Καταργήστε επιτέλους τη δικαστική εξουσία, είναι περιττή…

Παρασκευή 2 Ιουνίου 2017


Ήλπιζα, ματαίως η αλήθεια είναι, ότι όταν έρθει η σειρά του αγωνιστή μπάρμπα-Θόδωρου από το χωριό Μεγάλη Παναγιά (γιατί ως γνωστός η παναγία δεν μπορεί να είναι ποτέ μικρή, είναι πάντοτε Μεγαλόχαρη) να σταθεί μπροστά στους δικαστές, θα επικρατούσε επιτέλους η λογική.
Δηλαδή, να αθωώνονταν πανηγυρικά για το σαθρό και ψεύτικο κατηγορητήριο και συνάμα να ακούγαμε ένα μίνιμουμ απολογητικό λογύδριο από την πλευρά της έδρας προς ένα ηλικιωμένο που τσακίστηκε στο ξύλο από τους γενίτσαρους ματατζήδες, επειδή τόλμησε να υπερασπιστεί μαζί με τους συγχωριανούς του το φυσικό περιβάλλον που μεγάλωσε.

Έχουν περάσει περίπου 4 χρόνια από τότε (ο ξυλοδαρμός και η σύλληψη του μπάρμπα-Θόδωρου έγινε στις 10 Ιουλίου του 2013) που η αστυνομική βία ξεπέρασε κάθε όριο. Για την ιστορία να θυμίσουμε ότι ο ηλικιωμένος (77χρονος σήμερα) αγωνιστής μεταφέρθηκε σε νοσοκομείο και για 5 μέρες φυλασσόταν από ασφαλίτες ώστε κανείς να μην μπορούσε να τον προσεγγίσει, προφανώς για να επουλωθούν τα τραύματα. Βέβαια, κάτι τέτοιο απαιτούσε αρκετές εβδομάδες κι έτσι οι φωτογραφίες με το τσακισμένο πρόσωπο και κορμί του μπάρμπα-Θόδωρου διέρρευσαν και η οργή ξεχείλισε.

Ακολούθησε η ποινική του δίωξη με το γνωστό κατηγορητήριο περί αντίστασης κατά της Αρχής, κατά της κοινής ειρήνης και περί παρακώλυσης συγκοινωνιών από κοινού με άγνωστους δράστες. Ο μπάρμα-Θόδωρος δεν πρόλαβε να συμπεριληφθεί ανάμεσα στους «αγνώστους». Όταν τα κτήνη των ΜΑΤ κυνήγησαν την ειρηνική διαδήλωση των κατοίκων της περιοχής, δεν μπορούσε να τρέξει, όχι λόγω της ηλικίας του, αλλά εξαιτίας ενός παλαιού ατυχήματος το οποίο του προκάλεσε μόνιμη βλάβη στο ένα του πόδι, με αποτέλεσμα να κουτσαίνει.

Κάθισε λοιπόν σε ένα παγκάκι ανάμεσα στα δακρυγόνα, ελπίζοντας ότι οι κρατικοί δολοφόνοι θα σέβονταν την ηλικία του. Πόσο έξω έπεσε…. Διαβάζοντας το κατηγορητήριο, αναρωτιέμαι τι έπρεπε να κάνει ο άνθρωπος που δεν έκανε για να γλυτώσει το δικαστήριο; Κατανοώ όμως ότι σύρθηκε σε δίκη όχι για αυτές τις μόνιμες κατηγορίες που απευθύνονται γενικώς και αορίστως, αλλά γιατί τόλμησε να αγωνιστεί και όχι να λουφάξει. Να βγει στο δρόμο και όχι να καταριέται από το καφενείο. Και αυτό είναι ασυγχώρητο για την εξουσία. Όποιο κεφάλι σηκώνεται, πρέπει να κόβεται. Δε πα να στέκεται ακόμα και σε ώμους ενός ηλικιωμένου; Το μήνυμα πρέπει να περάσει και να γίνει κατανοητό. Όποιος αμφισβητεί την εξουσία θα πληρώνει το τίμημα, ξυλοδαρμούς στο δρόμο, προφυλακίσεις, και δικαστήρια.

Πάμε στο δια ταύτα. Η έδρα στην προ ημερών δίκη καταδίκασε τον μπάρμπα-Θόδωρο σε 12μηνη φυλάκιση με τριετή αναστολή. Δυστυχώς δεν έχουν διαρρεύσει οι διάλογοι και το τι ακριβώς διημείφθη εντός της αίθουσας, όπως επίσης δεν γνωρίζουμε το όνομα αυτού του επαίσχυντου δικαστή που από σήμερα περνά στην ιστορία.

Μου δημιουργούνται μερικά ερωτήματα και θα ήθελα να τα παραθέσω σκόρπια:

- Τι στο διάολο χρειάζεται η δικαστική εξουσία, όταν τα κατηγορητήρια που έρχονται από την αστυνομία ή την αντιτρομοκρατική περνούν τη διαδικασία αναλλοίωτα; Εδώ δεν μιλάμε για δικαιοσύνη, αλλά για προειλημμένες αποφάσεις που αναρτώνται σε γραφεία μπάτσων. Κάποτε υπήρξε η πεποίθηση ότι ο καθείς είναι αθώος έως ότου προκύψουν στοιχεία ενοχής. Τώρα πια τα δεδομένα άλλαξαν. Κάθε αγωνιστής είναι εκ προοιμίου κατηγορούμενος, έως ότου αποδείξει ότι είναι αθώος. Και αυτή όμως η εκδοχή δεν αρκεί για να περιγράψουμε τους νεωτερισμούς που εμφανίζει το τελευταίο διάστημα η δικαστική εξουσία.
Τρανό παράδειγμα η δίκη του αναρχικού-κομμουνιστή Τάσου Θεοφίλου. ΚΑΝΕΝΑΣ μάρτυρας δεν αναγνώρισε τον Θεοφίλου ως τον δράστη της ληστείας και του φόνου της Πάρου, ΚΑΝΕΝΑ στοιχείο δεν μπόρεσε να βρει η αντιτρομοκρατική κι όμως ο Τάσος κινδυνεύει με πολύ βαριά ποινή γιατί έχει διαπράξει το μέγιστο όλων των εγκλημάτων: Δεν υποτάσσεται στην εξουσία. Είναι ιδεολογικά επικίνδυνος.

- Θυμάται ποτέ κανείς να έχει καταδικαστεί ένας «άνδρας» των ΜΑΤ; Έστω ένας για τα μάτια του κόσμου; Ποτέ. Ακόμα και όταν τα αδικήματα έχουν καταγραφεί, η μόνιμη επωδός είναι ότι δεν κατέστη εφικτό να ταυτοποιηθούν οι δράστες.

- Ποιος θα κρίνει τους κρίνοντες; Ποιος θα κρίνει και θα καταδικάσει τα εγκλήματα της δικαστικής εξουσίας; Ποιος θα κρίνει τον δικαστή που καταδίκασε τον μπάρμπα-Θόδωρο; Πως μπορούμε να αντιδράσουμε απέναντι στους φορείς της πιο αυταρχικής εξουσίας; Που λογοδοτούν και πότε; Ποιοι επιτέλους είναι οι εισαγγελείς και δικαστές που θεωρητικά εκπροσωπούν ένα ανεξάρτητο φορέα νομής δικαιοσύνης, αλλά στην ουσία είναι άρρηκτα συνδεδεμένοι με το κράτος και τους εξουσιαστές και υπηρετούν σαν πιστά σκυλιά (ζητώ συγνώμη από τα συμπαθή τετράποδα) το καπιταλιστικό σύστημα εκμετάλλευσης.

Ένοχος λοιπόν ο μπάρμπα-Θόδωρος. Αθώοι και κατήγοροι όσοι τον λιάνισαν στο ξύλο. Αθώοι όσοι ψήφισαν μνημόνια. Αθώα, ηθικά και νόμιμα τα μνημόνια. Αθώοι οι του βατοπεδίου «άγιοι» κτηματομεσίτες καλόγεροι. Αθώοι οι δικυκλιστές των σωμάτων ασφαλείας που πέφτουν πάνω σε διαδηλωτές. Αθώοι οι βασανιστές. Πάλι καλά που σ’ ένα κόσμο γεμάτο αθώους, βρέθηκε και ένας ένοχος. Τίτλος τιμής για τον μπάρμπα-Θόδωρο. Τίτλος τιμής για κάθε αγωνιστή.

Θυμάμαι τον μπάρμπα-Αριστείδη, ένα αγωνιστή της εθνικής αντίστασης που όταν ο βασιλικός επίτροπος (Χαμπέρης το όνομα) του ανακοίνωσε ότι η ποινή του ήταν πέντε χρόνια διότι «διακατείχετο από κομμουνιστικάς ιδέας» , εκείνος του απάντησε «Ρίξε δέκα ρε Χαμπέρη». Εκνευρισμένος ο Χαμπέρης ούρλιαξε «Δέκα χρόνια». Για να απαντήσει ξανά ο αντάρτης, «ρίξε 15 ρε Χαμπέρη, ρίξε όσα θέλεις, κάποτε θα σε δικάσει και ο λαός».
Να όμως που η ιστορία γράφτηκε αλλιώς. Οι στρατοδίκες του εμφυλίου που ξεκλήρισαν τον ανθό του αγωνιζόμενου λαού, όπως και οι δικαστές επί χούντας, όχι μόνο δεν δικάστηκαν, παρά αναδύθηκαν σε ανώτατα κλιμάκια.

Θαυμάστε την ανεξάρτητη ελληνική «δικαιοσύνη». Διαβάζω ξανά αυτές τις μέρες το βιβλίο του επαναστάτη Δημήτρη Κουφοντίνα «Grapo, αντιφασιστικές ομάδες αντίστασης, 1975-2008» και σκέφτομαι πόσο διαφορετικά θα ήταν τα πράγματα αν υπήρχε στη χώρα μας ένα επαναστατικό κίνημα αντίστοιχο, που θα είχε να πει δύο λόγια σε όλους εκείνους που δρουν εκ της έδρας τους (αλήθεια, γιατί οι δικαστές στέκονται πιο ψηλά από τους υπόλοιπους διάδικους;
Αυτό μάλλον συμβαίνει για να προκαλέσουν δέος στον κατηγορούμενο, για να αποδείξουν ότι εκείνοι ανήκουν σε διαφορετικό επίπεδο, είναι οι άμεμπτοι και οι ηθικοί, οι αδέκαστοι, οι αδιάφθοροι που κοιτούν αφ’ υψηλού τους υπόλοιπους κοινούς θνητούς) και ξέρουν πως ότι και αν αποφασίσουν θα παραμένουν στο απυρόβλητο. Αν αναζητούν οι δικαστές τα αίτια της κοινωνική βίας, δεν έχουν παρά να σταθούν μπροστά στον καθρέφτη τους.

Αφού δεν μας σέβεστε, θα μας φοβάστε.



Ανδρέας Στασινόπουλος
ΣΤΗΝ ΚΟΡΥΦΗ