Η αλήθεια είναι ότι, ανεξάρτητα από το ποιόν των κομμάτων της αντιπολίτευσης (που δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι είναι αμερικανόδουλη πέρα για πέρα), κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει ότι η υλική βάση για τις διαδηλώσεις που έχουν συγκλονίσει τη Βενεζουέλα δεν είναι οι «δυσκολίες της επανάστασης», αλλά η βαθιά καπιταλιστική κρίση που εδώ και τέσσερα περίπου χρόνια ταλανίζει τη χώρα και την έχει φέρει ένα χρόνο τώρα σε καθεστώς «έκτακτης ανάγκης».
Το έχουμε γράψει επανειλημμένα (βλ σειρά άρθρων τον Δεκέμβρη του 2007 με τίτλο «Ο χαρακτήρας της “μπολιβαριανής επανάστασης“ του Τσάβες» στα: http://www.eksegersi.gr/article.php?article_id=6053&cat_id=20, http://www.eksegersi.gr/article.php?article_id=5925&cat_id=20, http://www.eksegersi.gr/article.php?article_id=5893&cat_id=20) ότι καμία επανάσταση και κανένας σοσιαλισμός δεν οικοδομήθηκε ποτέ στη Βενεζουέλα. Απλά, ο λαοπλάνος Τσάβες, εκμεταλλευόμενος την αύξηση των διεθνών τιμών του πετρελαίου, άσκησε μια ρεφορμιστική πολιτική, χωρίς όμως ταυτόχρονα να αμφισβητεί την καπιταλιστική ιδιοκτησία, πέραν κάποιων απαλλοτριώσεων που έγιναν κυρίως σε εγκαταλελειμμένες επιχειρήσεις, πάντα με εκατό τοις εκατό αποζημίωση των ιδιοκτητών τους.
Οταν τα καμπανάκια της οικονομικής κρίσης ήχησαν πάνω από το Καράκας, ο διάδοχος του Τσάβες, Μαδούρο, προσπάθησε να διαχειριστεί την κρίση με αλλαγές στη νομισματική πολιτική. Ετσι, από τον Φλεβάρη του 2015, ο Μαδούρο εισήγαγε νέο σύστημα με τρεις συναλλαγματικές ισοτιμίες: μία για τα τρόφιμα και φάρμακα με 6.3 μπολίβαρ ανά δολάριο (η οποία αργότερα έγινε 10 μπολίβαρ το δολάριο), μία για προϊόντα πολυτελείας και για την αγορά συναλλάγματος από πολίτες που θέλουν να ταξιδέψουν στο εξωτερικό με ισοτιμία 12 μπολίβαρ ανά δολάριο και μία με ισοτιμία βάσει της προσφοράς και ζήτησης στην αγορά νομισμάτων (η οποία αργότερα έφτασε στα 370). Θεωρούσε έτσι ότι θα μπορούσε να ελέγξει τις τιμές των εισαγόμενων τροφίμων και φαρμάκων (των πιο κρίσιμων δηλαδή εμπορευμάτων που επηρεάζουν τη ζωή της φτωχολογιάς) και να τις διατηρήσει χαμηλές, αφού η συναλλαγματική ισοτιμία μπολίβαρ-δολαρίου ήταν σχετικά χαμηλή (μόλις 6.3 μπολίβαρ ανά δολάριο αντί των εκατοντάδων που ήταν στη μαύρη αγορά).
Το πρόβλημα είναι ότι όταν δεν έχεις ιδέα ότι οι οικονομικοί νόμοι λειτουργούν αυτόνομα και ανεξάρτητα από τις προθέσεις σου (όπως και οι φυσικοί νόμοι), την πατάς. Ετσι την πάτησε και ο Μαδούρο που είδε τον πληθωρισμό να εκτινάσσεται σε απίστευτα επίπεδα ρεκόρ, αφού από τη στιγμή που τα μέσα παραγωγής εξακολουθούν να αποτελούν ατομική ιδιοκτησία και το εμπόριο με το εξωτερικό γίνεται και από τους ιδιώτες καπιταλιστές, ο κάθε καπιταλιστής θα κάνει αυτό που λέει η τσέπη του και όχι αυτό που υποτίθεται ότι θα έπρεπε να κάνει για το «κοινό καλό» (το οποίο δεν υπάρχει στην πραγματικότητα, σε μία ταξικά διαιρεμένη κοινωνία).
Ετσι, με την πτώση των διεθνών τιμών του πετρελαίου, το κράτος (που πούλαγε το πετρέλαιο και έπαιρνε δολάρια) έπαιρνε πλέον λιγότερα δολάρια στα χέρια του για την ίδια ποσότητα πετρελαίου. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα να μειωθούν τα συναλλαγματικά αποθέματα του κράτους σε δολάρια. Σε μία οικονομία που εξαρτάται κατά πολύ από τις εισαγωγές προϊόντων, όπως η οικονομία της Βενεζουέλας (που ποτέ δεν οικοδόμησε βαριά βιομηχανία), η έλλειψη δολαρίων σημαίνει περισσότερες δυσκολίες στις εισαγωγές, αφού οι εισαγωγές δε γίνονται στο τοπικό νόμισμα αλλά σε δολάρια. Οσοι εισαγωγείς τροφίμων και φαρμάκων είχαν διασυνδέσεις στον κρατικό μηχανισμό μπορούσαν να προμηθευτούν από το κράτος φτηνά δολάρια (στην ισοτιμία 10 προς 1). Οσοι όμως δεν είχαν θα έπρεπε να προμηθευτούν δολάρια από τη μαύρη αγορά (σε ισοτιμία που έφτασε τα 2.752 προς 1), μετακυλώντας αναγκαστικά αυτό το κόστος στις τιμές των εισαγόμενων προϊόντων.
Από τη στιγμή που τα δολάρια που είχε το κράτος λιγόστεψαν (λόγω της μείωσης των τιμών του πετρελαίου, όπως αναφέραμε παραπάνω), οι εισαγωγείς που θα μπορούσαν να προμηθευτούν φτηνά δολάρια γίνονταν όλο και πιο λίγοι. Πρώτες σ’ αυτό το παζάρι ήταν οι μεγάλες ξένες καπιταλιστικές μονοπωλιακές επιχειρήσεις που, όπως αποκάλυψε κάποια στιγμή στην παραζάλη του ο ίδιος ο Μαδούρο (βλ. φιλοτσαβικό πρακτορείο Venezuelanalysis, http://venezuelanalysis.com/news/12081), έλαβαν μεγάλες ποσότητες δολαρίων από το κράτος σαν αντάλλαγμα για να μην εγκαταλείψουν τη χώρα και να συνεχίσουν να παράγουν στη Βενεζουέλα. Ομως οι εταιρίες αυτές ήταν αχάριστες (γι’ αυτό και προκάλεσαν το παράπονο του Μαδούρο). Αφού έκαναν την κονόμα τους κερδοσκοπώντας με τη γενική αύξηση των τιμών, πολλές από αυτές «την έκαναν» για το εξωτερικό, όπως η χαρτοποιία Kimberly Clark, η οποία αιφνιδιαστικά έκλεισε το εργοστάσιό της στη χώρα τον περσινό Ιούλη απολύοντας γύρω στους 1.000 εργάτες.
Η έλλειψη δολαρίων είχε ως συνέπεια τις ελλείψεις εισαγόμενων προϊόντων πλατιάς κατανάλωσης. Ακόμα χειρότερα ήταν τα πράγματα για τη ντόπια βιομηχανία, αφού οι μηχανές (οι οποίες είναι από το εξωτερικό, αφού η Βενεζουέλα δε διαθέτει βιομηχανία παραγωγής μηχανών - μέσων παραγωγής) για να λειτουργήσουν χρειάζονται ανταλλακτικά (πολλά από τα οποία είναι εισαγόμενα, εκτός κι αν υπάρχει δυνατότητα να κάνεις πατέντες για να τα αντικαταστήσεις). Η εκτίναξη του πληθωρισμού ήταν φυσική συνέπεια, όπως η καταιγίδα μετά από την πυκνή συννεφιά.
Πώς θα μπορούσε να διαλυθεί αυτός ο φαύλος κύκλος; Με το πέρασμα των μέσων παραγωγής στα χέρια της εργατικής τάξης, μέσω του κράτους της, το οποίο θα είχε το μονοπώλιο και του εξωτερικού εμπορίου. Αυτό προϋποθέτει την καταστροφή του παλιού κρατικού μηχανισμού και την οικοδόμηση ενός κράτους εντελώς διαφορετικού από το σημερινό: δικτατορίας πάνω στους πρώην καπιταλιστές που θέλουν να παλινορθώσουν τον καπιταλισμό και πλέριας δημοκρατίας για τους πρώην καταπιεζόμενους (εργάτες, αγρότες, λοιπά μικροαστικά μεσοστρώματα), με τελικό στόχο τη διεύθυνση της οικονομίας απ’ αυτούς. Οικοδομώντας βαριά βιομηχανία (βιομηχανία παραγωγής μέσων παραγωγής) και πετώντας ταυτόχρονα έξω όλες τις πολυεθνικές που ξεζουμίζουν τη χώρα (όχι ορισμένες, για τα μάτια του κόσμου). Ακόμα κι αν αυτό δεν μπορούσε να γίνει αμέσως, θα ήταν κάτι που δε θα παραπεμπόταν στο αβέβαιο μέλλον, αλλά θα πραγματοποιούνταν βραχυπρόθεσμα.
Δεν λέμε ότι όλα αυτά είναι εύκολα και εξασφαλισμένα. Αυτό απαιτεί επαναστατική αλλαγή (όχι στα λόγια, με «απαλλοτρίωση» χρεοκοπημένων επιχειρήσεων), σκληρή σύγκρουση με την κεφαλαιοκρατία (ντόπια και ξένη) και ένα επαναστατικό επιτελείο δοκιμασμένο μέσα στη φωτιά, που να εμπνέει εμπιστοσύνη στις πλατιές λαϊκές μάζες. Καμία σχέση με τον Μαδούρο που τώρα προσπαθεί να εμποδίσει το ξέσπασμα μιας γενικευμένης εξέγερσης. Γι’ αυτό και οι Αρχές εξέδωσαν ένταλμα σύλληψης ομάδας στρατιωτών που σκότωσαν έναν 32χρονο διαδηλωτή στις 13 Απρίλη. Αμφίβολο είναι, όμως, αν αυτά τα τερτίπια θα κατορθώσουν να κατασιγάσουν τη λαϊκή οργή.