Στις αρχαίες κοινωνίες η δικαιοσύνη έπαιρνε την μορφή της αυτοδικίας. Κατά κανόνα οποιαδήποτε αδικία γινόταν μέσα στα πλαίσια της φυλής γινόταν από λάθος, αφού το αίσθημα της ενότητας της ομάδας ήταν ισχυρότερο ακόμα κι από το αίσθημα της ατομικής επιβίωσης. Η δικαιοσύνη αποδιδόταν με ειρηνικά μέσα, συνήθως με την έκφραση λύπης από την πλευρά του αδικήσαντος και την επανόρθωση της ζημιάς. Η εκδίκηση στα πλαίσια της ομάδας ήταν αδιανόητη μιας και η ενότητα της ομάδας ήταν αδιανόητο να διαρραγεί για οποιονδήποτε λόγο.
Διαφορετικά ήσαν τα πράγματα σε περίπτωση αδικίας μεταξύ διαφορετικών φυλών. Η αδικημένη φυλή ζητούσε να της αποδοθεί έκφραση λύπης και αποζημίωση. Αν η άλλη φυλή αρνιόταν, τότε οι αδικημένοι έπαιρναν αυτό που ήθελαν με τη βία. Συνήθως ξεσπούσε πόλεμος. Σε περίπτωση φόνου η φυλή του φονευθέντος ζητούσε να της παραδοθεί ο φονιάς. Αν η άλλη φυλή αρνιόταν ξεσπούσε πόλεμος μέχρι εσχάτων. Ο νικητής δεν αρκούταν στη νίκη, αλλά εξολόθρευε κάθε μέλος της νικημένης φυλής, τα οικοδομήματα, τα ζώα, τα σπαρτά, ακόμα και τα μωρά, στα οποία έβλεπε μια μελλοντική απειλή. Μια παλιά σκανδιναβική παροιμία λέει: «Μέσα σε κάθε παιδί ενεδρεύει ένας λύκος».
Η αιματηρή εκδίκηση ήταν μέρος της κουλτούρας όλων των παλιών λαών και η διάπραξή της ήταν πρώτη προτεραιότητα. Μια άλλη σκανδιναβική παροιμία λέει: «Ακόμα κι όταν το όστρακο θα έχει γίνει σκόνη κι αν περάσουν ακόμα χίλια χρόνια, η φωτιά της εκδίκησης θα καίει την καρδιά μου».
Στην παλιά Βουργουνδία όποιος έκαιγε μια ξένη θημωνιά καιγόταν ζωντανός από το πλήθος με συνοπτικές διαδικασίες, αφού από την θημωνιά εξαρτιόταν η ύπαρξη μιας ολόκληρης οικογένειας. Στην Δαλματία, οι γυναίκες του σκοτωμένου κρεμούσαν το ματωμένο πουκάμισό του πάνω από το τζάκι και το έδειχναν στα παιδιά τους, ετοιμάζοντάς τα να πάρουν εκδίκηση όταν θα μεγάλωναν.
Ο ιστορικός Χένρυ Λιούις Μόργκαν γράφει για Ινδιάνους της Β. Αμερικής που αυτοκτόνησαν επειδή, για κάποιους λόγους, δεν μπόρεσαν να πάρουν εκδίκηση για αδικία που έγινε σε βάρος της φυλής.
Οι μυθολογίες όλων των λαών, που αντικατοπτρίζουν τα ήθη και τις συνήθειες της εποχής τους βρίθουν από περιστατικά αιματηρής εκδίκησης. Στην ελληνική μυθολογία η αιματηρή εκδίκηση βρίσκεται στην ημερήσια διάταξη. Ο Ηρακλής εξολοθρεύει ολόκληρες οικογένειες επειδή τον αδίκησαν. Θεοί και θεές επιφυλάσσουν τρομερές τιμωρίες σε όσους τους αψήφησαν. Η αρχαία τραγωδία, που επίσης αντικατοπτρίζει υπαρκτά ήθη και έθιμα, είναι γεμάτη από πράξεις αιματηρής εκδίκησης. Η Μήδεια σκοτώνει τα παιδιά της για να τιμωρήσει τον Ιάσονα και καταδικάζει την γενιά του σε μη-συνέχεια. Η Κλυταιμνήστρα σκοτώνει τον Αγαμέμνονα και λέει: «το αίμα του θα πέσει σαν δροσιά επάνω μου». Ο Ορέστης σκοτώνει την μητέρα του για να εκδικηθεί τον θάνατο του πατέρα του. Τα περιστατικά της αιματηρής εκδίκησης είναι αμέτρητα.
Στην αρχαία Αθήνα υπήρχε το Δικαστήριο των Δικαίων Φόνων, το οποίο δίκαζε κυρίως, φόνους που διαπράχθηκαν για υπεράσπιση, αυτοάμυνα ή εκδίκηση. Κατά κανόνα οι κατηγορούμενοι αθωώνονταν ή καταδικάζονταν σε συμβολικές ποινές.
Στην Ευρώπη, βαθμηδόν, η αιματηρή εκδίκηση άρχισε να υποχωρεί εξαγορά όταν εισήχθη από τους Φράγκους η αρχή της εξαγοράς (Wergeld ή Wergild).
Ο άσβεστος πόθος για αιματηρή εκδίκηση δεν οφειλόταν στα «κακά» ένστικτα των αρχαίων και μεσαιωνικών λαών, όπως ισχυρίζονται εκπρόσωποι της αστικής αντίληψης του πασιφισμού και η εκκλησία. Ήταν όρος ζωής και ύπαρξης για τις κοινωνίες της εποχής. Οι ισχυρότατοι δεσμοί που αναπτύσσονταν ανάμεσα στα μέλη του γένους και της φυλής έκαναν το κάθε μέλος να νοιώθει σαν προσωπική προσβολή την αδικία που επιτελούταν σε κάποιο άλλο μέλος. Κυριολεκτικά ένοιωθε σαν ακρωτηριασμένο. Επί πλέον, αν μια φυλή δεν έπαιρνε εκδίκηση για την αδικία, θεωρούνταν αδύναμη και γινόταν βορά στις διαθέσεις εχθρικών φυλών.
Με την δημιουργία των εθνικών κρατών και την διάδοση των νόμων - που θεωρείται ότι αποδίδουν δικαιοσύνη - σε μεγάλα τμήματα του γήινου πληθυσμού η ανάγκη για αυτοδικία αμβλύνθηκε και σχεδόν εξαλείφθηκε. Οι άνθρωποι περιμένουν το δίκιο τους από την Πολιτεία. Όταν όμως η αδικία από την πλευρά της Πολιτείας γίνεται εμφανής με αδιαμφισβήτητο τρόπο στην πλειοψηφία του πληθυσμού, αναζωπυρώνεται η επιθυμία της αυτοδικίας, δηλαδή η ανάγκη για απόδοση δικαιοσύνης με ατομικούς τρόπους.
Σήμερα οι πολιτικές του νεοφιλελευθερισμού έχουν καταδικάσει σε απόλυτη φτώχεια μεγάλα τμήματα του πληθυσμού και η αδικία έχει πάρει γιγαντιαίες διαστάσεις. Η υποκρισία των νόμων έχει καταφανεί στα μάτια των μελών της κοινωνίας και το κράτος «δικαίου» έχει ξεσκεπαστεί. Όταν οι άνθρωποι συνειδητοποιούν ότι δεν μπορούν να βρουν το δίκιο τους με κανένα άλλο τρόπο θα καταφεύγουν, κατ’ ανάγκη, στην αυτοδικία. Οι πολιτικές της παγκοσμιοποίησης έχουν μετατρέψει τις κοινωνίες σε νεομαλθουσιανές ζούγκλες, όπου, απροκάλυπτα πια, το μόνο δίκαιο είναι το δίκαιο του ισχυρού. Οι απλοί άνθρωποι δεν μπορούν να υπερασπίσουν τον εαυτό τους στα πλαίσια των νόμων αυτής της ζούγκλας και καταφεύγουν σε ατομικές πράξεις.
Ο ισχυρισμός ότι οι δημόσιοι ή οι ιδιωτικοί υπάλληλοι που κόβουν το δημόσιο αγαθό του ηλεκτρικού ρεύματος ακόμα και σε σπίτια αρρώστων και αναπήρων «είναι εργαζόμενοι και κάνουν την δουλειά τους» δεν ικανοποιεί τον πληττόμενο, ο οποίος με την σειρά του απαντάει: αν η δουλειά τους είναι να σκοτώσουν την οικογένειά μου και εμένα να μην την κάνουν. Άλλωστε είναι ακόμα νωπές οι μνήμες των Γερμανών στρατιωτών που εξολόθρευαν ολόκληρα χωριά λέγοντας «εμείς, απλώς, εκτελούμε διαταγές».
Η πλειοψηφία των ανθρώπων στη χώρα μας θα μπορούσαν να μην βρίσκονται σε θέση ανημπόριας αν η περίφημη Αριστερά εξέφραζε τις δίκαιες επιθυμίες τους και τους έδειχνε την διέξοδο από την σημερινή κατάσταση. Όμως η συντριπτική πλειοψηφία των κομμάτων, οργανώσεων και ομάδων της αριστεράς έχει άλλα, πιο καυτά και δήθεν οικουμενικά(!) ενδιαφέροντα κι αφήνει την ακροδεξιά να καλύψει το υπάρχον κενό, δίνοντάς της κάθε ευκαιρία να υποκριθεί ότι νοιάζεται για τα προβλήματα των δυστυχισμένων.
Προκόπης Μπίχτας