Η κοινωνική σημασία της επαναστάσεως του 1821 - Η συμβολή του Γ. Κορδάτου
Το 1924 κυκλοφόρησε για πρώτη φορά το έργο του Γιάνη Κορδάτου Η κοινωνική σημασία της ελληνικής επαναστάσεως του 1821. Το κράτος και η Ιερά Σύνοδος το καταδίκασαν άμεσα, κατασκεύασαν «μελέτες» που να αντικρούουν τα συμπεράσματά του και εκφόβιζαν τη νεολαία, ώστε να μη διαβάσουν τα νέα παιδιά το συγκεκριμένο έργο. Κατά τον ίδιο τον Κορδάτο, ο λόγος της δίωξής του ήταν ότι «πήρε ένα θέμα από τα σπουδαιότερα της Νεοελληνικής μας Ιστορίας και το εξήτασε με τη μέθοδο του ιστορικού υλισμού.» Πράγματι, το έργο αυτό αποτελεί σταθμό για την ελληνική ιστοριογραφία, διότι εισάγει τον ιστορικό υλισμό ως μέθοδο στη μελέτη, ανάλυση και ερμηνεία της ελληνικής ιστορίας και μάλιστα σε ένα κομμάτι της που ήταν πολύ σημαντικό και κρίσιμο για την τότε, αλλά και τη σημερινή εξουσία. Από την αστική ανάγνωση της ελληνικής επανάστασης και του χαρακτήρα της αντλούν οι αντιδραστικές δυνάμεις, από τότε έως και σήμερα, ιδεολογικά εφόδια για να κρύβουν το ρόλο τους και να θολώνουν την κρίση του λαού.
Ο Κορδάτος απεκάλυψε τον αντιδραστικό ρόλο των ανώτερων κληρικών, των κοτζαμπάσηδων και των Φαναριωτών, οι οποίοι εμφανίστηκαν μετεπαναστατικά να διεκδικούν το ρόλο του εθνοσωτήρα και κατέδειξε ότι η «απελευθερωμένη» Ελλάδα έγινε «συγκεκαλυμένον προτεκτοράτον της Αγγλίας» και πως ο ελληνικός λαός δεν μπορούσε «να ασκεί τα κυριαρχικά του δικαιώματα».
Ο Κορδάτος, λοιπόν, καταπιάνεται με τη μελέτη της Επανάστασης, προσπαθώντας να κατανοήσει όσο γίνεται καλύτερα τα γεγονότα και εφαρμόζοντας τη μέθοδο του ιστορικού υλισμού, θέτει κάποια ερωτήματα. Τα ερωτήματα αυτά δε διατυπώνονται ρητά στο έργο του, αλλά η παρουσία τους είναι προφανής δια της ρητής διατύπωσης των απαντήσεών τους.
Προπαρασκευαστικά ζητήματα
Στην Εισαγωγή του βιβλίου ο Κορδάτος ξεκαθαρίζει ορισμένα ζητήματα προπαρασκευαστικά και φροντίζει να αντιπαρατεθεί με τους αστούς ιστορικούς καταδεικνύοντας τις αντιεπιστημονικές και αντιδραστικές τους θέσεις:
1. Ποιες είναι οι ρίζες της νεοελληνικής εθνότητας και πώς σχηματίστηκε;
2. Τί εννοούμε λέγοντας «έθνος»;
3. Πότε τέθηκε για πρώτη φορά το ζήτημα σχηματισμού ελληνικού κράτους και γιατί δεν καρποφόρησε;
4. Πώς αντιμετώπιζαν οι κάτοικοι της Βαλκανικής την προοπτική της Οθωμανικής κατάκτησής τους;
5. Γιατί αρχικά ο νεοελληνικός εθνισμός έχει παθητικό χαρακτήρα και ποιοι παράγοντες τον μετασχηματίζουν σε μαχητικό;
α) Στο πλαίσιο των ρωσοτουρκικών πολέμων οι Ρώσοι κινητοποιούν τους υπόδουλους λαούς της Βαλκανικής να ξεσηκωθούν ενάντια στους Οθωμανούς, υπογράφονται συνθήκες που προωθούν το εμπόριο και τη ναυτιλία και στις ελληνικές εμπορικές παροικίες αναπτύσσεται η ιδέα της δημιουργίας μιας ασφαλούς εθνικής εστίας.
β) Η Γαλλική Επανάσταση και η προέλαση του Ναπολέοντα δίνουν ώθηση στις μάζες στον αγώνα κατά των φεουδαρχών.
Κοινωνικές τάξεις
Ο Κορδάτος αναλύει την κοινωνική και ταξική σύνθεση των κοινοτήτων στην ελλαδική περιοχή και εντοπίζει τα εξής στοιχεία:
Κοινωνική οργάνωση
Στις επαρχίες κυριαρχεί ο θεσμός των κοινοτήτων, ένα αποκεντρωτικό σύστημα. Κάθε μεγάλη περιοχή κυβερνάται από ένα πασά και από αυτόν εξαρτώνται οι μικρότεροι τοπικοί άρχοντες, Τούρκοι μπέηδες και Έλληνες προεστοί (κοτζαμπάσηδες). Οι κοτζαμπάσηδες, όσον αφορά στη θεσμική οργάνωση της κοινότητας, είχαν στα χέρια τους τη φορολογία και τη δικαιοσύνη. Όριζαν για τον κάθε κάτοικο το ποσό που όφειλε να πληρώσει στο επαρχιακό ταμείο και δίκαζαν, ρύθμιζαν διαφορές και επέβαλλαν ποινές. Οι Έλληνες προεστοί και προύχοντες, κατέχοντας ουσιαστικά την πολιτική εξουσία στις περισσότερες επαρχίες και κατέχοντας μεγάλες εκτάσεις γης όπου εργάζονταν με άθλιους όρους οι υπόδουλοι, καταπίεζαν πολύ σκληρά τον ελληνικό αγροτικό πληθυσμό. Αυτό το γεγονός οι Έλληνες ιστορικοί αποφεύγουν να το καταδείξουν, όταν αναφέρονται στα «μαύρα χρόνια της σκλαβιάς», προσπαθώντας να παρουσιάσουν απαλλαγμένους από κάθε ευθύνη τους Έλληνες τσιφλικάδες και να σβήσουν τον αντιδραστικό και προδοτικό τους ρόλο στην υπόθεση της Ελληνικής Επανάστασης. Πρόκειται για συνειδητή παραχάραξη της ιστορίας.
Λίγα λόγια για το ρόλο του Πατριαρχείου και τα προνόμιά του.
Ο Μωάμεθ ο Β΄, πέρα από καλός στρατηγός, ήταν και ικανός πολιτικός. Φρόντισε να αναδείξει σε σημαντικές θέσεις εκείνους που τον εξυπηρετούσαν περισσότερο. Διόρισε στη θέση του Πατριάρχη το Γεννάδιο Σχολάριο, διότι ανήκε στους ανθενωτικούς κύκλους της Εκκλησίας. Πριν την πτώση της Πόλης ο Γεννάδιος και οι ανώτεροι κληρικοί που εχθρεύονταν τη Δύση και διαφωνούσαν με την ένωση των Εκκλησιών, δια των κηρυγμάτων τους καλλιεργούσαν τον φιλοτουρκισμό και ήταν εκείνοι που βοήθησαν τους Τούρκους να μπουν στην Πόλη. Για να σταθεροποιήσει τη συμμαχία του, ο Μωάμεθ ο Β΄ παραχώρησε ακόμη μεγαλύτερα προνόμια στο Πατριαρχείο, τον ανώτερο κλήρο και τα μοναστήρια, επέκτεινε την εξουσία τους και διατήρησε στο ακέραιο τις φεουδαρχικές ιδιοκτησίες τους. Έτσι, ένας μικρός αριθμός ανώτερων κληρικών και καλόγερων αντλούσαν υπέρογκα εισοδήματα από τους χιλιάδες σκλαβωμένους αγρότες που καλλιεργούσαν τα απέραντα κτήματά τους. Ακόμη, η Εκκλησία εισέπραττε από κάθε χριστιανό ραγιά και έναν ειδικό φόρο, τη ζητεία. Επιπλέον, το Πατριαρχείο είχε και δικαστικές αρμοδιότητες που σχετίζονταν με το ιδιωτικό δίκαιο. Έτσι, εντός του τουρκικού κράτους υφίσταται υπό τη μορφή της εκκλησιαστικής οργάνωσης και μία παρακυβέρνηση των ραγιάδων, εκπροσωπούμενη από το Πατριαρχείο.
Οικονομικές συνθήκες προεπαναστατικά
1450-1650: Την περίοδο αυτή υπάρχει παύση του εμπορίου, με αποτέλεσμα η μικρή μάζα των εμπόρων και των βιοτεχνών να έχει και μικρή οικονομική και πολιτική δύναμη. Κατά συνέπεια, οι φεουδαρχικές σχέσεις παραμένουν κραταιές και αδιαμφισβήτητα κυριαρχούν οικονομικά και πολιτικά οι μεγαλογαιοκτήμονες.
Η θέση των κοινωνικών τάξεων τις παραμονές της Επανάστασης
α) Έλληνες χριστιανοί τσιφλικάδες (προεστοί-κοτζαμπάσηδες): είναι υπέρ των Τούρκων, προκειμένου να διατηρήσουν τα φεουδαρχικά τους δικαιώματα.
Όπως παρατηρεί ο Κορδάτος:
«Η κλεφτουριά είναι μια ιδιότυπη μορφή της πάλης των τάξεων…».
«Βασίλη, κάτσε φρόνημα, να γένεις νοικοκύρης,
για ν’ αποχτήσεις πρόβατα, ζευγάρια κι αγελάδες,
χωριά κι αμπελοχώραφα, κοπέλια να δουλεύουν.
– Μάννα μ’, εγώ δεν κάθομαι να γένω νοικοκύρης,
να κάμω αμπελοχώραφα, κοπέλια να δουλεύουν
και να ’μαι σκλάβος των Τουρκών, κοπέλι στους γερόντους*.»
Ρήγας και Φιλική Εταιρεία
Η ιδέα της εθνικής παλιγγενεσίας αναπτύσσεται πρώτα στις ελληνικές παροικίες για δύο λόγους:
α) εκεί συγκεντρώθηκαν έμποροι και βιοτέχνες που συσσώρευσαν πολύ πλούτο και θα είχαν μεγάλο όφελος από τη δημιουργία ενός ελληνικού κράτους ως ασφαλούς και ευνοϊκής έδρας και
β) εκεί ήταν αμεσότερη η επίδραση της Γαλλικής Επανάστασης.
Στο δεύτερο μισό του 18ου αιώνα εμφανίζεται μια μεγάλη προσωπικότητα, ο Ρήγας Βελεστινλής. Ζούσε στο Βουκουρέστι, ήταν καλλιεργημένος άνθρωπος και διέθετε πολιτική διορατικότητα. Αποτελεί έναν από τους πιο ενθουσιώδεις εκφραστές του νεοελληνικού εθνισμού και ανέπτυξε πλούσια επαναστατική δράση. Οργάνωσε μια μυστική εταιρεία, στην οποία δεν έδωσε χαρακτήρα αποκλειστικά ελληνικό. Συνεργάτες του ήταν Ρουμάνοι, Σέρβοι, Αρβανίτες και πιθανώς Βούλγαροι. Κατά το Ρήγα, οι λαοί της Βαλκανικής έπρεπε να ξεσηκωθούν ενωμένοι ενάντια στον κατακτητή τους, και μάλιστα, χωρίς την ανάμειξη των Μεγάλων Δυνάμεων. Η απελευθέρωση της Ελλάδας και των βαλκανικών λαών έπρεπε να γίνει χωρίς την εξάρτηση από διεθνείς κηδεμόνες.
Το απελευθερωτικό κίνημα στο εξωτερικό συνεχίστηκε και αυτή τη φορά η νέα μυστική εταιρεία είχε ως έδρα τη Ρωσία. Πρόκειται για τη Φιλική Εταιρεία που ίδρυσαν ο Σκουφάς, ο Τσακάλωφ και ο Ξάνθος στην Οδησσό. Για επτά χρόνια μάζευαν χρήματα, προπαγάνδιζαν την ιδέα της Επανάστασης και προετοίμαζαν τον ένοπλο αγώνα. Για την τελική πράξη, όμως, επειδή οι ίδιοι δεν είχαν το απαραίτητο κύρος για να κινητοποιήσουν τον ελληνικό λαό, αναζητούσαν έναν αρχηγό που θα ενέπνεε και θα ενθουσίαζε. Πρώτα απευθύνθηκαν στον Καποδίστρια, ο οποίος τότε ήταν υπουργός εξωτερικών της Ρωσίας και είχε ευρωπαϊκή φήμη. Όμως, ο Καποδίστριας ήταν εχθρός και των δημοκρατικών ιδεών και των εθνικοαπελευθερωτικών κινημάτων. Όχι μόνο αρνήθηκε, αλλά καταδίκασε κάθε επαναστατική ιδέα και πρότεινε στον Ξάνθο να διαλύσουν την Εταιρεία.
Η περίοδος αυτή συμπίπτει με την ήττα του Ναπολέοντα, την επικράτηση των φεουδαρχικών-μοναρχικών δυνάμεων και την ίδρυση της Ιεράς Συμμαχίας, της αντιδραστικής ένωσης Ρωσίας, Πρωσίας, Αυστρίας και Αγγλίας με στόχο την κατάπνιξη των εθνικών και των δημοκρατικών κινημάτων. Οι Φιλικοί, όμως, είχαν τροποποιήσει το επαναστατικό πρόγραμμα του Ρήγα και δεν προπαγάνδιζαν συστηματικά το αντιφεουδαρχικό πνεύμα ούτε και πολεμούσαν το Πατριαρχείο. Επεδίωξαν να δώσουν πανεθνικό χαρακτήρα στην επανάσταση και να πετάξουν στην άκρη την πλευρά του κοινωνικού αγώνα ενάντια στις φεουδαρχικές σχέσεις. Έτσι, προσέγγισαν και κάποιους Φαναριώτες και ορισμένους ανώτερους κληρικούς, ήρθαν σε συμβιβασμό, αφήνοντας σιωπηλά απ’ έξω τα συμφέροντα και τους πόθους των λαϊκών μαζών για άρση της κοινωνικής καταπίεσης.
Μετά την άρνηση του Καποδίστρια απευθύνθηκαν στον Αλέξανδρο Υψηλάντη, ο οποίος ήταν πρίγκιπας και αξιωματικός του ρωσικού στρατού. Ο Υψηλάντης δέχθηκε, με την προοπτική να γίνει αρχηγός του απελευθερωτικού αγώνα της Ελλάδας, αλλά και των βαλκανικών λαών. Το σχέδιο προέβλεπε ένα ταυτόχρονο ξέσπασμα επαναστατικών εστιών στις παραδουνάβιες ηγεμονίες και στον ελλαδικό χώρο.
Τα γεγονότα της Επανάστασης
Ο Υψηλάντης εισβάλει με ένοπλες δυνάμεις στη Μολδαβία ως απελευθερωτής και κηρύττει την έναρξη της Επανάστασης. Όμως, η προέλασή του δε θα προχωρήσει πολύ, εξαιτίας του ταξικού προσανατολισμού που πήρε ο αγώνας. Η συμμαχία Φιλικής Εταιρείας και Φαναριωτών είχε ως αποτέλεσμα να απαλειφθούν από το πρόγραμμα της Επανάστασης το αίτημα των κολλήγων για την κατάργηση των τσιφλικάδικων προνομίων. Αυτό δυσαρέστησε και προκάλεσε τις διαμαρτυρίες των Ρουμάνων αγροτών, οι οποίοι και αποχώρησαν. Ο Υψηλάντης διέταξε τότε τη σύλληψη του αρχηγού τους Βλαδιμηρέσκου και τον εκτέλεσε. Έτσι, απογοητεύθηκαν και απομακρύνθηκαν και οι Μολδοβλάχοι και οι Βούλγαροι αγωνιστές. Με λίγες πια δυνάμεις ηττάται στο Δραγατσάνι από τις τουρκικές δυνάμεις και τελικά συλλαμβάνεται από τους Αυστριακούς.
Παράλληλα, ξεσπά η Επανάσταση και στην Πελοπόννησο. Ο Σουλτάνος νομίζει ότι από πίσω κρύβεται η Ρωσία, αλλά αυτή αμέσως καταδικάζει ανοιχτά το κίνημα. Ταυτόχρονα, ο Πατριάρχης Γρηγόριος ο Ε΄ σπεύδει να αφορίσει την Επανάσταση και σε εγκύκλιο που διαβαζόταν στις εκκλησίες αποκαλεί τον Υψηλάντη και τους Φιλικούς «τέρατα του διαβόλου». Το γεγονός ότι ο Γρηγόριος κρεμάστηκε στο πλαίσιο του φανατισμού του τουρκικού όχλου, οφείλεται στο ότι τον κατήγγειλε ως Φιλικό ο μητροπολίτης Πισιδίας Ευγένιος, για να γίνει αυτός Πατριάρχης, όπως και έγινε. Όταν μετά από χρόνια η Επανάσταση νίκησε, ο ανώτερος κλήρος προσπάθησε να διεκδικήσει μέρος της δόξας και έτσι, παραχάραξε την ιστορία και παρουσίασε το Γρηγόριο ως επαναστάτη και εθνομάρτυρα.
Με παρόμοιο τρόπο αναπτύσσεται ο αγώνας στις διάφορες περιοχές της Ελλάδας, με συμμαχίες που σχοινοβατούν και πολλές προδοσίες. Στην Πελοπόννησο, στα νησιά που είχαν δύναμη οι καραβοκύρηδες και στη Στερεά η Επανάσταση κέρδιζε έδαφος, ενώ στη Θεσσαλία και τη Μακεδονία οι τσιφλικάδες με τους Τούρκους κατέπνιξαν τον αγώνα.
Ένα σημαντικό γεγονός που καθόρισε αργότερα τις εξελίξεις ήταν η κίνηση που έκανε το κόμμα των εμποροναυτικών της Ύδρας και των άλλων Νησιών να παραμερίσουν τους τσιφλικάδες και να συνάψουν δάνεια με την Αγγλία. Αυτό δημιούργησε τότε έναν ενθουσιασμό, διότι δια των δανείων θεωρούσαν ότι υπήρξε μια σχετική αναγνώριση του αγώνα. Όμως, οι συνέπειες αυτού του δανεισμού θα αποδειχθούν ολέθριες.
«Βάλτε φωτιά και τσεκούρι, στήστε φούρκα και παλούκι… Όποιο χωριό προσκυνήσει να του καίτε τα σπίτια και τ’ αμπέλια».Έδωσε πολλές μάχες και κέρδιζε, αλλά ο Ιμπραήμ έφερνε συνεχώς νέες δυνάμεις. Είχε, όμως, και ένα συνεργάτη που τον βοηθούσε, ένα μεγαλέμπορο της Αιγύπτου, τον Τοσίτσα. Ο Τοσίτσας στάθηκε στο πλευρό του και αξιοποιώντας όσες επαφές και όση επιρροή διέθετε και καλούσε το λαό να προσκυνήσει. Ήταν αρχηγός της επιμελητείας του αιγυπτιακού στρατού και θησαύριζε με το αίμα και το θάνατο του ελληνικού λαού. Ο Κορδάτος σημειώνει:
«Αυτός ο κατάπτυστος προδότης αργότερα, δίνοντας μερικές χιλιάδες εις το Ελληνικόν Κράτος και κτίζοντας ένα δυο εκπαιδευτικά ιδρύματα αντήλλαξε τον τίτλο του προδότου με τον τίτλο του εθνικού ευεργέτου.»
Παράλληλα με την εξέλιξη των πολεμικών γεγονότων, διεξάγονται και οι προσπάθειες για την πολιτική και διοικητική συγκρότηση των απελευθερωμένων περιοχών. Συγκροτούνται διευθυντήρια, γερουσίες και τελικά πραγματοποιούνται Εθνοσυνελεύσεις. Ενώ, όμως, τίθεται το ζήτημα για νέο πολίτευμα βασισμένο σε δημοκρατικές αρχές, στην ουσία οι περισσότερες δημοκρατικές διακηρύξεις μένουν στα χαρτιά. Για τις εθνικές γαίες προέκυψε μεγάλη σύγκρουση. Οι κοτζαμπάσηδες και οι καπεταναίοι ήθελαν να εκποιηθούν άμεσα, ενώ οι αστοί ήθελαν να χαρακτηριστούν εθνική ακίνητη περιουσία, ώστε να μπορούν να υποθηκευθούν για τη σύναψη δανείων με το εξωτερικό. Τελικά κυριάρχησε η τελευταία άποψη. Σχετικά με τη γη, υπήρξε διαμάχη για το ποιο δίκαιο θα ίσχυε: το βυζαντινό που προστάτευε την τσιφλικάδικη ιδιοκτησία ή το αστικό; Τελικά επικράτησε στην ουσία το βυζαντινό, πράγμα που σήμαινε και την κυριαρχία των τσιφλικάδων επί των αστών.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί ο Καρατζάς στην Πάτρα, ένας δημοκράτης και τσαγκάρης στο επάγγελμα, ο οποίος ξεσήκωσε το λαό την 21 Μαρτίου και χτυπήθηκε με τους Τούρκους μέσα στην πόλη. Οι πρόκριτοι και ο Παλαιών Πατρών Γερμανός σύρθηκαν από τις εξελίξεις. Όμως, όταν αργότερα και υπό την πίεση των τουρκικών στρατευμάτων, αυτοί υποχώρησαν ο Καρατζάς συνέχισε τον αγώνα, ώσπου οι πρόκριτοι θεώρησαν ότι δεν τους συνέφερε και οργάνωσαν τη δολοφονία του.
Παρόμοια γεγονότα συνέβησαν σε όλη την Ελλάδα. Έτσι, τα κατά τόπους λαϊκά στοιχεία του αγώνα «απαλείφονταν από την εξίσωση» και κυριαρχούσαν τα παλαιά αντιδραστικά στοιχεία.
Γράφει ο Κορδάτος:
«Οι Έλληνες αστικοτσιφλικάδες τα κατάφεραν να υποδουλώσουν τον ελληνικό λαό εις το αγγλικόν κεφάλαιον. Αντί να εξοδεύσουν αυτοί δια τας ανάγκας του πολέμου –και είχαν μεγάλες περιουσίες– υποθήκευσαν την εθνική περιουσίαν εις τους Άγγλους και πήραν μερικά ψίχουλα δανείου, τα οποία εμοιράσθηκαν, εννοείται μεταξύ των. Εβόησε τότε όλος ο προοδευτικός κόσμος της Ευρώπης, δια τα ληστρικά αυτά δάνεια. Οι Άγγλοι όμως χρηματοδόται ήξευραν τι έκαμαν: εκτελούντες μυστικάς εντολάς της αγγλικής κυβερνήσεως, ενέγραφον υποθήκην επί των εθνικών γαιών και ητοιμάζοντο, ευκαιρίας δοθείσης, να κάμουν κατοχήν εις την Πελοπόννησον.»
«... Η ανεξαρτησία της Ελλάδος είναι η μόνη διέξοδος, η φέρουσα εις την ίδρυσιν του φραγμού εκείνου, τον οποίον η σωτηρία της Ευρώπης απαιτεί κατά της κολοσσιαίας δυνάμεως της Ρωσσίας. Άλλοτε τον φραγμόν τούτον παρείχεν η Οθωμανική Αυτοκρατορία κατά της Δυνάμεως του Βορρά, ο παρών όμως αγών των Ελλήνων απέδειξε αυτήν ανίκανον να εκτελή του λοιπού το έργον τούτο […] Αποτέλεσμα της συνεννοήσεως ταύτης (δηλαδή Ελλάδος και Τουρκίας) έσται ότι η Αγγλία, Πύλη και Ελλάς θα αποτελέσουν του λοιπού μίαν και μόνην, δια να είπω ούτω, δύναμιν, ήτις θ’ αντιταχθή κατά της Ρωσσίας και τέλος η ένωσις αύτη θ’ αποτελεί μίαν επιπλέον εγγύησιν, ην προσεκτάτο η Αγγλία κατά των αποπειρών της τε Ρωσσίας και πάσης άλλης Ευρωπαϊκής Δυνάμεως εναντίον του αγγλικού εμπορίου των Ινδιών…»
Διεθνείς παράγοντες και γεωστρατηγική
Η τελική έκβαση του ηρωικού ελληνικού αγώνα παίχτηκε στα παρασκήνια των Μ. Δυνάμεων. Όποιος μελετά την Ελληνική Επανάσταση δεν πρέπει ποτέ να ξεχνά και τη «μεγάλη σκακιέρα». Το ζήτημα της Ελληνικής Επανάστασης αποτελεί μέρος μιας συνολικότερης γεωστρατηγικής και υπάγεται στο Ανατολικό Ζήτημα. Άρα, πρέπει να αναλυθούν και οι παράγοντες που καθορίζουν την έκβαση του Ανατολικού Ζητήματος, δηλαδή οι στρατηγικοί σχεδιασμοί και οι βλέψεις των Μεγάλων Δυνάμεων της εποχής.
«Η εξωτερική πολιτική της Ρωσίας κατά το τέλος του 18ου και τις αρχές του 19ου αιώνος, έθεσε και πάλιν επί τάπητος το ανατολικόν ζήτημα. […]
»Αι τρεις Δυνάμεις, Γαλλία, Αγγλία και Ρωσία, καταβάλλουν μεγάλας προσπαθείας δια να προσεταιρισθούν την Τουρκίαν. Η Αγγλία προτιμά την ακεραιότητα της Τουρκίας, δια να εμποδίσει την κάθοδον της Ρωσίας εις το Αιγαίον. Η Γαλλία αντιθέτως αγωνίζεται να προσεταιρισθεί την Τουρκίαν, δια να κτυπήσει την Αγγλίαν εις τας μεσογειακάς της βάσεις και η Ρωσία παίζει διπλούν παιχνίδι, δια να απομακρύνει την Τουρκίαν από την επιρροήν των δύο αυτών δυνάμεων, ώστε να είναι ελευθέρα να πραγματοποιήσει εις πρώτην ευκαιρίαν τα σχέδιά της.
»Έτσι, μαζί με το ανατολικόν ζήτημα ετέθη και το ελληνικόν…»
Ο Κορδάτος επισημαίνει ότι:
«Προστάτιδες δυνάμεις, όπως ξενόδουλοι πολιτικοί και άκριτοι ιστορικοί αποκαλούν την Γαλλίαν, Ρωσίαν και Αγγλίαν, δεν υπήρξαν ποτέ δια την Ελλάδα. Εάν ηγωνίσθησαν, έστω και θυσίας ιδικάς των ακόμη, όπως κατά την εν Ναυαρίνω ναυμαχίαν, αι ανωτέρω δυνάμεις κατά τη διάρκειαν του ελληνοτουρκικού πολέμου υπέρ της Ελληνικής Επαναστάσεως, τούτου, επαναλαμβάνομεν το έκαμαν δια να προστατεύσουν τα συμφέροντά των. Η διπλωματική προστασία του ελληνικού αγώνος του ’21, καθώς και η σκανδαλώδης ανάμιξίς των δυνάμεων τούτων εις τα εσωτερικά της Ελλάδος, αυτήν την έννοιαν έχουν. Πάντοτε, τότε και κατόπιν και σήμερον, αι μεταξύ της Ελλάδος και των ευρωπαϊκών δυνάμεων σχέσεις κανονίζονται από το συμφέρον και μόνον αυτό.»
Τελική έκβαση και συμπεράσματα
Η Επανάσταση του 1821, απαντώντας στο αρχικό ερώτημα, είχε και εθνικό και κοινωνικό χαρακτήρα. Κατά την έκβασή της, όμως, η κοινωνική διάσταση της Επανάστασης εξοβελίστηκε, διότι οι αστοί συμμάχησαν με τους κοτζαμπάσηδες και ακρωτηρίασαν το περιεχόμενο του ταξικού αγώνα του φτωχού λαού. Τελειώνοντας, και όσον αφορά στο ερώτημα «Είναι πράγματι απελευθερωμένοι οι Έλληνες μετά την Επανάσταση;», παραθέτω την τελευταία σελίδα του βιβλίου του Κορδάτου, ο οποίος ολοκληρώνει την έκθεση της ιστορικής του μελέτης και συνοψίζει τα συμπεράσματά του με τα εξής λόγια:
«Αλλ’ εάν κατωρθώθη ο ελληνικός αγών να πάρει ένα τέλος και να ελευθερωθεί μία γωνία της Ελλάδος, ο εσωτερικός αγών έμεινε ημιτελής. Παρ’ όλον το σάρωμα της καποδιστριακής δικτατορίας και την δημοκρατικήν συνείδησιν της μεγάλης πλειοψηφίας του ελληνικού λαού, αι λεγόμεναι προστάτιδες δυνάμεις επέβαλαν εις τον καθημαγμένον ελληνικόν λαόν την μοναρχίαν. Χωρίς καν να ερωτηθεί ο ελληνικός λαός, αι τρεις δυνάμεις, με την πρωτοβουλίαν της Αγγλίας, έστειλαν εις την Ελλάδα τον νεαρόν πρίγκηπα της Βαυαρίας Όθωνα, ο οποίος ήτο γνωστός βλάξ. Και εις την περίστασιν αυτήν, η αγγλική πολιτική έδειξε όλην την αισχρότητά της. ο εν Ελλάδι διπλωματικός της αντιπρόσωπος Ντώκινς ήτο ο ουσιαστικός κυβερνήτης. Έργον του ήτο, όχι μόνον να εξουδετερώσει την ρωσικήν επιρροήν, αλλά και να εγκαινιάσει νέαν περίοδον απολυταρχίας.
Ο ελληνικός λαός έπρεπε να μη σηκώσει κεφάλι. Ο λόρδος Πάλμερστον έβαλε τας βάσεις της πολιτικής του Φόρεϊν Όφφις απέναντι της Ελλάδος, που επί εκατό και παραπάνω χρόνια ακολουθείται πιστά από τους διαδόχους του. Η Ελλάς πρέπει να είναι συγκεκαλυμένον προτεκτοράτο της Αγγλίας και ο ελληνικός λαός δεν πρέπει να ασκεί τα κυριαρχικά του δικαιώματα. Πρέπει να ευρίσκεται εις την κατάστασιν του ημιαποίκου. Έτσι, με την ηθικήν και υλικήν βοήθειαν του τσάρου, των Άγγλων πλουτοκρατών και των Γάλλων αντιδραστικών, οι Έλληνες τσιφλικάδες, αστοί και Φαναριώτες, που πήραν την εξουσίαν στα χέρια τους, όταν δημιουργήθηκε το μικρόν ελεύθερον Ελληνικόν Κράτος, όσο κι αν τσακώνονταν και τρώγονταν πάνω στο μοίρασμα της πολιτικής εξουσίας, όλην των την προσοχή και δραστηριότητα την εσυγκέντρωσαν εις το πώς μέσα εις το νέον βασίλειον θα κρατήσουν τας λαϊκάς μάζας υποχειρίους των, δια να μπορούν να τας καταπιέζουν και να τας εκμεταλλεύονται. Έτσι, ως τα σήμερα, εσυνεχίσθη η οικονομική υποδούλωσις και αποστράγγισις του λαού και την θέσιν των Τούρκων μπέηδων, αγάδων και πασάδων, την επήραν αυτοί, που είχαν γίνει το ίδιο όπως και οι Τούρκοι κατακτηταί, ληστές και γδύστες, μαζί με τους ξένους δανειστές μας. Από το 1823 ως τα τώρα το ξένον κεφάλαιον, έχοντας τοποτηρητάς και εντολοδόχους του εις την χώραν μας τους αστοτσιφλικάδες, εγύμνωσε κάθε ικμάδα του τόπου, ελήστευσε τον λαόν και έκράτησε την χώραν καθυστερημένην, δια να μπορεί να μας μεταχειρίζεται ως αποίκους.
Όταν κανείς έχει υπ’ όψιν του το τί έγινε κατά το διάστημα του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνος από την άρχουσα τάξιν και τί επηκολούθησεν κατόπιν, εξάγει το συμπέρασμα, που το επικυρώνουν τα αδιάψευστα γεγονότα, ότι η Επανάστασις του 1821 επροδόθη, όχι μόνον από τους κοτζαμπάσηδες και Φαναριώτες, αλλά και από τους αστούς. Αυτή είναι η μόνη ιστορική αλήθεια.