Ξέρετε ποιο είναι το μικρό πρόστυχο μυστικό όλων όσοι έχουν ξεσηκωθεί με το δικαίωμα εθνικής αυτοδιάθεσης της Καταλονίας; Μας το αποκάλυψε ο πρόεδρος του ευρωκοινοβουλίου, Antonio Tajani, την Τετάρτη 4 Οκτωβρίου. Να τι δήλωσε αυτολεξεί:
«Κανείς δεν αντιμετωπίζει με ελαφρότητα τα γεγονότα που έλαβαν χώρα την Κυριακή. Ωστόσο, οι μονομερείς αποφάσεις, συμπεριλαμβανομένων των δηλώσεων ανεξαρτησίας από ένα κυρίαρχο κράτος, είναι αντίθετες με την ευρωπαϊκή έννομη τάξη και είναι βέβαιο ότι θα προκαλέσουν επικίνδυνες διαιρέσεις.»Καταλάβατε; Το πρόβλημα δεν είναι η αυτονόμηση, ή η απόσχιση της Καταλονίας, αλλά η μονομερής δήλωση ανεξαρτησίας και μάλιστα με όρους ελεύθερης βούλησης ενός λαού. Κρατείστε τις λέξεις, μονομερής, ανεξαρτησία και δημοψήφισμα. Αυτά είναι τα αντίθετα με την ευρωπαϊκή έννομη τάξη!
Απόσχιση μόνο ύστερα από άνωθεν και έξωθεν έγκριση…
Η απόσχιση και η διάλυση ενός κυρίαρχου κράτους μπορεί να γίνει μόνο με επέμβαση ξένων δυνάμεων, ή κοινή συναινέσει. Τι σημαίνει απόσχιση κοινή συναινέσει; Δείτε το «βελούδινο διαζύγιο», όπως χαρακτηρίστηκε, της «γερμανικής» Τσεχίας από την «σλάβικη» Σλοβακία. Μίλησε κανείς τότε; Ουδείς. Πείραξε κανέναν το γεγονός ότι αναβίωσαν βιώματα και φυλετικές – ούτε καν εθνικές – διαφορές για να διαλυθεί ένα ενιαίο κράτος όπως ήταν η Τσεχοσλοβακία; Πείραξε κανέναν το γεγονός ότι το «διαζύγιο» αποφασίστηκε άνωθεν χωρίς να κληθεί ο λαός να αποφασίσει επί του ζητήματος;
Ούτε βέβαια ενόχλησε την ευρωπαϊκή έννομη τάξη ότι αυτό που συνέβη στην Τσεχοσλοβακία, είναι ιστορικά ανάλογο με εκείνο που έκανε στην ίδια χώρα η χιτλερική Γερμανία μετά τη Συμφωνία του Μονάχου το 1938. Πώς να την ενοχλήσει, όταν το ίδιο ακριβώς έκανε η Γερμανία και με την Γιουγκοσλαβία, όταν μονομερώς αναγνώρισε την ανεξαρτησία της Κροατίας και της Σλοβενίας με κριτήρια ανάλογα μ’ εκείνα του Χίτλερ το 1941;
Όταν πρόκειται για απόσχιση με τη βούλα της ευρωπαϊκής έννομης τάξης και των μεγάλων δυνάμεων, τότε κανένα πρόβλημα. Τότε η απόσχιση προχωρά ανεξάρτητα της θέλησης των λαών. Ανεξάρτητα από το αν υπάρχει ιστορικά διαμορφωμένο έθνος ή εθνότητα που διεκδικεί βάσιμα την εθνική της αυτοδιάθεση στην επικράτεια όπου κατοικεί πλειοψηφικά.
Το κλειδί είναι τα συμφέροντα των μεγάλων. Τι τους συμφέρει κάθε φορά. Τους συμφέρει η διάλυση της Γιουγκοσλαβίας μέσα από επινοημένες εθνικές διαφορές και μειονοτικά προβλήματα; Τότε βουρ και τη διαλύσαμε. Μέχρι και την εθνική αυτοδιάθεση του Κοσόβου αναγνώρισαν όσοι σήμερα διαρρηγνύουν τα ιμάτια τους για τις «αποσχιστικές» διαθέσεις της Καταλονίας. Ένα Κόσοβο που δημιουργήθηκε μέσα από μια βίαιη μετακίνηση πληθυσμού ώστε το αλβανικό στοιχείο να πάρει το πάνω χέρι σε βάρος των Σέρβων – πράγμα που συνιστά εθνοκάθαρση, αλλά ποιος νοιάζεται – και τα σύνορά του καθορίστηκαν από την πολεμική επέμβαση του ΝΑΤΟ στην Γιουγκοσλαβία.
Να γιατί τα «αποσχιθέντα» κρατίδια της Γιουγκοσλαβίας καταρρέουν το ένα μετά το άλλο. Το γεγονός αυτό αναγκάζει την Ευρωπαϊκή Ένωση και το ΝΑΤΟ να τα αφομοιώσει για να τα μετατρέψει σε επίσημα προτεκτοράτα προκειμένου να τα διατηρήσει στη ζωή με τη μια ή την άλλη μορφή.
Βλέπετε, το εθνικό συναίσθημα αναγεννιέται παντού στην Γιουγκοσλαβία και το αίτημα είναι κοινό: μία ενιαία και κυρίαρχη Γιουγκοσλαβία. Με την αφομοίωση από την Ευρωπαϊκή Ένωση και το ΝΑΤΟ όλων των επιμέρους κρατιδίων της πρώην Γιουγκοσλαβίας, συμπεριλαμβανομένης της Σερβίας, τίθεται ο βίαια διαμελισμένος γιουγκοσλαβικός λαός υπό την ευρωπαϊκή έννομη τάξη του κ. Tajani και των συμφερόντων που εκπροσωπεί. Κι έτσι η μονομερής ανακήρυξη της ανεξαρτησίας και της εθνικής κυριαρχίας μιας νέας ενιαίας Γιουγκοσλαβίας με την ελεύθερη βούληση του λαού σε κάθε περιοχή, αν δεν αποκλείεται, τουλάχιστον δυσκολεύει σε πολύ μεγάλο βαθμό.
Τέτοιες «αποσχίσεις» που σχεδιάζει και υλοποιεί η Ευρωπαϊκή Ένωση, το ΝΑΤΟ και γενικά οι μεγάλες δυνάμεις είναι απόλυτα αποδεκτές και σύννομες με την ευρωπαϊκή έννομη τάξη. Όταν όμως ένα ιστορικό έθνος διεκδικεί το δικαίωμα της εθνικής του αυτοδιάθεσης και ανεξαρτησίας με όρους ελεύθερης βούλησης του λαού, τότε έχουμε «αποσχίσεις» κακές και τρισάθλιες γιατί απειλούν την ευρωπαϊκή έννομη τάξη.
Κι επειδή εκτός από το συμφέρον, είναι και η βλακεία μαζί με την αμορφωσιά που κυβερνά τον κόσμο, θυμίζουμε ότι η Γιουγκοσλαβία δεν διαλύθηκε από «αποσχιστικά κινήματα», αλλά από την επέμβαση των μεγάλων δυνάμεων. Συμμορίες που χρηματοδοτήθηκαν και εξοπλίστηκαν απευθείας από τη Γερμανία, την Ευρώπη και το ΝΑΤΟ οργάνωσαν πραξικοπήματα στις επιμέρους δημοκρατίες της παλιάς Γιουγκοσλαβίας με καθαρά επινοημένες «εθνικές» διεκδικήσεις πυροδοτώντας εμφυλίους και σφαγές σε κάθε περιοχή. Και μόλις μια συμμορία επικρατούσε δια της βίας, η Γερμανία πρώτη κι έπειτα η Ευρώπη του Μάαστριχτ και το ΝΑΤΟ έτρεχαν να την αναγνωρίσουν χωρίς δεύτερη κουβέντα ως «ανεξάρτητο κράτος».
«Η Γιουγκοσλαβία διαμελίσθηκε μέσω μιας επιλεκτικής και προκατειλημμένης πολιτικής διεθνούς αναγνώρισης των εσωτερικών της “δημοκρατιών”. Η δημιουργία και η καταστροφή της Γιουγκοσλαβίας ήταν ριζικά διαφορετική από εκείνη της Σοβιετικής Ένωσης, μια κληρονομιά της τσαρικής αυτοκρατορίας η οποία κατέρρευσε εξ ων συνετέθη λόγω των φιλελεύθερων πολιτικών του Γκορμπατσόφ, ειδικά από το αποτυχημένο πραξικόπημα του 1991. Η Γιουγκοσλαβία ήταν ένα κράτος που δημιουργήθηκε εθελοντικά το 1918 από διάφορες εθνότητες και καταστράφηκε το 1991 από την ad hoc πολιτική διεθνούς αναγνώρισης της Δύσης.»(1)
Άλλο το «κράτος-έθνος» κι άλλο το έθνος με όρους αυτοδιάθεσης.
Οι ευρωκράτες και γενικά οι ηγεμόνες του δυτικού κόσμου, του ιμπεριαλισμού, δεν είχαν και δεν έχουν κανένα πρόβλημα με το αποκαλούμενο «κράτος-έθνος». Αρκεί το κράτος να συνιστά την πεμπτουσία του έθνους, ενός εικονικού έθνους, όπως όλα τα έθνη που έχουν ως έμβλημα τα απολυταρχικά κράτη και δεν έχουν καμιά σχέση με το λαό και τα κυρίαρχα δικαιώματά του. Ένα «κράτος-έθνος» που ξέρει να υπηρετεί τα πιο ιδιοτελή συμφέροντα και φυσικά τις περίφημες αγορές.
Ούτε έχουν πρόβλημα με το έθνος όπως το παπαγαλίζουν ορισμένοι ως μια μεταφυσική οντότητα χρήσιμη μόνο για το θυμικό, για προγονολατρεία αλλά και λαϊκό προσκύνημα σε περασμένα μεγαλεία. Ένα τέτοιο έθνος που δεν ταυτίζεται με την κυριαρχία σε μια συγκεκριμένη επικράτεια όπου ένας ιστορικός λαός διεκδικεί την αυτοδιάθεση και την ανεξαρτησία του ως jus cogens για όλους, ως αναπαλλοτρίωτο δικαίωμα, που δεν χρειάζεται «αναγνώριση», ούτε συναίνεση από καμιά υπερεθνική έννομη τάξη, δεν ενοχλεί κανέναν.
Όσο το έθνος το εκφράζουν βασιλιάδες, κάθε λογής ηγεμόνες, κυβερνήτες και κόμματα που έχουν μετατραπεί απροκάλυπτα σε θλιβερά υποχείρια των παγκόσμιων κεφαλαιαγορών, δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα. Όσο το έθνος περιφέρεται ως ένα είδος φορ-κλορ για τα πανηγύρια και τις παρελάσεις, όπου οι εκάστοτε επίσημοι θυμούνται τους ηρωισμούς του παρελθόντος για να αποκοιμίζουν και να αποβλακώνουν τις μάζες. Όσο το έθνος δεν πυροδοτεί τον πατριωτισμό του λαού και τους αγώνες του ενάντια σε κάθε λογής ζυγό και τυραννία. Όσο το έθνος δεν ταυτίζεται με τα ακατάλυτα δικαιώματα και την κυριαρχία του λαού στον τόπο που γεννήθηκε. Όσο το έθνος είναι και παραμένει μια επινόηση στα χέρια κοσμικών και απόκοσμων ελίτ και ιθυνουσών τάξεων για να δικαιολογούν χούντες, επεμβάσεις, επεκτατισμούς, διαμελισμούς, υποτέλειες και απολυταρχικές εξουσίες σε βάρος του λαού, δεν τρέχει κάστανο. Αυτό το έθνος είναι απόλυτα ανεκτό και αποδεκτό από τους ευρωκράτες και τις δυνάμεις της παγκοσμιοποίησης. Είναι το έθνος που τους βολεύει.
Με την Καταλονία όμως το ζήτημα αλλάζει. Έχουμε ένα ιστορικό έθνος με τη δική του πλούσια σε κουλτούρα και φιλολογία μοναδική γλώσσα, με τον δικό του ξεχωριστό πολιτισμό που καλλιεργεί και διατηρεί την εθνική του ταυτότητα εδώ και αιώνες, πάνω στη δική του γη, την πατρώα γη, τη δική του διακριτή επικράτεια, όπου κατοικεί αιώνες και εξακολουθεί να συνιστά τη μέγιστη πλειοψηφία του πληθυσμού, ένα έθνος με δικούς του ιστορικούς πολιτικούς θεσμούς, που έχει αναγνωρίσει ακόμη και το κυρίαρχο κράτος στο οποίο ανήκει, ζητά το αυτονόητο: να αποφασίσει ελεύθερα ο ίδιος ο λαός για την ανεξαρτησία του.
Μπορεί κανείς να αρνηθεί κάτι τέτοιο; Μόνο όσοι αποσπούν την κυριαρχία των κρατών, από την κυριαρχία των εθνών και των λαών. Μόνο όσοι θεωρούν ότι η κυριαρχία σ’ ένα κράτος ασκείται κι αποφασίζεται αποκλειστικά από αυτούς που κατέχουν την εξουσία και πάντα προς το συμφέρον τους, το οποίο τελείως ιδιοτελώς έχουν κάθε δυνατότητα να το ταυτίζουν με το συμφέρον του έθνους. Μόνο όσοι θεωρούν ότι για τα ζητήματα της αυτοδιάθεσης, της ανεξαρτησίας και της κυριαρχίας δεν πέφτει λόγος στο λαό, αλλά είναι υπόθεση μόνο των εχόντων εξουσία εντός και εκτός επικράτειας.
Μόνο όσοι θεωρούν πώς το έθνος είναι δημιούργημα της εξουσίας, δική της επινόηση και κατασκευή κι επομένως ο λαός το μόνο που έχει να κάνει είναι να υποβιβαστεί σε «κοινή γνώμη» ή εκλογικό σώμα για να νομιμοποιεί τις εκάστοτε επιλογές των αρχόντων του. Ή σε να διαμελιστεί σε καθ’ υπόδειξη «τάξεις» ώστε να είναι εξάρτημα του κόμματος. Μόνο δηλαδή όσοι νοσταλγούν ή επιθυμούν την απολυταρχία. Με οποιαδήποτε μορφή. Μαύρη, γαλάζια, άσπρη, πράσινη, ή κόκκινη.
Να τι έχει συγκλονίσει το ευρωπαϊκό κατεστημένο. Αν αποδεχθεί το δικαίωμα του λαού της Καταλονίας να αποφασίσει ελεύθερα για την αυτοδιάθεσή του και να κηρύξει μονομερώς την ανεξαρτησία του, τότε τι θα γίνει με τα υπόλοιπα φυλακισμένα έθνη στο μπουντρούμι της Ευρωπαϊκής Ένωσης; Αν οι Καταλανοί που δεν έχουν δικό τους κράτος, μπορούν να διεκδικήσουν μονομερώς την ανεξαρτησία τους για να αποφασίσουν ελεύθερα το τι θα κάνουν, τότε τι οφείλουν να κάνουν τα άλλα έθνη που τύποις έχουν δικό τους κράτος – όπως π.χ. η Ελλάδα – αλλά η Ευρωπαϊκή νομενκλατούρα τους έχει καταλύσει την εθνική αυτοδιάθεση;
Και μόνο η σκέψη τους έχει πανικοβάλει. Πού ακούστηκε ένας λαός από μόνος του, δηλαδή μονομερώς, να αποφασίζει ελεύθερα για το τι θέλει να κάνει, χωρίς τη συναίνεση της ιθύνουσας κάστας και των ισχυρών της Ευρώπης; Και μόνο οι λέξεις δημοψήφισμα, αυτοδιάθεση, ανεξαρτησία, πού ξανάφερε ο λαός της Καταλονίας στο προσκήνιο και στην ημερήσια διάταξη της Ευρώπης, είναι ικανές να αμφισβητήσουν εκ θεμελίων ολόκληρο το απολυταρχικό οικοδόμημα της Ευρώπης.
Κι έτσι τα εκατομμύρια που διαδηλώνουν και διεκδικούν το δικαίωμα στην εθνική τους αυτοδιάθεση, χαρακτηρίστηκαν «αποσχιστικά» και «ανατρεπτικά» στοιχεία, τα οποία «…έχουν συστηματικά παραβιάσει τους κανόνες, που νόμιμα και δικαιολογημένα έχουν εγκριθεί και έχουν επιδείξει απαράδεκτη απείθεια έναντι των θεσμικών οργάνων του κράτους,» όπως δήλωσε ευθαρσώς σε τηλεοπτικό διάγγελμα ο βασιλιάς της Ισπανίας Φίλιππος ο 6ος! Όσο κι αν θέλησε ο βασιλιάς της Ισπανίας να καλύψει τη δυσοσμία της μοναρχικής μούχλας, αλλά και την ολική επαναφορά σε λογικές της απόλυτης μοναρχίας με φύλλο συκής το Σύνταγμα και του νόμους του κράτους, δεν τα κατάφερε.
Όταν ο βασιλιάς ρίχνει τις μάσκες.
Ο βασιλιάς Φίλιππος απέδειξε στην πράξη με την παρέμβασή του ότι η μοναρχία δεν είναι διακοσμητική στην Ισπανία. Ούτε πουθενά αλλού στην Ευρώπη όπου ο θρόνος επιβίωσε ως λείψανο του «αρχαίου καθεστώτος» γιατί η δημοκρατία δεν ήταν αρκετά δυνατή και αληθινή για να τον εξαλείψει. Ο θρόνος παντού και πάντα είναι η τελευταία εφεδρεία της εξουσίας όταν αποφασίζει να δράσει εναντίον ενός «απείθαρχου» λαού. Ειδικά του «δικού της» λαού. Και ιδιαίτερα όταν σχεδιάζει να τον αιματοκυλίσει. Αυτό το νόημα έχει και η «απείθεια έναντι των θεσμικών οργάνων του κράτους», που επικαλέστηκε ο βασιλιάς Φίλιππος.
Παρεμπιπτόντως, ο θρόνος στην Ισπανία είναι παντελώς δοτός, φυτευτός. Τον φύτεψε στην Ισπανία ο φασίστας δικτάτορας Φράνκο, αφού αιματοκύλησε τη χώρα του για περίπου 6 χρόνια προκειμένου να καταλύσει τη δημοκρατία με τις πλάτες της Φασιστικής Ιταλίας και της ναζιστικής Γερμανίας. Ο Φράνκο με νόμο το 1947 – καθ’ υπόδειξη της Βρετανίας κυρίως – έκανε λίφτινγκ στο καθεστώς του αποκαθιστώντας τη μοναρχία με την προϋπόθεση ότι η επιλογή του μονάρχη θα ήταν αποκλειστικά δική του.
Ο λόγος ήταν απλός. Μετά το τέλος του πολέμου ο Φράνκο και η επίσημη Ισπανία του, όφειλε να καταταχθεί στις ηττημένες δυνάμεις του ναζισμού και του φασισμού στην Ευρώπη. Κι επομένως το καθεστώς του έπρεπε να ανατραπεί ακόμη κι αν χρειαζόταν έξωθεν επέμβαση από τη περίφημη δικαιοσύνη των τότε Συμμάχων. Όχι μόνο γιατί η άνοδός του στην εξουσία το 1939 έγινε μετά από άμεση στρατιωτική επέμβαση της φασιστικής Ιταλίας και της ναζιστικής Γερμανίας υπέρ του, εναντίον της νόμιμης δημοκρατικής κυβέρνησης της Ισπανίας.
Ο ίδιος ο Φράνκο, αλλά και τα στελέχη του καθεστώτος του, όφειλαν να αντιμετωπίσουν τη δικαιοσύνη ως εγκληματίες πολέμου, μιας και ενώ είχαν επίσημα κηρύξει την Ισπανία ως «ουδέτερη», ωστόσο συμμετείχαν ενεργά με δυνάμεις τους στον πόλεμο. Και μάλιστα στο πλευρό του Άξονα. Ο Φράνκο συμμετείχε στην εκστρατεία της ναζιστικής Γερμανίας εναντίον της Σοβιετικής Ένωσης με στρατιωτικές δυνάμεις και μάλιστα πρώτης γραμμής – με την αποκαλούμενη «γαλάζια» μεραρχία – οι οποίες δεν πολέμησαν με τα χρώματα των Wafen SS, αλλά με τα «εθνικά» χρώματα του φασιστικού καθεστώτος της Ισπανίας. Είχαν μάλιστα συμμετοχή και σε αίσχη κατά των αμάχων.
Γιατί δεν δικάστηκε ο Φράνκο και οι «δικοί του»; Γιατί οι Σύμμαχοι έκαναν τα στραβά μάτια; Διότι οι μεν δυτικοί δεν ήθελαν να δουν τον Ισπανικό λαό να κατακτά τη δημοκρατία, σε μια εποχή όπου οι λαοί διεκδικούσαν την εθνική τους ανεξαρτησία και αυτοδιάθεση μετά ακριβώς το 2ο παγκόσμιο πόλεμο. Ο δε Στάλιν έβλεπε την παραμονή του Φράνκο στην εξουσία, ως αντάλλαγμα για παραχωρήσεις από τους δυτικούς στην ανατολική και κεντρική Ευρώπη.
Έτσι οι Βρετανοί έβαλαν πλάτες στον Φράνκο προκειμένου να βάψει το καθεστώς του με τα χρώματα του θρόνου. Άλλωστε αυτό έκαναν παντού στην Ευρώπη, όπου λύσσαξαν να επαναφέρουν τους προδότες εστεμμένους, στο πρόσωπο των οποίων – αν και παρέδωσαν παντού τους λαούς τους αμαχητί στους ναζί – οι Βρετανοί έβλεπαν ένα ισχυρό ανασχετικό παράγοντα ενάντια στην εθνική αναγέννηση των υπόδουλων λαών με όρους αυτοδιάθεσης και δημοκρατίας αμέσως μετά τον πόλεμο. Ιδιαίτερα εναντίον του περίφημου «κομμουνιστικού κινδύνου».
Ισχυρίστηκαν λοιπόν ότι το φασιστικό καθεστώς στην Ισπανία δεν είναι δα και τόσο φασιστικό, μιας και επιλέγει να φέρει στο θρόνο έναν φιλελεύθερο βασιλιά υπό την δική τους επιρροή. Περίπου δηλαδή σαν την ίδια την Βρετανία.
Η ταυτότητα του θρόνου στην Ισπανία.
Η μοναρχία στην Ισπανία ανατράπηκε από το λαό και τη δημοκρατία το 1931 με την εκθρόνιση του τελευταίου κατόχου του θρόνου, Αλφόνσο 13ος, της δυναστείας των Βουρβόνων. Η συγκεκριμένη δυναστεία στον Ισπανικό θρόνο έχει λιγότερη σχέση με την Ισπανία και το ισπανικό έθνος, απ’ ότι η «δική μας» δυναστεία των Γλύξμπουργκ εκ Δανίας, που μας φόρτωσαν στο σβέρκο οι μεγάλοι προστάτες μας, πρώτα και κύρια οι Βρετανοί, μετά την εκθρόνιση του Βαυαρού Όθωνα το 1862.
Ακόμη και το δημοψήφισμα του 1978 στην Ισπανία, δεν αφορούσε στην επαναφορά ή μη της μοναρχίας – όπως π.χ. έγινε στην Ελλάδα το 1974 – αλλά αφορούσε στο νέο Σύνταγμα ως «πακέτο». Η μοναρχία επιβλήθηκε στον Ισπανικό λαό από το φασιστικό καθεστώς του Φράνκο και ύστερα τέθηκε ως προϋπόθεση για την «ομαλή» – δηλαδή χωρίς την άμεση αποφασιστική συμμετοχή του λαού – μετάβαση σ’ ένα καθεστώς κοινοβουλευτισμού μετά το θάνατο του δικτάτορα το 1975.
Το δίλημμα που τέθηκε άνωθεν ήταν απλό: κοινοβουλευτική μοναρχία, ή δικτατορία; Όπως αντίστοιχα το Καραμανλής ή τανκς με το οποίο εκβίασαν την ψήφο του ελληνικού λαού το 1974.
Έτσι έκλεψε το θρόνο του, ο πατήρ του σημερινού βασιλιά, Χουάν Κάρλος ο 1ος, τον οποίο η ιθύνουσα τάξη εντός και εκτός Ισπανίας έβαψε με τα πιο φωτεινά φιλελεύθερα χρώματα. Δεν υπήρξε κανενός είδους απευθείας νομιμοποίηση από τους υποτελείς του. Πήρε το θρόνο μόνο και μόνο λόγω καταγωγής, ως εγγονός του εκθρονισθέντος βασιλιά Αλφόνσο και φυσικά ως προσωπική επιλογή του δικτάτορα Φράνκο.
Ο τωρινός Ισπανός βασιλιάς λοιπόν βγήκε για να επιβεβαιώσει την καταγωγή του θρόνου του – παραβιάζοντας ο ίδιος το Ισπανικό Σύνταγμα που τον θέλει υποτίθεται ουδέτερο και εκφραστή της ενότητας – για να επικαλεστεί τη νόθα και εντελώς δοτή υποτέλεια που δήθεν οφείλουν οι Καταλανοί στο κράτος του. Μια υποτέλεια που αποτελεί προϊόν κατάκτησης της Καταλονίας από την εποχή της απόλυτης μοναρχίας των προγόνων του. Την υποτέλεια δηλαδή που οφείλουν οι Καταλανοί ως κατακτημένο έθνος.
Από την άλλη, έδωσε κάθε δυνατή κάλυψη στα μέτρα αιματηρής καταστολής που επέβαλε – με τη χρήση της Guardia Civil παρά κι ενάντια στο ισπανικό Σύνταγμα – η κυβέρνηση της Μαδρίτης. Ο λόγος του ήταν απόλυτα διχαστικός, όχι μόνο γιατί δεν βρήκε να πει λέξη για τα 900 περίπου θύματα της στρατοχωροφυλακής, αλλά την δικαιολόγησε και προετοίμασε το έδαφος για πιο αιματηρή καταστολή εναντίον των Καταλανών. Ακόμη και με στρατιωτική κατοχή της Καταλονίας.
Έως και στρατιωτική κατοχή της Καταλονίας.
Βλέπετε, τυπικά, ο Ισπανικός στρατός – ο οποίος δεν υπήρξε ποτέ ως δημοκρατικός εθνικός θεσμός, αλλά μια ειδική κάστα του μοναρχικού αποικιακού καθεστώτος στην Ισπανία – δεν μπορεί να κινηθεί χωρίς τη ρητή συναίνεση του θρόνου. Σ’ αυτόν ορκίζεται και σ’ αυτόν υπάγεται. Όχι στην κυβέρνηση, έστω κι αν αυτή παίρνει τις αποφάσεις. Και φυσικά είναι απόλυτα επαγγελματικός, δηλαδή μισθοφορικός, που σημαίνει ότι στην πράξη αναγνωρίζει και υπηρετεί πάντα αυτόν που τον πληρώνει.
Αυτός ο τρόπος ρύθμισης και ελέγχου των ενόπλων δυνάμεων στην Ισπανία έχει γίνει προκειμένου ο στρατός με τη συναίνεση του θρόνου, να είναι σε θέση να επέμβει εναντίον ακόμη και μιας νόμιμης λαοπρόβλητης κυβέρνησης της χώρας του εάν και εφόσον αυτή κριθεί από την ιθύνουσα τάξη ότι στρέφεται εναντίον του «έθνους»! Όπως έκανε κι ο στρατηγός Φράνκο όταν κινήθηκε στρατιωτικά εναντίον της δημοκρατικής κυβέρνησης το 1933. Τα συμφέροντα του «έθνους» επικαλέστηκε, τα οποία κινδύνευαν δήθεν από την επικράτηση της δημοκρατίας στην Ισπανία.
Χωρίς τη ρητή συναίνεση του θρόνου, η πιθανή κίνηση του στρατού με μόνη την απόφαση της κυβέρνησης μπορεί να θεωρηθεί, ακόμη κι επίσημα, ως πραξικόπημα. Ο βασιλιάς λοιπόν έδωσε τη ρητή συναίνεση με τη δημόσια δήλωσή του, ώστε όταν κι όποτε κρίνει η κυβέρνηση της Μαδρίτης – και όποιες δυνάμεις εντός και εκτός Ισπανίας κρύβονται πίσω της – να είναι σε θέση να χρησιμοποιήσει νομότυπα ακόμη και καθαρά στρατιωτικές δυνάμεις εναντίον των «αποσχιστικών στοιχείων» που εκδηλώνουν «απείθεια έναντι των θεσμικών οργάνων του κράτους».
Τι διαφορετικό ισχυρίζεται σήμερα ο βασιλιάς και η κυβέρνηση από ότι ισχυρίζονταν ανέκαθεν οι αποικιοκρατικές και απολυταρχικές εξουσίες κάθε φορά που αντιμετώπιζαν ένα υποτελές έθνος να επικαλείται το δικαίωμά του στην αυτοδιάθεση και ανεξαρτησία; «Ο κύριος λόγος για το μεγάλο χάσμα μεταξύ πρόβλεψης και υλοποίησης σε θέματα που αφορούν την αυτοδιάθεση είναι η παγκόσμια τάση των κυβερνήσεων να λαμβάνουν αποφάσεις σχετικά με τη σιωπηρή υπόθεση της ανάγκης διατήρησης ολόκληρης της πολιτικής μονάδας. Αντίθετα με την αξίωση του δικαιώματος αυτοδιάθεσης, η κυβέρνηση διακηρύσσει το δικαίωμα να καταστείλει την εξέγερση και το καθήκον να αποτρέψει την απόσχιση.»(2)
Οι διαιρέσεις, οι πόλεμοι, οι επεμβάσεις και το αίμα δεν είναι αποτέλεσμα των «αποσχίσεων» και της διάλυσης των μεγάλων «εθνών-κρατών», αλλά, αφενός, οι επεμβάσεις των μεγάλων δυνάμεων και της «διεθνούς κοινότητας» με πρόφαση δήθεν «αποσχιστικά κινήματα» και δήθεν πρόβλημα μειονοτήτων. Αφετέρου, γιατί ποτέ – ακόμη και μετά την κατοχύρωσή του δικαιώματος της εθνικής αυτοδιάθεσης των λαών από την Χάρτα και τις διακηρύξεις του ΟΗΕ – οι μεγάλες δυνάμεις και ιδιαίτερα οι παλιές αποικιακές χώρες δεν αποδέχθηκαν, ούτε αναγνώρισαν το δικαίωμα αυτό σ’ όλα τα έθνη και τους λαούς.
Θα ήταν ιδανικό να βλέπαμε το λαό στην Ισπανία να έχει ενωθεί σε μια ενιαία και αδιαίρετη χώρα, όπως διαμορφώθηκε η Γαλλία μετά τη Μεγάλη Επανάσταση του 1789. Όμως αυτό δεν συμβαίνει. Η ιθύνουσα τάξη της Ισπανίας κατόρθωσε να επιβληθεί της δημοκρατίας κι έτσι δεν κατόρθωσαν οι διαφορετικές εθνότητες και έθνη της Ισπανίας να συσσωματωθούν σ’ ένα ενιαίο έθνος, σ’ έναν ενιαίο λαό.
Επέβαλε την εσωτερική αυτονομία εθνών και εθνοτήτων ακριβώς για να μην βρεθεί απέναντι σ’ έναν ενωμένο λαό. Η ομοσπονδιακή δομή ενός κράτους από την εποχή που επινοήθηκε στις ΗΠΑ, έχει ως βασικό σκοπό το διαίρει και βασίλευε μέσα στον λαό. Έχει σαν σκοπό την απόσπαση και την αποξένωση της εξουσίας από το έθνος και το λαό.
Όταν λοιπόν μια εξουσία δεν μπορεί να κρατήσει ενωμένο ένα κράτος, γιατί ένα από τα υποτελή έθνη ξεσηκώνεται, τότε τι οφείλει να κάνει; Να το καταστείλει με τη βία; Ή να ακολουθήσει τη συμβουλή του Πασά Σελίμ από την όπερα του Μότσαρτ Απαγωγή από το Σεράι: «Όσους δεν μπορείς να κερδίσεις με την καλοσύνη, τότε πρέπει να τους αφήνεις ελεύθερους να φύγουν.»(3)
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
(1). Raju G. C. Thomas, Self-Determination and International Recognition Policy: An Alternative interpretation of why Yugoslavia disintegrated, World Affairs, Vol. 160, No. 1, Ethnicity and Politics (Summer 1997), 17.
(2). Walker Connor, Self-Determination: The New Phase. World Politics, Vol. 20, No. 1 (Oct., 1967), 44.
(3). Wolfgang Amadeus Mozart, Die Entführung aus dem Serail, Πράξη Τρίτη, Σκηνή Ογδόη.
Ο Δημήτρης Καζάκης είναι Γενικός Γραμματέας του Ε.ΠΑ.Μ.