Η ταχύτατη μετάλλαξη του ΣΥΡΙΖΑ τα τελευταία δυο χρόνια και συγκεκριμένα μετά την ψήφιση του 3ου Μνημονίου έχει αναλυθεί κυρίως από πολιτική και κυβερνητική άποψη. Θεωρείται βασικά μια «Δεξιά στροφή της πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ σαν κόμμα άλλα και σαν κυβέρνηση». Λίγο έως ελάχιστα έχει προσεχθεί η ταχύτατη -και όχι απλά σταδιακή- κοινωνική και ταξική μετάλλαξη του ΣΥΡΙΖΑ. Ξεκινώντας από μια «μεταμοντέρνα» αντίληψη της εκλογικής προτίμησης πολλοί αναλυτές θεωρούν την ταξικότητα της ψήφου ως δήθεν ξεπερασμένη ή / και ελλιπή.
Θεωρούμε όχι απλώς θεμελιακά λανθασμένη αυτή την άποψη της «Μεταμοντέρνας Αριστεράς», άλλα πολιτικά καταστρεπτική για όλη την κοινωνική συμμαχία των εργαζόμενων / λαϊκών τάξεων και την πολιτική τους εκπροσώπηση. Δηλαδή την πολιτική εκπροσώπηση της «Αντισυστημικής πλευράς» του πολιτικού φάσματος.
Γιατί όμως δεν ανησυχεί -ιδιαίτερα- η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ για την ταχύτατα εξελισσόμενη κοινωνική «αλλοίωσή» του συγκριτικά με τον κοινωνικό του καθρέφτη έως το 2015;
Καταρχήν θα πρέπει να αναλυθούν οι κύριες κοινωνικές συνιστώσες του «Πρώτου ΣΥΡΙΖΑ» αλλά και του «Δευτέρου ΣΥΡΙΖΑ», νικηφόρου εκλογικά έως το 2015. Συγκεκριμένα ο «Πρώτος ΣΥΡΙΖΑ», που αποτέλεσε το υβρίδιο του νέου, μαζικότερου και εκλογικά επιτυχούς «Δευτέρου ΣΥΡΙΖΑ», ξεκινώντας από το αλήστου μνήμης ΚΚΕ εσωτερικού που κυμαινόταν από 1,37% έως 1,89% (Εκλογές 1981 και 1985 αντίστοιχα), δεν κατάφερε ποτέ να συγκεντρώσει περισσότερο από 4,7% (Εκλογές 2009 ως ΣΥΡΙΖΑ ). Ο «Πρώτος ΣΥΡΙΖΑ» της περιόδου αυτής κοινωνικά / ταξικά αντιπροσώπευε:
α) Υπαλληλικά στρώματα μεσαίας και ανώτερης κλίμακας (Εκπαιδευτικοί και Πανεπιστημιακοί Δάσκαλοι) δηλαδή στρώματα που με «κλασικό» τρόπο στην μαρξιστική κοσμοθεωρία / ορολογία αποκαλούμε «Μικροαστική Διανόηση».
β) Ταυτόχρονα ο «Πρώτος ΣΥΡΙΖΑ», παλαιοτέρα σαν ΚΚΕ εσωτερικού, μετά σαν Συνασπισμός της Αριστεράς και τέλος σαν ΣΥΡΙΖΑ είχε σημαντική επιρροή σε παραδοσιακά και κυρίως νέα μικροαστικά / μεσοαστικά στρώματα όπως -σε σημαντικό βαθμό- αποτυπωνόταν η επιρροή αυτή ανάλογα με την Γεωγραφική / Κοινωνική κατανομή της ψήφου ανά εκλογική περιφέρεια.
Π.χ. όταν το παλαιό ΚΚΕ Εσωτερικού και ο μετέπειτα Συνασπισμος (ΣΥΝ), παρόλα τα εξαιρετικά χαμηλά ποσοστά τους σε πανελλαδική κλίμακα και τα οποία κυμαίνονταν από 1,37% έως 4,7% , η εκλογική τους δύναμη σε Μικροαστικές / Μεσοαστικές περιοχές ( Π.χ. Ζωγράφου, Χολαργός κλπ.) ή/και υψηλότερες, αμιγώς αστικές / μεγαλοαστικές περιοχές (Π.χ. Φιλόθεη, Ψυχικό, Κηφισιά κ.λπ.) ήταν πολλαπλάσια, αντίθετα με τα ποσοστά τους σε λαϊκές περιοχές ειδικότερα της Εκλογικής Περιφέρειας Β’ Πειραιά αλλά και Β’ Αθήνας όπου τα ποσοστά ήταν εξαιρετικά χαμηλά, πλησιάζοντας τα «όρια της ανυπαρξίας».
Αυτά ήταν τα εκλογικά δεδομένα μέχρι την απότομη, ταχύτατη και αστραπιαία άνοδο του «Δεύτερου ΣΥΡΙΖΑ» που υιοθετώντας ένα λαϊκό / εργατικό προφίλ, ολότελα ξένο προς την «Κοινωνική του Φύση», κατάφερε να εκτοξευτεί σε 5 περίπου χρόνια -2009 έως αρχές 2015- από το 4,7% στο 36,3%, αυξάνοντας δηλαδή τα ποσοστά του περίπου 8 φόρες, σχεδόν 800%! Ιδιαίτερα σε κάστρα των λαϊκών τάξεων όπως η Β’ Πειραιά, όπου στις πρώτες εκλογές του 2015 συγκέντρωσε ποσοστό 42%. Ήταν η πρώτη γνωριμία της “Αριστεράς αλά ΣΥΡΙΖΑ” με τον λαό και κυρίως με την μισθωτή τάξη του ιδιωτικού τομέα δηλαδή την καθεαυτή εργατική τάξη με την σύγχρονη έννοια. Όπως ανέφερε και βουλευτίνα του ΣΥΡΙΖΑ «Γίναμε λαϊκιστές για να κατεβούμε(!) στην εργατική τάξη».
Και όπως αποδεικνύεται, ο ΣΥΡΙΖΑ το μετάνιωσε γιατί οι λαϊκές τάξεις δεν έχουν την αύρα του μεγαλοσχήμονος «διανοουμένου», όπως τουλάχιστον αυτοπροσδιορίζεται ο άνω / μεσαίος ΣΥΡΙΖΑΙΟΣ ούτε βέβαια μπορούν να κατανοήσουν την Politically Correct ορολογία της «Δικαιωματικής» αλά ΣΥΡΙΖΑ Αριστεράς. Η πρώτη -και τελευταία, όπως φαίνεται- συνάντηση του «Δευτέρου ΣΥΡΙΖΑ» με τα λαϊκά στρώματα έχει ημερομηνία λήξης λόγω της μνημονιακής στροφής του ίδιου και της ταχύτατης φτωχοποίησης μεγάλων κοινωνικών στρωμάτων, όχι μόνο λαϊκών / εργατικών αλλά και σε σημαντική κλίμακα μικροαστικών και μεσοαστικών.
Πλέον το «Κοινωνικό Γήπεδο» για να παίζει μπάλα ο ΣΥΡΙΖΑ μικραίνει ταχύτατα στους «Κάτω» αλλά και στους «Λίγο πιο πάνω από τους κάτω». Με αλλά λόγια στενεύει άρδην η επιρροή του στα λαϊκά / εργατικά αλλά και στα μικροαστικά στρώματα αφήνοντας ουσιαστική προοπτική μόνο στους «Μεσαίους και πάνω», δηλαδή σε μικρά τμήματα της Μικροαστικής τάξης και κυρίως στην μεσοαστική και πάνω κοινωνική τάξη (Upper middle class). Και εδώ αρχίζουν τα δύσκολα.
Ο ΣΥΡΙΖΑ ποτέ δεν είχε «Ερωτική σχέση» με τον ιδιωτικό τομέα ούτε με την καθεαυτό εργατική τάξη, την οποία πάντα υποτιμούσε και απεχθάνονταν λόγω της μικροαστικής / μεσοαστικής κοινωνικής του προέλευσης αλλά ούτε και με τους «καθαυτό» επιχειρηματίες του ιδιωτικού τομέα, δηλαδή την αμιγή αστική τάξη, μεσαία ή ανώτερη.
Ο κεντρικός του πυρήνας δηλαδή η «Οικογενειακή του καταγωγή», ήταν πάντα η κρατικοδίαιτη μεσαία και ανώτερη υπαλληλοκρατία που στελέχωνε τη μεταπρατική ιντελιγκέντσια ή μικροαστική διανόηση. Αυτή η ψευδο-ιντελιγκέντσια αποτελούσε και συνεχίζει να αποτελεί τον πυρήνα του, αυτή θεοποίησε και έπινε νερό στο όνομα της και αυτή βέβαια αποτέλεσε τον κύριο υπονομευτή και δύναμη διάβρωσης του «Αποθέματος Αξιών» της ιστορικής Αριστεράς.
Μπλαζέ στο ύφος της, ναρκισσευόμενη στις εκφράσεις της και εκφραζόμενη υπεροπτικά, πολύξερη στην άγνοια της και αγνοώντας την πολυπραγμοσύνη της, τακτοποιημένη από την Νέα Δημοκρατία και βολεμένη με το ΠΑΣΟΚ, έδειχνε ιδιοφυείς ικανότητες χαμαιλεοντισμού όταν οι προηγούμενοι έχαναν την κυβερνητική εξουσία, προσαρμοζόμενη ταχύτατα στους νέους κυβερνήτες και καταφέρνοντας να ανελιχθεί, παράδιδε δε πάντα «ταχύρρυθμα μαθήματα» καιροσκοπισμού, πολιτικού οπορτουνισμού και ιδεολογικής παρακμής.
Καταχρώμενη όρους που η ίδια δεν καταλάβαινε όπως «Ηγεμονία» ή «Οργανικός Διανοούμενος» και τους όποιους όσο περισσότερο δεν τους καταλάβαινε τόσο συχνότερα τους χρησιμοποιούσε, κατάφερνε να ανελιχθεί «παντού και πάντοτε» μετατρεπόμενη σ’ ένα ιδιοφυές «κόμμα παντός καιρού», ιδιαίτερα ευεπίφορου σε συμμαχίες «ανίερα παράξενες», όπως ο ΣΥΝ του καλοκαιριού του 1989 όπου οι συγγενικοί ταξικοί δεσμοί αίματος του τότε ΣΥΝ με την κοινωνική / ταξική ραχοκοκαλιά της τότε Ν.Δ. επέτρεψαν την αγαστή συνεργασία της με τον -υποτιθέμενο- αντίπαλο (Ν.Δ.).
Ξένη προς την καθεαυτή εργατική τάξη -μισθωτοί όλου του ιδιωτικού τομέα- και εχθρική προς κάθε λαϊκό στρώμα που τους θυμίζει είτε την κοινωνική τους προέλευση (για ένα τμήμα της ιντελιγκέντσιας) είτε την κοινωνική ευθύνη, που λησμονούν πάντα όσο εύκολα την επικαλούνται, για τη σημερινή ηγεσία του «Δευτέρου ΣΥΡΙΖΑ» του πάλαι ποτέ 35,5% (Σεπτέμβρης 2015), ο δρόμος που ανοίγεται είναι κυρίως «προς τα πάνω», δηλαδή προς τμήματα της μικροαστικής και κυρίως «μεσοαστικής τάξης και πάνω» (Upper middle class) αλλά και καίριων τμημάτων της αστικής ελίτ με την οποία άνετα πλέον συναλλάσσεται μέσω κυρίως των προγραμμάτων ιδιωτικοποίησης, Ευρωπαϊκών Προγραμμάτων αλλά και απευθείας συναλλαγών δια της μεθόδου των ευνοϊκών ρυθμίσεων, φοροαπαλλαγών, εξαγορών παλαιοτέρων επιχειρήσεων ειδικότερα στο χώρο των media κ.λπ.
Έτσι, εάν λάβουμε υπόψη μας:
α) Ότι μετά την εκλογική παρακμή του ΠΑΣΟΚ ( Pasokifisication) και παρόλο που ανοιγόταν προοπτική κατάληψης του χώρου των μεσαίων / μικροαστικών στρωμάτων από τον ΣΥΡΙΖΑ, όπως τουλάχιστον φάνηκε στις δυο εκλογικές αναμετρήσεις του 2015, η συντηρητική / μνημονιακή στροφή του ΣΥΡΙΖΑ περιόρισε σημαντικά τη βασιμότητα αυτής της στρατηγικής στον χώρο των παραδοσιακών μικρομεσαίων.
Παρ’ όλα αυτά, σύμφωνα με τις δηλώσεις Τσακαλώτου -«Η μεσαία τάξη πλήρωσε το μεγαλύτερο κόστος»- αλλά και κάποιες φορολογικές ευνοϊκές διατάξεις του νέου Μνημονίου για τα εισοδήματα από 20.000 και πάνω, παράλληλα με τη πορεία των ιδιωτικοποιήσεων, προγραμμάτων Ευρωπαϊκής Ένωσης και οικονομικής βελτίωσης -τμημάτων των στρωμάτων αυτών στον ιδιωτικό τομέα- ανοίγεται μια βελτιωμένη, ανωστοχευτική προοπτική.
Αυτή η προοπτική μέσω της κυρίας δύναμης κρούσης για τον οικονομικό ΣΥΡΙΖΑ που είναι ο Τουρισμός και η Πολιτιστική Επιχειρηματικότητα (Προνομιακός του χώρος ιστορικά ο «Κόσμος της Τέχνης»), ευνοεί εκ νέου τη στρατηγική μιας νέας «Drang nach Osten» του ΣΥΡΙΖΑ προς την «Μεσαία και πάνω τάξη», αυτή τη φορά με φιλοδοξία μαζικής κατάληψης, η οποία δεν στερείται ρεαλισμού, όπως φαίνεται με πρώτη μάτια.
β) Ομολογουμένως δύσκολα οι «Μεσαίοι και πάνω» κρατιούνται στερεωμένοι στον ΣΥΡΙΖΑ όσο η θαλπωρή των «Πάνω» -αστική ελίτ / τάξη όλων των αποχρώσεων- δεν κατοχυρώνεται πολιτικοοικονομικά με όρους στρατηγικής συμμαχίας. Ταυτόχρονα, ακόμη δυσκολότερα θα αρνηθεί τις υπηρεσίες του ΣΥΡΙΖΑ η αστική ελίτ / τάξη λησμονώντας την σχετική κοινωνική / πολιτική ηρεμία που συνόδευσε την ψήφιση δυο μνημονίων -Αύγουστος 2015 και Μάης 2017- και την προοπτική επενδύσεων, ελάφρυνσης χρέους -έστω ψευδεπίγραφης- και κυρίως ιδιωτικοποιήσεων με «κοινωνική ειρήνη». Άλλωστε αυτή η μαζική κατάληψη των «πάνω ορόφων» της κοινωνικής κλίμακας θα αντικαταστήσει άρδην τη μαζική του αποψίλωση από τους «κάτω ορόφους», δηλαδή την αυξανόμενη εγκατάλειψη του ΣΥΡΙΖΑ από τα πλατιά λαϊκά στρώματα.
γ) Τέλος, εάν σκεφτούμε την «σταθερή ηγεμονία» του ΣΥΡΙΖΑ στα υπαλληλικά στρώματα του Δημοσίου που είναι ο ιστορικά προνομιακός του χώρος και την ταυτόχρονη ανάπτυξη της Συριζαϊκης μικροαστικής φιλανθρωπίας προς τα λαϊκά / πληβειακά στρώματα στη θέση ενός σύγχρονου Κοινωνικού Κράτους που ούτε μπορεί αλλά ούτε θέλει να αναπτύξει ο ΣΥΡΙΖΑ, μπορεί να υποστηριχθεί, σχετικά φιλόδοξα, το σενάριο της «Εφόδου προς τα πάνω».
Όσον αφορά τους «μεσαίους και πάνω» -μην ξεχνιόμαστε- ο ΣΥΡΙΖΑ επιστρέφει στις ρίζες του, δηλαδή στον «Πρώτο ΣΥΡΙΖΑ», δηλαδή την μεσοαστική / μικροαστική μικρογραφία του όπως προαναφέραμε -ΚΚΕεσωτ. και ΣΥΝ- και όσον αφορά την αστική ελίτ ο σημερινός ΣΥΡΙΖΑ θα έχει την ευκαιρία να θρέψει πλουσιοπάροχα την πεινασμένη και ορεξάτη ανώτερη κυβερνητική και κομματική του γραφειοκρατία.
Για τους «Γιαννηαγιάννηδες» των λαϊκών / πληβειακών στρωμάτων, τα οποία δέχονται σαδιστικά την κύρια επίθεση από τον ΣΥΡΙΖΑ μέσω Τρίτου και Τέταρτου Μνημονίου, θα μοιραστούν τα «πλουσιοπάροχα γεμιστά της Θεανώς» και τα ψίχουλα των Κοινωνικών Επιδομάτων μέσω των οποίων προσπαθεί ο ΣΥΡΙΖΑ να αντιμετωπίσει την αυξανόμενη φτωχοποίηση μεγάλων στρωμάτων του ελληνικού λαού.
Ακριβώς από αυτή την αυξανομένη «από-λαϊκοποίηση» και παράλληλα «μεσοαστικοποίηση» της εκλογικής / κοινωνικής του βάσης προέρχεται και η αλλαγή «ύφους και ήθους» του συνολικού ΣΥΡΙΖΑ. Στη θέση της «υπερ-λαϊκοτητας» των ετών 2012-15, έστω ρηχής και ψευδεπίγραφης, έχουμε τον μεσοαστικό σνομπισμό και την μικροαστική βουλιμιά για κοινωνική άνοδο, τον εστετισμό και full speed ελιτισμό, παράλληλα με την υπερανάπτυξη του αστικού / μικροαστικού «δικαιωματισμού» αλλά και την συστηματική / οργανωμένη προώθηση μιας «εικονικής πραγματικότητας» μέσω των ελεγχόμενων media με δύναμη κρούσης την ΕΡΤ και τις νέες προοπτικές στο χώρο των media (Mega και όχι μόνο).
Όλα τα παραπάνω συμβαδίζουν με την κατάπνιξη κάθε πρωτοβουλίας στο εσωτερικό του, την συστηματική αγνόηση κάθε αντίθετης φωνής και την δημιουργία «ομόφωνων πλειοψηφιών». Αγνοώντας την «Δημοκρατία των κάτω» προωθεί τις «Κοινωνίες των πολιτών μέσω ΜΚΟ» πλάθοντας συνολικά ένα προφίλ «Ροζ Αριστεράς» α λα George Soros μετατρεπόμενος ο ίδιος ο ΣΥΡΙΖΑ σε ένα αμιγές «Φιλελεύθερο / Νεοφιλελεύθερο Κόμμα με αριστερό κλικ» και με καθαρόαιμη Politically Correct ιδεολογία. Όλα φυσικά κάτω από την σφραγίδα της «Δημοκρατικότητας» και του «Πλουραλισμού» όπου με ιδιοφυή τρόπο συνδυάζονται η «Ψευδο-δημοκρατία» των «Δικαιωματικων Κινηματων» με την ολοκληρωτικό έλεγχο της Δημόσιας Τηλεόρασης σαν αρχή.
Εκπλήσσει πράγματι η ταχύτατη μετάλλαξη του ΣΥΡΙΖΑ αλλά εκπλήσσει μόνο αυτούς που δεν γνωρίζουν τον αληθινό μέντορα του ΣΥΡΙΖΑ, την «ψυχή του και το μυαλό του», που δεν είναι άλλος από την παλιά μεταπρατική / μικροαστική ιντελιγκέντσια του θανόντος πλέον ΚΚΕ εσωτερικού. Μετακινουμένη «προς τα πάνω», η ιντελιγκέντσια αυτή, αφού επηρέασε ιδεολογικά σημαντικό τμήμα Πανεπιστημιακών στα ΑΕΙ, τείνει τώρα να εκπληρώσει ένα κρυφό και παλιό της όνειρο, την κατάληψη του κράτους και αμέσως μετά της οικονομίας. Όχι στο όνομα του «Λαού» ή του «Μαρξισμού», όπως υποστηρίζουν όλες οι πτέρυγες της Δεξιάς, αλλά στο όνομα το δικό της και για τον εαυτό της.
Αφού υπονόμευσε το αξιακό σύστημα της ιστορικής Αριστεράς ταυτίζοντας την εξέλιξη και την νεωτερικότητα με όλα τα απορρίμματα ιδεολογικής παρακμής και αφού εκπόρνευσε την μαρξιστική θεωρία και ειδικότερα τον Gramsci μετατρέποντας και τους δύο σε φιλελευθέρους απολογητές του συστήματος, μετατράπηκε αυτή η ίδια η ψευδο-ιντελιγκέντσια σε περιφερόμενη Κίρκη που μαγεύτηκε από το ίδιο το ραβδί της επιβεβαιώνοντας αυτό που ήταν ανέκαθεν η προσωποποίηση της αυτοκαταστροφής του «Συλλογικού Εγώ» των ναρκισσευόμενων ψευτο-διανοουμένων, η αστική διανόηση σαν νέος Ηγεμόνας, η μακιαβελική ενσάρκωση της Απόλυτης Ιδέας του Χαμαιλέοντα - Διανοούμενου. Ακριβώς γι’ αυτό είναι και επικίνδυνη.
ΗΛΙΑΣ ΠΑΠΑΝΑΣΤΑΣΙΟΥ