Δεν είναι να ανησυχεί κανείς, διαβάζοντας από συριζοφιλελέδες με αφορμή την Ιθάκη, όσα φαντασιακά ισχυρίζονται. Το ακραίο κέντρο επιχειρεί να χτιστεί με την επίκληση των -ξεχασμένων μέχρι σήμερα- δυνάμεων της εργασίας και της δημοκρατίας, αφού πρώτα τα ίδια ενταφιάστηκαν από τις πολιτικές δυνάμεις που έσκαβαν το λάκκο τους. Το αντιδεξιό μέτωπο ως επίκληση θα αποτελέσει το επόμενο αφήγημα το οποίο θα εδραιώνει από τη μια το νέο δικομματισμό και από την άλλη θα υλοποιεί τα βάναυσα ψηφισμένα μνημονιακά μέτρα στο δρόμο προς τις εκλογές.
Τον προηγούμενο αιώνα ο ιστορικός Λόρδος Άκτον, πριν τον Καστοριάδη, προφητικά φιλοτέχνησε τη φενάκη της εξουσίας με τη γνωστή ρήση σε λίγες λέξεις: «Η εξουσία διαφθείρει, η απόλυτη εξουσία διαφθείρει απόλυτα». Ο Καστοριάδης μετονόμαζε τη φιλελεύθερη δημοκρατία, όπως φτάνει να χαρακτηρίζεται μέχρι τις μέρες μας, σε δημοκρατία της ολιγαρχίας. Ανέλυσε τα αντιπροσωπευτικά πολιτεύματα σαν καθαρά φιλελεύθερες ολιγαρχίες, καθώς οι νόμοι και οι αποφάσεις θεσπίζονται από τους λίγους, με τον τρόπο που εύστοχα καθόριζε τον ορισμό των συμφερόντων που εκπροσωπούν τα κόμματα της εκάστοτε εξουσίας, αλλά και των ισχυρών οικονομικών – κοινωνικών κύκλων με τα οποία αμφίδρομα συναλλάσσονται.
Ο Κόλιν Κράουτς, στη «Μεταδημοκρατία», εξηγεί με ακρίβεια την παρακμή των κοινωνικών τάξεων και τη φθορά που υπέστη η εργατική τάξη. Απογαλακτίζει τις βαθύτερες κοινωνικές και οικονομικές δυνάμεις, που εξηγούν τη σύγχρονη δυσανεξία και μαζική απολιτικοποίηση των κοινωνιών. Τον τρόπο, δηλαδή, που βρήκε να πατήσει ο παγκοσμιοποιημένος καπιταλισμός, δημιουργώντας ένα νέο είδος αυτοαναφορικής πολιτικής τάξης, «η οποία ασχολείται περισσότερο με την ανάπτυξη των δεσμών με τα πλούσια επιχειρηματικά συμφέροντα παρά με την εφαρμογή πολιτικών προγραμμάτων που ανταποκρίνονται στις ανησυχίες των απλών ανθρώπων».
Τα πρόσωπα άλλαξαν, η πολιτική βούληση παραμένει αμετάκλητα ίδια και απαράλλαχτη με τους προηγούμενους. Έτσι αμετάκλητα ίδια παραμένει η κοινωνία της φτωχοποίησης, της εξαθλίωσης, του αποκλεισμού και της ανεργίας.
Παιχνίδια με όρους νεοφιλελευθερισμού και οι καριερίστες του ΣΥΡΙΖΑ
Από το 2012 ο ΣΥΡΙΖΑ έγινε το τουριστικό θέρετρο του ΠΑΣΟΚ και από το 2015 -μετά από δύο ιστορικές λαϊκές νίκες που συνειδητά μετατράπηκαν σε ήττες- το ίδιο κόμμα-θέρετρο, μετατράπηκε σε πολιτικό φορέα φέρετρο για κομματικά στελέχη τα οποία αυτοπροσδιορίζονταν μόνο στο πλαίσιο ενός ψευδεπίγραφου κοινωνικού «δικαιωματισμού». Καριερίστες των δικαιωμάτων που αδιαφόρησαν για «το δόγμα του σοκ», όπως συνεχιζόταν και εφαρμοζόταν με όλη την πολιτική, οικονομική και κοινωνική βιαιότητα των μνημονίων στο λαϊκό κοινωνικό ιστό. Ακόμα και η κομματική αλληλεγγύη με τις δομές της μετατράπηκαν μέσα στο χρόνο σε κομματικό μαγαζάκι εργαζόμενων για να βουλώνουν τρύπες επιλαχόντων επιδοματικών ψηφοφόρων.
Η επιβολή ή η νομή της εξουσίας ανάμεσα σε πολιτικές και οικονομικές ολιγαρχικές ομάδες αποτελούσε πάντα το βασικό παιχνίδι που παίζονταν στις πλάτες των εργαζομένων, της νεολαίας, των ανέργων των συνταξιούχων. Παιχνίδι επαναλαμβανόμενο σήμερα, με καθαρούς όρους νεοφιλελευθερισμού που εφαρμόστηκε με τον ιδανικότερο τρόπο από τον ΣΥΡΙΖΑ, ως βασική πολιτική επιλογή του Αλέξη Τσίπρα, υπό την καθοδήγηση των τραπεζών, των αγορών της γραφειοκρατίας Βερολίνου, Βρυξελλών και Δ.Ν.Τ., όπως ελέγχονται από την παγκοσμιοποιημένη οικονομική ολιγαρχία.
Πάνω στη λογική της μετάλλαξης του κυβερνητισμού ένας ιδιότυπος πολιτικός παρενδυτισμός, χωρίς κανένα απολύτως ιδεολογικό πρόσημο ή χαρακτηριστικό γνώρισμα, χαράχτηκε ο ακκισμός και η οίηση με την εξουσία. Θυματοποιώντας έναν ολόκληρο λαό που πίστεψε στην ελπίδα και στο τέλος των μνημονίων το 2015, ας συμφιλιωθούν οι κομματικοί συριζοφιλελελεδες και οι ακόλουθοι τους με την ιδέα αυτής της πραγματικότητας και όχι με τα επικοινωνιακά πυροτεχνήματα της δήθεν σύγκρουσης ή της ανατρεπτικής ρήξης.
Σε καμιά περίπτωση δεν μετουσιώνεται το αφήγημα των μνημονιακών χρόνων του ΣΥΡΙΖΑ σε μορφή Αριστεράς, έχοντας απολέσει από καιρό κάθε αριστερό ίχνος και χαρακτηριστικό από την άσκηση κυβερνητικής εξουσίας. Επ’ ουδενί παραπέμπει στο καινοτόμο αριστερό ιδεώδες που μάχεται το παλιό. Μπορεί να το υποδύεται κακόγουστα, αλλά ανατροπέας και τιμωρός του δεν είναι.
Η μετάλλαξη του παλιού ΣΥΡΙΖΑ σε σοσιαλδημοκρατικό αστικό κόμμα εξουσίας μπορεί να οφείλεται στη μετάλλαξη της ηγετικής του ομάδας, αλλά το χειρότερο, το πιο ύπουλο είναι ότι την εμφανίζουν τεχνηέντως ως απαραίτητη, αναπόδραστη «στρατηγική», προσπαθώντας να μας πείσουν ότι άλλος δρόμος δεν υπήρχε.
Η ζωή επιβεβαίωσε πως «κάποιες φορές κερδίζεις και κάποιες φορές μαθαίνεις». Η αριστεροφανής κατάντια, αυτή η ερμαφρόδιτη μετάλλαξη του ΣΥΡΙΖΑ, λόγο και αιτία αγιάτρευτης πληγής στο σώμα της προδομένης κοινωνίας έδειξε ότι πάθαμε, μάθαμε και δεν «τσιμπάμε».
Εξάλλου δεν χρειάζεται κάνεις να φτάσει μέχρι την Ιθάκη του τουριστικού Αυγούστου για να αντιληφθεί τη σημερινή αληθινή κατάσταση στην κοινωνία, και όσων δεν πανηγύρισαν την εικονική έξοδο από τα μνημόνια όπως την φαντασιώνετα ο Αλέξης Τσίπρας. Κυρίως γιατί η επιστροφή της δεξιάς και των Μητσοτάκηδων δεν μπορούσε να φανταστεί κανείς πως θα συνέβαινε ελέω ΣΥΡΙΖΑ μετά την επιλογή συνέχισης και υιοθέτησης της μνημονιακής διαχείρισης, με αντιλαϊκές πολιτικές ίδιας ή μεγαλύτερης φτωχοποίησης της κοινωνίας.
Εδώ θα μου πεις, μήπως για παράδειγμα, φαντάζονταν ποτέ το 1989, ο Πάνος Σκουρλέτης σε εκείνη την ταβέρνα που έτρωγαν τότε φίλοι και σύντροφοι, πως τριάντα χρόνια μετά θα γίνονταν υπουργός σε τρία υπουργεία, μέσα σε τρία χρόνια, συγκυβερνώντας με την ακροδεξιά του Καμμένου;
Γιώργος Μουργής