Του Γιάννη Αγγελάκη
Ήρωες και κρετίνοι στην πρώτη πανδημία της εποχής του μηχανικού εαυτού και της εξ αποστάσεως λειτουργίας
Ένα διπλό κύμα σαρώνει τις κοινωνίες των ανθρώπων. Το κύμα της πανδημίας του κορωνοϊού και των μεγάλων τεχνολογικών επιτευγμάτων. Ο συνδυασμός αυτών των δύο επανακαθοριζει τις ζωές των ανθρώπων και αποτυπώνει ένα ερώτημα στο οποίο καλούμαστε να δώσουμε μία πειστική απάντηση: Πώς θα διαφυλάξουμε τον άνθρωπο δίχως να τον θέσουμε στο περιθώριο;
Τα παράδοξα γεγονότα που λαμβάνουν χώρα στο μικρό τόπο που λέγεται Ελλάδα, άρχισαν φαινομενικά ξαφνικά. Αρκούσε η επίσημη δημόσια κοινοποίησή τους, η αναγνώριση της ύπαρξής τους, για να γίνουν συνείδηση και να μετατραπούν σε κοινό κτήμα: μια Αλήθεια. Από τότε, τα πράγματα πήραν τη σειρά τους. Ακολούθησαν συνεχείς ανακοινώσεις για τους επερχόμενους κινδύνους. Αναλύθηκε ενδελεχώς το αδιέξοδο της παρούσας κατάστασης. Διαπιστώθηκε η αναγκαιότητα λήψης συγκεκριμένων αποφάσεων και μέτρων προστασίας.
Είπαν ότι ο εισβολέας που ήρθε είναι αόρατος.
Το πέρασμά του δεν άφησε κάποιο ορατό σημάδι. Δεν υπάρχουν πεσμένα τείχη. Τα κτίρια έμειναν ανέγγιχτα, η ζωή συνεχίζεται δίχως εμφανείς αλλαγές στο τοπίο. Αλλά λένε ότι είναι παντού. Είναι στον αέρα, είναι εν δυνάμει ο καθένας από εμάς, ένα αορατο σωματίδιο που δεν καταλαβαίνει από απειλές και που δε θα σταματήσει αν του προτάξεις κάποιο όπλο. Με αυτό τον εχθρό δε μπορείς να διαπραγματευθείς.
Δεν είναι πόλεμος, όμως η πόλη έμεινε έρημη σα να είχε μόλις δεχτεί εισβολή.
Tα γεγονότα που εξακολουθούν, πήραν την απειλητική και άνευ δυνατότητας αντίστασης εικόνα μιας θεομηνίας. Ο αγώνας έγινε ένας συντήρησης και αντοχής μπροστά στην άγνωστη αιτία μιας σταδιακής καταστροφής.
Πριν φτάσουμε στο σημείο αυτό, ο καθένας μας έβλεπε τα γεγονότα στην Κίνα και δίχως να το επιθυμεί σκεφτόταν:
«Μα τι τρομακτικές εικόνες! Αλλά η Κίνα είναι ένας τόπος τόσο μακρινός, σχεδόν εξωτικός».
Όμως ο κόσμος μας σήμερα είναι μικρός και σε διαρκή κίνηση. Είναι ένα παγκόσμιο χωριό. Η Κίνα είναι πολύ πιο κοντά απ’ όσο ήταν πριν 100 χρόνια. Η απόσταση που μας χωρίζει είναι μόλις μερικές ώρες. Όση ώρα χρειάζεται να φτάσεις με ένα αεροπλάνο.
Όλα έμοιαζαν τόσο αφύσικα, σα ένα κακό όνειρο που δε μπορεί να κρατήσει για πολύ. Αλλά οι πανδημίες δεν είναι σεισμοί. Έχουν διάρκεια.
Οι μέρες πέρασαν και έγιναν βδομάδες και οι βδομάδες έγιναν μήνες. Θα υποχωρήσει και θα επανέλθει με ορμή, όπως ένα κύμα που αδειάζει και ξαναφουσκώνει.
Πριν τον ερχομό της πανδημίας ο καθένας είχε το δικαίωμα να αισθάνεται άτρωτος. Ζούμε σε μία εποχή όπου τα επιτεύγματα της επιστήμης είναι τεράστια. Όλα μοιάζουν εφικτά.
Οι άνθρωποι ζουν περισσότερο από ποτέ και τα παιδιά που γεννιούνται – καταγράφεται στις στατιστικές – ψηλώνουν πιο πολύ από ποτέ.
Πιστεύουμε στην επιστήμη και στη λογική.
Τίποτα δε μπορεί να σταματήσει την πρόοδο και τα σχέδια για το μέλλον. Δεν υπάρχει τύχη, ούτε μοιραίο και τραγικό. Όλα λειτουργούν στην εντέλεια, σα ένα καλοκουρδισμένο ρολόι. Αν κάποιος είναι ικανός και δουλεύει αρκετά, σε αυτό τον κόσμο πετυχαίνει.
Μαζί με αυτή την αφέλεια οι άνθρωποι είχαν αναπτύξει μία σκληρότητα, μία εμμονή με την απόκτηση στάτους, μία έντονη τάση να κρίνουν τον συνάνθρωπό τους.
Πίστευαν ότι η τύχη ευνοεί τους ικανούς.
Πώς σε ένα τέτοιο κόσμο, να μπορούσε να έχει θέση μία πανδημία;
Οι πανδημίες ήταν πράγματα του παρελθόντος, τυχαία απρόβλεπτα γεγονότα βγαλμένα σα από κάποιο σκονισμένο βιβλίο ιστορίας, ταιριάζουν σε οπισθοδομικούς κόσμους: υπο-ανάπτυκτους, που συνεχίζουν να ισχύουν ξεπερασμένοι κανόνες, όχι σε ανεπτυγμένες κοινωνίες όπως αυτές που ζούμε όπου τίποτα δε συμβαίνει τυχαία.
Ήταν φυσικό λοιπόν πως όλοι στο ξέσπασμά, αρνήθηκαν την πιθανότητά της. Ήταν απίθανο κάτι τέτοιο να συμβεί στις χώρες μας. Ακόμα και στην Ελλάδα.
Κι έτσι, οι κυβερνήσεις άργησαν να αντιδράσουν, οι πολίτες άργησαν να συνειδητοποιήσουν τι συμβαίνει. Και για μια στιγμή όλος ο πολιτισμός μας έμοιασε εύθραυστος.
Αισθανθήκαμε, όπως κι ο Πωλ Βάλερυ πριν 100 περίπου χρόνια, ότι η άβυσος της ιστορίας είναι αρκετά μεγάλη για να χωρέσει όλους μας.
Αναγνωρίσαμε ότι όλα κάποια στιγμή μπορεί να τελειώσουν.
Το γεγονός ότι είμαστε ζωντανοί είναι βέβαια κάτι το οποίο είναι εξαίσιο και θαυμάσιο, αλλά οπωσδήποτε δεν υπάρχει τίποτα βέβαιο στη ζωή.
Η αλαζονία που προκύπτει από την ψευδαίσθηση ότι είμαστε άτρωτοι, – το διδάσκει η ιστορία της ανθρωπότητας – πάντα καταρρέει. Πριν το Παρίσι και τη Νέα Υόρκη, υπήρχε η Αλεξάνδρεια και πιο πριν η Βαβυλώνα.
Όσα σχέδια και αν κάνουμε, πάντα υπάρχει η πιθανότητα ενός ξαφνικού θανάτου. Για τον άνθρωπο, δε χρειάζεται να είναι κάποια πανδημία. Μπορεί να είναι ένα ατύχημα, μία ανακοπή καρδιάς, μία πτώση. Υπάρχει η ξαφνικη εμφάνιση μιας αρρώστιας. Ο άνθρωπος δεν είναι αθάνατος ή άτρωτος.
Τα σχέδια καταρρέουν. Συμβαίνει συχνά. Δεν χρειάζεται η αιτία να είναι ο θάνατος.
Όταν αυτό συμβαίνει σε επίπεδο πολιτισμών, ουδείς μπορεί να γνωρίζει με βεβαιότητα τι θα είναι νεκρό ή ζωντανό την επόμενη μέρα, τις ιδέες που θα έχουν καταγραφεί στη λίστα των απωλειών, τις πρακτικές που θα είναι ασύμβατες με τη νέα πραγματικότητα που θα έχει προκύψει.
Ζώντας μέσα στην πανδημία
Στο λογικό ερώτημα που τέθηκε, «τι κάνουμε τώρα που ήρθε η θεομηνία», η απάντηση που δόθηκε ήταν απλή:
Συνεχίζουμε να ζούμε.
Πολλοί συνέχισαν να εργάζονται “από απόσταση”. Συνέχισαν να πληρώνουν τους λογαριασμούς, γιατί «κάποια στιγμή η επιδημία θα τελειώσει». Πλήρωναν – παρά τις δυσκολίες που αντιμετώπιζαν να ανταποκριθούν – λες και επειδή πληρώνουν αυτό σήμαινε ότι με κάποιο τρόπο θα υπάρξει μία επιστροφή στην κανονικότητα, κι αυτή η σκέψη κάπως τους ανακούφιζε, απέκρυπτε το άγνωστο που φανερωνόταν μπροστά.
Στον χρόνο που μας δόθηκε υπήρχαν αυτοί που κατεφύγαν στα βιβλία των σοφών, στους μεγάλους συγγραφείς και ποιητές, ψάχνοντας για κάποιες απαντήσεις σε αυτό το ακατανόητο μίας θεομηνίας με άγνωστη διάρκεια.
Οι άνθρωποι προσπάθησαν να αποφύγουν τις αρνητικές σκέψεις, που αρνούνται ότι το μέλλον δε θα είναι σύμφωνα με τους σχεδιασμούς. Απόφευγαν να μιλούν για την πανδημία όμως διαρκώς επέστρεφαν εκεί.
Συνεχίζουν να ελπίζουν σε μία γρήγορη επιστροφή σε μία προηγούμενη κανονικότητα.
Κάνουν όνειρα για το μέλλον.
Φαντάζονται τα μεγάλα και σπουδαία ταξίδια που θα πραγματοποιησουν, συζητούν για τους πιθανούς πρώτους προορισμούς «όταν η επιδημία θα έχει τελειώσει», αναζητούν “θετικούς δημιουργικούς τρόπους” για να αναδείξουν την ευκαιρία που αποτελεί μία πανδημία. Προσπάθησαν να εκμεταλλευτούν τον χρόνο που έμειναν σπίτι.
Ο άνθρωπος της πανδημίας λ.χ. ξεσκόνισε όλους τους ψηφιακούς τσελεμεντέδες και μαγείρευε πιο πολύ παρά ποτέ.
https://www.youtube.com/watch?v=1xUoKGrH36E
Εν μέσω καραντίνας, αναγνώρισε ότι η δυνατότητα να μένει σπίτι είναι ένα προνόμιο που πολλοί συνάνθρωποί του δεν έχουν. Κάποιοι ένοιωσαν μάλιστα και προνομιουχοι για την επιλογή που έχουν να ζουν υπό καθεστώς εγκλεισμού.
Κάποιοι είναι ελεύθεροι να επιλέξουν τον εγκλεισμό τους εκεί που άλλοι δεν έχουν την επιλογή, σκέφτηκαν. Για μια στιγμή ένοιωσαν ένοχοι.
Ο άνθρωπος της πανδημίας εκφράζει την αισιοδοξία του. Λέει τη γνώμη του για την πορεία της παγκόσμιας οικονομίας που θα αποτυπώνουν την εντύπωση στο μυαλό του ότι υπάρχει μέλλον, ότι η θεομηνία είναι στα μέτρα του και ότι αρκεί να υπομείνει αρκετά.
Εκφράζει τη βεβαιότητα:
«Αρκεί να παρθούν τα κατάλληλα μέτρα και όλα αργά ή γρήγορα θα επιστρέψουν σε μία κανονικότητα».
Η λογική θα υπερισχύσει. Η επιστήμη θα νικήσει. Το παράλογο και απρόβλεπτο δε μπορεί να είναι η τελική απάντηση.
Συντηρεί την ψευδαίσθηση ότι δε χρειάζεται να αλλάξουν πολλά.
…Θεωρούν τους εαυτούς τους ελεύθερους, αφέντες του εαυτού τους. Όμως ουδείς είναι ελεύθερος όσο υπάρχουν θεομηνίες… [1]
Ο άνθρωπος μέσα στην καραντίνα προσπάθησε να διατηρήσει κομμάτια της καθημερινότητας και της ρουτίνας του. Η διατήρησή τους έδωσε την εντύπωση της ύπαρξης μιας κανονικότητας που έχει εξαφανισθεί. Αποτέλεσαν ένα νοητικό συνδετικό κρίκο με αυτό που υπήρχε πριν την πανδημία. Όσο διατηρούσε τη ρουτίνα, τόσο πιο ασφαλής αισθανόταν.
Οπωσδήποτε, προκύπτει ότι η διατήρηση μίας ρουτίνας, η επιζήτησή της, είναι συνθήκη επιβίωσης που η υπερβολή της αποδεικνύει την μεγάλη πλέον ανάγκη που υπήρχε γι’ αυτή.
Στην ειδησεογραφία τις πρώτες μέρες της πανδημίας υπήρχαν πάντα νέα για τις πιθανές θεραπείες και τα ελπιδοφόρα μηνύματα που προκύπτουν από τις έρευνες επιστημόνων. Σύντομα όμως οι διθυραμβικές ειδήσεις που δημιουργούσαν ελπίδες, έγιναν μονόστηλα που διάψευδαν την αρχική αισιοδοξία. Μετά, καθώς ο χρόνος περνούσε, οι ειδήσεις αυτές προξενούσαν όλο και μικρότερη εντύπωση. Η θεραπεία ήταν οπωσδήποτε αναγκαία, όμως ουδείς έμοιαζε να έχει πλέον τον ίδιο ενθουσιασμό όπως τον πρώτο καιρό στο άκουσμα των σχετικών ειδήσεων.
Οι πολιτικοί τον πρώτο καιρό εξέφραζαν και αυτοί την αισιοδοξία τους.
Όταν περάσει η πανδημία, επαναλάμβαναν, δεν υπάρχει αμφιβολία, “η οικονομία θα αρχίσει να τινάζεται ψηλά, πάρα πολύ ψηλά”, έλεγαν με ενθουσιασμό, λες και η επιδημία είναι στην πραγματικότητα μία κρυφή ευλογία που εμείς μένει να την αναγνωρίσουμε γι’ αυτό που είναι και να αντιληφθούμε πόσο πραγματικά τυχεροί είμαστε. [2]
Μετά τις πρώτες εβδομάδες ένας τρόπος για να εκλογικεύσεις την κατάσταση ήταν πάντως να κατηγορήσεις τους πολιτικούς.
Το να κατηγορείς τους πολιτικούς ήταν μία πράξη που έδινε έναν τόνο κανονικότητας σε μία μη κανονική κατάσταση. Έτσι, πολλοί εξέφραζαν την οργή τους για τις μη ενδεδειγμένες κινήσεις της κεντρικής διοίκησης που θα διασφάλιζαν την όσο πιο γρήγορη επιστροφή στις φυσιολογικές συνήθειες, κατηγορούσαν την κυβέρνηση για διαφθορά και πρότειναν σειρά μέτρων που θα μπορούσαν να ληφθούν για την ανακούφιση των πιο ευάλωτων στρωμάτων.
Διαπίστωναν ελλείψεις και λάθη στη διαχείριση.
Ο άνθρωπος της πανδημίας διψούσε για αισιόδοξες ειδήσεις όπως αδημονούσε να διαβάσει και ειδήσεις για την επικείμενη καταστροφή. Λες και επειδή ζει σε μία καταστροφή αυτή πρέπει να αποκτήσει την εικόνα που έχει στο μυαλό του ότι πρέπει να έχει μία καταστροφή και όταν δε λαμβάνει αυτή την εικόνα αρχίζει να αμφισβητεί το κατά πόσο είναι μία καταστροφή ή αν είναι τελικά η φαντασία του ή τον έχουν πείσει ότι ζει μία καταστροφή ενώ στην πραγματικότητα δεν υπάρχει τίποτα το ιδιαίτερο και ξεχωριστό σε αυτό που ζει.
Για πολλούς, το αίσθημα απογοήτευσης είναι μεγάλο αφού η πανδημία δεν ανταποκρίθηκε στις προσδοκίες τους. Φοβούνται ότι υπομένουν όσα υπομένουν δίχως κανένα πραγματικό λόγο και αντίκρυσμα.
Στο έδαφος αυτής της εντύπωσης ανθίζουν ποικίλες θεωρίες συνομωσίας.
Αν δεν είναι μία καταστροφή αυτό που βιώνουμε, τότε οπωσδήποτε πρέπει να είναι ένα σχέδιο που έχει ως στόχο την εκμετάλλευση του φόβου της καταστροφής. Λες και το γεγονός ότι ο φόβος για μια καταστροφή γίνεται αντικείμενο εκμετάλλευσης πρέπει να σημαίνει ότι η καταστροφή δε μπορεί πραγματικά να υπάρχει.
Η επιστροφή σε αυτά που είναι “κοινή γνώση”, δίνει μία αίσθηση κανονικότητας που μειώνει τον φόβο για την πανδημία.
Αν τα πράγματα είναι όπως ήταν πάντα, αν η πανδημία είναι ένα ψέμα, τότε αρκεί να αντιδράσουν για να υπενθυμίσουν την αλήθεια που ήδη γνωρίζουν – ότι δεν εμπιστεύονται «τους πολιτικούς που είναι πουλημένα τομάρια», και «τα μέσα παραπληροφόρησης που είναι ελεγχόμενα και διεφθαρμένα» – σε όλους αυτούς που εξαιτίας του φόβου στον οποίο έχουν υποκύψει δε μπορούν να τη δουν. Οπωσδήποτε πάντως, το γεγονός δε μπορεί να είναι τυχαίο.
Ανιχνεύουν στοιχεία που αποτυπώνουν μοτίβα που αποκαλύπτουν την αλήθεια που αποδεικνύει ότι ο φόβος είναι κατασκευασμένος.
Απαραίτητο λίπασμα αποτελούν οι αντιφατικές πολιτικές που εφαρμόζονται και οι ανακριβείς και αλληλοσυγκρουόμενες πληροφορίες που ακούγονται από τα πιο επίσημα χείλη.
Προσπαθούν να αντιδράσουν υπό συνθήκες όπου ακόμα και το δικαίωμα τους στην αντίδραση τίθεται εν αμφιβόλω, εις το όνομα της διασφάλισης της δημόσιας υγείας. Πολλοί αντιδρούν επειδή δε μπορούν να κάνουν αλλιώς. Επειδή γι’ αυτούς είναι ζήτημα επιβίωσης.
Ο αριθμός τους αυξάνεται όσο ο κίνδυνος της πείνας και της εξαθλίωσης μεγαλώνει.
Προς το παρόν πάντως, στις καθημερινές συζητήσεις, η πλειοψηφία των ανθρώπων συνεχίζει να εκφράζει τους πιο τρομερούς φόβους της με τις πιο τετριμμένες εκφράσεις. Έτσι μόνο αισθάνονται ότι μπορούν να κερδίσουν τη συμπάθεια των άλλων.
Άλλωστε, το καζάνι αυτό μας χωράει όλους και δεν κάνει εξαιρέσεις. Γιατί λοιπόν να προσποιούμαστε πια τους έκπληκτους ή τους οργισμένους;
Ότι έρχεται ως θεομηνία αντιμετωπίζεται ως θεομηνία. Η οργή και η αγανάκτηση για τις ανατροπές που έφερε η πανδημία είναι αισθήματα που δεν προσφέρουν λύσεις απέναντι σε μια φυσική καταστροφή. Η οργή δίχως προοπτική όταν συνεπάγεται ακινησία ισοδυναμεί με θάνατο.
«Παραμένω ψύχραιμος. Δεν οφελεί το να οργίζομαι απέναντι σε ένα φαινόμενο. Η οργή δεν ταΐζει.
Υπάρχει βέβαια μια ενόχληση. Μια αναστάτωση στις καθημερινές συνήθειες και στην πραγματοποίηση των καλών και συμφέροντών μου. Μια προσαρμογή κάπως βίαιη. Όμως, πάραυτα, είναι μια προσαρμογή», λέει ο άνθρωπος της πανδημίας με μια προσποιητή αισιοδοξία.
«Συνεχίζω να αντιμετωπίζω την κατάσταση με περισσότερα χωρατά παρά παράπονα. Δεν είμαι δειλός. Δεν είμαι αδύναμος. Θέλω να είμαι από αυτούς που αντιμετωπίζουν τα πράγματα με αισιοδοξία. Η θεομηνία μπορεί να αποτελεί μία ευκαιρία για να ανακαλύψω άγνωστες πτυχές του εαυτού μου. Η θεομηνία μπορεί να είναι μία ευκαιρία αυτο-βελτίωσης. Κατ’ ένα τρόπο, είναι μία εκπαιδευτική διαδικασία Και καθώς όλα τούτα συντελέστηκαν σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα, συμπεραίνω πως, οι αλλαγές αυτές, αφού δεν είναι φυσιολογικές δεν πρέπει να είναι και μόνιμες.
Δεν πιστεύω σε θεωρίες συνωμοσίας, αλλά έχω την κρυφή ελπίδα πως θα είναι κάτι περαστικό.
Οι συνήθειές μου επιμένουν. Προσαρμόζομαι στο νέο περιβάλλον που διαμορφώνεται. Οι συνήθειές μου προσαρμόζονται. Αλλάζουν. Άλλωστε, μπορεί κανείς να παραιτηθεί από τη ζωή; Γιατί αυτό θα έπρεπε να κάνω αν αποδεχόμουν την καταστροφή. Η δυνατότητα του ανθρώπου να προσαρμόζεται είναι αναπόφευκτη», καταλήγει με μία ικανοποίηση για τις διαπιστώσεις του.
Ο άνθρωπος συνηθίζει. Κι ο φόβος μπορεί να υπάρχει ως η απουσία του. Ως αποστασιοποίηση.
Στο τέλος, η καθημερινότητα θα έχει πάρει μια άλλη μορφή. Τότε, ο μετασχηματισμός θα έχει ολοκληρωθεί. Η νέα πραγματικότητα θα είναι λειτουργική. Η καθημερινότητα θα έχει μεταμορφωθεί, το έκτακτο θα είναι το νέο κανονικό.
Ναι! Η συνήθεια μας χαρακτηρίζει. Αυτό είναι ένα πράγμα που με βεβαιότητα μπορώ να πω. Με την ανάλογη διοίκηση και υπό τις πρέπουσες συνθήκες. Με τη σωστή αναλογία παραγωγής φόβου και ορθής διαχείρησής του. Κι η αντίδραση ενάντια στη διοίκηση – ως ένα επίπεδο – είναι επιθυμητή. Είναι μέσα στη λογική της διαχείρησης.
Αυτή η μία φράση έχει εξαιρετική σημασία:
Ο άνθρωπος συνηθίζει.
Από την έξαρση των πρώτων εβδομάδων και τα μεγάλα συναισθήματα σιγά – σιγά περάσαμε σε μία αποδοχή της νέας κατάστασης. Δεν πρόκειται για παραίτηση αλλά περισσότερο για την προσαρμογή ενος ανθρώπου που επιβιώνει.
Τα συναισθήματα έγιναν πιο μουντά. Οι ειδήσεις για τις πιθανές συνέπειες δεν προσελκούσαν τόσο μεγάλο ενδιαφέρον. Το δράμα των ανθρώπων στην Ιταλία και σε άλλες χώρες, άρχισε να μοιάζει συνηθισμένο. Δεν προκαλούσε πλέον εντύπωση. Κάποιοι αμφισβητούν ακόμη και αν ήταν ποτέ πράγματι δράμα. Μα και ο αριθμός των νεκρών τώρα δε μοιάζει πια τόσο μεγάλος. Ίσως και οι νεκροί να μην ήταν πραγματικά νεκροί… Είναι μια θεωρία που κερδίζει έδαφος.
Ο Άνθρωπος συνηθίζει.
Ακόμα και σε μία κατάσταση που ηθικά και ψυχικά αρχικά δεν τον καλύπτει, συνηθίζει. Επιβιώνει. Μα η συνήθεια αυτή φθείρει: είναι διαφθορά. Είναι η Αφαίρεση. Ένα κενό που μεγαλώνει. Γιατί το ψυχικό και ηθικό κενό μένει δίχως κάτι να το γεμίζει. Κι υπάρχει μεγαλύτερο έγκλημα από την αδιαφορία;
Στην αναζήτηση ενός ασφαλούς καταφυγίου
Η αλήθεια είναι ότι αρχικά μπροστά στον κίνδυνο μίας αόρατης και άγνωστης βίας με την οποία ήρθε αντιμέτωπος, ο άνθρωπος αναζήτησε καταφύγιο.
Στην Αρχαία Ελλάδα ο ικέτης που προσέφευγε σε «ιερό άσυλο» – έστω και αν ήταν δολοφόνος, στασιαστής, σφετεριστής της νόμιμης εξουσίας, τύραννος – ήταν θεωρητικά προστατευμένος από οποιασδήποτε μορφής βία.
Στο μεσαίωνα η εκκλησία ήταν καταφύγιο, στο οποίο οι κατατρεγμένοι μπορούσαν να αναζητήσουν άσυλο.
Όμως σε αυτή την καταστροφή, ουδείς πιστός – ακόμα και ο πιο πράος άνθρωπος – μπορεί να βρει καταφύγιο και ν’ ακούσει λόγια στήριξης.
Αυτός που αναζητεί καταφύγιο μπορεί να είναι ο ίδιος που μεταφέρει μαζί αυτό το οποίο τον ωθεί να αναζητεί άσυλο. Μπορεί να μεταφέρει μαζί του τη βία από την οποία προσπαθεί να διαφύγει. Κάθε ένας που ζητά άσυλο είναι εν δυνάμει αυτός που θέτει σε κίνδυνο όσους αναζητούν άσυλο, είναι ένας εν δυνάμει δούρρειος ίππος.
Ο άνθρωπος της εποχής της πανδημίας μαθαίνει ότι το μόνο ασφαλές άσυλο είναι η μοναξιά του. Καλείται να αγαπήσει την μοναξιά του.
Τα σπίτια μετατράπηκαν στους τόπους εξορίας. Η εξορία έγινε επιθυμία. Η συνειδητή επιλογή της εξορίας αποτέλεσε μία ευθύνη ατομική που κλήθηκε ο άνθρωπος να αναλάβει, για το καλό του. Όμως η μη αποδοχή της ευθύνης, ακολουθούσε η τιμωρία.
Ζήσαμε μέσα σε ατομικές Σπιναλόγκες της θετικής ενέργειας, όπου μόνο εντός τους μπορούσαμε να είμαστε ασφαλείς και να μην αποτελούμε κίνδυνο για τους άλλους.
Αλλά η απομόνωση επεκτάθηκε και έξω από τα σπίτια.
Ο άνθρωπος περπάτησε στους άδειους δρόμους.
Αν και η παρουσία κάποιου άλλου ανθρώπου αυτόματα τον έλκει κοντά του, καθώς πλησιάζει, το συναίσθημα που επικρατεί είναι ο φόβος. Ο κάθε άνθρωπος είναι πρώτα και κύρια εν δυνάμεις φορέας.
Έμαθε να σκέφτεται τις αποστάσεις και αισθάνεται άβολα όταν κάποιος δεν αντιλαμβανεται ότι έχει παραβιάσει τα όρια ασφαλείας τα οποία επιτρέπονται, όταν με κάποιο τρόπο πλησίαζε τα νοητά σύνορά μέσα στα οποία είναι ασφαλής. Καμία οικειότητα δεν επιτρέπει την διαπέραση τους.
Το σύνορο δεν τέθηκε αυθαίρετα. Βασίζεται σε μία γνώση την οποία μοιράζονται αυθεντίες, ειδικοί και επιστήμονες. Κουβαλά το κύρος τους.
Στην αρχή το όριο ασφαλείας μεταξύ των ατόμων ορίστηκε στα δύο μέτρα. Μετά, πήγε στα 4 μέτρα. Κάποιοι επιστήμονες υποστήριξαν ότι ο ιός μπορεί να μεταφερθεί και από 8 μέτρα απόσταση. Παρουσιάστηκαν απεικονίσεις του φαινομένου όπου ο ιός διασπείρεται σε πολύ μεγάλες αποστάσεις πάνω σε ανυποψίαστους ανθρώπους.
Συζητήθηκε η ανάγκη δημιουργίας ειδικής τεχνολογίας που θα διασφαλίζει την τήρηση των ορθών αποστάσεων ασφαλείας μεταξύ των ατόμων, όπως ήδη υπάρχουν προγράμματα που ενημερώνουν για το ποιος απειλείται από το να κολλήσει τον Covid-19.
Κάποιοι πολιτικοί προχώρησαν ένα βήμα παραπάνω και πρότειναν, την τοποθέτηση τεχνολογίας που θα ειδοποιεί για τη μη τήρηση των απαραίτητων αποστάσεων.
Δεν υπάρχει καμία βεβαιότητα, όμως διαρκώς υπενθυμίζεται ότι είναι η επιστημονική αυθεντία που εγγυάται την προστασία της ζωής.
Ο άνθρωπος της πανδημίας εμπεδώνει ότι δε μπορεί πραγματικά να εμπιστευθει ούτε τον εαυτό του.
Το άτομο δεν γνωρίζει πραγματικά αν είναι άρρωστος ή υγιής μια δεδομένη στιγμή αφού ο ιός έχει την ιδιότητα να μην παράγει συμπτώματα για αρκετές ημέρες ή ανά περιπτώσεις να μην παράγει καθόλου συμπτώματα.
Κάποιος μπορεί να μεταφέρει τον ιό χωρίς να το γνωρίζει.
Δίχως να γνωρίζει πραγματικά αν είναι φορέας ή όχι, ο άνθρωπος της πανδημίας οφείλει διαρκώς να προστατεύει τον εαυτό για να προστατεύσει τον συνάνθρωπό του.
Πριν τον ερχομό της πανδημίας, στις σύγχρονες κοινωνίες του δυτικού κόσμου, η μοναξιά είχε μετατραπεί σε επιδημία. Η μοναξιά, τώρα αναγνωρίζεται ως το μόνο ασφαλές καταφύγιο από την πανδημία.
Από το μινιμαλισμό των λίγων επιλεκτικών σχέσεων ως μία επιλογή απελευθέρωσης από ανθρώπινους δεσμούς που δεν είναι αναγκαίοι ή που αποτελούν βάρος ώστε ο άνθρωπος να μπορεί να αφοσιωθεί σε «αυτά που έχουν πραγματικά σημασία» – δηλαδή στη βελτίωση του παραγωγικού εαυτού του οποίου επιζητεί την ανάδειξη της «αληθινής», απελευθερωμένης από όλα τα περιττά ουσίας του, ο άνθρωπος τώρα, εν μέσω της πανδημίας του κορωνοϊού, καλείται να επιλέξει την μοναξιά των λίγων επιλεκτικών σχέσεων ως μία πράξη ατομικής ευθύνης, για το καλό της κοινωνίας, για να διασφαλίσει την υγεία του και τη δημόσια υγεία.
Καλείται να επιλέξει ελεύθερα τη μοναξιά του, να επανακαθορίσει το νόημά της, να είναι μόνος αλλά να μην αισθάνεται μοναχικός.
Μετά, όταν καταφέρει να αναδείξει την «αληθινή» ουσία της, θα μπορεί να παρουσιάσει τις θετικές κρυφές πτυχές της σε αυτούς που δε μπορούν να τις διακρίνουν, ως το αποτέλεσμα της ηθικής ανωτερότητάς του, μια ηθική επιλογή που οδηγεί στην ανακάλυψη του αληθινού εαυτού.
Δεν αρκεί να κάνεις αυτό που πρέπει, ο άνθρωπος της πανδημίας οφείλει να το επιθυμεί.
Η μοναξιά, μπορεί πάντα να είναι μια ελεύθερη επιλογή, όπως και η διαρκής παρακολούθηση.
Μπορούν να αποτελούν πράξεις ευθύνης προς τον εαυτό και την κοινωνία.
Σα σ’ ένα δυστοπικό νεοφιλελευθερισμό το άτομο που ενδιαφέρεται για τον εαυτό και λαμβάνει αποφάσεις με βάση την προστασία του αναδεικνύεται στον απόλυτο προστάτη του κοινωνικού συνόλου. Όσο πιο πολύ το άτομο επιτυγχάνει την ατομική του ασφάλεια, όσο αναλαμβάνει την ευθύνη της διασφάλισης της υγείας του, όσο πιο πειθήνιος είναι, τόσο περισσότερο διασφαλίζει την ασφάλεια του κοινωνικού συνόλου.
Η επιτυχία του διασφαλίζει τη δημόσια υγεία.
Η ανθρώπινη επαφή εν καιρώ καραντίνας ποινοκοποιήθηκε. Οι ποινές επιβλήθηκαν για την προστασία του εαυτού και της κοινωνίας.
Λογικά προκύπτει ότι η όποια ποινή, δεν επιβλήθηκε πλέον σε έναν άνθρωπο που βιώνει τους περιορισμούς που του επιβάλλονται ως στέρηση της ελευθερίας του, αλλά σε αυτόν που είναι αδύνατος πνευματικά και ανεύθυνος κοινωνικά, που δεν είναι ικανός να επιλέξει ελεύθερα τη μοναξιά του λόγω χαμηλής αντιληπτικής ικανότητας (σε αντίθεση με την υψηλή αντιληπτική ικανότητα των επιστημόνων και ειδικών) και αδυνατεί ως εκ τούτου να αναλάβει το μερίδιο της ευθύνης που του αναλογεί. Πράττει ενάντια στο συμφέρον το δικό του και της κοινωνίας. Είναι ένας ηλίθιος.
Η βία, τότε, δεν είναι η επιλογή του κράτους να ασκήσει βία πάνω σε αυτούς που δεν πειθαρχούν, αλλά προκύπτει ως το αποτέλεσμα της αδυναμίας του ατόμου να συνειδητοποιήσει το συμφέρον του και να πράξει ανάλογα. Είναι η αναγκαιότητα για την προάσπιση του δημόσιου συμφέροντος μα κυρίαρχα της δημόσιας υγείας που την επιβάλλει, απέναντι σε ένα άτομο που είναι ένοχο για την χαμηλή αντιληπτική ικανότητα και την αδυναμία του να δράσει ως υπεύθυνος πολίτης και που, ως εκ τούτου, αποτελεί κίνδυνο για τη δημόσια υγεία και την κοινωνία και μάλιστα των πιο αδύναμων και ευπαθών ομάδων της κοινωνίας.
Είναι ο σεβασμός απέναντι στους πολίτες – της συντριπτικής πλειοψηφίας της ελληνικής κοινωνίας που τηρεί τα μέτρα και ακολουθεί τις οδηγίες – που επιβάλλει τη βία εις βάρος των αδύναμων να υπακούσουν και των ανεύθυνων που δε θέλουν να υπακούσουν.
Η μορφή της αρρώστιας η οποία στο αρχικό της στάδιο δε δίνει συμπτώματα μετατρέπει τον καθένα σε εν δυνάμει φορέα. Δε χρειάζεται να αποδειχθεί ότι είναι, αρκεί η πιθανότητα ότι είναι. Ο κάθε ένας είναι εν δυνάμει άρρωστος.
Εκ τούτου προκύπτει ότι η αρρώστια είναι και ο φόβος της αρρώστιας.
Δεν χρειάζεται να έχεις τον ιό, ο φόβος του ιού αρκεί.
Αν όμως όλοι αποτελούν εν δυνάμει φορείς, σίγουρα πιο επικίνδυνοι φαντάζουν οι εκκεντρικοί.
Εν μέσω πανδημίας ο άνθρωπος εμπιστεύεται αυτό που του μοιάζει περισσότερο. Ο φόβος για τον ιό μετατρέπεται σε φόβο για τον συνάνθρωπο, περισσότερο για τον συνάνθρωπο που είναι διαφορετικός, ο οποίος εξαιτίας της διαφορετικότητάς και αντισυμβατικότητάς του μετατρέπεται σε επικίνδυνο, πιθανά παθογόνο. [3] [4]
Αποδέχεται ότι ο καθένας είναι ένας εν δυνάμει κίνδυνος για την κοινωνική σταθερότητα η οποία διασφαλίζεται μόνο με τον κομφορμισμό και την οικειοθελή απομόνωσή.
Γιατί «υπευθυνότητα είναι να συμπεριφέρεσαι σαν να έχεις τον ιό και φοβάσαι μη τον μεταδώσεις».
Φτώχια και πανδημία, δύο φαινόμενα που μοιάζουν
Η επιλογή της αυτο-εξορίας για κάποιους είναι πιο εύκολη από κάποιους άλλους.
Οι πλούσιοι μπορούσαν να αυτο-εξοριστούν σε παραδεισένια σπίτια σε εξωτικά νησιά ενώ άλλοι το μόνο που είχαν είναι ένα μικρό δωμάτιο σε ένα σπίτι γεμάτο ανθρώπους. Κάποιοι δε μπορούσαν να επιλέξουν την εξορία τους αφού έπρεπε να εργάζονται.
Καποιοι δεν έχουν σπίτι.
Πολλές φορές αυτοί που δεν έχουν σπίτι, δεν γεννήθηκαν και στη δική μας χώρα.
Η αδυναμία τους να μείνουν μέσα στα σπίτια που δεν έχουν ή η αναγκαστικότητα να βγουν έξω από τα τα σπίτια τους για να επιβιώσουν, επισύρει τιμωρίας. Οι ποινές επιβάλλονται για τη διασφάλιση της δημόσιας υγείας από τον κίνδυνο που αποτελεί η ύπαρξή τους.
Ο μέσος συμπολίτης μας νοιώθει ανασφάλεια για όσα του επιφυλάσσει το μέλλον και ακολουθεί πιστά τις συμβουλές των ειδικών. Εκνευρίζεται με όσους δε μπορούν να πειθαρχήσουν τους εαυτούς τους. Και οι φτωχοί που φταίνε για τη φτώχεια τους είναι τόσο απείθαρχοι.
Ο Όργουελ είπε ότι «οι άνθρωποι θεωρούν δεδομένο ότι έχουν το δικαίωμα να κάνουν κύρηγμα και να προσεύχονται γι’ αυτόν που το εισόδημά του πέφτει κάτω από ένα επίπεδο». Είπε επίσης ότι η ουσία της φτώχιας είναι ότι εξαφανίζει το μέλλον.
Όταν εισαι φτωχός και πεινασμένος τα σχέδια για το μέλλον δεν έχουν σημασία. Το μόνο που ενδιαφέρει τον πεινασμένο είναι να βρει τρόπο να γεμίσει το άδειο στομάχι του. Το σήμερα που ορίζεται από το στομάχι που είναι άδειο έχει μεγάλη σημασία, όχι το άγνωστο αύριο και ότι θα φέρει αυτό.
Η πανδημία του κορωνοϊού μοιάζει με τη φτώχεια από την άποψη ότι στερεί τον άνθρωπο από την ικανότητα να φαντασθεί το μέλλον.
Για τους ανθρώπους που ζουν μέσα στον φόβο και στην απελπισία, αυτό που έχει σημασία είναι να αντιμετωπιστούν τα ζητήματα του σήμερα, γιατί η ανάλωση στο τι μπορεί να φέρει το μέλλον φαντάζει μία ανούσια χρονοτριβή και συγχρόνως η προοπτική του μέλλοντος είναι τρομακτική.
Αποτελεί συνθήκη επιβίωσης η αφοσίωση στο τώρα.
Όμως, η αίσθηση ενός άδειου στομαχιού που πρέπει να γεμίσει, είναι πιο δυνατή από τον κίνδυνο του κορωνοϊού.
Όταν ακόμα βρισκόμασταν στην πρώτη περίοδο της επιδημίας, ένας ποδοσφαιριστής που είχε μεγαλώσει μέσα στη φτώχια είχε πει ότι:
«Πεθαίνει περισσότερος κόσμος από πείνα, από φτώχεια, από βία και επειδή μένει στον δρόμο, απ’ ότι από έναν ιό».
Η δήλωση αυτή δημιούργησε αντιδράσεις. Θεωρήθηκε ότι η επισήμανση ότι η φτώχια είναι αιτία θανάτου δε θα έπρεπε να είχε γίνει τώρα. Ότι το να μιλάς για την πείνα εν μέσω της πανδημίας κατ’ ένα τρόπο υποβίβαζε την βαρύτητα που έπρεπε να δώσει ο άνθρωπος στην πανδημία.
Αλλά η δύναμη της πείνας είναι πιο δυνατη από οποιαδήποτε πανδημία. [5]
Η φτώχεια και η πανδημία είναι δύο φαινόμενα που μοιάζουν αλλά είναι ταυτόχρονα πολύ διαφορετικά.
Για τη φτώχεια και τις συνθήκες ζωής που συνεπάγεται μπορεί να κατηγορηθεί ο φτωχός, όμως για την πανδημία δε μπορεί να κατηγορηθεί ο άνθρωπος που ζει υπό το καθεστώς της.
Ο άνθρωπος της πανδημίας δε φταίει για τις πράξεις ενός θεού του οποίου οι βουλές είναι άγνωστες ή ενός ιού που δε λειτουργεί με βάση τις βουλές του ανθρώπου. Όμως ο φτωχός έχει την ευθύνη της φτώχιας του και των κακών αποφάσεών του, ακόμα και αν πολλές από τις λανθασμένες αποφάσεις του οφείλονται στην πείνα και στη φτώχια του. Συνεχίζει να λαμβάνει λανθασμένες αποφάσεις και υπό το καθεστώς της πανδημίας, γιατι το λάθος είναι αναγκαίο για την επιβίωσή του.
Το κήρυγμα που θα δεχθεί το θύμα της πανδημίας θα έχει στον πυρήνα του την κριτική της αδυναμίας του να υπακούσει. Πολλές φορές αυτοί που δε μπορούν να υπακούσουν λόγω των συνθηκών της ζωής τους είναι οι φτωχοί. Ο φτωχός θα κατηγορηθεί για τη φτώχεια του που γιγαντώνει τις συνέπειες της πανδημίας. Φταίει ο φτωχός για τη φτώχια του, οι κακές αποφάσεις που λαμβάνει, δε φταίει η πανδημία. Φταίει το θύμα της πανδημίας. Αυτός που φοβάται την πείνα περισσότερο από τον ιό.
Ο άνθρωπος μέσα στην πανδημία, είναι απόλυτα ξεκάθαρο, μοιράζεται την κοινή μοίρα όλων των ανθρώπων που αποδέχονται ότι αυτό που προέχει δεν είναι τα σχέδια για το μέλλον.
Σταματά να σκέφτεται τις συνέπειες που θα έχουν στη ζωή του οι αποφάσεις που λαμβάνονται σήμερα, υπό το καθεστώς της πανδημίας. Όμως, κάποια στιγμή η πανδημία θα τελειώσει, οι αποφάσεις που λαμβάνονται σήμερα θα μείνουν μαζί μας για το μέλλον.
Σε αυτό διαφέρει η πανδημία από την φτώχεια.
Οι πανδημίες αλλάζουν το μέλλον ενώ η φτώχεια είναι πάντα φτώχια. Ένα φαινόμενο για το οποίο ποτέ δε λαμβάνεται κανένα ουσιαστικό μέτρο πραγματικής αντιμετώπισής του, παρά μόνο από τους ίδιους τους φτωχούς που συνήθως πέρνουν λάθος αποφάσεις. Πέρνουν λάθος αποφάσεις όχι επειδή είναι ανίκανοι να λάβουν τις σωστές αποφάσεις αλλά επειδή είναι φτωχοί. Και οι πανδημίες εντείνουν τις αντιθέσεις, μεγαλώνουν το χάσμα μεταξύ πλούσιων και φτωχών. Όσο δεν αντιμετωπίζεται η πανδημία, τόσο μεγαλώνει ο αριθμός των ανθρώπων που αντιμετωπίζουν τον κίνδυνο της φτώχιας, που εξ ανάγκης λαμβάνουν κακές αποφάσεις που επιδεινώνουν την κατάσταση. Όσο δεν αντιμετωπίζεται η φτώχεια, τόσο οι συνέπειες της πανδημίας γίνονται πιο μεγάλες. Μαζί, παγιώνουν μία νέα κανονικότητα μεγαλύτερων αντιθέσεων που η σταθερότητά της διασφαλίζεται από την επιστημονική παρακολούθηση και την επιτήρηση.
Ο άνθρωπος αφοσιώνεται στο τώρα, αλλά το μέλλον αλλάζει.
Από τον κορωνοϊό στον ιό της επιτήρησης
Η επαφή ανθρώπου με άνθρωπο μετατρέπεται σε ένα πρόβλημα για το οποίο πρέπει να βρεθεί μία λύση.
Σε ασιατικές χώρες αναζήτησαν λύσεις που βασίζονται στη χρήση της τεχνολογίας.
Με ειδικά apps η κίνηση του κάθε ατόμου ιχνηλατείται και η παραβίαση των προκαθορισμένων ορίων κίνησης επισύρει τιμωρίας. Έτσι μόνο διασφαλίζεται αποτελεσματικά μία κίνηση που εμπεριέχει μέσα της σε τέτοιο βαθμό την έννοια της ασφάλειας, ώστε να μπορεί να εγγυηθεί την τόσο αναγκαία επιστροφή στην παραγωγική διαδικασία και στην επανεκκίνηση της οικονομίας.
Αν η υγεία είναι ο βασιλιάς, κι η επιστήμη είναι η θρησκεία, τότε ο θεός είναι πανταχού παρών και παρακολουθεί την κάθε κίνησή μας, γνωρίζει την κάθε σκέψη μας και την κάθε φοβία, μέσω των δυνατοτήτων καταγραφής που προσφέρουν οι νέες τεχνολογίες. Εγγυάται την υγεία μέσω της επιτήρησης των πιστών και διασφαλίζει την εφαρμογή των απαραίτητων μέτρων. Το μάτι του είναι οι χιλιάδες διάσκορπες κάμερες στον αστικό ιστό, τα drones στους ουρανούς αλλά και όλες οι τεχνολογίες που εμπεριέχουν νοημοσύνη και βασίζονται στη συλλογή δεδομένων.
Η επιστημονική εγκυρότητα επιβεβαιώνει την αναγκαιότητα της πειθαρχίας στα μέτρα που λαμβάνονται. Η αμφισβήτηση των μέτρων μετατρέπεται σε μία ευθεία αμφισβήτηση της επιστημονικής αλήθειας, κι έτσι μπορεί να είναι στον πυρήνα της μόνο ανορθολογική.
Η υπακοή μετατρέπεται στη μόνη ορθολογική απάντηση.
Ο ανυπάκουος δεν είναι απλά ένοχος, είναι ανορθολογικός, βρίσκεται απέναντι από την Αλήθεια που το αδιαμφισβήτητό της κύρος έχει την σφραγίδα της επιστημονικής αυθεντίας.
Μόνο η επιστημονική αλήθεια μπορεί να εγγυηθεί τη δημόσια υγεία και την επιστροφή στην κανονικότητα.
Το σχετικό πλαίσιο αναλύθηκε και στη χώρα μας από τον αρμόδιο υπουργό, κ. Χαρδαλιά, με αφορμή τη συγκέντρωση νέων ανθρώπων σε μία πλατεία λίγο μετά το τέλος της απαγόρευσης κυκλοφορίας.
Είπε ο Υπουργός:
“Τα όσα εξελίχθηκαν στην Αγία Παρασκευή δεν παραπέμπει σε εικόνες πολιτών που έχουν ανάγκη να χαλαρώσουν και να εκτονωθούν από την ψυχολογική πίεση και κόπωση των προηγούμενων εβδομάδων αλλά σε κάποιους δεκάδες (δεκάδες που δεν έχουν την ιδιότητα των πολιτών, σε αντίθεση με τους πολίτες που αποτελούν πλειοψηφία όμως φέρονται υπεύθυνη παρά την ψυχολογική πίεση) που δεν αντιλαμβάνονται τη σοβαρότητα της κατάστασης (χαμηλής αντιληπτικής ικανότητας), αγνοούν τους επιστήμονες υγείας και τις συμβουλές τους (σε άγνοια λόγω της χαμηλής αντιληπτικής τους ικανότητας σε αντίθεση με την υψηλή αντιληπτική ικανότητα των επιστημόνων), περιφρονούν τις οδηγίες του κράτους για τους κινδύνους του συγχρωτισμού (επειδή δεν είναι πολίτες και είναι χαμηλής νοημοσύνης σε σκόπιμη άγνοια) ιδιαίτερα όταν δεν λαμβάνονται μέτρα προφύλαξης και προστασίας και κυρίως αδιαφορούν για τις ευθύνες τους απέναντι στις ευπαθείς ομάδες (αποτελούν κίνδυνο για τη δημόσια υγεία και την κοινωνία και μάλιστα των πιο ευπαθών ομάδων της κοινωνίας)…
Η ευθύνη μας απέναντι στους πολίτες, της συντριπτικής πλειοψηφίας της ελληνικής κοινωνίας που τηρεί τα μέτρα και ακολουθεί τις οδηγίες (στους υπεύθυνους πολίτες που υπακούουν, όχι τους δεκάδες χαμηλής νοημοσύνης που δεν είναι πολίτες, λειτουργούν ανορθολογικά και γι’ αυτό είναι ανυπάκουοι) επιβάλλει τη λήψη μέτρων τοπικού χαρακτήρα.
Σε έναν τέτοιο κόσμο, η παρακολούθηση και η επιτήρηση αποτελεί τη λύση στο πρόβλημα που αποτελεί η ανθρώπινη ανυπακοή για τη διασφάλιση της δημόσιας υγείας.
Σχεδόν σα βγαλμένο από κάποια σελίδα βιβλίου του Όργουελ, ελεύθερος (να μετακινείται) θα είναι μόνο αυτός που θα βρίσκεται υπό διαρκή παρακολούθηση ώστε να αναγνωρίζεται αν και πότε μπορεί να αποτελέσει κίνδυνο (για τη δημόσια υγεία);
Ελεύθερος θα μπορεί να είναι μόνος αυτός που θα βρίσκεται διαρκώς υπό έλεγχο και αυτοβούλως θα το επιθυμεί; [6] [7] [8]
Άραγε, τι θα μπορούσε να σημάνει αυτή η εξέλιξη για τις όποιες δυνατότητες αμφισβήτησης μίας πραγματικότητας στην οποία οι αντιθέσεις μεταξύ πλούσιων και φτωχών αναμένεται να γιγαντωθούν;
Ήδη, με πρόφαση την προστασία της δημόσιας υγείας έχουν δημιουργηθεί πάνω από 50 προγράμματα και τεχνολογίες που σκοπό έχουν την παρακολούθηση και ιχνηλάτηση επαφών εργαζόμενων που θέτουν σε κίνδυνο κάθε έννοια ιδιωτικότητας. Οι εργαζόμενοι οφείλουν να αποδεχτούν την διαρκή παρακολούθησή τους ή να ρισκάρουν να χάσουν τη δουλειά τους.
Στο εργασιακό περιβάλλον που θα προκύψει μετά την πανδημία, οι εργοδότες θα γνωρίζουν πολλά παραπάνω για τους εργαζόμενούς τους απ’ όσα γνώριζαν πριν.
Σύμφωνα με έρευνα της Gartner, το 51% των εργοδοτών στις ΗΠΑ σχεδιάζουν να ξεκινήσουν να συλλέγουν στοιχεία για τη θερμοκρασία των εργαζόμενών τους. Ένα επιπλέον 60% συλλέγει δεδομένα σχετικά με συμπτώματα ενώ 25% των επιχειρήσεων ζητούν στοιχεία σχετικά με το ποιους ανθρώπους έχουν έρθει σε επαφή. 5% των επιχειρήσεων απαιτούν πλέον από τους εργαζόμενους να τους παραδίδουν τον πλήρη ιατρικό τους φάκελο. [9] [10]
Η Amazon έχει δημιουργήσει ένα σύστημα που στέλνει προειδοποιήσεις στους εργαζόμενους όταν πλησιάζει αρκετά κοντά ο ένας στον άλλο. Άλλες εταιρείες δοκιμάζουν τεχνολογίες για την ταυτοποίηση των εργαζομένων που έχουν έρθει κοντά σε άλλους εργαζόμενους που αποδείχθηκαν φορείς του ιού.
Όμως ειδικοί ανησυχούν ότι τα δεδομένα που συλλέγονται από τις εταιρείες θα χρησιμοποιηθούν και για άλλους σκοπούς, όπως το να αξιολογούν την παραγωγικότητα των εργαζομένων.
Σε 4 εργοστάσια της Ford, εφαρμόζεται τεχνολογία με βραχιολάκι το οποίο ενημερώνει στέλνοντας ένα μικρό ηλεκτρικό παλμό τους εργαζόμενους αν πλησιάζει ο ένας πολύ κοντά στον άλλο. Το πιλοτικό πρόγραμμα εφαρμόζεται μεν εθελοντικά από εργαζόμενους που θέλουν να βελτιώσουν τα επίπεδα παραγωγής ιατρικών εξαρτημάτων, όμως αποτυπώνουν πρωτόγνωρες χρήσεις τεχνολογιών για τις οποίες δεν υπάρχει κανένα απολύτως πλαίσιο, εις το όνομα της έκτακτης ανάγκης. [11]
Ο φόβος είναι ότι οι τεχνολογίες επιτήρησης ανοίγουν τον δρόμο για μία πιο μεγάλη συλλογή δεδομένων που δε συνδέεται με την κατάσταση έκτακτης ανάγκης, και ότι αυτή η συλλογή δεδομένων θα συνεχίσει και όταν η δημόσια υγεία θα έχει διασφαλιστεί. «Κανονικοποιέται» η παρακολούθηση των εργαζομένων. Όχι μόνο αναφορικά με τον ιό, αλλά με τις ίδιες τις καθημερινές συνήθειές τους.
Ο Burcu Kilic, συγγραφέας σχετικής έρευνας σημειώνει ότι «η ταχύτητα με την οποία αυτές οι τεχνολογίες περιορισμού της ιδιωτικότητας έχουν εμφανιστεί δημιουργεί μεγάλη ανησυχία, ιδιαίτερα λαμβάνοντας υπόψη ότι καμία από αυτές τις τεχνολογίες δεν έχει αποδειχθεί αποτελεσματική στον περιορισμό της διάδοσης της πανδημίας»
Ένα τέτοιο πρόγραμμα είναι και το ProjectWell της Microsoft το οποίο στέλνει τα αποτελέσματα των διαγνωστικών τεστ για τον κορωνοϊό απευθείας στον εργοδότη. Και άλλα προγράμματα διαχειρίζονται τα ιατρικά δεδομένα των εργαζομένων σα να μην τυγχάνουν καμίας προστασίας ούτε περιορισμών στη διακίνησή τους.
«Σε ένα εργασιακό περιβάλλον όπου οι διαφορές στις σχέσεις εξουσίας είναι μεγάλες, πολλοί εργαζόμενοι θα πρέπει είτε να αποδεχτούν τη διαρκή παρακολούθησή τους και την καταγραφή των δεδομένων τους ή να κινδυνεύσουν να χάσουν τις δουλειές τους», λέει ο Kilic.
Δεν υπάρχουν μόνο τα προγράμματα παρακολούθησης της υγείας των εργαζόμενων αλλά και αυτά που χρησιμοποιούνται για την παρακολούθηση του πώς εργάζονται οι εργαζόμενοι. Προγράμματα όπως το Hubstaff έχουν αποκτήσει μεγάλη δημοφιλία σε μία περίοδο όπου λόγω της πανδημίας του κορωνοϊού η εργασία από απόσταση γίνεται όλο και πιο διαδεδομένη.
Πρόκειται για προγράμματα που καταγράφουν κάθε κίνηση του εργαζόμενου κατά τη διάρκεια των ωρών εργασίας του, στέλνουν διαρκή report στον εργοδότη και αξιολογούν την αποδοτικότητά του.
Όμως δε μένουν μόνο εκεί. Μέσω GPS παρακολουθούν την κίνηση των εργαζόμενων καταγράφοντας τις διαδρομές που κάνουν και τον χρόνο που ξοδεύουν για να ολοκληρώσουν αυτές τις διαδρομές, πόση ώρα ξοδεύεται στο φαγητό και στα διαλείμματα.
Επίσης καταγράφονται στοιχεία όπως πόση ώρα ξοδεύει ο εργαζόμενος δακτυλογραφώντας ή κουνώντας το ποντίκι του υπολογιστή. Πόσα κλικ πατάει και σε τι συχνότητα.
Η παραγωγικότητα του εργαζόμενου αποτυπώνεται σε έναν αριθμό που μπορεί να είναι καλός ή κακός.
Ο Dave Nevogt, εκ των ιδρυτών της εταιρείας Hubstaff είπε:
«Ο κόσμος μας αλλάζει γρήγορα. Οι εργαζόμενοι γνωρίζουν ότι παρακολουθούνται, οπότε δεν αποτελεί παράβαση της ιδιωτικότητάς τους».
Οι εργαζόμενοι δεν απελευθερώνονται από τον τόπο εργασίας, κάθε τοποθεσία όπου βρίσκονται γίνεται χώρος εργασίας στον οποίο υπάρχει η δυνατότητα να τελούν διαρκώς υπό αυστηρή και διαρκή επιτήρηση. [13]
Hubstaff | Time Tracking and Productivity Monitoring Tool
O ιός της επιτήρησης και της παρακολούθησης δεν είναι πλέον υπόθεση μόνο του κράτους ή της επιχείρησης, είναι ατομική ευθύνη του καθενός να είναι τα μάτια της κρατικής μηχανής ώστε να διασφαλιστεί η δημόσια υγεία.
Στην Ινδία η πλειοψηφία των θυμάτων παρακολούθησης από πολίτες είναι οι λιγότερο προνομιούχοι συμπολίτες τους, αυτοί που δε μπορούν να κάνουν αλλιώς παρά να βγουν έξω από τα σπίτια τους γιατί πρέπει να δουλέψουν για να επιβιώσουν.
Εν μέσω κορύφωσης των μέτρων καραντίνας για την πανδημία το να καταδίδεις τον γείτονά σου επικροτήθηκε από την κοινωνία και το κράτος. Ο χαφιεδισμός περίπου μετατράπηκε σε υπόδειγμα συμπεριφοράς για κάθε πολίτη που ήθελε να λέγεται υπεύθυνος. Και οι σωστές συμπεριφορές επιβραβεύονται, τυγχάνουν της κοινωνικής αποδοχής.
Η κατάδοση έγινε viral, ασπάζεται από τους χρήστες των δικτύων ευρείας μετάδοσης πληροφορίας, διαδίδεται με ταχύτητα ιού με υψηλό ρυθμό αναπαραγωγής και ο άνθρωπος που καταδίδει μπορεί να γίνει μία instant διασημότητα.
Τυγχάνει της αποδοχής και επιβραβεύεται με πολλά likes και shares που έχουν αξία και τρέφουν την αυτοεκτίμησή του.
Αναγνωρίζεται η αξία του, η αναγκαιότητα ύπαρξης περισσότερων ανθρώπων σαν κι αυτόν και μαζί η αξία του να καταδίδεις τον ανεύθυνο συνάνθρωπό ως μία πράξη ευθύνης για τη διασφάλιση της δημόσιας υγείας, μία πράξη που εγγυάται την γρηγορότερη επιστροφή στην επιζητούμενη από όλους «κανονικότητα».
Άλλωστε, δεν είναι θέμα μόνο δημόσιας υγείας, είναι ζήτημα ευρύτερο. Αφορά την ίδια την οικονομία, την εύρυθμη λειτουργία του συστήματος.
Όσοι καταδίδουν τους «ηλίθιους του κορωνοϊού» (covidiots) επιτελούν έργο θεάρεστο. [14] [15] [16]
Οι πολίτες δεν καλούνται απλά να αποδεχτούν την αναγκαιότητα επιτήρησης και παρακολούθησής τους, δεν καλούνται απλά να επιλέξουν τον τόπο της εξορίας τους, καλούνται να ταυτιστούν, να γίνουν οι φορείς της επιτήρησης και του ελέγχου:
Η αποδοχή της δράσης τους όπως αποτυπώνεται στα social media είναι η ευρύτερη αποδοχή της ίδιας της ιδέας της παρακολούθησης και της επιτήρησης.
Η καταστολή περίπου αυτοματοποιείται.
Η διαχείριση της έκτακτης κατάστασης ορίζει την επιστροφή στην κανονικότητα, τα μέτρα που εφαρμόζονται δεν αναγνωρίζονται ως απολυταρχικά, αλλά ως το μέσο για τη διασφάλιση της διατήρησης της δημόσιας υγείας, αφού άλλωστε έχουν και την σφραγίδα της επιστημονικής αυθεντίας. Η νέα κανονικότητα που κάποια στιγμή θα προκύψει, η νέα σταθερότητα θα εμπεριέχει τις συνθήκες που έχει γεννήσει η έκτακτη κατάσταση.
Συλλογικά, αυτή η νέα πραγματικότητα έχει αρχίσει να γίνεται αποδεκτή.
Το είδαμε να συμβαίνει και στην Ελλάδα ήδη από τις πρώτες εβδομάδας της καραντίνας. Συνεχίζει και συμβαίνει και τώρα.
Αρκετοί συνήθισαν στο να στέλνουν μήνυμα για να βγουν έξω από το σπίτι τους έτσι ώστε τις πρώτες μέρες μετά την παύση του μέτρου, να νοιώθουν άβολα, ανασφαλείς, ότι δεν κάνουν κάτι που όφειλαν να κάνουν, να αισθάνονται μια ανάγκη να στείλουν μήνυμα για να νοιώσουν ότι έχουν το δικαίωμα να είναι έξω από το σπίτι, όπως ένας φυλακισμένος που όταν βγει από τη φυλακή νοιώθει την ανάγκη, επιζητεί και αναζητεί από κάποιον να ζητήσει άδεια για να μπορέσει να μετακινηθεί.
Ο άνθρωπος της πανδημίας, συνέχισε συναισθηματικά να επιζητεί να λάβει άδεια, κάπου να στείλει ένα μήνυμα έστω και αν ποτέ δε γνώριζε πραγματικά αν κάποιος κοίταζε το μήνυμα που στέλνει..
Αποδεχόμαστε τη λογική της επιτήρησης και της παρακολούθησης όχι ως αναγκαίο κακό αλλά ως καλό και αναγκαίο. Ως ένα εργαλείο, ίσως, ως τη μόνη διέξοδο – ως ένα δίκαιο αντίτιμο – για μία κάποια επιστροφή στην ”κανονικότητα”, για τη διασφάλιση μίας έστω μερικής ελευθερίας. Συνηθίζουμε στην ιδέα.
Το δίλημμα άλλωστε που θέτετε δεν αφήνει και πολλά περιθώρια άλλης επιλογής.
Μεταξύ δημόσιας υγείας και της δυνατότητας έστω μίας μερικής επιστροφής σε φυσιολογικούς ρυθμούς και από την άλλη της διαφύλαξης των ελευθεριών και των δικαιωμάτων ιδιωτικότητάς μας, η επιλογή δε μπορεί παρά να είναι η προστασία της δημόσιας υγείας που είναι αναγκαία συνθήκη για την επιστροφή στην παραγωγική διαδικασία.
Η πανδημία απέδειξε ότι αν το τέλος της ιστορίας δεν υφίσταται, δεν σημαίνει ότι είναι αναγκαίο να φανερωθεί κάποιο άλλο φωτεινό μονοπάτι. Το τούνελ στο οποίο βαδίζουμε μπορεί να γίνει πιο σκοτεινό και ανελεύθερο.
Η πανδημία στην εποχή του καπιταλισμού της επιτήρησης και της οικονομίας της προσοχής
Η αλήθεια είναι ότι τίποτα από όλα αυτά δεν ήταν ολότελα καινούργιο.
Και πριν την πανδημία, ο άνθρωπος των σύγχρονων κοινωνιών είχε συναινέσει στην παράδοση της ιδιωτικότητάς του με αντάλλαγμα τη χρήση «δωρεάν» υπηρεσιών.
Το αντίτιμο που αποδέχτηκε για τη χρήση υπερυπολογιστών και των προγραμμάτων τους ήταν η παράδοση των πιο προσωπικών του πληροφοριών σε εταιρείες που τις συλλέγουν και τις συνθέτουν σα παζλ ώστε να γνωρίζουν τα πάντα γι’ αυτόν πριν ακόμα αυτός ο ίδιος τα γνωρίζει.
Η επιλογή που δόθηκε στο άτομο ήταν μεταξύ της διαρκούς παρακολούθησης ή της επιστροφής σε έναν κόσμο περιορισμένων δυνατοτήτων.
Από την ιδιωτικότητά, ο σύγχρονος άνθρωπος των δυτικών κοινωνιών επέλεξε την υπολογιστική ισχύ. Ουσιαστικά όμως, ποτέ δεν είχε κάποια πραγματική άλλη επιλογή να κάνει.
Πριν μόλις 15 χρόνια αυτό που συμβαίνει τώρα θα ήταν απολύτως αφύσικο. Η έννοια της ιδιωτικής ζωής και των ιδιωτικών στιγμών είχε πολύ μεγαλύτερη βαρύτητα.
Είχαμε οικογενειακά άλμπουμ με φωτογραφίες τις οποίες μοιραζόμασταν με λίγους ανθρώπους που εμπιστευόμασταν. Η θέασή τους γινόταν συνήθως σε γιορτές ή ειδικές περιπτώσεις, ίσως μετά το φαγητό και σε στιγμές χαλάρωσης, και αποτελούσε έναν τρόπο για να δείξουμε στον άλλο με τον οποίο μοιραζόμαστε το υλικό, ότι πλέον ανήκει σε έναν κλειστό κύκλο ανθρώπων που εμπιστευόμαστε, στους οποίους επιτρέπουμε να εισέλθουν στον κόσμο μας και να δουν μαζί μας στιγμιότυπα των πιο σημαντικών στιγμών της ζωής μας. Αυτή η άδεια εισαγωγής στον ιδιωτικό κόσμο ήταν ένα προνόμιο για λίγους επιλεγμένους ανθρώπους.
Τώρα όμως, οι άνθρωποι ανεβάζουν στα social media την κάθε τους στιγμή, ακόμα και τις πιο ιδιαίτερες, για να τις δει ο οποισδήποτε χρήστης.
Το κάνουν οικειοθελώς με αντάλλαγμα τη δίψα για αποδοχή από τους υπόλοιπους χρήστες, χρήστες που αποτελούν ένα ετερογενές μείγμα πολύ διαφορετικών ανθρώπων τους οποίους άλλους τους γνωρίζουν, άλλους όμως δε γνωρίζουν σχεδόν καθόλου. Προκύπτει η ανάγκη για διαμόρφωση ενός ψηφιακού ιδεατού εαυτού που ανταποκρίνεται στις ανάγκες του κοινού. Επιζητούμε να διαμορφώσουμε τις συνθήκες ώστε το κοινό να ενδιαφέρεται να μάθει όσα περισσότερα γίνεται για εμάς.
Η αποδοχή είναι μία μετρήσιμη αξία, είναι η στιγμιαία εντύπωση που αποτυπώνεται στον αριθμο likes που λαμβάνει αυτό που ο άνθρωπος μοιράζεται. Οι χρήστες εθίζονται στο “like” και επιζητούν την αύξηση του αριθμού των “friends”, ο μεγάλος αριθμός των οποίων αποτυπώνει τη δημοφιλία, δηλαδή, τη σημαντικότητά τους ως άτομα. Η αποδοχή του ψηφιακού εαυτού αποτυπώνει την αληθινή τους αξία η οποία είναι μετρήσιμη.
Παρουσιάζουμε το πρόσωπο του εαυτού που θα αυξήσει τον αριθμό των likes, shares, comments.
Άρθρα «ειδικών» ενημερώνουν για το ποια είναι η καλύτερη ώρα για να ποστάρεις ώστε να λάβεις τα περισσότερα likes. Έχουν δημιουργηθεί ειδικά προγράμματα για την αποτελεσματικότερη διαχείριση των λογαριασμών στα social media ώστε να μεγιστοποιείται η αποδοτικότητα του υλικού που αναρτείται.
Οι εταιρείες επιβραβεύουν συγκεκριμένες συμπεριφορές που αυξάνουν τον εθισμό, θέτουν τον ένα χρήστη απέναντι από τον άλλο, σε ανταγωνισμό για το ποιος θα κατορθώσει να αντλήσσει περισσότερο την προσοχή των χρηστών, αναζητούν τρόπους για τη μεγιστοποίηση του χρόνου αφοσίωσης στις πλατφόρμες τους που είναι αναγκαία συνθήκη για τη δημιουργία περισσότερων πολύτιμων δεδομένων. Οι χρήστες εκπαιδεύονται με μικρο-επιβραβεύσεις και μικρο-τιμωρίες ώστε να επιδεικνύουν τις επιθυμητές συμπεριφορές. Η πόλωση είναι αναπόφευκτη. Ο διάλογος εξελίσσεται ως μία μάχη χρηστών η οποία πάντα βρίσκεται υπό την παρακολούθηση και την αξιολόγηση ενό κοινού που σπεύδει να επιβραβεύσει ή να αποδοκιμάσει τις απόψεις που εκφράζονται. Όλα τελούν υπό διαρκή κρίση.
Έχουμε αποδεχθεί τη λειτουργία ενός καπιταλισμού που βασίζεται στη διαρκή παρακολούθηση ως φυσικό και αναπόδραστο κομμάτι της ζωής μας στα πλαίσια μίας νέας οικονομίας που βασίζεται όλο και παραπάνω σε έναν ανταγωνισμό για τη συγκέντρωση της μετρήσιμης ανθρώπινης προσοχής των χρηστών και σε τεχνολογίες και προγράμματα που βασίζονται στην επιτήρηση και στη συλλογή δεδομένων.
Τα δεδομένα αυτής της χρήσης συλλέγονται από τις εταιρείες και αξιοποιούνται αναλόγως. Αποτελούν την πρώτη ύλη για μια τεράστια γκάμα «έξυπνων» εφαρμογών, συντελούν στη δημιουργία προβλεπτικών μοντέλων της ανθρώπινης συμπεριφοράς που παράγουν μέγα-κέρδη.
Δίνουμε τα δεδομένα μας οικειοθελώς. Αποδεχόμαστε τη λογική της παράδοσης των προσωπικών δεδομένων και της εκμετάλλευσής τους, αφού πρώτα οι ίδιοι ως χρήστες τα μοιραζόμαστε «ελεύθερα» με άλλους χρήστες, στην αναζήτηση μίας μετρήσιμης αποδοχής της οποίας το μέγεθος είναι πάντα συγκρίσιμο με το μέγεθος της αποδοχής που λαμβάνουν άλλοι χρήστες. Σημασία έχει ο αριθμός που συγκεντρώνεις, όχι από ποιους τον συγκεντρώνεις. Η σύγκριση γίνεται πάντα στη βάση του αριθμού που συγκεντρώνουν άλλοι χρήστες.
Σύμφωνα με την Alisson Graham σε αυτόν τον κόσμο, «είμαστε οι εταιρείες δημοσίων σχέσεων του εαυτού μας και διαρκώς αναζητούμε τρόπους για να αυξήσουμε τα νούμερά μας».
Αυτό που χάνει αξία μέσα απ’ όλη αυτή τη διαδικασία είναι η χρονοβόρα διαδικασία που χρειαζόταν για να κερδίσει ένας άνθρωπος την εμπιστοσύνη από έναν άλλο άνθρωπο, εμπιστοσύνη που αποτελούσε αναγκαία συνθήκη για να μοιραστεί μαζί του ιδιωτικές στιγμές, και να προχωρήσει σε εκμυστηρεύσεις, ή να αφηγηθεί προσωπικές σκέψεις. Περιορίζεται η αξία της διαδρομής και της προσπάθειας που χρειάζεται για να κερδίσει ένα άτομο την εμπιστοσύνη από ένα άλλο, και μαζί όλα όσα προκύπτουν στην πορεία αυτής της διαδρομής.
Η εμπιστοσύνη πλέον δεν είναι προαπαιτούμενο. Αυτό που μετρά είναι ο βαθμός της αποδοχής, δηλαδή, πόσο θα αρέσει αυτό που θα διαμοιραστεί, πώς θα κριθεί και θα αξιολογηθεί από το κοινό.
Άραγε, με αυτή την απώλεια, η δημιουργία βάθους στις σχέσεις των ανθρώπων δεν έχει πλέον την ίδια βαρύτητα για να λειτουργούν αρμονικά οι κοινωνίες που ζούμε; Απελευθερωνόμαστε από τον βαθύ δεσμό με τον άνθρωπο για τον οποίο χρειάζεται χρόνος και προσπάθεια;
Σε αυτό τον κόσμο της λειτουργίας από απόσταση, του περιορισμού της ανάγκης δημιουργίας εμβάθυνσης στις σχέσεις των ανθρώπων για να μοιραστούμε αυτό που ως πρόσφατα ήταν το ιδιωτικό, της διαρκούς αξιολόγησης και της πίεσης που αυτή δημιουργεί στο άτομο, ανθίζει η ανάγκη για ορθότητα, για χρήση των κατάλληλων «ασφαλών» λέξεων και εικόνων που δε θα προσβάλλουν και δε θα «πληγώνουν». Προσαρμοζόμαστε στις ανάγκες ενός κοινού που δε μας γνωρίζει όμως διαρκώς κρίνει.
Ο «χρήστης» προσπαθεί να προσφέρει το ιδανικό ασφαλές προϊόν για το ετερογενές κοινό του και διαμορφώνει ανάλογα την εικόνα του εαυτού την οποία προωθεί.
Ο σημερινός άνθρωπος δεν χρειαζόταν την πανδημία για να μάθει να λειτουργεί υπό επιτήρηση, με ασφάλεια από απόσταση. Είχε εν μέρει αποδεχτεί ότι το να έρχεσαι κοντά σε άλλους ανθρώπους δεν είναι τόσο αναγκαίο, αναγνώριζε ότι θα μπορούσε να είναι και ένας περιορισμός της ελευθερίας του εαυτού που οδηγεί σε μη αποδεκτούς συμβιβασμούς. Τώρα, αποδέχεται ότι το να έρχεται κοντά σε άλλους ανθρώπους είναι εν δυνάμει επικίνδυνο για την δημόσια υγεία.
Το 2007, ένα μικρό μόνο τμήμα του ελεύθερου χρόνου μας αφιερωνόταν μπροστά από οθόνες. 10 χρόνια μετα, σχεδόν το σύνολο του ελεύθερου χρόνου των ανθρώπων των δυτικών κοινωνιών περνά μπροστά από οθόνες.
Τον καιρό της καραντίνας, ο άνθρωπος ξόδεψε περισσότερο χρόνο παρά ποτέ μπροστά από οθόνες.
Ο άνθρωπος επικοινώνησε μέσω ειδικών προγραμμάτων όπως το Skype ή Zoom, εργάστηκε και διασκέδασε από απόσταση, συμμετείχε σε challenges.
Η επιλογή της επικοινωνίας μέσω της οθόνης ταυτίστηκε με τη διασφάλιση της δημόσιας υγείας.
Αναγνωρίστηκε ότι η επαφή με τον άλλο άνθρωπο είναι επιθυμητή μόνο υπό όρους ασφάλειας. Ο άνθρωπος διατήρησε μέσω οθονών την επαφή με τον άλλο άνθρωπο από τον οποίο έπρεπε να κρατήσει αποστάσεις επειδή αναγνωρίστηκε ως εν δυνάμει επικίνδυνος.
Είναι μία πολύ διαφορετική πανδημία αυτή που ζούμε. Πρωτόγνωρη στην ιστορία της ανθρωπότητας. Είναι η πρώτη πανδημία στην ιστορία της ανθρωπότητας που καταγράφεται σε τέτοιο βάθος και με τόσα διαφορετικά μέσα.
Αποτυπώνεται στα κείμενα που αναρτώνται στα κοινωνικά μέσα, στα like, σε κάθε έκφραση θαυμασμού, πόνου, χαράς.
Παίρνει τη μορφή emoticon.
Αμέτρητα live stream που σχολιάζονται ζωντανά από τους χρήστες, βίντεο, φωτογραφίες, ηχητικά προσφέρουν πολύτιμα δεδομένα.
Καταγράφεται στη μορφή που παίρνουν οι κινήσεις των ανθρώπων στον αστικό ιστό μέσω ενός δικτύου εκατομμύρια καμερών.
Τα στοιχεια συλλέγονται και αποτυπώνουν όλο και πιο ξεκάθαρα τις συναισθηματικές αντιδράσεις των ανθρώπων στην πραγματικότητα της πανδημίας όπως εξελίσσεται.
Προσφέρουμε δεδομένα σε μία πρωτόγνωρη κλίμακα που μετατρέπονται σε γνώση γύρω από τον άνθρωπο. Ένα μεγάλο μερίδιο αυτών των δεδομένων και της γνώση που δημιουργούν ανήκει σε έναν μικρό αριθμό πανίσχυρων εταιρειών. Μαθαίνουν πώς φέρεται ο άνθρωπος όταν βρίσκεται υπό πίεση, όταν είναι τρομοκρατημένος, όταν αισθάνεται απειλή για την ίδια του την ύπαρξη.
Οι αντιδράσεις κατηγοριοποιούνται αναλόγως των ειδικών χαρακτηριστικών κάθε ανθρώπου. Μέσα από τη συλλογή αυτού του τεράστιου όγκου δεδομένων εκατομμύριων χρηστών προκύπτουν μοτίβα συμπεριφορών τα οποία επειδή επαναλαμβάνονται μετατρέπονται σε προβλεπτικά μοντέλα που έχουν τεράστια αξία.
Είναι στοιχεία τα οποία θα αξιοποιηθούν.
Ζούμε την πρώτη πανδημία της εποχής του απελευθερωμένου εαυτού που βρίσκεται διαρκώς υπό επιτήρηση.
_________
Αναφορές:
1 Αλμπέρ Καμύ, (1947), «Η Πανούκλα», Εκδοτικός Οργανισμός Πάπυρος, μτφ. Γιώργος Γεράλης, Νατάσα Κυριακοπούλου
2 Κρεσέντο αισιοδοξίας από την Ντόρα Μπακογιάννη: Όταν περάσει ο κορωνοϊός, η οικονομία θα αρχίζει να τινάζεται πάρα πολύ ψηλα, http://agonaskritis.gr/%CE%BA%CF%81%CE%B5%CF%83%CE%AD%CE%BD%CF%84%CE%BF-%CE%B1%CE%B9%CF%83%CE%B9%CE%BF%CE%B4%CE%BF%CE%BE%CE%AF%CE%B1%CF%82-%CE%B1%CF%80%CF%8C-%CF%84%CE%B7%CE%BD-%CE%BD%CF%84%CF%8C%CF%81%CE%B1-%CE%BC%CF%80/
3 David Robson, The fear of coronavirus is changing our psychology, https://www.bbc.com/future/article/20200401-covid-19-how-fear-of-coronavirus-is-changing-our-psychology
4 Justin H.Park, Florianvan Leeuwen, Ian D.Stephenb,
Homeliness is in the disgust sensitivity of the beholder: relatively
unattractive faces appear especially unattractive to individuals higher
in pathogen disgust, https://www.sciencedirect.com/science/article/abs/pii/S1090513812000232
5 Παίκτης Μπόκα για κορωνοϊό: Πεθαίνει περισσότερος κόσμος από την πείνα από έναν ιό, http://agonaskritis.gr/%cf%80%ce%b1%ce%af%ce%ba%cf%84%ce%b7%cf%82-%ce%bc%cf%80%cf%8c%ce%ba%ce%b1-%ce%b3%ce%b9%ce%b1-%ce%ba%ce%bf%cf%81%cf%89%ce%bd%ce%bf%cf%8a%cf%8c-%cf%80%ce%b5%ce%b8%ce%b1%ce%af%ce%bd%ce%b5%ce%b9-%cf%80/
6 As Coronavirus Surveillance Escalates, Personal Privacy Plummets, https://www.nytimes.com/2020/03/23/technology/coronavirus-surveillance-tracking-privacy.html?action=click&module=RelatedLinks&pgtype=Article
7 Coronavirus: How China’s using surveillance to tackle outbreak, https://www.bbc.com/news/av/world-asia-52104798
8 Fighting COVID-19 with surveillance: Perspectives from across the globe, https://www.atlanticcouncil.org/blogs/new-atlanticist/fighting-covid-19-with-surveillance-perspectives-from-across-the-globe/
9 Erica Pandey, The coronavirus is ushering in a new era of surveillance at work, https://www.axios.com/companies-surveillance-workers-safety-coronavirus-b2394e03-63c3-4dee-a8fe-f5594019d170.html
10 Sara Collins, Your Office Doesn’t Need To Be a Permanent Surveillance State to Stop Coronavirus, https://www.publicknowledge.org/blog/your-office-doesnt-need-to-be-a-permanent-surveillance-state-to-stop-coronavirus/
11 Mohava Ravindranath, Coronavirus opens door to company surveillance of workers, https://www.politico.com/news/2020/06/26/workplace-apps-tracking-coronavirus-could-test-privacy-boundaries-340525
12 Report: Workplace Coronavirus Tracing Apps Institute Dystopian Mass Surveillance by Default, https://www.citizen.org/news/report-workplace-coronavirus-tracing-apps-institute-dystopian-mass-surveillance-by-default/
13 Adam Satariano, How My Boss Monitors Me While I Work From Home, https://www.nytimes.com/2020/05/06/technology/employee-monitoring-work-from-home-virus.html
14 Hotline for people to report Covidiots breaking the rules is launched as infections continue to rise in Milton Keynes, https://www.miltonkeynes.co.uk/health/coronavirus/hotline-people-report-covidiots-breaking-rules-launched-infections-continue-rise-milton-keynes-2950642
15 Josh Halliday, Nazia Parveen, Tool to report lockdown rule-breakers ‘risks fuelling social division’, https://www.theguardian.com/uk-news/2020/apr/09/uk-police-tool-report-covid-19-rule-breakers-risks-fuelling-social-division
16 Reporting citizens not following COVID-19 rules, https://montreal.citynews.ca/video/2020/04/02/reporting-citizens-not-following-covid-19-rules/