Θα έρθει η μέρα που η σιωπή μας θα είναι πιο δυνατή από τις φωνές που καταπνίγετε σήμερα
1 Μαΐου 1886, Η Αμερικανική Συνομοσπονδία Εργατών εκείνη την ημέρα αποφάσισε “Από και μετά την 1η Μαΐου 1886 οι οκτώ ώρες αποτελούν τη νόμιμη εργασία για μια μέρα».
«Σηκωθείτε, δουλευτάδες της Αμερικής, αφήστε κάτω τα εργαλεία σας την 1η του Μάη 1886, σταματήστε τη δουλειά σας, κλείστε τα εργοστάσια, τις φάμπρικες και τα ορυχεία. Για μια μέρα το χρόνο. Μια μέρα επανάστασης, όχι ανάπαυσης!
Μια μέρα που δεν ορίστηκε από τους καυχησιάρηδες εκπροσώπους των θεσμών που κρατούν την εργατιά σε υποτέλεια.
Μια μέρα στην οποία οι εργάτες κάνουν τους δικούς τους νόμους κι έχουν τη δύναμη να τους εφαρμόσουν, όλα αυτά χωρίς τη συγκατάθεση, την έγκριση αυτών που καταπιέζουν και κυβερνούν.
Μια μέρα κατά την οποία με τεράστια δύναμη, η ενότητα της στρατιάς των δουλευτάδων παρατάσσεται κατά των δυνάμεων, που σήμερα εξουσιάζουν τα πεπρωμένα του λαού όλων των εθνών.
Μια μέρα διαμαρτυρίας ενάντια στην καταπίεση και την τυραννία, ενάντια στην αμάθεια και κάθε είδος πολέμου.
Μια μέρα κατά την οποία οι εργάτες θα πρέπει να αρχίσουν να απολαμβάνουν “οκτώ ώρες για δουλειά, οκτώ ώρες για ανάπαυση και οκτώ ώρες για ό,τι θα ήθελαν”».
Ήταν η έκκληση της Αμερικανικής Ομοσπονδίας Εργασίας προς όλα τα επαγγελματικά και εργατικά συνδικάτα για εκτεταμένο απεργιακό αγώνα με σκοπό την καθιέρωση του οκταώρου.Η απόφαση πάρθηκε την 1η Φλεβάρη 1886 στο Σικάγο, όπου υπάρχει μια αρκετά δυνατή συνδικαλιστική κίνηση, με ψυχή αυτής της κίνησης τους αναρχοσυνδικαλιστές.
Η Αμερικανική Συνομοσπονδία Εργατών εκείνη την ημέρα αποφάσισε “Από και μετά την 1η Μαΐου 1886 οι οκτώ ώρες αποτελούν τη νόμιμη εργασία για μια μέρα». Από τη μέρα αυτή ξεκινάει στο Σικάγο γενική απεργία.”
Πριν από την παρέλαση της 1ης Μαΐου 1886 είχε κυκλοφορήσει το φύλλο της εργατικής εφημερίδας «Die Arbeiter Zeitung», αρχισυντάκτης της οποίας ήταν ο Spies, στο οποίο αυτός έγραφε: «Ο κύβος ερρίφθη. Η πρώτη του Μάη, της οποίας η ιστορική σημασία θα κατανοηθεί και θα εκτιμηθεί μόνο όταν περάσουν τα χρόνια, έχει ήδη φτάσει».Εκείνη την ημέρα, 1η Μαΐου του 1886, 400.000 άνθρωποι συμμετείχαν στις απεργίες που γίνονταν σε όλη τη χώρα και πάνω από 80.000 στο Σικάγο.
Αυτό το Σάββατο του 1886, μια εργάσιμη μέρα, οι εργάτες, ξεκίνησαν με τις γυναίκες και τα παιδιά τους για να διαδηλώσουν ειρηνικά στον χώρο της συγκέντρωσης στην πλατεία Haymarket.
Κι ενώ το πλήθος παρακολουθούσε τις ομιλίες, ο επικεφαλής της αστυνομικής δύναμης διατάσσει να διαλυθεί η συγκέντρωση. Μια βόμβα έσκασε κοντά στους αστυνομικούς, οι οποίοι άρχισαν να πυροβολούν και να χτυπούν τους συγκεντρωμένους χωρίς καμιά διάκριση. Είναι ακόμα άγνωστος ο αριθμός των θυμάτων, αφού πολλοί τραυματισμένοι κατέληξαν τις επόμενες ημέρες, επίσημα μόνο οκτώ νεκροί αστυνομικοί και τέσσερις διαδηλωτές έχουν επαληθευτεί.
Το γνωστό σκίτσο ενός αναρχικού που πετάει μία βόμβα εμφανίστηκε ύστερα από αυτό το συμβάν.
Οκτώ συλληφθέντες διαδηλωτές δικάστηκαν, τέσσερις αυτών καταδικάστηκαν σε θάνατο και άλλος ένας αφαίρεσε μόνος τη ζωή του στη φυλακή. Η διεθνής προβολή αυτής της δίκης δημιούργησε τα θεμέλια της Εργατικής Πρωτομαγιάς ως Εργατικής Γιορτής.
Η κινητοποίηση συνεχίστηκε και τις επόμενες μέρες. Ήταν μέρες διεθνισμού. Διαφορετικές κοινότητες ενώθηκαν στον ίδιο στόχο (στο Σικάγο 10.000 Βοημοί, Πολωνοί και Γερμανοί διαδήλωσαν με μουσική και σημαίες). Ήταν μέρες που έσπασε ο ρατσισμός. Για πρώτη φορά, σε πάρκα που ήταν κλειστά για τους μαύρους, όλοι οι απεργοί, λευκοί και μαύροι, κατέληγαν τις διαδηλώσεις μέσα σ’ αυτά. Ήταν μέρες όπου οι γυναίκες (πολλές φορές και σαν οργανώτριες) έμπαιναν στον αγώνα, σπάζοντας τις διακρίσεις. Οι εφημερίδες αποκαλούσαν «φωνακλούδες αμαζόνες» τις ράπτριες που οργάνωναν απεργιακές παρελάσεις.
Στις 3 Μαΐου, στο εργοστάσιο των θεριστικών μηχανών Μακ Κόρμικ στο Σικάγο εργάζονταν απεργοσπάστες. Απ’ έξω 6.000 φορτοεκφορτωτές, κυρίως μετανάστες, τους αποδοκίμαζαν, αναγκάζοντάς τους να υποχωρήσουν προς το εργοστάσιο. Η αστυνομία πυροβόλησε, σκοτώνοντας τέσσερις απεργούς. Με πρωτοβουλία του Αυγούστου Σπάις, εκ μέρους του Διεθνούς Συνδέσμου Εργαζομένων (αναρχοσυνδικαλιστές), διοργανώθηκε την επόμενη ημέρα νέα κινητοποίηση.
Επειτα από τρεις ημέρες, στις 3 Μαΐου, ο Spies βγάζει λόγο σε 6.000 απεργούς. Μερικές εκατοντάδες μέτρα πιο πέρα γίνεται ένα επεισόδιο με απεργούς και απεργοσπάστες. Ξαφνικά παρουσιάζονται 200 αστυνομικοί και αρχίζουν να πυροβολούν στο ψαχνό. Σκοτώνονται 4 ή 6 εργάτες (έχει μείνει άγνωστο μέχρι σήμερα).
Αρχίζει να μιλάει ο τελευταίος ομιλητής, ο Sam Fielden, οπότε, μετά την αποχώρηση του δημάρχου, ο Bonfield πηγαίνει με 180 αστυνομικούς και διατάσσει να διαλυθεί η συγκέντρωση. Ξαφνικά ρίχνεται μια βόμβα ανάμεσα στους αστυνομικούς.
Μέχρι σήμερα δεν έχει βρεθεί ποιος πέταξε τη βόμβα. Οι επικρατούσες απόψεις είναι: είτε ότι ήταν προβοκάτσια της ίδιας της αστυνομίας ή ότι ρίχτηκε από ένα άτομο, για προσωπική εκδίκηση κατά των αστυνομικών.
Σκοτώθηκε ένας αστυνομικός επιτόπου και 6 πέθαναν αργότερα, οι περισσότεροι από σφαίρες των ίδιων των συναδέλφων τους. Ο αριθμός των εργατών που σκοτώθηκαν από τους αστυνομικούς παραμένει άγνωστος.
Την επομένη ακολουθεί πογκρόμ κατά των εργατών με προτροπή του εισαγγελέα Julius Grinnel ο οποίος λέει: «Κάντε πρώτα τις επιδρομές για σύλληψη και κατόπιν εξετάστε το νόμο».
Από τους συλληφθέντες δικάζονται οκτώ: ο Spies, ο Parsons, ο Fielden,ο Adolph Fischer, ο George Engel, ο Michael Schwab, ο Louis Lingg και ο Oscar Neebe.Όλοι τους αναρχοσυνδικαλιστές.
Η δίκη άρχισε στις 21 Ιουνίου 1886 στο ποινικό δικαστήριο της περιοχής Cooke. Οι υποψήφιοι για το σώμα των ενόρκων δεν επιλέχτηκαν με το συνηθισμένο τρόπο της κλήρωσης ονομάτων από ένα κιβώτιο. Σε αυτήν την περίπτωση ένας ειδικός δικαστικός κλητήρας, που ορίστηκε από τον κρατικό πληρεξούσιο Grinnell, διορίστηκε από το δικαστήριο να επιλέξει τους υποψηφίους. Στην υπεράσπιση δεν επιτράπηκε να παρουσιάσει στοιχεία ότι ο ειδικός δικαστικός κλητήρας είχε δημόσια υποστηρίξει ότι «Διευθύνω αυτή την περίπτωση και ξέρω τι πρόκειται να κάνω. Αυτοί οι συνεργάτες πρόκειται να κρεμαστούν τόσο σίγουρα όσο ο θάνατος».
Η τελική σύνθεση του σώματος των ενόρκων ήταν αστεία: αποτελούνταν από επιχειρηματίες, τους υπαλλήλους τους και έναν συγγενή ενός από τους νεκρούς αστυνομικούς. Καμία απόδειξη δεν προσφέρθηκε από το κράτος ότι οποιοδήποτε από τα οκτώ άτομα που βρίσκονταν ενώπιον του δικαστηρίου είχε ρίξει τη βόμβα, ήταν συνδεμένο με τη ρίψη της, ή είχε ποτέ εγκρίνει τέτοιες ενέργειες. Στην πραγματικότητα, μόνο τρεις από τους οκτώ ήταν στο Haymarket Square εκείνο το βράδυ.
Κανένα στοιχείο δεν προσφέρθηκε ότι οποιοσδήποτε από τους ομιλητές είχαν υποκινήσει τη βία, μάλιστα στη κατάθεσή του στη ο δήμαρχος Harrison περιέγραψε τις ομιλίες σαν «μαλακές (tame)». Καμία απόδειξη δεν προσφέρθηκε πως οποιαδήποτε βίαιη ενέργεια ήταν προγραμματισμένη. Στην πραγματικότητα, ο Parsons είχε φέρει τα δύο μικρά παιδιά του στη συγκέντρωση.
Το ότι οι οκτώ δικάζονταν για τις αναρχικές πεποιθήσεις τους και τις συνδικαλιστικές δραστηριότητες τους ήταν σαφές απ’ την αρχή. Η δίκη έκλεισε όπως είχε ανοίξει, όπως βεβαιώνεται από τα λόγια της κατακλείδας ομιλίας του κρατικού πληρεξούσιου Grinnell στους ένορκους. «Ο νόμος δικάζεται. Η αναρχία δικάζεται. Αυτά τα άτομα έχουν επιλεχτεί, έχουν διαλεχτεί από το Ορκωτό Δικαστήριο, και κατηγορούνται επειδή ήταν ηγέτες. Δεν υπάρχουν άλλοι ένοχοι παρά οι χιλιάδες που τα ακολουθούν. Κύριοι του σώματος ενόρκων: καταδικάστε αυτά τα άτομα, κάντε τα παράδειγμα για αυτούς, κρεμάστε τους και σώζεται τους θεσμούς μας, τη κοινωνία μας.»
Η απολογία του August Spies
Κύριοι δικαστές,
Αν σκέπτεστε σοβαρά ότι με τις κρεμάλες μπορείτε να σταματήσετε το κίνημα, που εξωθεί εκατομμύρια γονατισμένων από την καταπίεση εργατών προς την εξέγερση, είστε, μα την αλήθεια, «πτωχοί τω πνεύματι».Σε παρόμοια περίπτωση θα μας κρεμάσετε με το δίκιο σας.
Έπειτα, αυτό είναι το καλύτερο που έχετε να κάμετε.Κρεμάστε μας!
Μα να περιμένετε το τέλος. Εάν δεν το βλέπετε, εγώ σας το αναγγέλλω. Γύρω σας, κάτω σας, δίπλα σας, πάνω σας, από όλες τις μεριές σας, θεριεύει μια φωτιά. Το έδαφος σαλεύει κάτω από τα πόδια σας. Βαδίζετε, κυριολεκτικά, επάνω σε μια υπόγεια φωτιά. Θέλετε να την αγνοείτε; Δεν θα την αποφύγετε. Θέλετε να απαλλαγείτε, άπαξ δια παντός, από όλους τους «συνωμότες»; Απαλλαγείτε πρώτα από τα αφεντικά της βιομηχανίας, οι οποίοι δημιούργησαν την ανήθικη περιουσία τους από το κλεμμένο αντίτιμο της εργασίας που δεν πληρώθηκε.
Είναι αυτό που εσείς αποκαλείτε «αύξηση του εθνικού πλούτου»!
«Εθνικού»! Τι ειρωνεία! Τη χαρά μερικών προνομιούχων του έθνους να λέτε.
Κάνετε κάτι καλύτερο.Καταργείστε τα τραίνα, τον τηλέγραφο, τα τηλέφωνα, τα βαπόρια, τον εαυτό σας!
Καταργήστε πρώτα από όλα εσάς του ίδιους!Γιατί;Γιατί εσείς, με την συμπεριφορά σας, είστε οι πρώτοι πράκτορες της επανάστασης.Καταργήσατε την αρπαγή και τη λεηλασία, Κύριοί μου.
Αλλά, αυτή είναι η δουλειά σας. Είναι η ανήθικη αποστολή μιας εκατοντάδας ανθρώπων, οι οποίοι προτιμούν ν’ απολαμβάνουν το παν, χωρίς να κάμνουν τίποτε.
Από αυτήν ακριβώς την τάξη πάμε να απαλλαγούμε.
Κοιτάξετε το οικονομικό πεδίο της μάχης. Οι εργάτες έχουν πετσοκοφτεί και εσείς, ω Χριστιανοί μου και καλοί μου και ευγενικοί αστοί, εσείς είστε οι κοινωνικοί γύπες, που τρώνε τη σάρκα των πτωμάτων.
Θέλετε να κάνουμε ένα περίπατο στα στενά δρομάκια της πολιτείας αυτής, εκεί όπου περνάνε τις μέρες τους οι αληθινοί δημιουργοί του πλούτου;
Πάμε μαζί στα ανθρακωρυχεία του Χόκιγκ-Βάλευ; Δεν θα βρούμε ανθρώπους, θα βρούμε κινούμενα πτώματα που άρχισαν να αποσυντίθενται.Η γενική κρατικοποίηση των μέσων παραγωγής καθίσταται αναπόφευκτη αναγκαιότητα. Αρχίζει η εποχή του σοσιαλισμού και της παγκοσμίας συνεργασίας. Οι κατέχουσες τάξεις θα απαλλοτριωθούν. Εκείνοι που λένε «τούτο είναι δικό μου», θα τα δούνε όλα κοινά. Αυτό δεν θα γίνει για σκοπούς σπεκουλάντικους, θα γίνει για το καλό όλων.
Τούτο εδώ δεν είναι όραμα αιθέριο καθώς νομίζετε. Είναι αναγκαιότητα. Είδαμε στην ιστορία πώς ό,τι ήταν ανάγκη να γίνει, έγινε. Αυτό είναι η λογική της ζωής…
Όποιος λέει ιδιωτική βιομηχανία, λέει αναρχούμενη βιομηχανία. Μετρημένα άτομα χρησιμοποιούν προς όφελός τους τις εφευρέσεις. Ο κόσμος είναι για τους λίγους. Δεξιά και αριστερά πέφτουν οι όμοιοί τους, θύματα του πλούτου και της καλοζωίας τους. Λίγο τους ενδιαφέρει. Με τις μηχανές τους μετατρέπουν το ανθρώπινο αίμα σε βώλους χρυσαφιού.
Την ίδια την υγεία των ανήλικων. Με την πολλή εργασία, δολοφονούν τα γυναικόπαιδα. Με την ανεργία σκοτώνουν. Και αυτοί οι άνθρωποι σου λέγονται Χριστιανοί! Γνήσιοι Χριστιανοί!Εμείς παραβήκαμε τους νόμους σας, για να δείξουμε στο λαό σε τι αποβλέπουν όλοι σας οι θεσμοί: στο να εγκαθιδρύσουν, στη χώρα αυτή, μία ολιγαρχία, όμοια της οποίας σε κτηνωδία, δεν υπάρχει πουθενά στην γη!
Αν πιστεύετε ότι με το να μας κρεμάσετε θα εξουδετερώσετε το κίνημα των εργαζομένων, το κίνημα από το οποίο εκατομμύρια ανθρώπινα πλάσματα που σέρνονται στη φτώχεια και στη μιζέρια, περιμένουν την λύτρωσή τους – αν αυτή είναι η γνώμη σας – τότε κρεμάστε μας! Εδώ θα ποδοπατήσετε μία μικρή σπίθα εκεί όμως και πιο πέρα και απέναντι και γύρω μας παντού θα ξεπεταχτούν οι φλόγες. Η φωτιά είναι υπόγεια και δεν θα μπορέσετε να την σβήσετε…
Στην κατάμεστη αίθουσα όπου κυριαρχούσε η σιωπή ο τριαντάχρονος Γερμανός συνδικαλιστής τέλειωσε με τα ακόλουθα λόγια:
Αυτές είναι οι ιδέες μου. Αποτελούν κομμάτι του εαυτού μου. Δεν μπορώ να τις αποχωριστώ αλλά και αν μπορούσα δεν θα το έκανα. Αν πιστεύετε ότι μπορείτε να συντρίψετε τις ιδέες αυτές που μέρα με τη μέρα κερδίζουν περισσότερο έδαφος, αν πιστεύετε ότι θα τις συντρίψετε οδηγώντας μας στην κρεμάλα, αν προτιμάτε για μια ακόμη φορά να επιβάλετε την ποινή του θανάτου σε εκείνους που τόλμησαν να πουν την αλήθεια, τότε είμαι έτοιμος: με θάρρος και με περηφάνια θα πληρώσω το υψηλό αυτό αντίτιμο. Φωνάξτε τον δήμιό σας.
Η αλήθεια που σταυρώθηκε με τον Σωκράτη, τον Χριστό, τον Τζιορντάνο Μπρούνο, τον Χους ή τον Γαλιλαίο είναι πάντα ζωντανή.Εμείς είμαστε έτοιμοι να ακολουθήσουμε τους ανθρώπους εκείνους.
Ξεκαθάρισε ότι δεν έδωσε τη χάρη επειδή πίστευε ότι τα άτομα είχαν υποφέρει αρκετά, αλλά επειδή ήταν αθώα για το έγκλημα για το οποίο είχαν δικαστεί. Αυτοί και οι κρεμασμένοι ήταν τα θύματα της «υστερίας, ενός τσούρμου ενόρκων και ενός προκατειλημμένου δικαστή».
Αυτή η πράξη σήμανε, εν επιγνώσει του, τον πολιτικό θάνατο του Altgeld.
Οι αγώνες συνεχίστηκαν, με αποτέλεσμα το 1898 να κερδίσουν το οκτάωρο οι εργάτες των ορυχείων, και το 1900 οι οικοδόμοι. Ακολούθησαν κι άλλες ενώσεις, και τελικά το οκτάωρο θεσπίστηκε επίσημα στην Αμερική το 1938.
Πρωτομαγιά στην Ελλάδα
Το 1936 έχουμε τους καπνεργάτες της Θεσσαλονίκης. Τα γεγονότα ξεκίνησαν γύρω στον Φεβρουάριο, με κατάληψη ενός εργοστασίου ύστερα από την απόρριψη των αιτημάτων των εργατών και συνεχίστηκε με συμπαράσταση καπνεργατών από άλλα εργοστάσια. Εναντίον τους χρησιμοποιήθηκε τόσο η αστυνομία όσο και ο στρατός. Δεν υπήρχε κεντρική συγκέντρωση, αλλά μικρές συγκεντρώσεις με ομιλητές σε διάφορα μέρη της πόλης. Σε μια συγκέντρωση στη διασταύρωση Εγνατίας και Βενιζέλου, χωροφύλακες πυροβόλησαν και σκότωσαν 7-8 εργάτες. Σ' αυτό το σημείο έχει στηθεί το μνημείο του καπνεργάτη. Με πυροβολισμούς προσπάθησαν να διαλύσουν και τις άλλες συγκεντρώσεις και συνολικά είχαμε τουλάχιστον 12 νεκρούς και 300 τραυματίες. Οι δολοφονίες των εργατών ήταν η έμπνευση του Ρίτσου για τον «Επιτάφιο».
kinisienergoipolites.blogspot.gr