 ασθενείς στο γεμάτο κόσμο καρναβάλι της Πάτρας για να μεταφερθεί ο ιός σε ικανό αριθμό ατόμων τα οποία όταν θα γύριζαν στις πόλεις τους θα αποτελούσαν νέες εστίες του ιού.
Θα μπορούσε κανείς να παρομοιάσει τη διάδοση του ιού με το αποτέλεσμα της ρίψης ενός βότσαλου σε λίμνη: ο κύκλος της διάδοσης ανοίγει συνεχώς. Ας υποθέσουμε λοιπόν ότι ένας ασυμπτωματικός ακόμη ασθενής μπορεί να μολύνει δύο ανθρώπους κάθε μέρα μέχρι να αντιληφθεί ότι είναι φορέας του ιού και να λάβει τα μέτρα του. Σε 5 ημέρες θα έχει μολύνει 10 άτομα τα οποία από τη δεύτερη ή τρίτη μέρα θα αρχίσουν τον δικό τους κύκλο μόλυνσης. Σε λιγότερο από δύο εβδομάδες θα υπάρχουν πάνω από εκατό μολυσμένα άτομα και σε τρεις εβδομάδες πάνω από χίλια. Και μπορεί από αυτά τα χίλια μόνο τα 150-200 να χρειαστούν νοσηλεία και μόνο τα 50 να χρειαστεί να μπουν στις ΜΕΘ, συγχρόνως όμως θα έρχονται οι επόμενοι ασθενείς γιατί ο κύκλος θα ανοίγει. Και η διάρκεια νοσηλείας είναι μεγάλη (διαρκεί εβδομάδες) και σε λίγο παύουν να υπάρχουν κρεβάτια και οι ΜΕΘ είναι ασφυκτικά γεμάτες…
Οπως χαρακτηριστικά σημειώνεται σε άρθρο ερευνητών του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ στην επιθεώρηση Science (με ημερομηνία 14η Απριλίου) η μοντελοποίηση των υπαρχόντων δεδομένων οδηγεί στο συμπέρασμα ότι «το δυναμικό νοσηλείας στις ΜΕΘ ακόμη και σε εύπορες χώρες αναμένεται να ξεπερνιέται κατά πολλές φορές αν τα μέτρα κοινωνικής αποστασιοποίησης δεν εφαρμόζονται γρήγορα ή αρκούντως αυστηρά».
Δεν υπάρχει αμφιβολία λοιπόν ότι η τακτική που υιοθετήθηκε από τη χώρα μας (κοινωνική αποστασιοποίηση, απομόνωση των κρουσμάτων, καραντίνα των στενών επαφών διαπιστωμένων κρουσμάτων) μας διέσωσε από πολλά δεινά.

Μένοντας ο καθένας στο σπίτι του όμως και περιορίζοντας έτσι τις μολύνσεις δεν καθυστερούμε ταυτόχρονα τη δημιουργία ανοσίας της αγέλης;


Ασφαλώς! Αλλά οι χώρες που προσβλέποντας στη δημιουργία «ανοσίας της αγέλης» αρχικώς επέλεξαν να αφήσουν τον ιό να διασπαρεί στην κοινότητα (προστατεύοντας μόνο τις ευπαθείς ομάδες), γρήγορα αναδιπλώθηκαν. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η Βρετανία, η οποία στις 20 Απριλίου μετρούσε 16.509 νεκρούς και 125.851 κρούσματα. Αν ο χρόνος σταματούσε εδώ και έπρεπε να υπολογίσουμε τη θνητότητα της Covid-19 στη Bρετανία με αυτά τα νούμερα αυτή θα ήταν 13%! (Είναι λογικό να υποθέσει κανείς ότι η τιμή αυτή θα βαίνει μειούμενη τις επόμενες εβδομάδες, καθώς θα αποδίδουν τα μέτρα κοινωνικής αποστασιοποίησης, αλλά πιθανότατα στο τέλος η θνητότητα στη Βρετανία θα παραμείνει υψηλότερη σε σχέση με άλλες χώρες.)
Μια τέτοια θνητότητα δεν αντανακλά παρά την αδυναμία του συστήματος υγείας να αντεπεξέλθει. Δυστυχώς, ο φόρος αίματος για την απόκτηση «ανοσίας της αγέλης» για την Covid-19 μέσω της μόλυνσης είναι πολύ υψηλός. Ετσι η επιλογή να σωθούν ανθρώπινες ζωές και ας μπει φρένο στην «ανοσία της αγέλης» μοιάζει να είναι μονόδρομος. Εν ολίγοις, η κοινή λογική υπαγορεύει να περιμένουμε να αποκτήσουμε «ανοσία της αγέλης» μέσω του εμβολιασμού. Χαρακτηριστική ήταν η απάντηση του κ. Τσιόδρα, ο οποίος ερωτώμενος για τους αργούς ρυθμούς απόκτησης «ανοσίας της αγέλης» απάντησε: «Δεν φαίνεται αυτή τη στιγμή με τις στρατηγικές που υιοθετούνται από τις περισσότερες χώρες, στρατηγικές που αφορούσαν την προστασία του συστήματος υγείας αλλά και της ζωής των πολιτών και των μαζικών απωλειών, ότι θα έχουμε μεγάλη ανοσία στον πληθυσμό. Αλλά αυτό για εμένα προσωπικά νομίζω ότι ήταν η προτιμητέα στρατηγική αυτή την περίοδο για πολλούς λόγους. Και γιατί δίνεις ευκαιρία σε φαρμακευτικά σκευάσματα να ελεγχθούν και να έχουμε μία αποτελεσματική φαρμακευτική θεραπεία, δίνεις ευκαιρία σε έρευνα που έχει σχέση με τα εμβόλια να προχωρήσει και ταυτόχρονα σταδιακά χτίζεις μια ανοσία στον πληθυσμό».

Πόσο θα χρειαστεί να περιμένουμε;


Μάλλον θα χρειαστεί να κάνουμε αρκετή υπομονή. Σε εργασία αμερικανών επιστημόνων για τη μοντελοποίηση της δυναμικής της μόλυνσης ελήφθησαν υπ’ όψιν παράγοντες όπως η εικαζόμενη εποχικότητα του ιού, η ανοσία (ή η έλλειψη ανοσίας) του πληθυσμού στον ιό και η πιθανότητα διασταυρούμενης ανοσίας (μερικής ανοσίας, η οποία έχει προέλθει από τη μόλυνση ενός μέρους του πληθυσμού με τους κορωνοϊούς του κοινού κρυολογήματος).
Τα μαθηματικά μοντέλα λοιπόν προβλέπουν «επαναλαμβανόμενα κύματα μετάδοσης του SARS-CovV-2 κατά τους χειμερινούς μήνες μετά το αρχικό και πλέον ισχυρό πρώτο κύμα που βιώνουμε τώρα». Απουσία άλλων παρεμβάσεων όπως φάρμακα και εμβόλια, η επιτυχία των μέτρων αποστασιοποίησης μετριέται με το αν έχουν υπερκεραστεί ή όχι οι δυνατότητες νοσηλείας στις ΜΕΘ. «Για την αποφυγή μιας τέτοιας εξέλιξης, μακράς διάρκειας ή διαλείπουσες περίοδοι κοινωνικής αποστασιοποίησης ίσως είναι αναγκαίες μέχρι και το 2022» σημειώνεται χαρακτηριστικά.
Με άλλα λόγια, οι ειδήμονες μας λένε να συνηθίσουμε στην ιδέα ότι η κανονικότητα όπως την ξέραμε μέχρι πριν λίγους μήνες δεν θα επιστρέψει σύντομα.

Ναι, αλλά έχουμε υπάρξει τόσο συνεπείς στην Ελλάδα που σε λίγο μπορεί και να μην έχουμε νέα κρούσματα. Ισχύει το μοντέλο των αμερικανών επιστημόνων για όλες τις χώρες ανεξαιρέτως;


Δεν υπάρχουν μοντέλα με καθολική ισχύ. Σε καταστάσεις «αχαρτογράφητων νερών» όπως είναι η πανδημία του SARS-CoV-2 όμως, η αξία των μοντέλων έγκειται στο γεγονός ότι οι προβλέψεις τους βοηθούν στη λήψη αποφάσεων. Θα ήταν πραγματικά υπέροχο να ζήσουμε μια περίοδο μηδενικών νέων κρουσμάτων και θανάτων στη χώρα μας και όλα δείχνουν ότι οδεύουμε προς τα εκεί. Αλλά δεν είμαστε κλειστό σύστημα. Με δεδομένο το τι γίνεται στη γειτονιά μας αλλά και σε ολόκληρο τον κόσμο, η επαγρύπνηση θα πρέπει να είναι συνεχής: πώς αλλιώς θα εντοπίσουμε ένα ή περισσότερα εισαγόμενα κρούσματα; Οι αμερικανοί ερευνητές σημειώνουν επ’ αυτού: «Ακόμη και στην περίπτωση ξεκάθαρης εξάλειψης, η επαγρύπνηση για τον SARS-CoV-2 θα πρέπει να διατηρηθεί καθώς μια αναζωπύρωση της μόλυνσης θα ήταν πιθανή μέχρι και το 2024».
Αξίζει εδώ να σημειώσουμε ότι η πραγματικότητα μοιάζει να επιβεβαιώνει το μοντέλο των αμερικανών ερευνητών καθώς οι ασιατικές χώρες οι οποίες είχαν αρχίσει δειλά-δειλά την άρση των περιορισμών διαπίστωσαν εισαγωγή νέων κρουσμάτων αλλά και μετάδοση μέσω κοινωνικών επαφών. Το Χονγκ Κονγκ, η Σιγκαπούρη και η Ταϊβάν αναγκάστηκαν να ξανακλείσουν τα σύνορα και να επιβάλουν 14ήμερη καραντίνα στον πληθυσμό.

Τι άλλαξε σε διάστημα δύο εβδομάδων ώστε να χρειάζεται ήδη να επικαιροποιηθεί το προηγούμενο δημοσίευμα;


Οταν η συντριπτική πλειονότητα των ερευνητών παγκοσμίως ασχολείται με το ίδιο θέμα και όταν το θέμα είναι ένας επικίνδυνος ιός, τότε πολλά μπορούν να αλλάξουν σε διάστημα δύο εβδομάδων και όντως πολλά έχουν αλλάξει. Για την ακρίβεια, μάθαμε περισσότερες λεπτομέρειες για τον ίδιο τον ιό, το γενετικό υλικό του, για τον τρόπο με τον οποίο αυτός αλληλεπιδρά με τον ανθρώπινο οργανισμό σε μοριακό επίπεδο (αν και όχι όλα όσα θα θέλαμε), για την παθολογική επίδρασή του σε ιστούς και όργανα, ενώ υπήρξαν πρόοδοι τόσο στον τομέα των διαγνωστικών τεστ όσο και στο μέτωπο της φαρμακευτικής αντιμετώπισης και της παραγωγής εμβολίων (με τρία ακόμα να περνούν σε φάση κλινικών δοκιμών). Τέλος, δημοσιεύθηκαν μελέτες παρατήρησης οι οποίες ξεδιάλυναν τις αμφιβολίες σχετικά με την ασφάλεια των αντιυπερτασικών φαρμάκων αναφορικά με τον ιό, πράγμα πολύ ανακουφιστικό για τα εκατομμύρια των ανθρώπων που τα λαμβάνουν. Αθωώθηκαν δηλαδή τα αντιυπερτασικά φάρμακα, για τα οποία υπήρχε η υποψία ότι θα μπορούσαν να ενισχύουν την επίθεση του SARS-CoV-2 στον ανθρώπινο οργανισμό.

Ηταν βάσιμη αυτή η υποψία;


Η υποψία δεν ήταν αβάσιμη και έχει να κάνει με τη σπουδαιότητα στην ανθρώπινη φυσιολογία της πρωτεΐνης που χρησιμοποιεί ο ιός για να εισέλθει στα κύτταρά μας. Οπως ίσως θυμόμαστε, ο ιός χρησιμοποιεί τη διαμεμβρανική μορφή της πρωτεΐνης ACE2 (angiotensin-converting enzyme 2, μετατρεπτικό ένζυμο της αγγειοτενσίνης) για τον σκοπό αυτόν. Στο εσωτερικό του κυττάρου, ο ρόλος της πρωτεΐνης ACE2 συνίσταται στη ρύθμιση της παραγωγής της αγγειοτενσίνης ΙΙ, μιας πρωτεΐνης που προκαλεί συστολή των αγγείων. Αν φανταστεί κανείς το αγγειακό σύστημά μας σαν ένα υδραυλικό σύστημα, είναι προφανές ότι η συστολή των αγγείων προκαλεί αύξηση της πίεσης που ασκεί το αίμα στα τοιχώματα των αγγείων, ενώ η διαστολή τους μειώνει αυτή την πίεση. Ετσι, τα αντιυπερτασικά φάρμακα, τα φάρμακα δηλαδή που στόχο έχουν να μειώσουν την πίεση, εμπίπτουν σε δύο κατηγορίες: στην πρώτη συγκαταλέγονται σκευάσματα που αναστέλλουν τη δράση του μετατρεπτικού ενζύμου της αγγειοτενσίνης (αναστολείς αγγειοτενσίνης) και στη δεύτερη συγκαταλέγονται σκευάσματα που αναστέλλουν την πρόσδεση της αγγειοτενσίνης στους υποδοχείς της. Δηλαδή τα σκευάσματα αυτά μειώνουν την αρτηριακή πίεση είτε επειδή μειώνουν την παραγωγή της αγγειοτενσίνης είτε επειδή την εμποδίζουν να δράσει. Μελέτες σε ζώα είχαν δείξει ότι και οι δύο αυτές κατηγορίες φαρμάκων μπορούσαν να αυξήσουν την παραγωγή της πρωτεΐνης ACE2 στα κύτταρα, πράγμα που θα σήμαινε ότι ο ιός θα έβρισκε περισσότερες πύλες εισόδου! Σε αυτό το πειραματικό εύρημα προστέθηκαν και οι στατιστικές που έδειχναν ότι ασθενείς με διαβήτη, υπέρταση και καρδιοπάθειες (στους οποίους χορηγούνται αυτά τα φάρμακα) εμφάνιζαν αυξημένη ευαισθησία στην Covid-19. Τα παραπάνω γέννησαν εύλογα μια ανησυχία, η οποία όμως δεν επιβεβαιώθηκε από τις μελέτες.

Ηταν έγκυρες αυτές οι μελέτες;


Οι τρεις διαφορετικές μελέτες, οι οποίες δημοσιεύθηκαν στην έγκριτη ιατρική επιθεώρηση «New England Journal of Medicine» την 1η Μαΐου, είναι μελέτες παρατήρησης. Δεν είναι δηλαδή τυχαιοποιημένες μελέτες, όπως αυτές που γίνονται όταν ελέγχονται η ασφάλεια και η αποτελεσματικότητα ενός καινούργιου φαρμάκου. Ωστόσο δεν τίθεται θέμα αξιοπιστίας. Οι μελέτες ήταν ιδιαίτερα εκτενείς (με μεγάλο αριθμό συμμετεχόντων) και αφορούσαν διαφορετικούς πληθυσμούς (όταν τα ευρήματα επιβεβαιώνονται σε διαφορετικά σημεία του πλανήτη ενισχύεται η αξιοπιστία τους). Ειδικότερα, η πρώτη αφορούσε 8.910 ασθενείς από 11 διαφορετικές χώρες οι οποίοι είχαν νοσηλευθεί από τις 20 Δεκεμβρίου 2019 μέχρι τις 15 Μαρτίου 2020, η δεύτερη αφορούσε 6.272 ασθενείς από την περιοχή της Λομβαρδίας στην Ιταλία οι οποίοι συγκρίθηκαν με 30.759 υγιείς αντιστοίχου φύλου, ηλικίας και περιοχής κατοικίας (προκειμένου να ελεγχθεί αν η λήψη των σκευασμάτων αύξανε τον κίνδυνο μόλυνσης από τον SARS-CoV-2) και η τρίτη αφορούσε 5.894 ασθενείς στη Νέα Υόρκη εκ των οποίων οι 1.002 εμφάνισαν σοβαρή νόσο. Καμία από τις τρεις μελέτες δεν έδειξε συσχέτιση της λήψης των αντιυπερτασικών φαρμάκων με τον κίνδυνο μόλυνσης από τον ιό ή ανάπτυξης της σοβαρής μορφής της νόσου.

Και ποια ακριβώς ήταν αυτά τα φάρμακα;


Συνοψίζοντας τα αποτελέσματα των παραπάνω μελετών ο κ. Τσιόδρας ανέφερε στην ενημέρωση της 2ας Μαΐου ότι «οι μελέτες αφορούσαν δύο συγκεκριμένες κατηγορίες των φαρμάκων αναστολέων του μετατρεπτικού ενζύμου της αγγειοτενσίνης κατ’ αρχάς, όπως η ραμιπρίλη, η λισινοπρίλη και όλα τα φάρμακα που η φαρμακευτική τους ονομασία – προσοχή, όχι η εμπορική αλλά η φαρμακευτική – τελειώνει στο συνθετικό -πρίλη, και των αναστολέων του υποδοχέα της αγγειοτενσίνης, τα γνωστά στους ιατρικούς κύκλους ως ARBs, τα οποία περιλαμβάνουν φάρμακα όπως η βαλσαρτάνη, η λοσαρτάνη και γενικά φάρμακα που η φαρμακευτική τους ονομασία – πάλι το τονίζω, προσοχή, όχι η εμπορική αλλά η φαρμακευτική – τελειώνει σε -σαρτάνη».

Τι εξελίξεις υπήρξαν σχετικά με τη φαρμακευτική αντιμετώπιση του ιού;


Το πειραματικό σκεύασμα remdesivir έπαψε να είναι και τόσο πειραματικό και εξελίχθηκε σε ένα ελπιδοφόρο φάρμακο. Ειδικότερα, στις 29 Απριλίου ο Αντονι Φάουτσι, διευθυντής του Εθνικού Ινστιτούτου για τις Αλλεργίες και τα Λοιμώδη Νοσήματα των ΗΠΑ, ανακοίνωσε τα αποτελέσματα της μεγαλύτερης μέχρι τότε (με συμμετοχή 1.063 ασθενών) αλλά και πιο αυστηρής (καθώς οι ασθενείς είχαν χωριστεί σε δύο ομάδες, με τη μία να λαμβάνει το σκεύασμα και την άλλη εικονικό φάρμακο) κλινικής δοκιμής για το remdesivir. Σύμφωνα με αυτά η (ενδοφλέβια και σε νοσοκομειακό περιβάλλον) χορήγησή του είχε σαν αποτέλεσμα τη μείωση κατά 30% του χρόνου νοσηλείας των ασθενών. Για την ακρίβεια, οι ασθενείς στους οποίους χορηγήθηκε το remdesivir ανένηψαν σε διάστημα 11 ημερών κατά μέσο όρο, ενώ οι ασθενείς στους οποίους χορηγήθηκε το εικονικό φάρμακο χρειάστηκαν κατά μέσο όρο 15 ημέρες. Η μικρή μείωση της θνητότητας που παρατηρήθηκε στους ασθενείς που έλαβαν το remdesivir δεν κρίθηκε στατιστικά σημαντική.
Οπως σημείωσε ο αμερικανός γιατρός, μπορεί το 30% να μη φαίνεται εντυπωσιακό, αλλά είναι η απόδειξη ότι το σκεύασμα δουλεύει. Ετσι αποφασίστηκε να σταματήσει η κλινική δοκιμή συντομότερα απ’ ό,τι είχε αρχικά σχεδιαστεί προκειμένου να λαμβάνουν τη θεραπεία όλοι οι ασθενείς. Το remdesivir λοιπόν πήρε στις ΗΠΑ άδεια για επείγουσα χρήση και αποτελεί το πρώτο φάρμακο που λαμβάνει τέτοια άδεια. Αξίζει να σημειωθεί ότι στην εν λόγω κλινική δοκιμή συμμετείχαν και τέσσερα ελληνικά κέντρα. Τέλος, είναι σημαντικό το γεγονός ότι η παρασκευάστρια εταιρεία ανακοίνωσε πως καταβάλλονται προσπάθειες αύξησης της παραγωγής του σκευάσματος: υπολογίζεται ότι μέχρι το τέλος του έτους θα μπορέσουν να παρασκευαστούν όσες δόσεις του φαρμάκου θα χρειάζονταν για τη θεραπεία 1 εκατομμυρίου ασθενών.

Υπάρχουν εξελίξεις και στο πεδίο των τεστ;


Παρά το γεγονός ότι δεν υπάρχουν πολλές επιστημονικές λεπτομέρειες για αυτό, σύμφωνα με αποκλειστικές πληροφορίες της βρετανικής εφημερίδας «The Guardian», ένα νέο τεστ το οποίο ετοιμάζεται από τον αμερικανικό στρατό σε συνεργασία με ερευνητικά ιδρύματα θα μπορούσε να σημάνει πολλά για τη διαχείριση της επιδημίας. Ειδικότερα, το τεστ είναι ικανό να ανιχνεύσει στο αίμα των εξεταζομένων αν έχουν μολυνθεί ή όχι από τον ιό, το πρώτο κιόλας 24ωρο μετά τη μόλυνση! Αν και δεν προσδιορίζεται τι ακριβώς ανιχνεύει το τεστ, και είναι δύσκολο να εξαχθούν συμπεράσματα χωρίς να υπάρχει επιστημονική δημοσίευση, πολλοί μιλούν για επανάσταση: αν όντως το νέο αυτό τεστ παρέχει τη δυνατότητα εντοπισμού των θετικών στον ιό ασυμπτωματικών και προσυμπτωματικών ασθενών τρεις-τέσσερις ημέρες νωρίτερα από τα υπάρχοντα, θα επιτρέψει την αμεσότερη λήψη μέτρων για τον περιορισμό της διασποράς του ιού. Αν μάλιστα το δημοσίευμα αποδειχθεί αληθές και η χρήση του εν λόγω τεστ αρχίσει στις ΗΠΑ πριν από το τέλος Μαΐου, τότε σύντομα θα υπάρξουν μετρήσιμα αποτελέσματα για τη συμβολή του στον έλεγχο της επιδημίας.

Και με τα τεστ αντισωμάτων πού βρισκόμαστε;


Πολύ φοβούμαι ότι για τα τεστ αντισωμάτων δεν έχει υπάρξει προς το παρόν καμία δραστική μεταβολή και η κατάσταση μπορεί να συνοψιστεί ως εξής: πάρα πολλά τεστ, προερχόμενα τόσο από εταιρείες όσο και από ερευνητικά ιδρύματα, εξετάζονται και τελειοποιούνται. Τα τεστ αυτά δείχνουν αν κάποιος έχει «συναντηθεί» με τον ιό στο παρελθόν. Αλλά επειδή προς το παρόν ουδείς γνωρίζει τα επίπεδα αντισωμάτων που είναι ικανά να παρέχουν προστασία από τον ιό, στην πραγματικότητα τα τεστ δεν μπορούν να απαντήσουν στο ερώτημα αν ο εξεταζόμενος έχει ανοσία στον ιό. Και ακόμα περισσότερο, ουδείς γνωρίζει, προς το παρόν, τη διάρκεια μιας πιθανής ανοσίας στον ιό.

Παραμένουν δηλαδή πολλά αναπάντητα ερωτήματα;


Φαίνεται ότι όντως η Covid-19 αποδεικνύεται μια ασθένεια με αξιοσημείωτη πολυπλοκότητα και η αρχική ιδέα των γιατρών πως επρόκειτο για μια νόσο του αναπνευστικού συστήματος έχει από καιρό μεταβληθεί. Οπως έχουμε ήδη σημειώσει, πρόκειται για μια νόσο η οποία μπορεί να προσβάλει απευθείας τους νεφρούς, την καρδιά και τα αγγεία, να δημιουργήσει θρομβώσεις οι οποίες εμποδίζουν την κυκλοφορία του αίματος σε ζωτικά όργανα όπως οι πνεύμονες, η καρδιά και ο εγκέφαλος, αλλά και να οδηγήσει το ανοσοποιητικό σύστημα σε τέτοια υπερδιέγερση που να αποβεί μοιραία για τον ασθενή.
Σαν να μην έφταναν τα παραπάνω, ένας καινούργιος γρίφος προστέθηκε πρόσφατα: η σιωπηλή υποξαιμία! Οταν η περιεκτικότητα οξυγόνου στο αίμα (ο κορεσμός οξυγόνου, όπως λένε οι γιατροί) πέφτει σε επίπεδα γύρω και κάτω του 90%, τότε «χτυπάει καμπανάκι», καθώς ζωτικά όργανα όπως η καρδιά και ο εγκέφαλος δεν τροφοδοτούνται επαρκώς με οξυγόνο. Οι πνευμονίες γενικώς μπορούν να προκαλέσουν υποξαιμία και στην Covid-19 ειδικότερα παρατηρούνται καταστροφή των κυττάρων των κυψελίδων των πνευμόνων και συλλογή υγρού με συνέπεια την πτώση των επιπέδων οξυγόνου στο αίμα. Ταυτόχρονα όμως, σε ορισμένες περιπτώσεις, παρατηρείται και το εξής παράδοξο: ασθενείς με πολύ χαμηλότερο του 90% κορεσμό οξυγόνου να μη φαίνονται να το αντιλαμβάνονται! Λες και ο ιός εμπλέκεται με τη διαδικασία μέσω της οποίας ο εγκέφαλός τους πληροφορείται ότι χρειάζονται περισσότερο οξυγόνο! Η επίλυση αυτού του μυστηρίου θα δώσει πολλές πληροφορίες για τη δράση του ιού στον ανθρώπινο οργανισμό.

 Ποιες από αυτές τις πληροφορίες είναι ζωτικής σημασίας;


Στην πραγματικότητα δεν υπάρχει πληροφορία που αφορά τον ιό και τα «καμώματά» του που να είναι αδιάφορη. Ωστόσο, κεφαλαιώδους σημασίας τόσο για τη θεραπευτική αντιμετώπιση των ασθενών όσο και για τη διαχείριση των επόμενων σταδίων είναι η κατανόηση των αλληλεπιδράσεων που αναπτύσσονται μεταξύ του SARS-CoV-2 και του ανθρώπινου ανοσοποιητικού συστήματος. Σε πολύ πρόσφατη μελέτη αμερικανών επιστημόνων διαπιστώθηκε ότι η αντίδραση του ανθρώπινου ανοσοποιητικού συστήματος στον ιό είναι διαφορετική από την αναμενόμενη (από αυτή δηλαδή που ισχύει για άλλους ιούς του αναπνευστικού συστήματος, του ιού της γρίπης συμπεριλαμβανομένου). Ειδικότερα, διαπιστώθηκε ότι κύτταρα τα οποία έχουν προσβληθεί από τον ιό παράγουν εξαιρετικά χαμηλά επίπεδα συγκεκριμένων ιντερλευκινών (πρωτεϊνών οι οποίες εμφανίζουν ειδική αντι-ιική δράση), ενώ αυξάνουν την παραγωγή της ιντερλευκίνης-6, η οποία ενεργοποιεί μια γενικευμένη ανοσολογική αντίδραση. Κατά τους επιστήμονες τα παραπάνω ευρήματα είναι ενδεικτικά μιας ανοσολογικής ανισορροπίας: από τη μια τα χαμηλά επίπεδα της πρώτης κατηγορίας ιντερλευκινών μειώνουν την ικανότητα των κυττάρων να περιορίσουν τον πολλαπλασιασμό του ιού και από την άλλη η ιντερλευκίνη-6 προάγει την φλεγμονή (η οποία σε ορισμένες περιπτώσεις μπορεί να αποβεί μοιραία).
Παρά το γεγονός ότι οι μοριακοί μηχανισμοί μέσω των οποίων δημιουργείται η παρατηρούμενη ανισορροπία παραμένουν αδιευκρίνιστοι, καθίσταται σαφές ότι εκτός από τα καθαυτό αντι-ιικά σκευάσματα οι θεραπευτικές προσεγγίσεις για τον ιό θα πρέπει να στραφούν και σε σκευάσματα τα οποία στοχεύουν στο ανοσοποιητικό σύστημα των ασθενών.

Υπάρχουν νέα δεδομένα τα οποία θα μπορούσαν να συμβάλουν στο να είμαστε ασφαλέστεροι στη φάση της επιδημίας στην οποία έχουμε εισέλθει;


Πολλά είναι τα δεδομένα αυτού του είδους αλλά πολλά είναι ακόμη και τα αναπάντητα ερωτήματα. Πάντως, ένα βασικό ερώτημα που αφορά τη νόσο στα παιδιά φαίνεται να αποσαφηνίζεται μέρα με τη μέρα. Αμερικανοί και κινέζοι ερευνητές πραγματοποίησαν ανάλυση η οποία αφορούσε 391 διαπιστωμένα κρούσματα της Covid-19 και 1.286 άτομα τα οποία χαρακτηρίστηκαν στενές επαφές αυτών των κρουσμάτων. Σύμφωνα με το άρθρο τους το οποίο δημοσιεύτηκε πριν από λίγες ημέρες στην ιατρική επιθεώρηση «The Lancet», τα παιδιά έχουν τις ίδιες πιθανότητες με τους ενηλίκους να μολυνθούν από τον ιό όταν έλθουν σε επαφή με έναν φορέα του. Ειδικότερα, οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι μολύνθηκε το 7% των παιδιών (ηλικίας κάτω των 10 ετών) που ήταν στενές επαφές διαπιστωμένων κρουσμάτων, ποσοστό αντίστοιχο με του γενικού πληθυσμού. Προφανώς (και ευτυχώς!) τα παιδιά δεν αναπτύσσουν συχνά σοβαρή νόσο, εξ ου και τα χαμηλά ποσοστά νοσούντων παιδιών.
Οπως όμως χαρακτηριστικά σημειώνουν οι ερευνητές, «τα παιδιά θα πρέπει να αποτελέσουν σημαντικό στόχο των λαμβανομένων μέτρων για τη μείωση της μετάδοσης, παρά το γεγονός ότι δεν αρρωσταίνουν».

Αν τα παιδιά μολύνονται από τον SARS-CoV-2 εξίσου με τους ενηλίκους και αν έχουν τις ίδιες δυνατότητες μετάδοσης του ιού, τότε εμείς γιατί ανοίγουμε τα σχολεία;


Οπως πιθανότατα έχετε διαβάσει σε συνεντεύξεις ειδικών τις τελευταίες εβδομάδες στο «Βήμα», η διεθνής προσπάθεια για την αντιμετώπιση του ιού (ελλείψει εμβολίων, εγκεκριμένων φαρμάκων και με μηδενική ανοσία στον πληθυσμό τουλάχιστον για τα αρχικά στάδια) βασίστηκε στην κοινωνική αποστασιοποίηση-απομόνωση με έμφαση στους κανόνες προσωπικής υγιεινής. Στην πραγματικότητα είχε κανείς να επιλέξει ανάμεσα σε δύο οδούς: να αφήσει τη νόσο να διασπαρεί ανεξέλεγκτα ή να λάβει μέτρα κοινωνικής αποστασιοποίησης με μεγάλο κόστος. Περιττό να πούμε ότι η δυσκολία της επιλογής είχε να κάνει με τις πολλές ασάφειες και αμφιβολίες σχετικά με τον καινούργιο αυτόν ιό και τη συμπεριφορά του. Επιλέγοντας το κοινωνικό-οικονομικό κόστος έναντι του κόστους που μετριέται σε ανθρώπινες ζωές, η χώρα μας μπόρεσε να ελέγξει τη μετάδοση του ιού, όπως καταδεικνύεται από τις μετρήσεις. Μετά από 42 ημέρες εγκλεισμού, και με τον αριθμό R0 κάτω του ενός, κρίθηκε ότι η χώρα μπορούσε να περάσει στην επόμενη φάση, στη βαθμιαία και ελεγχόμενη επαναφορά σε μια μερική κανονικότητα, μέρος της οποίας είναι το υπό όρους άνοιγμα των σχολείων.

Τι αντιπροσωπεύει ο αριθμός R0;


Η τιμή του R0 περιγράφει τη μετάδοση ενός παθογόνου μικροοργανισμού σε έναν πληθυσμό. Οταν αυτή ισούται με ένα σημαίνει ότι ένας φορέας μεταδίδει τη νόσο σε ένα άλλο άτομο κατά μέσο όρο. Τιμές κάτω του ενός, όπως συμβαίνει να είναι αυτή τη στιγμή στη χώρα μας, δείχνουν πτωτική πορεία της επιδημίας. Η διατήρηση του R0 σε αυτά τα επίπεδα θα είναι στην πραγματικότητα το μεγάλο μας στοίχημα από εδώ και εμπρός.

Ο R0 μειώθηκε λόγω των μέτρων που είχαν ληφθεί. Ξέρουμε πόσο συμβάλλει στη μείωση αυτή το καθένα από τα μέτρα; Πόσο συνέβαλε, λόγου χάρη, το κλείσιμο των σχολείων;


Για περισσότερο από έναν αιώνα, η επιδημιολογία μελετά τη δυναμική της εξάπλωσης των μολυσματικών ασθενειών. Και μπορεί κανείς να θυμηθεί ότι είχε πολλές επιδημίες για «πρακτική εξάσκηση»: από τη γρίπη του 1918 (και τις υπόλοιπες εξάρσεις του ιού της γρίπης) μέχρι το AIDS, τον Ebola αλλά και την ιλαρά και άλλες παιδικές ασθένειες. Ετσι σήμερα υπάρχει το επιστημονικό υπόβαθρο που επιτρέπει την ποσοτικοποίηση αλλά και (μερική) πρόβλεψη της δυναμικής μιας επιδημίας που βρίσκεται σε εξέλιξη. Πολύ περισσότερο δε που μαθηματικά και τεχνητή νοημοσύνη έχουν τεθεί στη διάθεση των επιδημιολόγων. Οπως όμως χαρακτηριστικά σημείωσε σε πρόσφατη συνέντευξή του επιφανής έλληνας επιστήμονας, «οι απαντήσεις που λαμβάνουμε από τα μαθηματικά μοντέλα είναι τόσο καλές όσο καλά είναι και τα δεδομένα με τα οποία τα «ταΐζουμε»». Το κλείσιμο των σχολείων βασίστηκε σε πρότερη διεθνή εμπειρία που αφορούσε τη γρίπη. Μέχρι την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές δεν έχουν δημοσιευτεί τα δεδομένα που χρησιμοποιήθηκαν για τη μοντελοποίηση της εξέλιξης της επιδημίας στη χώρα μας (αν και εκ του αποτελέσματος πρέπει να θεωρούνται ιδιαιτέρως έγκυρα). Δεν είναι λοιπόν σαφές το αν υπάρχουν τα δεδομένα που θα επέτρεπαν να ποσοτικοποιηθεί επακριβώς η συμβολή του κλεισίματος των σχολείων στη μείωση του R0, το οποίο εξάλλου έλαβε χώρα παράλληλα με τη λήψη των υπόλοιπων μέτρων. Πιθανότατα όμως τα μοντέλα, τα οποία τροφοδοτούνται σε 24ωρη βάση, να είναι σε θέση να εκτιμήσουν σύντομα τη συμβολή του ανοίγματος των σχολείων στη μετάδοση της λοίμωξης, πράγμα πολύ χρήσιμο για τη διαχείριση του θέματος στο μέλλον.

Τελικά, ξέρουμε αν αναμένεται μείωση της μετάδοσης του ιού καθώς μπαίνουμε στο καλοκαίρι;


Υπάρχει η εκτίμηση ότι η υπεριώδης ακτινοβολία (αυτή που μας μαυρίζει και την οποία πρέπει να αποφεύγουμε και όχι η υπέρυθρη η οποία μας θερμαίνει) θα δράσει αποστειρωτικά ως προς τον ιό. Θεωρείται δηλαδή ότι ο ιός δεν θα αντέχει για πολύ στο εξωτερικό περιβάλλον. Φυσικά και αυτή η τόσο ελπιδοφόρος εκτίμηση μένει να αποδειχθεί. Αν ισχύει πάντως, μοιάζει να είναι η σωστή χρονική περίοδος για να αρχίσουμε τη βαθμιαία επάνοδο στην κανονικότητα.

Η οποία μπορεί να ανακοπεί και πάλι τον χειμώνα;


Είναι γεγονός ότι οι ιοί του αναπνευστικού εμφανίζουν μια εποχικότητα. Ωστόσο, παρά το γεγονός ότι ξέρουμε και αναμένουμε κάθε χρόνο τη γρίπη και τους άλλους ιούς, οι επιστήμονες δεν γνωρίζουν πού οφείλεται η εποχικότητα. Δεν γνωρίζουν δηλαδή αν πρέπει να την αποδώσουν σε αμιγώς περιβαλλοντικούς παράγοντες ή αν αυτή είναι μια ενδογενής ιδιότητα συγκεκριμένων παθογόνων μικροοργανισμών. Υπό αυτό το πρίσμα και με δεδομένη την άγνοιά μας για τον ιό, δεν μπορεί κανείς να προβλέψει με βεβαιότητα τη συμπεριφορά του. Εικάζεται πάντως ότι θα εμφανίσει και αυτός την εποχικότητα και θα επανακάμψει (ας ελπίσουμε όχι δριμύτερος) τον χειμώνα.

Υπάρχει κάτι που πρέπει να θυμόμαστε σε αυτή τη φάση;


Το πόσο επιτυχής θα είναι αυτή η πρώτη φάση άρσης των περιοριστικών μέτρων που διανύουμε, θα κρίνει το πότε και με ποιους όρους θα πάμε στις επόμενες. Αυτό που όλοι πρέπει να θυμόμαστε σε αυτή και σε οποιαδήποτε από τις επόμενες φάσεις (μέχρι δηλαδή να βρεθούν θεραπείες ή/και εμβόλια) είναι το να θεωρούμε τους εαυτούς μας μολυσματικούς, ακόμη και αν δεν έχουμε καμία ένδειξη για αυτό. Αυτή η θεώρηση συνεπάγεται ότι θα κρατούμε τις αποστάσεις μεταξύ μας, θα πλένουμε σχολαστικά τα χέρια μας και θα φοράμε μάσκα όπου υπάρχει συγχρωτισμός και σύμφωνα με τις συστάσεις.

Θα βγούμε νικητές από αυτή τη μάχη;


Δεν χωρεί καμία αμφιβολία ότι θα βγούμε νικητές! Στο κάτω-κάτω είναι ένα υπομικροσκοπικό παράσιτο ενάντια στη συλλογική ανθρώπινη ευφυΐα. Και αν είμαστε όσο ευφυείς θέλουμε να πιστεύουμε, όχι μόνο θα το κατατροπώσουμε, αλλά θα διδαχθούμε και πολλά από αυτόν τον πόλεμο εναντίον του. Και θα είμαστε καλύτερα εξοπλισμένοι για τον επόμενο.



Εγκυρες πηγές πληροφόρησης για τον SARS-CoV-2
Εμείς για «Το Βήμα» και το ΒΗΜΑ-Science αντλούμε πληροφορίες:
Πρωτίστως από το «μάθημα των 6» διά στόματος Σ. Τσιόδρα.
Από τον ΕΟΔΥ (www.eody.gov.gr) και για εξειδικευμένες ερωτήσεις το γνωστό πια τηλέφωνο 1135.
Από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (www.who.int).
Από το Ευρωπαϊκό Κέντρο Πρόληψης και Ελέγχου Νόσων (www.ecdc.europa.eu).
Από τις έγκριτες επιστημονικές επιθεωρήσεις nature (www.nature.com) και science (www.sciencemag.org). Το περιεχόμενο και των δύο που αφορά τον ιό είναι ελεύθερο για όλους τους αναγνώστες.
Ομοίως ελεύθερο για όλους είναι το περιεχόμενο για τον ιό των έγκριτων ιατρικών επιθεωρήσεων The Lancet (www.thelancet.com) και New England Journal of Medicine (www.nejm.org).
Από τον ιστότοπο LitCovid για επιλεγμένη ερευνητική βιβλιογραφία για τον ιό.
Από την πλατφόρμα BioRxiv για προδημοσιεύσεις ερευνητικών άρθρων.
Από τον ιστότοπο nextstrain.org για τη μελέτη των γονιδιωμάτων διαφορετικών στελεχών του ιού.
Από τον πασίγνωστο πια ειδικό ιστότoπο του Πανεπιστημίου Johns Hopkins για την παρακολούθηση του αριθμού των κρουσμάτων και θανάτων ανά χώρα https://gisanddata.maps.arcgis.com/apps/opsdashboard/index.html#/bda7594740fd40299423467b48e9ecf6.
Ελπίζουμε βέβαια εσείς να προσθέσετε και «Το Βήμα» στις έγκυρες πηγές πληροφόρησης!


tovima.gr

ΣΤΗΝ ΚΟΡΥΦΗ