Τα είκοσι εκατομμύρια αγγίζει πλέον ο αριθμός των αστέγων,φτωχών και νεόπτωχων στην Ευρώπη, ενώ το κοινωνικό κράτος για το οποίο περηφανευόταν μέχρι σήμερα η Ευρώπη σταδιακά αποδυναμώνεται προς όφελος του ιδιωτικού τομέα, ακόμη και στον πλούσιο βορρά. Αυτά ήταν τα βασικά συμπεράσματα του Πανευρωπαϊκού Δικτύου για την Kαταπολέμηση της Φτώχειας στην 18η συνάντηση ανθρώπων που βιώνουν τη φτώχεια.
Στέγη, υγεία, πρόσβαση στην εργασία είναι τα σοβαρότερα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι φτωχοί στην Ευρώπη σήμερα, με το πρόβλημα της στέγης να γίνεται εντονότερο. Στον ορισμό του άστεγου περιλαμβάνονται εκτός από αυτούς που ζουν στο δρόμο ή σε δομές αστέγων, οι άνεργοι χωρίς διεύθυνση, χωρίς λήψη επιδομάτων, αυτοί που στεγάζονται σε ανεπαρκείς χώρους, ή όσοι συγκατοικούν με συγγενείς τους.
Η έρευνα το δικτύου διαπιστώνει ότι προστίθενται νέες μορφές φτώχειας στην Ευρώπη όπως η ενεργειακή, ενώ αυτό που παρατηρείται είναι ότι δυσκολεύει σταδιακά η πρόσβαση στην υγεία με τις κυβερνήσεις να «προτείνουν» ολοένα και περισσότερο ιδιωτικές δομές και παρόχους υγείας. Επίσης υπάρχει ανεπαρκής ή καθόλου κάλυψη οφθαλμολογικών ή και οδοντιατρικών παροχών στις περισσότερες χώρες, με άμεσο αντίκτυπο στα άτομα που ζουν σε συνθήκες φτώχειας πλήττοντας περισσότερο παιδιά υπερήλικες, και χρόνια παθόντες.
Το Ελληνικό Δίκτυο για την Καταπολέμηση της Φτώχειας παρουσίασε παράλληλα τα αποτελέσματα έρευνας για τη φτώχεια στην Ελλάδα, την οποία έκανε ο κ. Λάζαρος Πετρομελίδης για λογαριασμό του Δικτύου. Τα συμπεράσματα της έρευνας δείχνουν ότι η κρίση στην Ελλάδα δεν έχει τελειώσει όπως κάποιοι ισχυρίζονται.
Αντίθετα, το ένα τρίτο των ανθρώπων στην Ελλάδα ζουν σε κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού.
Το εισόδημα ενός νοικοκυριού ενός ατόμου που βρίσκεται σε κίνδυνο φτώχειας το 2018 ήταν 4.718 ευρώ ετησίως. Για μια οικογένεια (δύο άτομα συν δύο παιδιά κάτω των 14 ετών), ανέρχεται σε 9.908 ευρώ. Το 2012, τα ποσά αντίστοιχα ήταν 5.708 ευρώ και 11.986 ευρώ.
Στην αρχή της κρίσης, το 2008, το πραγματικό κατά κεφαλήν ΑΕΠ στην Ελλάδα ήταν 22.560 ευρώ. Το 2012 μειώθηκε σε 17.240 ευρώ και το 2013 σε 16.690 ευρώ, ενώ το 2018 ανέβηκε σε 17.790 ευρώ. Η Ελλάδα έχασε σχεδόν το 25% του ΑΕΠ της κατά τη διάρκεια της κρίσης, πολύ μακριά από οποιαδήποτε άλλη χώρα της ΕΕ.
Σύμφωνα με τα στοιχεία του ΟΑΕΔ στο τέλος του 2019 είχαμε 1.064.526 άνεργους εκ των οποίων οι μισοί ήταν άνεργοι για περισσότερο από 12 μήνες. Οι μακροχρόνια άνεργοι, ιδίως οι μεγάλες ηλικίες έχουν λιγότερο από 30% πιθανότητα να ξαναμπούν στην αγορά εργασίας.
Ένα ακόμη χαρακτηριστικό στοιχείο είναι ότι το ποσοστό των ανθρώπων ηλικίας 15-34 ετών που έχουν τελειώσει την εκπαίδευσή τους ένα έως τρία έτη πριν, είναι μόλις 50,5%, που είναι το χαμηλότερο στην Ευρώπη.
Στο δείκτη παιδικής φτώχειας έχουμε τη δεύτερη χειρότερη επίδοση στην Ευρώπη μετά τη Βουλγαρία με ποσοστό 32,2% , που αντίστοιχη σε 517.000 παιδιά.
Στην Ελλάδα οι καταναλωτές δαπανούν το 44% του εισοδήματός τους για λογαριασμούς και φόρους. Το 14% δαπανάται για ενοίκια ένα το 10% του πληθυσμού δαπανά περισσότερο από το 100% του εισοδήματος του. Ουσιαστικά δηλαδή δανείζεται ή ξοδεύει από αποταμιεύσεις που είχε. (Στοιχεία Συνδέσμου Επιχειρήσεων και Λιανικών Πωλήσεων Ελλάδας)
Το 39,6% των ελληνικών νοικοκυριών δεν μπορεί να αντιμετωπίσει τις δαπάνες για την συντήρηση της κατοικίας του (ενοικιαζόμενη ή ιδιόκτητη). Το φαινόμενο είναι λιγότερο εμφανές σε άτομα μεγαλύτερης ηλικίας (27,2%), πλήττει όμως δραματικά τους νέους, καθώς για παράδειγμα στην ηλικιακή ομάδα 20-29 ανέρχεται σε 42,7% και στην ηλικιακή ομάδα 16-19 στο 46,3%, με ανοδική μάλιστα τάση.
Η αύξηση τιμών των κατοικιών κατά 7,4% το πρώτο εννεάμηνο του 2019 (Αθήνα 10,3%) η οποία ακολουθείται από μεγαλύτερη αύξηση των ενοικίων, αναμένεται να συμβάλει στην αύξηση φαινομένων φτώχειας.
cnn.gr
Στέγη, υγεία, πρόσβαση στην εργασία είναι τα σοβαρότερα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι φτωχοί στην Ευρώπη σήμερα, με το πρόβλημα της στέγης να γίνεται εντονότερο. Στον ορισμό του άστεγου περιλαμβάνονται εκτός από αυτούς που ζουν στο δρόμο ή σε δομές αστέγων, οι άνεργοι χωρίς διεύθυνση, χωρίς λήψη επιδομάτων, αυτοί που στεγάζονται σε ανεπαρκείς χώρους, ή όσοι συγκατοικούν με συγγενείς τους.
Η έρευνα το δικτύου διαπιστώνει ότι προστίθενται νέες μορφές φτώχειας στην Ευρώπη όπως η ενεργειακή, ενώ αυτό που παρατηρείται είναι ότι δυσκολεύει σταδιακά η πρόσβαση στην υγεία με τις κυβερνήσεις να «προτείνουν» ολοένα και περισσότερο ιδιωτικές δομές και παρόχους υγείας. Επίσης υπάρχει ανεπαρκής ή καθόλου κάλυψη οφθαλμολογικών ή και οδοντιατρικών παροχών στις περισσότερες χώρες, με άμεσο αντίκτυπο στα άτομα που ζουν σε συνθήκες φτώχειας πλήττοντας περισσότερο παιδιά υπερήλικες, και χρόνια παθόντες.
Το Ελληνικό Δίκτυο για την Καταπολέμηση της Φτώχειας παρουσίασε παράλληλα τα αποτελέσματα έρευνας για τη φτώχεια στην Ελλάδα, την οποία έκανε ο κ. Λάζαρος Πετρομελίδης για λογαριασμό του Δικτύου. Τα συμπεράσματα της έρευνας δείχνουν ότι η κρίση στην Ελλάδα δεν έχει τελειώσει όπως κάποιοι ισχυρίζονται.
Αντίθετα, το ένα τρίτο των ανθρώπων στην Ελλάδα ζουν σε κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού.
Το εισόδημα ενός νοικοκυριού ενός ατόμου που βρίσκεται σε κίνδυνο φτώχειας το 2018 ήταν 4.718 ευρώ ετησίως. Για μια οικογένεια (δύο άτομα συν δύο παιδιά κάτω των 14 ετών), ανέρχεται σε 9.908 ευρώ. Το 2012, τα ποσά αντίστοιχα ήταν 5.708 ευρώ και 11.986 ευρώ.
Στην αρχή της κρίσης, το 2008, το πραγματικό κατά κεφαλήν ΑΕΠ στην Ελλάδα ήταν 22.560 ευρώ. Το 2012 μειώθηκε σε 17.240 ευρώ και το 2013 σε 16.690 ευρώ, ενώ το 2018 ανέβηκε σε 17.790 ευρώ. Η Ελλάδα έχασε σχεδόν το 25% του ΑΕΠ της κατά τη διάρκεια της κρίσης, πολύ μακριά από οποιαδήποτε άλλη χώρα της ΕΕ.
Σύμφωνα με τα στοιχεία του ΟΑΕΔ στο τέλος του 2019 είχαμε 1.064.526 άνεργους εκ των οποίων οι μισοί ήταν άνεργοι για περισσότερο από 12 μήνες. Οι μακροχρόνια άνεργοι, ιδίως οι μεγάλες ηλικίες έχουν λιγότερο από 30% πιθανότητα να ξαναμπούν στην αγορά εργασίας.
Ένα ακόμη χαρακτηριστικό στοιχείο είναι ότι το ποσοστό των ανθρώπων ηλικίας 15-34 ετών που έχουν τελειώσει την εκπαίδευσή τους ένα έως τρία έτη πριν, είναι μόλις 50,5%, που είναι το χαμηλότερο στην Ευρώπη.
Στο δείκτη παιδικής φτώχειας έχουμε τη δεύτερη χειρότερη επίδοση στην Ευρώπη μετά τη Βουλγαρία με ποσοστό 32,2% , που αντίστοιχη σε 517.000 παιδιά.
Στην Ελλάδα οι καταναλωτές δαπανούν το 44% του εισοδήματός τους για λογαριασμούς και φόρους. Το 14% δαπανάται για ενοίκια ένα το 10% του πληθυσμού δαπανά περισσότερο από το 100% του εισοδήματος του. Ουσιαστικά δηλαδή δανείζεται ή ξοδεύει από αποταμιεύσεις που είχε. (Στοιχεία Συνδέσμου Επιχειρήσεων και Λιανικών Πωλήσεων Ελλάδας)
Το 39,6% των ελληνικών νοικοκυριών δεν μπορεί να αντιμετωπίσει τις δαπάνες για την συντήρηση της κατοικίας του (ενοικιαζόμενη ή ιδιόκτητη). Το φαινόμενο είναι λιγότερο εμφανές σε άτομα μεγαλύτερης ηλικίας (27,2%), πλήττει όμως δραματικά τους νέους, καθώς για παράδειγμα στην ηλικιακή ομάδα 20-29 ανέρχεται σε 42,7% και στην ηλικιακή ομάδα 16-19 στο 46,3%, με ανοδική μάλιστα τάση.
Η αύξηση τιμών των κατοικιών κατά 7,4% το πρώτο εννεάμηνο του 2019 (Αθήνα 10,3%) η οποία ακολουθείται από μεγαλύτερη αύξηση των ενοικίων, αναμένεται να συμβάλει στην αύξηση φαινομένων φτώχειας.
cnn.gr