Μετά την τελευταία σύνοδο κορυφής της Ευρωπαϊκής Ένωσης (1η Οκτωβρίου) έχει ανοίξει πλέον διάπλατα ο δρόμος για πολεμικά τετελεσμένα στην περιοχή μας με δράστη πρωτίστως την Τουρκία. Ταυτόχρονα ο Γενικός Γραμματέας του ΝΑΤΟ ανήγγειλε την ίδια ημέρα τη δημιουργία ενός «διμερούς μηχανισμού αποτροπής της σύγκρουσης» ανάμεσα σε Ελλάδα και Τουρκία.
Ο μηχανισμός αυτός – σύμφωνα με τον Γενικό Γραμματέα του ΝΑΤΟ – ήλθε ως αποτέλεσμα ενός παρασκηνιακού διαλόγου ανάμεσα στις στρατιωτικές πλευρές των δυο χωρών, ο οποίος έλαβε χώρα στις Βρυξέλλες. «Αυτός ο μηχανισμός ασφαλείας μπορεί να βοηθήσει στη δημιουργία ενός χώρου για διπλωματικές προσπάθειες ώστε να αντιμετωπιστεί η υποκείμενη διένεξη και είμαστε έτοιμοι να την αναπτύξουμε περαιτέρω,» δήλωσε ο ΓΓ του ΝΑΤΟ.
Στην ανακοίνωση της συμμαχίας της 1ης Οκτωβρίου αναφέρεται επίσης ότι το ΝΑΤΟ έχει αναλάβει ξανά το ρόλο αυτό με σκοπό την αποφυγή μιας στρατιωτικής σύγκρουσης ανάμεσα σε συμμάχους. Στη δεκαετία του 1990, μας πληροφορεί η συμμαχία, είχε δημιουργήσει έναν ανάλογο μηχανισμό στην περιοχή, «ο οποίος αποδείχθηκε αποτελεσματικός στο να βοηθήσει στην αποκλιμάκωση των εντάσεων και στην δημιουργία του χώρου για ευρύτερες διπλωματικές συνομιλίες.»
Βέβαια, αυτό που «ξεχνά» η συμμαχία είναι ότι ο συγκεκριμένος μηχανισμός της δεκαετίας του 1990 βοήθησε στην κλιμάκωση των διεκδικήσεων της Τουρκίας σε βάρος της κυριαρχίας της Ελλάδας. Και μάλιστα σε μια εποχή όπου η Τουρκία βρισκόταν υπό καθεστώς δικτατορίας του ΔΝΤ και επομένως – χωρίς τον «μηχανισμό» του ΝΑΤΟ και φυσικά τον ενδοτισμό της ελληνικής πλευράς – θα ήταν θεωρητικά πιο ευάλωτη σε πιέσεις αποκλιμάκωσης.
Με τον μηχανισμό αυτό το ΝΑΤΟ προστάτεψε και ενίσχυσε την αδιαλλαξία της άρχουσας τάξης στην Τουρκία, η οποία έφτασε το 1995 να «νομιμοποιήσει» επίσημα την απειλή πολέμου εναντίον της Ελλάδας με απόφαση της τουρκικής εθνοσυνέλευσης, την οποία επικαλείται έως σήμερα ως αναφαίρετο και νόμιμο δικαίωμά της.
Και φυσικά για να μην ξεχνιόμαστε το 1996 με το αίσχος των Ιμίων, επιβλήθηκε μορατόριουμ κυριαρχίας (γκρίζα ζώνη) στις αμφισβητούμενες από την Τουρκία «βραχονησίδες» στη θαλάσσια επικράτεια της Ελλάδας. Όλα αυτά είναι όντως αδιαφιλονίκητες κατακτήσεις του «μηχανισμού αποτροπής της σύγκρουσης» και «διαλόγου» στα πλαίσια ΝΑΤΟ.
Βέβαια, υπάρχουν ορισμένα ερωτήματα, τα οποία μάλλον είναι ρητορικά όσον αφορά το επίσημο πολιτικό σύστημα της χώρας:
Πρώτο: Από πού άραγε άντλησε το δικαίωμα η ηγεσία των ενόπλων δυνάμεων της Ελλάδας να εμπλακεί σε μυστικές, παρασκηνιακές συνομιλίες με την επιτιθέμενη στρατιωτικά Τουρκία ήδη από τις αρχές Σεπτεμβρίου υπό την αιγίδα του ΓΓ του ΝΑΤΟ; Σε ποιο Σύνταγμα, σε ποια απόφαση της Βουλής, σε ποιο νόμο και σε ποιο στρατιωτικό κανονισμό ανακάλυψαν οι φλώροι των Επιτελείων ότι οφείλουν να προσέλθουν σε μυστικό διάλογο με τους ομότιμους της γείτονος, ενόσω η Τουρκία επιδιδόταν σε επιθετική στρατιωτική ενέργεια εντός του εθνικού χώρου της Ελλάδας (υφαλοκρηπίδα); Από πότε η στρατιωτική ηγεσία προσέρχεται σε μυστικές συνομιλίες με τον εισβολέα και μάλιστα ενόσω αυτός δεν έχει απωθηθεί από τον εθνικό χώρο; Τι διαφορετικό έκανε ο Τσολάκογλου όταν προσήλθε σε μυστικές συνομιλίες με τους ναζί εισβολείς τον Απρίλιο 1941;
Κι ας μην τολμήσει κανείς να μιλήσει για «εντολές άνωθεν» και «ανώτερο εθνικό συμφέρον» ώστε να δικαιολογήσει το ατόπημα αυτό της στρατιωτικής ηγεσίας. Το ίδιο επικαλέστηκε ο Τσολάκογλου, αλλά και οι συνένοχοί του στρατηγοί, αλλά δεν έπεισαν κανέναν και δίκαια καταδικάστηκαν για εσχάτη προδοσία. Μπορεί να εκπλήξει πολλούς – ίσως κι όλους – από το σώμα των ανώτατων αξιωματικών, αλλά τα επιτελεία τελούν υπό την πολιτική καθοδήγηση της κυβέρνησης, αλλά δεν είναι ούτε ενεργούμενά της, ούτε πολύ περισσότερο ορντινάντσες των εκάστοτε κρατούντων. Έστω κι αν αισθάνονται ως τέτοιοι όσοι διορίζονται σ’ αυτά με γνωστό σύστημα απόλυτης αναξιοκρατίας και αλλότριων συμφερόντων που κυριαρχεί στο στράτευμα.
Επομένως κανείς τους δεν μπορεί να επικαλεστεί ως δικαιολογία τις εντολές από την πολιτική ηγεσία προκειμένου να δικαιολογήσει πράξεις και ενέργειες που στρέφονται κατάφωρα ενάντια στην αποστολή των ενόπλων δυνάμεων και τον όρκο τους.
Αν ήταν έτσι, τότε την επόμενη φορά που θα τους διατάξει η πολιτική ηγεσία να παραδώσουν τα όπλα μπροστά σε εισβολέα, ή να επιβάλλουν αιματηρή δικτατορία σε βάρος του ελληνικού λαού, τότε αυτοί θα θεωρήσουν απόλυτα λογικό να υπακούσουν. Κι όποιος πιστεύει ότι κάτι τέτοιο δεν είναι δυνατόν να συμβεί σήμερα με τέτοια επιτελεία που διαθέτει το στράτευμα, τότε δυστυχώς δεν είναι μόνο τραγικά ανιστόρητος, αλλά και επικίνδυνα αφελής.
Το γεγονός ότι στην Ελλάδα ακόμη και οι πιο καταφανείς πράξεις επιορκίας των εν ενεργεία ανώτατων αξιωματούχων του κράτους στη δικαιοσύνη, τη διοίκηση και τις ένοπλες δυνάμεις, θεωρούνται ως κάτι το απολύτως φυσιολογικό και επόμενο των εκάστοτε παράνομων πολιτικών εντολών που καλούνται να υπηρετήσουν, δεν σημαίνει ότι οι ένοχοι των πράξεων αυτών δεν θα κληθούν να λογοδοτήσουν. Μπορεί η ατιμωρησία της επιορκίας και της εθνικής αναξιότητας να έχει αποθρασύνει τους κατόχους ανώτατων αξιωμάτων σε όλους τους τομείς του κράτους, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι ο καιρός δεν έχει γυρίσματα. Ιδίως σε εποχές εθνικής τραγωδίας, σαν αυτή που κλιμακώνεται την τελευταία δεκαετία.
Δεύτερο: Πού ακριβώς στο καταστατικό του ΝΑΤΟ θεμελιώνεται το δικαίωμα της επέμβασης του Γενικού του Γραμματέα σε ρόλο επιδιαιτησίας; Από πού αντλεί το έννομο δικαίωμα ο Γενικός Γραμματέας του ΝΑΤΟ να επέμβει – και μάλιστα με δική του πρωτοβουλία – σε μια διένεξη ανάμεσα σε κράτη, έστω κι αν είναι μέλη της Συμμαχίας;
Κι αν για κάποιον περίεργο και τερατώδη λόγο του αναγνωρίζεται ένας τέτοιος εξωκαταστατικός ρόλος στα πλαίσια του ΝΑΤΟ, τότε γιατί θεωρείται αδιανόητη η επίκληση του άρθρου 4 & 5 του νατοϊκού καταστατικού (συνδρομή του ΝΑΤΟ υπέρ κράτους μέλους που δέχεται επίθεση) όταν κράτος μέλος της Συμμαχίας, όπως η Ελλάδα, απειλείται με στρατιωτική επίθεση από άλλο κράτος μέλος, όπως η Τουρκία; Πού το καταστατικό του ΝΑΤΟ νομιμοποιεί τη Συμμαχία και το Γενικό της Γραμματέα να αναλαμβάνει πρωτοβουλίες επιβολής «ίσων αποστάσεων» ανάμεσα σε επιτιθέμενο και αμυνόμενο, στο όνομα ότι και οι δύο χώρες είναι «πολύτιμοι σύμμαχοι του ΝΑΤΟ»;
Ποιος άραγε επέτρεψε στον ΓΓ του ΝΑΤΟ να υποκαταστήσει το ρόλο του Γενικού Γραμματέα και των οργάνων του ΟΗΕ, τα οποία – με βάση το διεθνές δίκαιο – είναι τα μόνα υπεύθυνα για την διευθέτηση διενέξεων ανάμεσα σε κράτη, αλλά και για τη «δημιουργία μηχανισμών αποκλιμάκωσης» και «χώρου διπλωματικών ενεργειών» για την αποφυγή μιας σύγκρουσης; Εκτός κι αν η Ελλάδα έχει απορρίψει εξ ορισμού και εκ προοιμίου προς όφελος του ΝΑΤΟ κάθε προσφυγή στα όργανα του ΟΗΕ προκειμένου να υπερασπιστεί την κυριαρχία της από την επιτιθέμενη Τουρκία.
Τρίτο: Πότε η κυβέρνηση ενημέρωσε τη Βουλή για την διεξαγωγή των συνομιλιών στις Βρυξέλλες, για το περιεχόμενο και την κατάληξή τους, προκειμένου να ενημερώσει και να κυρώσει την απόφασή της η εθνική αντιπροσωπεία, όπως ρητά απαιτεί το Σύνταγμα; Ποτέ. Μήπως θα φέρει η κυβέρνηση προς κύρωση τη συγκεκριμένη συμφωνία περί μηχανισμού, που η ίδια διαπραγματεύτηκε και υπέγραψε μυστικά και ερήμην του ελληνικού λαού και της Βουλής, προκειμένου να ενημερωθούμε σε ποιες «γενικές αρχές» επήλθε συμφωνία με την Τουρκία – όπως αναφέρει η ανακοίνωση του τουρκικού υπουργείου άμυνας – προκειμένου να υπάρξει ο συγκεκριμένος διαρκής «μηχανισμός αποκλιμάκωσης» του ΝΑΤΟ με επικεφαλής το Γενικό του Γραμματέα;
Και μόνο το γεγονός ότι η κυβέρνηση δεν έχει πάρει εντολή από την εθνική αντιπροσωπεία ώστε να προχωρήσει σε μυστικές συνομιλίες είτε σε επίπεδο στρατιωτικό, είτε διπλωματικό – κάτι που έτσι ή αλλιώς απαγορεύεται ρητά τόσο από το Σύνταγμα της χώρας, όσο και από το διεθνές Δίκαιο των Συνθηκών, το οποίο έχει κυρώσει και έχει κάνει νόμο του κράτους η Ελλάδα – συνιστά βαρύτατη εκτροπή, που θέτει σε κίνδυνο την ίδια την εθνική άμυνα και ακεραιότητα της χώρας. Πολύ περισσότερο, όταν η κυβέρνηση με τους εντολοδόχους της προχωρά σε συνομιλίες παρασκηνίου, έχοντας εγκαταλείψει τις επίσημες αιτιάσεις με τις οποίες διαμαρτύρεται εναντίον της Τουρκίας στον ΟΗΕ.
Ποιος θα πάρει στα σοβαρά μια τέτοια χώρα, η οποία άλλα επικαλείται εγγράφως στον ΟΗΕ και άλλα πράττει; Ποιος θα δεχθεί έστω και να συζητήσει τις επίσημες αιτιάσεις μιας χώρας σαν την δική μας, όταν η ίδια τις εγκαταλείπει στην πρώτη δοθείσα ευκαιρία; Και μάλιστα για να καταφύγει στη μυστική διπλωματία, όπου όλα είναι ανοιχτά κι όλα πάνω στο τραπέζι; Πότε, ποια χώρα και σε ποια ιστορική περίοδο απέφυγε τον εθνικό ακρωτηριασμό της καταφεύγοντας σε ανάλογες τακτικές;
Τέταρτο: Εξακολουθεί να ισχύει για την Ελλάδα το άρθρο 51 του Καταστατικού Χάρτη του ΟΗΕ, που αφορά στο δικαίωμα της αυτοάμυνας έναντι δύναμης που απειλεί, προετοιμάζει, ή επιχειρεί επιθετικό πόλεμο εναντίον της; Έχει το δικαίωμα να επικαλεσθεί το άρθρο 51 η Ελλάδα έναντι της Τουρκίας σε περίπτωση μονομερούς επιθετικής ενέργειας της δεύτερης; Ή παραιτήθηκε οριστικά απ’ αυτό στα πλαίσια της συμφωνίας επί «γενικών αρχών», η οποία επήλθε με την Τουρκία προκειμένου να δημιουργηθεί ο «μηχανισμός αποκλιμάκωσης» του ΝΑΤΟ;
Η Ελλάδα τελεί υπό καθεστώς διαρκούς απειλής μιας και η Τουρκία δεν διστάζει να εκβιάζει με την χρήση στρατιωτικής βίας κάθε φόρα που θεωρεί η ίδια ότι θίγονται τα «ζωτικά συμφέροντά» της. Στην περίπτωση της ελληνικής υφαλοκρηπίδας, η Τουρκία δεν εφάρμοσε απλά και μόνο απειλή χρήσης στρατιωτικής βίας, αλλά προχώρησε σε καθαρά επιθετική ενέργεια με την εισβολή του Ορούκ Ρέις συνοδεία πολεμικών της στην υφαλοκρηπίδα της Ελλάδας, η οποία με βάση το δίκαιο της Θάλασσας από την εποχή της Συνθήκης της Γενεύης το 1957 έως και τη Συνθήκη του Μοντέγκο Μπέι το 1982 θεωρείται αδιαφιλονίκητος εθνικός χώρος.
Τόσο η ΕΕ, όσο και το ΝΑΤΟ θεωρεί – μαζί με την επίσημη κυβέρνηση των εντολοδόχων τους στην Ελλάδα – ως απλή «πρόκληση» της Τουρκίας και «φραστικές επιθέσεις» την επίκληση casus belli εναντίον της Ελλάδας. Αναγνωρίζουν έτσι στην Τουρκία το δικαίωμα διεξαγωγής επεμβατικών ή επιθετικών πολέμων. Αρκεί να υπηρετούν και τις δικές τους μακροπρόθεσμες στρατηγικές στοχεύσεις.
Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι τόσο το ΝΑΤΟ, όσο και η ΕΕ δεν αναφέρουν κουβέντα για την στρατιωτική εμπλοκή της Τουρκίας στον πόλεμο του Αζερμπαϊτζάν εναντίον της Αρμενίας. Κουβέντα. Τσιμουδιά για έναν ξεκάθαρα επιθετικό πόλεμο με σκοπό την εξόντωση ενός ιστορικού και μαρτυρικού έθνους, της Αρμενίας.
Όπως φυσικά δεν είπαν κουβέντα για την στρατιωτική επέμβαση της Τουρκίας στη Συρία και τη Λιβύη. Αντίθετα ο Γενικός Γραμματέας του ΝΑΤΟ, Στόλτενμπεργκ, κατά την επίσκεψή του στην Τουρκία χθες και προχθές, όχι μόνο εκθείασε τον «πολύτιμο ρόλο» της Τουρκίας στον «πόλεμο κατά της τρομοκρατίας», αλλά και υποσχέθηκε να κινητοποιήσει τη διεθνή κοινή γνώμη υπέρ της Τουρκίας! (Sabah, 5/10)
Μετά τη συμφωνία κορυφής της ΕΕ και τον «μηχανισμό αποκλιμάκωσης» του ΝΑΤΟ, η Τουρκία έχει πλέον το ελεύθερο για στρατιωτικές ενέργειες στην ευρύτερη περιοχή και ιδιαίτερα στην Κύπρο. Μην ξεχνάμε ότι η «κόκκινη γραμμή» Αθήνας-Άγκυρας δεν αφορά στην Κύπρο. Το μόνο που έχει να «φοβάται» η Τουρκία είναι τις κατόπιν εορτής δήθεν «κυρώσεις», αλλά και την επιδιαιτησία – πάλι κατόπιν εορτής – του ΝΑΤΟ.
Ο δρόμος πλέον για πολεμικά τετελεσμένα της Τουρκίας σε βάρος της Ελλάδας και κυρίως εναντίον της Κύπρου, είναι ανοικτός.
Δημήτρης Καζάκης