Στο κατώφλι ενός νέου εθνικού διχασμού

Τετάρτη 21 Ιουνίου 2017



Σύμφωνα με τις αρχικές παραδοχές και εκτιμήσεις του 1ου Μνημονίου η Ελλάδα θα έπρεπε να είχε επιστρέψει στις αγορές τον Ιούνιο του 2012. Βρισκόμαστε στον Ιούνιο του 2017, με το θεσμικό και οικονομικοκοινωνικό σύστημα να έχει υποστεί ανήκεστες βλάβες. Το δε πολιτικό σύστημα έχει χάσει την αναγκαία αξιοπιστία και ικανότητα να χειριστεί τις κρίσιμες υποθέσεις του έθνους.

Στην περίπτωσή μας, η τελευταία αυτή φράση ακούγεται ως ευφημισμός, παρά σαν κάτι αυτονόητο, όπως θα έπρεπε να είναι. Θα έπρεπε, αλλά δεν συμβαίνει. Οι ηγεσίες των κομμάτων και οι οργανικοί διανοούμενοι, όμως, από τη δεκαετία του 1990 και μετά θεώρησαν την έννοια του έθνους αναχρονισμό και ένδειξη υπανάπτυξης! Η θεώρηση αυτή είχε επιπτώσεις και στην οργάνωση και διαχείριση του εθνικού κράτους.

Στην θέση του έθνους τοποθέτησαν όχι μόνο την ευρωπαϊκή ενοποίηση, αλλά και τη φεντεραλιστική Ευρώπη. Της προσέδωσαν, μάλιστα, «μυθώδεις» διαστάσεις, που βεβαίως απέδειξε ότι δεν έχει. Αυτό συνεχίσθηκε ακόμη και όταν έγινε εξόφθαλμη η «στρέβλωση», όταν αναδύθηκε η «γερμανική Ευρώπη» κατά τρόπο που δεν μπορείς να κάνεις ότι δεν υπάρχει. Μετέτρεψαν με ιστορική επιπολαιότητα την Ελλάδα αρχικά σε ευρωπαϊκή περιοχή και μετά την εκδήλωση της κρίσης, λόγω ευρώ, σε «αποικία χρέους».

Ανασυγκρότηση ή «κονιορτοποίηση»


Είναι γνωστό πως φθάσαμε στο Eurogroup της 15ης Ιουνίου και στο κλείσιμο της δεύτερης αξιολόγησης. Έτσι όπως εξελίχθηκαν τα πράγματα, πρόκειται για σημαντικό σταθμό στην πορεία της χώρας. Γιατί η απόφαση μπορεί να μην δίνει «μόνιμες λύσεις», αλλά ορίζει τις κρίσιμες χρονικές περιόδους του μέλλοντός μας. Μέσα σ’ αυτές η Ελλάδα ή θα ανασυγκροτηθεί ως κυρίαρχο κράτος, ή θα «κονιορτοποιηθεί» εντός της γερμανικής Ευρωζώνης, καταλήγοντας «νομή» άλλων ισχυρότερων εθνών.

Αξίζει να υπογραμμισθεί μια θεμελιώδης ανατροπή που έχει συμβεί στα χρόνια των Μνημονίων και της «ελεγχόμενης χρεοκοπίας». Η Ελλάδα, από εκεί που χαρακτηριζόταν ένα φτωχό κράτος με πλούσιους κατοίκους, έχει εξελιχθεί σε μια «κρατική οντότητα» που παράγει πλεονάσματα και έχει φτωχούς κατοίκους. Αν, μάλιστα, επιβεβαιωθούν οι εκτιμήσεις ότι υπάρχουν μεγάλα ενεργειακά κοιτάσματα, θα έχουμε την πλήρη αντιστροφή: ένα πλούσιο κράτος που θα το νέμονται ξένοι με φτωχοποιημένους κατοίκους.

Η στρατηγική διαφωνία


Η βιωσιμότητα της Ελλάδας –εντός ή εκτός Ευρωζώνης– θα κριθεί σε μια περίοδο που ξεκινά τον Αύγουστο του 2017 και διαρκεί μέχρι τον Αύγουστο του 2021. Στην τετραετία αυτή θα αντιπαρατεθούν οργανικά δύο αντίστροφες, συγκρουσιακές στη βάση και την κουλτούρα τους δυνάμεις.

Από τη μία πλευρά θα είναι αυτοί που επιδιώκουν η Ελλάδα να καταστεί μία βιώσιμη διεθνή οντότητα με εθνική κυριαρχία και κοντά στις «ναυτικές δυνάμεις». Από την άλλη πλευρά, θα είναι εκείνοι που την αντιλαμβάνονται την Ελλάδα –όπως χαρακτηριστικά έλεγε υπουργός των κυβερνήσεων Σημίτη– σαν «την κατάληξη της σιδηροδρομικής γραμμής που ξεκινά από το Βερολίνο και μέσω της Βαλκανικής φθάνει στην Μεσόγειο».

Ο συγκεκριμένος μανιχαϊσμός υπερβαίνει την παραδοσιακή διάκριση Δεξιά-Αριστερά. Οι συνθήκες προσομοιάζουν με αυτές που υπήρχαν στο κατώφλι του Εθνικού Διχασμού, στο 1915. Η ελπίδα φυσικά είναι η στρατηγική διαφωνία να μην μετατραπεί σε εκτός ορίων σύγκρουση, αλλά να παραμείνει στο πλαίσιο μια δημιουργικής αντιπαράθεσης, όπως ταιριάζει σε μια ώριμη δυτική Δημοκρατία. Αυτό, όμως, είναι ζητούμενο και όχι δεδομένο.



Μένιος Τασιόπουλος
ΣΤΗΝ ΚΟΡΥΦΗ